Γιατροί στο Ντουμπάι εγχείρησαν και έβγαλαν από το μάτι μιας γυναίκας ένα ολοζώντανο σκουλήκι μήκους 12 εκατοστών.
Πρόκειται για μια σπάνια παρασιτική μόλυνση του ματιού που ονομάζεται Διροφιλαρίωση.
Η 55χρονη γυναίκα υπέφερε εδώ και καιρό από ξαφνικό πρήξιμο στο βλέφαρο και είχε επισκεφθεί πολλές κλινικές, είχε κάνει διάφορες εξετάσεις αλλά τα αποτελέσματα έδειχναν ότι δεν είχε τίποτα το ανησυχητικό.
Τελικά έφτασε στον οφθαλμίατρο δρ. Βίκραμ Μοχίντρα (Vikram Mohindra), στο νοσοκομείο Αστέρ, ο οποίος αφού εξέτασε την ασθενή αντιλήφθηκε ότι έπασχε από Διροφιλαρίωση.
Η γυναίκα μπήκε στο χειρουργείο και οι γιατροί της έβγαλαν από το βλέφαρο ένα σκουλήκι μήκους 12 εκατοστών, ενώ το βλέφαρο αποκαταστάθηκε.
Η ασθενής τώρα αναρρώνει κανονικά μιας και την πρόλαβαν σε πρώιμο στάδιο.
«Η περίπτωση είναι ένα καλό παράδειγμα για να αντιληφθούν οι άνθρωποι ότι πρέπει να δίνουν σημασία στο τι τους λένε τα σώματά τους και να πηγαίνουν αμέσως στους γιατρούς εάν κάτι τους ενοχλεί ή δεν είναι φυσιολογικό – αυτό μπορεί να σώσει ζωές», δήλωσε ο δρ. Μοχίντρα.
Από την πλευρά της η ασθενής, η κ. Βινέετα Μ., είπε στους δημοσιογράφους που ασχολήθηκαν με την περίπτωσή της:
«Πρέπει να εμπιστεύεσαι το ένστικτό σου. Το δικό μου έλεγε ότι έπρεπε να πάρω και μια δεύτερη γνώμη και ο δρ. Μοχίντρα κατάφερε να βρει τι με ταλαιπωρούσε. Η ζωή μου τώρα έγινε πάλι κανονική και επιτέλους μπορώ να βλέπω δίχως κάτι να με εμποδίζει ή να δυσφορώ».
Από την πρώτη φορά που διαγνώστηκε η Διροφιλαρίωση, το 1885, έως και σήμερα έχουν καταγραφεί μόνο 800 περιστατικά σε άνθρωπο.
Η διροφιλαρίωση οφείλεται στο νηματώδες παράσιτο Dirofilaria immitis και είναι παρασιτικό νόσημα του σκύλου και άλλων σαρκοφάγων, όπως λύκος, αλεπού, γάτα κ.ά.
Τα ενήλικα αρσενικά (12-26 cm Χ 0.4-0.9 mm) και θηλυκά παράσιτα (19-31 cm Χ 0.8-1.3 mm) αναπτύσσονται στους κλάδους της πνευμονικής αρτηρίας, στον δεξιό κόλπο και τη δεξιά κοιλία της καρδιάς, στην οπίσθια κοίλη φλέβα και σπανιότερα, στην περιτοναϊκή κοιλότητα, τον εγκέφαλο, τους οφθαλμούς κ.α. των σαρκοφάγων, που είναι οι τελικοί ξενιστές του παρασίτου.
Στον άνθρωπο, την αρκούδα, τον μυοκάστορα κ.ά. (μη φυσικοί ξενιστές), το παράσιτο επιβιώνει, χωρίς όμως να φθάνει σε γεννητική ωριμότητα.
Η μόλυνση γίνεται κατά το τσίμπημά από μολυσμένα κουνούπια (ενδιάμεσοι ξενιστές), μέσα στα οποία αναπτύσσεται η μολύνουσα μορφή του παρασίτου.