Τον καιρό που ο εμπνευσμένος υμνογράφος της Εκκλησίας, με τη γλώσσα του, πού έμοιαζε με κάλαμο οξυγράφο, γεμάτος δέος καί κατάπληξη μπροστά στο θαϋμα του Ευαγγελισμού καί το μυστήριο της σωτηρίας μας, αδυνατούσε να βρεϊ λέξεις να ονομάσει την Παναγία Παρθένο, ό ταπεινός αγιογράφος, κρατώντας της τέχνης του τα πινέλα, βρισκόταν σε μεγάλη απορία.
Ήταν βέβαια επιδέξιος τεχνίτης στίς γραμμές καί τα χρώματα. Είχε καί ταλέντο καί φαντασία καί θέληση κι όλα οοα ανθρώπινα χρειάζονται σ’ αυτή την τέχνη.
Μα ήταν δύσκολο να συλλάβει «τα δυσανάβατα άνθρωπίνοις λογιομοΐς», να τα μετατρέψει με το πινέλο σε σύμβολα κατανοητά καί να αποδώσει σε μία σκηνή αυτή την υπέροχη καί συγκλονιστική συνάντηση του Θεού, του Αγγέλου καί του ανθρώπου.
Διάβασε καί ξαναδιάβασε απ” τον ευαγγελιστή Λουκά το λιτό καί σύντομο διάλογο του Αγγέλου καί της Παρθένου.
Ήχησε βαθιά μέσα του το «Χαίρε, κεχαριτωμένη» καί του δημιούργησε αλλοίωση θαυμαστή.
—Πώς απεικονίσω Σε, Θεοτόκε Παρθένε; «Απορώ καί εξίσταμαι”.
Πώς να ζωγραφίσει, χωρίς λέξεις, μόνο με τα χρώματα, δσο κι αν ήταν φωτεινά, όλες τίς αρετές στο πρόσωπο της Παρθένου;
“Υστερα ήταν κι ό “Αγγελος. Πώς από τον αυλό καί υπερφυσικό κόσμο να του δώσει μορφή καί να τον κάνει προσιτό στίς υλικές αισθήσεις;
Ωστόσο ή αγάπη καί ή πίστη νίκησαν τους φόβους. Ή προσευχή ενεργοποίησε τίς ανθρώπινες δυνάμεις καί έφερε την έμπνευση. Ή καρδιά καί τα χέρια κινήθηκαν εμπνευσμένα καί άπεικό
νισαν την υπέροχη σύνθεση του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου.
Στήν όλη σύνθεση πρυτανεύει ή αρμονία των χρωμάτων πού στοχεύει στην αρμονία των αισθήσεων.
Ο ΑΓΓΕΛΟΣ
Ό Αρχάγγελος, χωρίς υλικό βάρος, για να φανεϊ το αυλό καί
ασώματο, σε στάση δρομέα με τίς φτερούγες ακόμη ανοιχτές, δείχνει πώς μόλις προσγειώθηκε από έναν ύπεραισθητό χώρο. Τα γόνατα κεκλιμένα μπροστά στην «τίμιωτέρα των Χερουβείμ καί ενδοξότερα άσυγκρίτως των Σεραφείμ».
Ή στάση της μορφής του άπ’ τη μέση καί πάνω σχεδόν ευθυτενής με ελαφρά κλίση προς τα πίσω, για να φανεί ή κατάπληξη πού ένιωσε από «την ωραιότητα της Παρθενίας καί το ύπέρλαμπρον της άγνείας» της Θεοτόκου. Στό πρόσωπο συνταιριασμένη ή γλυκύτητα ή ηρεμία, το δέος καί ή κατάπληξη. Ό χαιρετισμός «Ευλογημένη συ εν γυναιξί…» εκφράζεται με το χέρι σε στάση ευλογίας. Στό άλλο χέρι κρατεί σκήπτρο, σαν κηρύκειο, κάτι πού φανερώνει την εξουσία καί την υπηρεσία μαζί.
Η ΠΑΡΘΕΝΟΣ
Ή Παρθένος, το κεντρικό πρόσωπο της σύνθεσης, εικονίζεται «πολλά ωραιότατη» (άγιος Νικόδημος Αγιορείτης). Όρθια ή καθιστή σε θρόνο, σαν Παρθένος μαζί καί βασίλισσα.
Ή όλη στάση του σώματος καί ή έκφραση του προσώπου της δεν έχουν τίποτε το υπερβολικό. Οί κινήσεις της τίποτε το έντονο ή το δραματικό. Είναι όλη χάρι καί ευπρέπεια. Συνοχή, συγκέντρωση καί σοβαρότητα. Ή έκπληξη, ό λογισμός για το «ποταπός είη ό ασπασμός», ή στιγμιαία ανθρώπινη απορία μπροστά στο ακατανόητο του μυστηρίου,« πώς εσται μοι τούτο;», εκφράζονται με την ήρεμη καί ελαφρά κίνηση του δεξιού χεριού, πού υψώνεται από τον αγκώνα καί πάνω, μεταξύ του “Αγγέλου καί του σώματος της.
Το άλλο χέρι, πού συνήθως κρατάει ένα αδράχτι καί άλλοτε ένα βιβλίο, έχει παραμείνει ακίνητο. Το ότι σταμάτησε απότομα την ασχολία της, δείχνει την πνευματική ετοιμότητα της Παρθένου καί την επιθυμία της να συγκεντρωθεί καλύτερα στο μήνυμα πού ακούει.
«Ιδού η δούλη Κυρίου», ή ταπεινή καί ολόψυχη συγκατάθεση στο άγιο θέλημα του Θεού φαίνεται με την ελαφρά κλίση της κεφαλής προς τον “Αγγελο.
Ή κεκλιμένη κεφαλή της Παρθένου δέχεται την επισκίαση του Αγίου Πνεύματος, πού εικονίζεται αάν ακτίνα φωτός καί κατευθύνεται σταθερά προς τη Θεοτόκο.
Ο ΥΛΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ
Τη συμφιλίωση των δύο κόσμων, υλικού καί πνευματικού, τη συγκατάβαση του Θεού καί την επίσκεψη του στα ανθρώπινα καί ταπεινά του έργα, ό αγιογράφος τίς φανερώνει, απεικονίζοντας τα κτίσματα. Κάποτε υπάρχει καί ένα δένδρο ή καί βάζο με ανθισμένα λουλούδια ανάμεσα στον “Αγγελο καί τη Θεοτόκο.
“Ολα μέσα σε πλούσιο φως, με λαμπερά καί φωτεινά χρώματα, μεταμορφώνοντας τα φυσικά στοιχεία καί προβάλλοντας την αίσθηση της παρουσίας του υπερφυσικού.
‘ Ο εμπνευσμένος αγιογράφος κατόρθωσε να ενώσει Αγγέλους καί ανθρώπους, γη καί ουρανό, αισθητό καί υπερφυσικό χώρο σε μία συγχορδία συντονισμένη στους τόνους του «Εύαγγελίζου Γη χαράν μεγάλην, αινείτε ουρανοί Θεοϋ την δόξαν».
Στέφανος
περιοδικό-Η ΔΡΑΣΙΣ ΜΑΣ