F-35: Μια «συνάντηση-συμβόλαιο» με γεωπολιτικό βάθους-Μετά από τέσσερα χρόνια απουσίας από την Ουάσιγκτον, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επέστρεψε στον Λευκό Οίκο με στόχο την «ολική επαναφορά» του στην αμερικανική και διεθνή σκηνή.
Ρεπορτάζ: Παντελής Χαριτάκης
Η συνάντησή του με τον Ντόναλντ Τραμπ, διάρκειας 2,5 ωρών, δεν ήταν απλώς μια εθιμοτυπική επίσκεψη: αποτέλεσε ένα «συμβόλαιο» γεωπολιτικών ισορροπιών, ενεργειακών συμφωνιών και στρατηγικών ανταλλαγμάτων.
Ο Τούρκος πρόεδρος κατέθεσε μια πολυσέλιδη λίστα στόχων: επανένταξη στο πρόγραμμα των F-35, αγορά και αναβάθμιση των F-16, εμβάθυνση της συνεργασίας στην αμυντική βιομηχανία, μεταφορά τεχνογνωσίας και αύξηση του διμερούς εμπορίου, με αιχμή την προμήθεια 200 αεροσκαφών από την Boeing.
Η αμερικανική απάντηση: «Κόψτε το ρωσικό πετρέλαιο»
Ο Ντόναλντ Τραμπ, από την πλευρά του, φέρεται να ανταπάντησε με σαφήνεια: η Ουάσιγκτον είναι διατεθειμένη να εξαιρέσει την Τουρκία από το καθεστώς κυρώσεων CAATSA για τα αμερικανικά μαχητικά, αρκεί η Άγκυρα να σταματήσει την αγορά ρωσικού πετρελαίου. Όπως σημειώνει το Reuters, ο Αμερικανός πρόεδρος έθεσε ουσιαστικά ως προϋπόθεση την αναδιάταξη των διεθνών προτεραιοτήτων της Τουρκίας και τον περιορισμό της συνεργασίας με τη Μόσχα, που χρηματοδοτεί τη στρατιωτική της μηχανή στην Ουκρανία.
Το Bloomberg ερμηνεύει τη στάση Τραμπ ως «ανταλλαγή: ενεργειακή αποδέσμευση από τη Ρωσία με αντάλλαγμα την πρόσβαση σε προηγμένα αεροσκάφη». Η Τουρκία καλείται να επιλέξει μεταξύ ρωσικής ενέργειας και αμερικανικής τεχνολογίας, με τον δρόμο των F-35 να περνά πλέον μέσα από γεωπολιτικά «διόδια».
Δύο ενεργειακά deals 43 δισ. δολαρίων
Η συνάντηση κατέληξε σε δύο κομβικές ενεργειακές συμφωνίες: αγορά υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) 20ετούς διάρκειας αξίας 43 δισ. δολαρίων και συνεργασία στην πυρηνική ενέργεια με ανάπτυξη μικρών αρθρωτών αντιδραστήρων (SMRs). Το Atlantic Council σχολιάζει ότι «οι συμφωνίες αυτές σηματοδοτούν σταδιακή απομάκρυνση της Άγκυρας από την ενεργειακή εξάρτηση της Μόσχας και ανοίγουν τον δρόμο για αμυντική αποκατάσταση».
Η ενεργειακή διάσταση είναι κεντρική, καθώς η Ουάσιγκτον βλέπει στην Άγκυρα έναν πιθανό σύμμαχο για τη διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας της Ευρώπης και τη μείωση της ρωσικής επιρροής.
F-35 και CAATSA: ο «κόφτης» του Κογκρέσου
Ακόμα κι αν υπάρξει πολιτική συμφωνία, η επιστροφή της Τουρκίας στο πρόγραμμα F-35 περνά αναγκαστικά από το Κογκρέσο, όπου αντιδράσεις παραμένουν ισχυρές λόγω των ρωσικών S-400. Σύμφωνα με την Washington Post, οποιαδήποτε εξαίρεση απαιτεί νομοθετική διαδικασία και ψηφοφορία, ενώ εξετάζονται τεχνικές λύσεις όπως η «απενεργοποίηση» ή η μεταφορά των S-400 εκτός τουρκικού εδάφους.
Το Al Jazeera επισημαίνει ότι το Κογκρέσο βλέπει τη στάση της Άγκυρας απέναντι στη Μόσχα ως «βαρόμετρο αξιοπιστίας» και ότι η επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, την οποία έθεσε ο Τραμπ στο τραπέζι, αποτελεί «τεστ καλής θέλησης» προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Ενίσχυση της διμερούς συνεργασίας και νέα ισορροπία
Η Τουρκία προσφέρει εμπορικά και βιομηχανικά «αντίδωρα» για να ενισχύσει το αμερικανικό αφήγημα. Τα σχέδια για αγορά άνω των 200 αεροσκαφών Boeing, η εμβάθυνση της τεχνολογικής συνεργασίας και οι νέες ενεργειακές συμφωνίες προσθέτουν πολιτικό κεφάλαιο στον Λευκό Οίκο και αυξάνουν την πίεση στο Κογκρέσο.
Η European Commission θεωρεί ότι τέτοιες συμφωνίες θα μπορούσαν να ενισχύσουν τη συνοχή του δυτικού στρατοπέδου σε ενέργεια και άμυνα, ενώ το NATO παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις, καθώς η επιστροφή της Τουρκίας στο πρόγραμμα F-35 θα επηρέαζε τον συσχετισμό δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η διάσταση της Χάλκης και το μήνυμα προς το Φανάρι
Στο περιθώριο των διαπραγματεύσεων, ο Ντόναλντ Τραμπ έθεσε εκ νέου το ζήτημα της επαναλειτουργίας της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, ικανοποιώντας πάγιο αίτημα του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ο Ερντογάν απάντησε πως «θα κάνει ό,τι του αναλογεί» και ότι θα συζητήσει το θέμα με τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο.
Το Reuters σχολιάζει ότι μια τέτοια κίνηση θα αποτελούσε «χειρονομία καλής θέλησης με διεθνές αντίκτυπο», ενώ το Bloomberg αναφέρει πως «η Άγκυρα επιχειρεί να δείξει πρόσωπο συνεργασίας προς τη Δύση σε ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θρησκευτικών ελευθεριών».
Ελληνική οπτική: ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο
Για την Ελλάδα, οι εξελίξεις έχουν πολλαπλές αναγνώσεις. Η πιθανή αναβάθμιση της τουρκικής αεροπορίας και η επανένταξη της Άγκυρας στο πρόγραμμα F-35 επηρεάζουν τις ισορροπίες στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Κυβερνητικές πηγές στην Αθήνα επισημαίνουν ότι οποιαδήποτε εξαίρεση από τις κυρώσεις πρέπει να συνοδεύεται από δεσμεύσεις της Τουρκίας στον σεβασμό του διεθνούς δικαίου και στην αποφυγή προκλητικών ενεργειών.
Παράλληλα, η ενεργειακή συνεργασία Άγκυρας – Ουάσιγκτον ενδέχεται να επηρεάσει τα ενεργειακά σχέδια της Ανατολικής Μεσογείου και τα δίκτυα μεταφοράς LNG, προσφέροντας νέες ευκαιρίες αλλά και προκλήσεις για την Ελλάδα και την Κύπρο.
Το επόμενο βήμα: απογαλακτισμός από τη Μόσχα
Η ουσία της συμφωνίας κρύβεται στη στρατηγική επιλογή που καλείται να κάνει η Τουρκία. Όπως υπογραμμίζει το Atlantic Council, «ο δρόμος προς την επαναφορά της Άγκυρας στα F-35 περνά μέσα από την απεξάρτηση από το ρωσικό πετρέλαιο και την αναδιάταξη της ενεργειακής της στρατηγικής».
Η απομάκρυνση από τη ρωσική ενέργεια δεν είναι απλή ούτε ανέξοδη, ωστόσο θα σηματοδοτούσε μια νέα φάση στις σχέσεις Άγκυρας – Δύσης. Η πιθανή μερική άρση των κυρώσεων CAATSA θα άνοιγε τον δρόμο για βαθύτερη ενσωμάτωση της Τουρκίας στον δυτικό πυλώνα ασφαλείας, ενισχύοντας παράλληλα τη συνοχή του ΝΑΤΟ.
Συμπέρασμα
Η «συνάντηση-συμβόλαιο» Τραμπ – Ερντογάν ήταν περισσότερο από μια διπλωματική φωτογραφία. Ήταν ένα παζάρι γεωπολιτικής αξίας, στο οποίο η ενέργεια, η άμυνα και οι διεθνείς συμμαχίες μπλέκονται σε έναν νέο στρατηγικό υπολογισμό. Το αποτέλεσμα θα εξαρτηθεί από τις επιλογές της Άγκυρας τους επόμενους μήνες: αν μειώσει την εξάρτησή της από τη Μόσχα και επαναπροσδιορίσει τις προτεραιότητές της, το μονοπάτι των F-35 θα ανοίξει.
Αν όχι, οι ενεργειακές συμφωνίες θα παραμείνουν το κύριο αποτέλεσμα μιας συνάντησης που, όπως γράφει η Washington Post, «έδειξε αλλαγή κλίματος αλλά όχι ακόμη συμφωνία». Μέχρι τότε, το «μεγάλο παζάρι» παραμένει σε εξέλιξη – και η Ανατολική Μεσόγειος παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα.