Η ιστορία επαναλαμβάνεται όπως τότε στην Εδέμ. «Εν αρχή υπάρχει ο Θεός».
Ο Θεός «προέδραμε τάχιον» του διαβόλου στον παράδεισο και ασφάλισε τον πρωτόπλαστο με την μία και μοναδική εντολή του. Θεοποιός εντολή. Δόθηκε με την ανάλογη χάρη και την αίσθηση της αναπαύσεως στην καρδιά.
Πάντοτε έτσι γίνεται: ο Άγιος Θεός προλαβαίνει. «Γρηγορείτε και προσεύχεσθε, ίνα μη εισέλθητε εις πειρασμόν. Το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σάρξ ασθενής». «Εν τω κόσμω θλίψιν έξετε, αλλά θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμον». Και άλλα πολλά προλέγει, που αποδεικνύουν την μεγάλη αγάπη και πρόνοια του Θεού περί τον άνθρωπον. «Ουκ αφήσω υμάς ορφανούς», είπε στους μαθητές του… «Πέμψω υμίν άλλον Παράκλητον…, που θα σας οδηγήσει εις πάσαν την αλήθειαν και θα σας υπενθυμίσει όλα όσα σας είπα εδώ στη γη». Προλαβαίνει η χάρις. Τρέχει ο Θεός πιο μπροστά από τον άνθρωπο και την αδυναμία του, αλλά και από τον δαιμονικό πειρασμό και την σατανική ενέργεια! Στηρίζει τον άνθρωπο.
Συχνά όμως συμβαίνει και το αντίθετο: βγάζει ο Θεός από το πικρό γλυκύ. «Τοις αγαπώσι τον Θεόν, πάντα συνεργεί εις αγαθόν», διότι ο Καλός Θεός «πάντα προς το του πλάσματος συμφέρον οικονομεί». Λέγει χαρακτηριστικά ο π. Παϊσιος: «όπου οργώνει ο διάβολος, εκεί σπέρνει ο Θεός». Δεν αποκλείεται όλα αυτά να συμβαίνουν κάποτε και επί κλίνης θανάτου και πάνω στο σταυρό του ευγνώμονος ληστού και περί τας δυσμάς του βίου και «επ΄ εσχάτων των χρόνων» και «εν ημέραις, αίς οίδεν ο Κύριος». «Όταν έλθη το πλήρωμα του χρόνου».
Τελικά δικαιώνεται ο Θεός. «Έστω πας άνθρωπος ψεύστης, ο δε Θεός αληθής». Ναι έτσι θα γίνεται πάντοτε: «θα δικαιώνεται η σοφία από των τέκνων αυτής» και στην ημέρα εκείνη και φοβερά «παν γόνυ κάμψει και πάσα γλώσσα εξομολογήσεται» τα μεγαλεία του Θεού.
Ασφαλώς πρέπει να γνωρίζουμε ότι κάθε τι που συμβαίνει στη ζωή μας, δεν είναι άγνωστο στο Θεό. Πίσω από κάθε αλλαγή και πειρασμό κρύβεται ο Θεός, μάλλον το βλέπει ο Θεός και «ουκ εάσει ημάς πειρασθήναι υπέρ ό δυνάμεθα, ποιήσει δε συν τω πειρασμώ και την έκβασιν».
Πίσω από τον Αβραάμ που ανεβαίνει στο βουνό να θυσιάσει τον Ισαάκ είναι ο Θεός που στέλνει το κριάρι. Πίσω από τον Νώε που τα χάνει όλα, είναι ο Θεός που τα ξαναδίνει. Πίσω από τον Ιωσήφ που πουλάνε τα αδέλφια του στην Αίγυπτο, είναι ο Θεός που τον κάνει αντιβασιλέα. Πίσω από τον Ισραήλ που 430 χρόνια δουλεύει στην Αίγυπτο, είναι ο Θεός που τον περνάει «αβρόχοις ποσί» μέσα από την Ερυθρά θάλασσα. Πίσω από τον Πέτρο που βουλιάζει, είναι ο περιπατών επί της θαλάσσης Κύριος. Πίσω από τον τετραήμερο Λάζαρο που βρωμάει στον τάφο, είναι η ευωδία της αναστάσεως του Χριστού. Πίσω από την χήρα της Ναϊν και τον αρχισυνάγωγο Ιάειρο, είναι ο Χριστός που λέγει: «Εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή, μη φοβού μόνον πίστευε».
Ο ήλιος κρύβεται, αλλά δε χάνεται. «Ίνα τι υπνοίς, Κύριε;», φωνάζει ο ψαλμωδός. «Θεέ μου, Θεέ μου ινατί με εγκατέλειπες;», ρωτάει ο Εσταυρωμένος και κάθε πονεμένος άνθρωπος. «Που ήσουνα, Κύριε;» ρωτάει ο Μ. Αντώνιος. Και απαντάει ο Θεός: «Εδώ ήμουνα, Αντώνιε, και περίμενα να δω τον αγώνα σου»! Και να ξέρεις: «ου μη σε ανώ, ουδέ μη σε εγκαταλείψω».
Υπάρχει όμως και ο διάβολος.
Ο απόστολος Παύλος μας λέγει ότι «δεν αγνοούμε τα νοήματα αυτού». Ποια είναι τα νοήματα; Οι επινοήσεις και οι εισηγήσεις του, Τα εμπόδια και οι πειρασμοί του. Βέβαια αυτά έρχονται πάντοτε με την άδεια του Θεού, έτσι ώστε να είναι από πριν υποψιασμένος και εφοδιασμένος ο άνθρωπος, να μη πέσει στον ιστό της αράχνης. Είναι δίκαιο αυτό, διότι ο άνθρωπος δεν είναι πνεύμα, έχει και σώμα. Δεν έχει τις δυνατότητες που έχει ένας άγγελος ή ένας δαίμονας. Αν δεν μας βοηθήσει ο Θεός, εμείς δεν μπορούμε να ανταπεξέλθουμε στον ολομέτωπο αγώνα που μας κάνει ο διάβολος. Και ο δυνατός Θεός μας προετοιμάζει εφοδιάζοντάς μας με την αλήθειά Του, τη χάρη του, τους αγγέλους του, τη συνείδησή μας, τα γεγονότα και τα περιστατικά στη ζωή μας. Μας προειδοποιεί κατάλληλα.
Παραδείγματος χάριν: Οικογένεια Λώτ, μη γυρίσετε να δείτε πίσω, μη στραφήτε εις τα οπίσω, και ίδητε την καταστροφήν των πόλεων. Πέτρε, πρόσεξε, θα με αρνηθείς. Ιούδα, μετάνιωσε, θα με προδώσεις. Μαθητές μου, αγρυπνείτε, μη κοιμάσθε… Πιστοί μου, «αποσυναγώγους υμάς ποιήσουσι». Αλλά, «μακάριοι εστέ όταν ονειδείσωσι υμάς και διώξωσι και είπωσι παν πονηρόν ρήμα ψευδόμενοι ένεκεν εμού, ότι πολύς ο μισθός υμών εν τοις ουρανοίς».
Ας δούμε τις εισηγήσεις, κάποιες από τις εισηγήσεις του πονηρού. Σημειωτέον ότι όλα τα νοήματα και οι επινοήσεις του σατανά, παίρνουν από κάπου αφορμή. «Ο διάβολος ως λέων ωρυόμενος περιπατεί ζητών τίνα καταπίη», λέγει ο θείος Πέτρος. Αν βρεί αφύλακτο ή απρόσεκτο ή προκλητικό τον άνθρωπο. Αν τον βρεί σε αδυναμία σώματος ή γήρατος. Κλονισμένο ή απελπισμένο. Περίεργο ή εγωϊστή, εμπαθή ή ράθυμο… τότε εφορμά και κατασπαράσσει τον δυστυχή και αμελή άνθρωπο. Αν βρεί τόπο ή νομίζει ότι βρήκε τόπο και τρόπο.
Στην μοναξιά, απομόνωση και περιέργεια της Εύας εισηγείται την αρπαγή και γεύση του απαγορευμένου καρπού. Στον φθόνο του Κάϊν, παρά την προειδοποίηση του Θεού, εισηγείται τη δολοφονία του αδελφού του Αβελ. Στον φόβο και την ολιγωρία του Ιωνά, εισηγείται τη φυγή από προσώπου Κυρίου. Στην πείνα του Ησαύ, εισηγείται την πώληση των πρωτοτοκίων. Στη λέπρα του Ιώβ και στην εσχάτη θλίψη εισηγείται δια της γυναικός του τη βλασφημία και την αυτοκτονία. Στον απρόσεκτο Δαβίδ εισηγείται την μοιχεία και τον φόνο. Στη γυναίκα του Πετεφρή διδάσκει την παρενόχληση του Ιωσήφ. Στην πείνα του Κυρίου στο σαραντάριο όρος εισηγείται θαύμα με τις πέτρες. Στο πάθος του Κυρίου, ολίγον προ αυτού, ο Πέτρος τον καλοπιάνει να μη θυσιαστεί και ο Χριστός τον αποπέμπει: «ύπαγε οπίσω μου σατανά, ου φρονείς τα του Θεού, αλλά τα των ανθρώπων».
Και άλλα πολλά. Όλα όμως αυτά έρχονται «Θεού δεύτερον». Προηγείται η σπορά του θείου λόγου. ΄Επειτα έρχεται ο διάβολος και σηκώνει και ματαιώνει και αναιρεί και αποδυναμώνει και αλλοιώνει και συσκοτίζει το θείο λόγο, για να μη σωθεί ο άνθρωπος. «Έρχονται και τα πετεινά του ουρανού –οι δαίμονες – και διαβάλλουν το θείο λόγο: «δεν γίνονται αυτά σήμερα. Ο κόσμος άλλαξε. Τι δηλαδή όλοι οι άλλοι θα χαθούν. Δεν τα είπε αυτά ο Θεός, αλλά οι παπάδες. Τι ξέρει ο πνευματικός και κάθε καλόγερος από τα θέματα της οικογένειας;»…
Αλλά και οι άνθρωποι καταπατούν το θείο λόγο, δηλ. η νοοτροπία του κόσμου, οι ιδέες και οι ιδεολογίες, η παραπληροφόρηση και η συσκότιση, τα βιβλία της ιστορίας και των θρησκευτικών, τα κακά παραδείγματα, η τηλεόραση καί η κυβέρνηση, ο κόσμος και ο υπόκοσμος, χαντακώνουν μέσα στις χωματερές τους ό,τι καλό πει η οικογένεια, η Εκκλησία, το κατηχητικό, ο θεολόγος, ο πνευματικός.
Καταλαβαίνουμε σήμερα ποιος είναι ο διάβολος και τα πατήματα των ανθρώπων; Όλοι και όλα αυτά που διαγράφουν το θείο λόγο από τις ψυχές των παιδιών, αλλά και των μεγάλων. Που αλλάζουν και εξαφανίζουν το Ευαγγέλιο. Να γιατί ο θείος απόστολος Παύλος επιτιμά με ανάθεμα αυτόν που θα κάνει τέτοιο διαβολικό έργο και θα κηρύξει «έτερον Ευαγγέλιον». Να γιατί συνιστά «πάλιν και πολλάκις» να ακούουμε και να διαβάζουμε μέρα και νύχτα το θείο, για να μη σφηνώνει ο διάβολος και τα λόγια των παρανομούντων. «Ο λόγος του Χριστού ενοικείτω εν υμίν πλουσίως», λέγει ο άγιος Ιωάννης ο θεολόγος, ώστε να είμαστε δυνατοί και να νικήσουμε τον πονηρόν.
Εδώ έγκειται πλέον και το δικό μας έργο. Να σπέρνουμε τον λόγο. «Ευκαίρως ακαίρως». Να προλάβουμε τα αρνία του Ιησού μη τα κατασπαράξει ο λύκος. Οι «λύκοι οι βαρείς» των αθέων και των αιρετικών. Να μιλάμε υπέρ Χριστού και πίστεως. Να συνεργαζόμαστε με το Θεό τον καιρό της σποράς. Ο καιρός του θερισμού είναι υπόθεση δική Του. Όλα όσα γίνονται και θα γίνονται μέσα στην Εκκλησία του Χριστού αφορούν την οικοδομήν του Σώματος εν Χριστώ Ιησού.
Ο λόγος του Θεού έχει τεράστια αναγεννητική δύναμη. Συμμαχεί με το βαθύτερο είναι μας που ποθεί τον ουρανό. Επίσης είναι αλήθεια ότι και ο αμαρτωλός και δαιμονικός λόγος έχει διαβρωτική δύναμη. Συμμαχεί με την κατηφόρα και την πονηρία και την αδυναμία και την εμπάθεια, με τη διάνοια του ανθρώπου, η οποία «επιμελώς έγκειται η επί τα πονηρά εκ νεότητος αυτού».
Τελικά ποιος θα νικήσει; Η συνείδηση και η ελευθερία του ανθρώπου. Το αυτεξούσιο. Θα νικήσει η ψυχή που θέλει να σωθεί. Η πίστη και η υπομονή. Η καλή διάθεση και η στέρεα πίστη. Ο Θεός περιμένει μέχρι τέλους. Πάνω στο Σταυρό δίνει το άγιο λόγο και παράδειγμα και στους δύο ληστές. Ο ένας χάνεται και ο άλλος μπαίνει πρώτος στον παράδεισο. Ο ένας μετανοεί και ζητεί την βασιλεία και ο άλλος ζητεί λύση των δεσμών και επιστροφή στον υπόκοσμο. Αυτό το παιγνίδι, το δράμα, θα παίζεται μέχρι το τέλος της ιστορίας. «Ο ένας αφήνεται και ο άλλος παραλαμβάνεται». Όχι άδικα ή μεροληπτικά, αλλά δίκαια και καρδιακά. Αληθινά.
Θα νικήσει τελικά ο υπάκουος και ο ταπεινός που δε στυλώνει πεισματικά τα πόδια του στο θέλημά του και τα πάθη του, στην άποψή του και την καχυποψία του, στην ημιμάθειά του και τη φιληδονία του, αλλά «έχει ώτα να ακούει το θείο λόγο», αγωνίζεται, υπομένει και νικά χάρη του Θεού.
«Έπειτα έρχεται ο Θεός». Στο τέλος έρχεται ο Θεός και δικαιώνει! «Ο υπομείνας εις τέλος σωθήσεται».