Στις 20 Ιανουαρίου 2019 συμπληρώνονται 29 χρόνια από την ημέρα κατά την οποία τα σοβιετικά στρατεύματα κατάστειλαν βίαια τις διαδηλώσεις του Αζέρικου λαού στο Μπακού, με αποτέλεσμα το θάνατο 147 και τον τραυματισμό πάνω από 745 άμαχων πολιτών.
Αυτή η μέρα έμεινε στην σύγχρονη ιστορία του Αζερμπαϊτζάν ως Ημέρα Μνήμης των αγωνιστών που θυσίασαν τη ζωή τους για την ελευθερία και την ανεξαρτησία της χώρας και ως η αρχή του τέλους του σοβιετικού καθεστώτος στο Αζερμπαϊτζάν. Ο βρετανός δημοσιογράφος Tom de Waal πιστεύει ότι “στις 20 Ιανουαρίου 1990 η Μόσχα ουσιαστικά έχασε το Αζερμπαϊτζάν”. Και αυτή η ημέρα ήταν η αρχή της ανεξαρτησίας του Αζερμπαϊτζάν.
Τα τραγικά γεγονότα έλαβαν χώρα τη νύχτα 19-20 Ιανουαρίου 1990, όταν μονάδες του σοβιετικού στρατού εισέβαλαν στο Μπακού, προκειμένου να καταστείλουν την πολιτική αντιπολίτευση. Λόγω της κλιμάκωσης των συγκρούσεων στο Καραμπάχ, μεγάλωνε το εθνικό κίνημα στο Αζερμπαϊτζάν, η κατάσταση στη χώρα έγινε τεταμένη ενώ δημιουργήθηκε το λαϊκό μέτωπο του Αζερμπαϊτζάν. 20 Ιανουαρίου 1990, στις 00:20, στρατεύματα από άλλες περιοχές της Σοβιετικής Ένωσης, περισσότερα από 20 χιλιάδες άτομα, μπήκαν στο Μπακού χωρίς συμφωνία με την ηγεσία του Αζερμπαϊτζάν, προκειμένου να εξαλείψουν το Λαϊκό
Μέτωπο και να σώσουν την εξουσία του Κομμουνιστικού Κόμματος στη χώρα. Η επιχείρηση ονομάστηκε «Χτύπημα». Η εισβολή στρατευμάτων και η κήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με το ψήφισμα του Ανώτατου Συμβουλίου της ΕΣΣΔ, το οποίο υπογράφηκε από τον Μ. Γκορμπατσόφ το απόγευμα της 19ης Ιανουαρίου 1990. Χωρίς τη συγκατάθεση του Ανώτατου Συμβουλίου του Αζερμπαϊτζάν αποφασίστηκε να κηρυχθεί κατάσταση έκτακτης ανάγκης στο Μπακού.
Το ψήφισμα κοινοποιήθηκε στον λαό του Αζερμπαϊτζάν 7 ώρες μετά την εισβολή στρατευμάτων στο Μπακού. Τη νύχτα της 20ης Ιανουαρίου 1990, πριν από την κοινοποίηση έκτακτης ανάγκης στο Μπακού, είχαν ήδη σκοτωθεί 82 άνθρωποι και άλλοι 20 τραυματίστηκαν. Ως αποτέλεσμα της υπερβολικής και αδικαιολόγητης χρήσης βίας τραυματίστηκαν περισσότερα από 744 άτομα, 841 άτομα συνελήφθησαν και 5 άτομα αγνοούνται. Λεηλατήθηκαν και κάηκαν 200 σπίτια και διαμερίσματα, 80 οχήματα, ασθενοφόρα, καταστράφηκε δημόσια και ιδιωτική περιουσία. Μεταξύ αυτών που σκοτώθηκαν ήταν γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένοι, καθώς και γιατροί και αστυνομικοί. Η τραγωδία του Ιανουαρίου σήμανε τη στροφή προς την ανεξαρτησία για το Αζερμπαϊτζάν. Το εθνικό απελευθερωτικό κίνημα είχε γίνει μια πολιτική πραγματικότητα, είχε καταστεί μη αναστρέψιμο.
Η βαθιά κατανόηση και μελέτη αυτής της ιστορίας, με τα διδάγματα από την τραγωδία του Ιανουαρίου 1990, έχει μεγάλη σημασία για την επακόλουθη ανάπτυξη του κράτους του Αζερμπαϊτζάν στο σύνολό του. Ο λαός θυμάται αυτή την ιστορία για να συνεχίσει με επιτυχία την πορεία περαιτέρω ανάπτυξης του ανεξάρτητου Αζερμπαϊτζάν. Τα θύματα της τραγωδίας θάφτηκαν ως ήρωες του αγώνα για την ανεξαρτησία στο μνημειακό κοιμητήριο των Μαρτύρων. Το μνημείο “Αιώνια Φλόγα” στο κοιμητήριο των Μαρτύρων αποτελεί ένα ιερό σύμβολο για όλους τους ανθρώπους του Αζερμπαϊτζάν. Και το μεγαλύτερο μνημείο στη μνήμη των μαρτύρων είναι το ανεξάρτητο κράτος του Αζερμπαϊτζάν. Το 2000, με το διάταγμα του Προέδρου της Δημοκρατίας, Γ. Αλίεφ, καθιερώθηκε ο τιμητικός τίτλος “Μάρτυρας της 20ης
Ιανουαρίου” ο οποίος δόθηκε σε όλους τους νεκρούς και αγνοούμενους του Μαύρου
Ιανουαρίου.
Η 20 Ιανουαρίου ανακηρύχθηκε στο Αζερμπαϊτζάν ως ημέρα εθνικού πένθους. Αυτή τη μέρα σε ολόκληρη τη χώρα πραγματοποιούνται πορείες πένθους και μνημόσυνα ενώ τα άτομα που έρχονται στο Αζερμπαϊτζάν σε επίσημη επίσκεψη επίσης επισκέπτονται το μνημειακό κοιμητήριο των Μαρτύρων. Η τραγωδία της 20 Ιανουαρίου 1990 δεν προκάλεσε μόνο τον άδικο και απάνθρωπο θάνατο τόσων ανθρώπων, και μάλιστα αμάχων, αλλά και παραβίασε τις διατάξεις της Οικουμενικής Διακήρυξης των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και άλλων διεθνών νομικών πράξεων.
Ωστόσο, στα γεγονότα της 20ης Ιανουαρίου, ένα από τα πιο φρικιαστικά εγκλήματα του εικοστού αιώνα, δεν έχει ακόμη δοθεί διεθνής νομική εκτίμηση, οι οργανωτές και οι εκτελεστές της αιματηρής δράσης δεν υπέστησαν καμία τιμωρία. Σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, η τραγωδία της 20ής Ιανουαρίου θα πρέπει να χαρακτηριστεί ως έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Βάσει του άρθρου 7 του καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, η εξολόθρευση, η εξαναγκαστική εξαφάνιση των ανθρώπων, η δίωξή τους για πολιτικούς, φυλετικούς, εθνοτικούς, πολιτιστικούς λόγους, λόγους φύλου, τα βασανιστήρια εναντίον τους, άλλες απάνθρωπες πράξεις παρόμοιας φύσης, σκόπιμη πρόκληση μεγάλων δεινών, σοβαρών σωματικών βλαβών, βλάβης στην ψυχική ή σωματική υγεία, χαρακτηρίζονται ως εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Ατιμωρησία για τους δράστες αυτών των πράξεων, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις διεθνώς αναγνωρισμένες αρχές των Ηνωμένων Εθνών.