Σε αποκαλυπτικό άρθρο της η Washington Post αναδεικνύει το πρόβλημα που υπάρχει στη γειτονική μας Αλβανία με το εξτρεμιστικό Ισλάμ και την τρομοκρατική οργάνωση Ισλαμικό Κράτος.
Στα βόρεια σύνορα της Ελλάδας υπάρχουν σφηκοφωλιές τζιχαντιστών. Αυτή η διαπίστωση για όσους θεωρούν ότι το Ισλαμικό Κράτος είναι «μακριά» και δεν μας αφορά.
Η Washington Post ξεκινά το ρεπορτάζ της αναφερόμενη στον ιμάμη Μπουγιάρ Χίσα (Bujar Hysa), ο οποίος καταδικάστηκε σε κάθειρξη τον προηγούμενο μήνα κρινόμενος ένοχος από την αλβανική Δικαιοσύνη ότι στρατολογούσε νεαρούς Αλβανούς για το Ισλαμικό Κράτος.
Αν και ο ίδιος με οργή δηλώνει ότι «ουδέποτε ενθάρρυνα την τρομοκρατία», παραδέχεται ότι υποστηρίζει ενός είδους ισλαμικό κράτος, όχι στη Συρία, αλλά μέσα στην Αλβανία και προβλέπει, μέσα από το κελί του, ότι οι Αλβανοί στο τέλος θα αποκηρύξουν τη δυτικότροπη ζωή και διακυβέρνηση και θα υιοθετήσουν τη θεοκρατία και τη Σαρία, δηλαδή τον ισλαμικό νόμο.
Ιδιαίτερα οι νεαροί μεταξύ των οπαδών του είναι ένθερμοι υποστηρικτές μιας θεοκρατικής Αλβανίας, σημειώνει.
«Το Ισλάμ μπορεί να συνυπάρξει με άλλες θρησκείες, αλλά με δημοκρατία; Όχι!», δηλώνει ο γενειοφόρος ιμάμης στον δημοσιογράφο και συνεχίζει: «Όποιος ισχυρίζεται ότι η Σαρία μπορεί να συνυπάρξει με τη δημοκρατία είναι υποκριτής».
Περισσότεροι από 100 Αλβανοί έχουν ταξιδέψει στη Μέση Ανατολή για να ενταχθούν στο Ισλαμικό Κράτος και ορισμένοι από αυτούς έχουν γίνει ευρέως γνωστοί, μέσω του διαδικτύου, από το οποίο καλούν τους συμπατριώτες τους να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους.
Το πρόβλημα στην Αλβανία, μια χώρα με μακρά παράδοση στη θρησκευτική μετριοπάθεια, έχει εμφανιστεί τα τελευταία χρόνια εξαιτίας των άκρως συντηρητικών τζαμιών που ξεφυτρώνουν σε όλη τη χώρα χρηματοδοτούμενα από την Τουρκία και τις αραβικές χώρες του Περσικού Κόλπου.
Ισλαμικές φιλανθρωπίες και ιεραποστολές ιμάμηδων από την Τουρκία και τη Σαουδική Αραβία ενισχύουν το ορθόδοξο σουνιτικό Ισλάμ.
Η κυβέρνηση της Αλβανίας προσπαθεί να «συγκρατήσει» τον ολοένα αυξανόμενο εξτρεμισμό. Η συμμετοχή στο Ισλαμικό Κράτος απαγορεύτηκε και οι υπηρεσίες ασφαλείας εξάρθρωσαν δίκτυα στρατολόγησης τζιχαντιστών που ήθελαν να στείλουν εθελοντές στη Συρία και το Ιράκ.
Ο Μπουγιάρ Χίσα είναι ένας από τους τρεις ιμάμηδες και ακόμα έξι ομοϊδεάτες τους που καταδικάστηκαν μέχρι και σε 18 χρόνια κάθειρξη με την κατηγορία ότι ενθάρρυναν νεαρούς Αλβανούς να κάνουν ιερό πόλεμο (τζιχάντ).
Ωστόσο, οι προσπάθειες των αλβανικών Αρχών αντιμετωπίζουν ισχυρά εμπόδια. Ο εξτρεμισμός που πηγάζει από τη Μέση Ανατολή και εξαπλώνεται στα δυτικά Βαλκάνια βρίσκει γόνιμο έδαφος στις μνήμες του πολέμου στην πρώην Γιουγκοσλαβία, όπου αναμετρήθηκαν Ορθόδοξοι με μουσουλμάνους και ρωμαιοκαθολικούς.
Η προπαγάνδα των εξτρεμιστών έχει ακροατήριο στις φτωχές γειτονιές και στα χωριά, όπου η διαφθορά των αξιωματούχων είναι υψηλή και η ανεργία φτάνει μέχρι το 40%.
Η συνοριακή αστυνομία έχει αυξήσει τις περιπολίες της για να αποτρέψει τζιχαντιστές που ταξιδεύουν στην κεντρική Ευρώπη μαζί με τους Σύρους πρόσφυγες, αν και ελάχιστοι από τους πρόσφυγες έχουν προσπαθήσει να περάσουν τα επικίνδυνα περάσματα από τα αλβανικά βουνά μέχρι στιγμής.
Μια λύση για την αντιμετώπιση του εξτρεμιστικού Ισλάμ θα ήταν η οικονομική ανάπτυξη, αλλά στην Αλβανία αργεί να έλθει και η χώρα, 25 χρόνια μετά την πτώση του κομμουνισμού, παραμένει στη φτώχεια.
«Η θρησκεία δεν ήταν ποτέ πρόβλημά μας, πρόβλημά μας είναι η εκπαίδευση. Είναι αυτό που λείπει για να αναπτύξεις μια κοινωνία πολιτών. Και η φτώχεια, ιδιαίτερα στις απομακρυσμένες περιοχές», έχει πει ο Ίλι Μανιάνι, ο υπουργός Δικαιοσύνης της Αλβανίας σε μια συνέντευξή του. «Όταν έχεις μια κατάσταση που οι άνθρωποι αισθάνονται αβοήθητοι, οι εξτρεμιστές ψαρεύουν από αυτή τη δεξαμενή».
Στις αρχές του 1990, ισλαμικές φιλανθρωπικές αποστολές με την υποστήριξη των πλούσιων αραβικών κρατών του Περσικού Κόλπου έφτασαν στα Τίρανα και άρχισαν να χτίζουν τζαμιά και θρησκευτικά σχολεία.
Στους καλούς μαθητές προσφέρθηκαν υποτροφίες για να σπουδάσουν θεολογία υπό την επίβλεψη φονταμενταλιστών ιμάμηδων στη Σαουδική Αραβία και στην Τουρκία.
Κατά την προηγούμενη δεκαετία οι αλβανικές πόλεις γέμισαν με «ανεξάρτητα» τζαμιά, που δεν σχετίζονταν με τη Μουσουλμανική Κοινότητα της Αλβανίας, τον επίσημο οργανισμό που προεδρεύει επί των μετριοπαθών μουσουλμανικών σουνιτικών κέντρων στη χώρα.
Παράλληλα εμφανίστηκαν και Ευαγγελικοί Προτεστάντες ιεραπόστολοι, που άρχισαν να προσηλυτίζουν, και θεωρούνται από τους Αλβανούς ξένοι στην κουλτούρα τους.
Ένα από τα μεγαλύτερα κατασκευαστικά έργα στα Τίρανα είναι ένα τεράστιο τζαμί, κόστους 34 εκατομμυρίων δολαρίων, που χτίζεται με τη χρηματοδότηση της τουρκικής κυβέρνησης.
Λίγοι είναι οι αξιωματούχοι που τολμούν δημοσίως να θέσουν ερωτήματα για αυτή την τουρκική «γενναιοδωρία», ιδιωτικά όμως εκφράζουν την οργή τους. Λένε, οι ίδιοι, ότι τι αλήθεια χρειάζεται ένα τεράστιο τζαμί όταν η χώρα έχει τόσες κρίσιμες ανάγκες, όπως σχολεία, δρόμους και υποδομές για τον τουρισμό;
Τελευταία όμως δεν είναι τόσο τα τζαμιά που ανησυχούν τους αξιωματούχους της Αλβανίας, όσο τα μηνύματα που επικοινωνεί μια μικρή ομάδα ανεξάρτητων ιμάμηδων, πολλοί από τους οποίους έχουν εκπαιδευτεί στο εξωτερικό.
Οι φόβοι για ισλαμιστική ριζοσπαστικοποίηση ξεκίνησαν πριν δύο χρόνια όταν άρχισαν να φεύγουν τα πρώτα κύματα εθελοντών για το Ισλαμικό Κράτος στη Συρία, υποκινούμενα σε κάποιες περιπτώσεις από ντόπιους ιμάμηδες.
Σε κάποια απομονωμένα χωριά στη νοτιοανατολική Αλβανία, νεαροί μουσουλμάνοι, εικοσάχρονοι κυρίως, έφευγαν σε μπουλούκια και αργότερα ενημέρωσαν ότι είχαν φτάσει στο Ιράκ και τη Συρία.
Αρκετοί εντάχθηκαν σε ένοπλες ομάδες Βαλκάνιων μουσουλμάνων που είχαν συγκροτηθεί από Αλβανούς και Κοσοβάρους.
Ορισμένα από τα πιο διαβόητα τζαμιά έκλεισαν ή αναγκάστηκαν να αλλάξουν ηγεσία και πολλοί φανεροί ισλαμιστές συνελήφθησαν.
Μεταξύ αυτών είναι και ο ιμάμης Μπουγιάρ Χίσα και ακόμα οκτώ ομοϊδεάτες του, με την κατηγορία ότι υποστηρίζουν το Ισλαμικό Κράτος.
Όλοι αυτοί οδηγήθηκαν στην αλβανική Δικαιοσύνη σε μια δίκη που ονομάστηκε η «δίκη των ιμάμηδων».
Η δική των ιμάμηδων στην Αλβανία προκάλεσε δημόσια αίσθηση.
Οι κατηγορούμενοι δεν παρέλειψαν να δώσουν «παράσταση» κατηγορώντας τους δικαστές και τον εισαγγελέα ότι ήταν μαριονέτες των ΗΠΑ.
Η αλβανική κυβέρνηση, για να μην κατηγορηθεί ότι αντιγράφει μεθόδους του κομμουνιστικού παρελθόντος, επέτρεψε στους συλληφθέντες να δίνουν συνεντεύξεις στα Μέσα και να λένε τις απόψεις τους.
Σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει ο Μπουγιάρ Χίσα και ακόμα δύο ακόμα από τους ομοϊδεάτες του στη Washington Post, από τη φυλακή του στα Τίρανα, είπε ότι μπήκαν σπίτι του δεκάδες αστυνομικοί ενώ κοιμόταν εκείνος και τα παιδιά του, επειδή το μόνο του έγκλημα ήταν ότι ζητούσε από τους Αλβανούς να προσφέρουν τη βοήθειά τους στα θύματα του πολέμου στη Συρία.
Εδώ να σημειώσουμε ότι είναι γνωστή μέθοδος αυτή για τη χρηματοδότηση των τζιχαντιστών. Τα τζαμιά μαζεύουν χρήματα δήθεν για τα παιδιά της Συρίας ή για τα θύματα του πολέμου και τα ποσά καταλήγουν να χρηματοδοτούν την τρομοκρατία [διαβάστε σχετικά εδώ: Έρανοι στη Σαουδική Αραβία για ενίσχυση του ISIS].
«Έκανα ένα δημόσιο κάλεσμα στους ανθρώπους να βοηθήσουν τους Σύρους ενάντια στον Άσαντ, σε μια εποχή που όλος ο κόσμος ήταν ενάντια στον Άσαντ, συμπεριλαμβανομένου και του Ομπάμα», λέει ο ιμάμης Χίσα πουλώντας εμφανώς «τρελίτσα». «Αλλά επειδή [το κάλεσμα] προερχόταν από άνθρωπο της θρησκείας, είπαν ότι είμαι τρομοκράτης».
Ωστόσο, στη συνέχεια ο Χίσα παραδέχθηκε ότι δεν ήταν μόνο οι απόψεις του για τη Συρία που τον οδήγησαν στο κελί.
Υποστήριξε ότι ολοένα και αυξάνεται ο αριθμός των μουσουλμάνων Αλβανών που θεωρούν το σύστημα διακυβέρνησης της Αλβανίας εντελώς ξένο με τη θρησκεία τους.
«Στο τέλος», πρόβλεψε, «το αλβανικό πείραμα με τη δημοκρατία θα αποτύχει και θα έλθει μια μουσουλμανική διακυβέρνηση που θα επιτρέπει και στις άλλες θρησκείες να υπάρχουν εφόσον αποδεχτούν να υποταχθούν στον Ισλαμικό Νόμο».
«Δεν αποδεχόμαστε το δημοκρατικό τους σύστημα. Δεν αποδεχόμαστε την ηθική τους, όπως τις πεποιθήσεις τους για γάμους μεταξύ [ομοφυλόφιλων] γυναικών και ανδρών. Είμαστε ενάντιοι σε κάθε δράση του ΝΑΤΟ παντού στον αραβικό κόσμο».
«Αυτοί είναι οι κυρίως λόγοι που μας συνέλαβαν», είπε.
*Η φωτογραφία που δημοσιεύουμε είναι από τη δίκη των ιμάμηδων