Η 25χρονη σήμερα Megan Stephens- αυτό είναι το ψευδώνυμο με το οποίο υπέγραψε το βιβλίο της- είναι μία από τις γυναίκες που έχουν βιώσει τη φρίκη της σεξουαλικής εκμετάλλευσης και του trafficking.
Όπως αποκαλύπτει, πουλήθηκε σαν ερωτική σκλάβα και αναγκάστηκε να πηγαίνει με δεκάδες άνδρες για έξι χρόνια, ύστερα από διακοπές στην Ελλάδα, με τη μητέρα της, σε ηλικία 14 ετών.
Η νεαρή κοπέλα εξαναγκαζόταν να κάνει σεξ με 50 άνδρες την ημέρα ενώ μια φορά υποχρεώθηκε να πάει με 110 μέσα σε 22 ώρες, αφότου ο άνδρας που η ίδια θεωρούσε σύντροφό της την πούλησε σε δουλέμπορο λευκής σαρκός ονόματι Leon.
Η περιπέτεια ζωής της Megan, που κρατά μυστικό τον τόπο διαμονής της καθώς φοβάται μήπως το κύκλωμα που την εκμεταλλευόταν τη βρει και βλάψει την οικογένειά της, περιγράφεται στο βιβλίο της με τίτλο «Bought & Sold». Κατάφερε να αποδράσει το 2009, ύστερα από χρόνια εκμετάλλευσης στο δρόμο ή σε οίκους ανοχής και, όπως λέει, βρήκε τη δύναμη να μιλήσει τώρα που περιμένει να γίνει μητέρα.
«Τα έβαζα με τον εαυτό μου για το πόσο χαζή ήμουν, αν μπορούσα να γυρίσω το χρόνο πίσω θα έτρεχα, θα έκανα κάτι για να σταματήσω αυτό που συνέβαινε. Μέσω της ψυχοθεραπείας ωστόσο κατάλαβα πως ήμουν πολύ αδύναμη ψυχικά, είχα κλονιστεί σοβαρά και ήταν αδύνατο να αντιδράσω. Κοιτάζοντας πίσω νιώθω οργή και θλίψη. Όταν νομίζεις πως είσαι ένα τίποτα, δεν σου περνά καν από το μυαλό πως έχεις επιλογές. Γίνεσαι τόσο μαριονέτα που ξεχνάς πως κάποτε μπορούσε να σκεφτείς και να δράσεις από μόνη σου», λέει στη Daily Mail.
Η Megan εξομολογείται πως στην πραγματικότητα τα προβλήματά της είχαν αρχίσει πολύ πριν κάνει το μοιραίο ταξίδι στην Ελλάδα με τη μητέρα της.
Οι γονείς της είχαν χωρίσει όταν ήταν τεσσάρων ετών και είχαν και οι δύο προβλήματα με το αλκοόλ. Η Megan θυμάται πως η μαμά της ήταν εξαιρετική μητέρα όταν δεν έπινε…
Στα 14 της έκανε διακοπές σε παραλιακή πόλη της Ελλάδας όπου γνώρισε τον Αλβανό Jak. Αναγνωρίζει πως ήθελε απελπισμένα να την αγαπήσει κάποιος κι έτσι ενθουσιάστηκε με την προσοχή που της έδειξε.
Η μητέρα της δεν ενέκρινε τον 22χρονο αλλά επέτρεψε στην κόρη της να περνά όλες τις μέρες μαζί του ενώ εκείνη απολάμβανε το δικό της ειδύλλιο με έναν άλλο άνδρα.
Παλεύοντας με το παρελθόν της, όπως πιστεύει πια η Megan, η μητέρα της δεν ήταν σε θέση να αναλάβει το ρόλο του γονιού εκείνη την εποχή.
Όταν οι διακοπές τους τελείωσαν η Megan έπεισε τη μητέρα της να μείνουν κι άλλο στην Ελλάδα για να περάσουν περισσότερο χρόνο με τους αγαπημένους τους.
Ο Jak άρχισε να λέει στη Megan πως την αγαπούσε. Της εκμυστηρεύτηκε επίσης πως η μητέρα του έπασχε από καρκίνο του θυρεοειδή και εκείνος δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει στα ιατρικά της έξοδα.
Λίγο μετά την πήρε μαζί του να ζήσουν σε διαμέρισμα στην Αθήνα. Την έπεισε να αρχίσει να δουλεύει ως topless χορεύτρια σε μπαρ, υποσχόμενος πως θα το έκανε μόνο μέχρι να μαζέψουν τα λεφτά για τη χειρουργική επέμβαση της μητέρας του.
«Μισούσα κάθε λεπτό, κάθε νύχτα που χόρευα στο μπαρ, δεν μπορούσα καν να κοιτάξω στα μάτια τους άνδρες που με κοίταζαν», θυμάται. Παραδέχεται ωστόσο πως ένιωθε και λίγο «ηρωίδα» επειδή βοηθούσε στη σωτηρία της μητέρας του αγαπημένου της.
Όταν η μητέρα της έφυγε από την Ελλάδα, η Megan την έπεισε να την αφήσει να μείνει με τον Jak. Δύο εβδομάδες αργότερα εκείνος την πήγε σε ένα φαστ φουντ όπου της συνέστησε τον Leon και της είπε: «Αυτός είναι το νέο σου αφεντικό». Μίλησαν στα ελληνικά και ο Leon έδωσε στον Jak ένα πάκο χαρτονομίσματα. Πέρασε πολύς καιρός μέχρι η Megan να συνειδητοποιήσει πως ήταν παρούσα στην αγοραπωλησία της.
«Ξέρεις τι θα κάνεις, έτσι; Και είσαι ευχαριστημένη;», τη ρώτησε ο Leon στα αγγλικά. Εκείνη κοίταξε τον Jak που της είπε «σ’ αγαπώ, όλα καλά».
Τότε ο Jak την πήγε σε ένα κτήριο γραφείων και της είπε να ανέβει στον τελευταίο όροφο. Εκεί ήταν το γραφείο ενός δικηγόρου, εκείνος κλείδωσε την πόρτα και την έσπρωξε σε ένα μικρό δωμάτιο χωρίς παράθυρο.
«Υπήρχε ένα μικρό κρεβάτι και μια βιντεοκάμερα πάνω σε τρίποδο. Φοβόμουν τόσο και ήμουν τόσο βέβαιη πως θα με σκοτώσει που απλώς στεκόμουν εκεί και έβγαζα μικρές άναρθρες κραυγές σαν νικημένο ζώο. Ήμουν τόσο σοκαρισμένη που το μυαλό μου άδειασε τελείως, μετά βίας αντιστάθηκα όταν με έριξε ανάσκελα, τράβηξε τη φούστα μου και έσκισε τα εσώρουχα μου. Ο πόνος ήταν αβάσταχτος αλλά ήμουν τόσο σοκαρισμένη που δεν μπορούσα ούτε να κλάψω», είναι η ανατριχιαστική περιγραφή της.
Στη συνέχεια ο δικηγόρος ήρθε σε ερωτική επαφη για δεύτερη φορά μαζί της πριν της δώσει μερικά χαρτονομίσματα των 50 ευρώ.
Ενώ περίμενε πως ο Jak θα ήταν το ίδιο σοκαρισμένο, εκείνος της είπε πως λυπάται και της υποσχέθηκε πως δεν θα κρατούσε αυτό για πολύ. Σύντομα θα είχαν αρκετά λεφτά για να κάνουν οικογένεια και να αγοράσουν αυτοκίνητο και σπίτι.
Η Megan θυμάται πως είχε μπερδευτεί με το γεγονός πως ο άνδρας που πίστευε πως την αγαπούσε την έστειλε να κάνει κάτι τέτοιο. Αλλά καθώς εκείνος μιλούσε για τα λεφτά, ξαφνικά εκείνη κατάλαβε πως ήταν όλο στημένο και πως ο Jak θα περίμενε εκείνη να το κάνει ξανά.
«Μου κόπηκε η ανάσα, έκλαιγα υστερικά και ήθελα απελπισμένα να μιλήσω στη μαμά μου», περιγράφει. Αλλά ο Jak δεν την άφηνε. Την πήρε με τη μηχανή του και την πήγε στα βουνά στην άλλη πλευρά της πόλης.
Εκείνη του είπε πως δεν μπορούσε να κάνει αυτό που της ζητούσε και απαίτησε να μιλήσει στην οικογένειά της. Εκείνος την άρπαξε από τα μαλλιά, την έριξε στο έδαφος και άρχισε να την κλωτσά πριν της πετάξει μία πέτρα. Μετά ανέβηκε στη μηχανή του κι έφυγε και την άφησε μόνη της μέσα στο σκοτάδι για ώρες.
Όταν επέστρεψε, θυμάται η Megan, ήταν τόσο η ανακούφισή της που δεν ήταν πια μόνη που τον συγχώρεσε για το ξύλο.
«Πραγματικά πίστευα πως ό,τι συνέβη πρέπει να ήταν δικό μου λάθος», λέει.
Από εκείνη τη στιγμή παρατήρησε αλλαγή στη συμπεριφορά του Jak, ο οποίος την κατέκρινε συνέχεια με αποτέλεσμα να ζει με τον διαρκή φόβο πως θα την ξαναχτυπήσει. Ταυτόχρονα όμως ήταν τρομοκρατημένη με την ιδέα πως αν έκανε κάτι λάθος, εκείνος θα την εγκατέλειπε.
«Είχα πλήρη εξάρτηση από αυτόν, πρακτικά και συναισθηματικά», θυμάται.
Δύο ημέρες μετά την «επίσκεψή» της στον δικηγόρο, η Megan άρχισε να δουλεύει. Πήγαινε από το ένα ξενοδοχείο στο άλλο και ήρθε σε επαφη με οκτώ έως δέκα άνδρες κάθε μέρα. Μόνο τότε άρχισε να κάνει σεξ και με τον Jak. Δεν την υποχρέωσε, όπως λέει, αλλά εκείνη δεν το απολάμβανε παρότι ακόμα πίστευε πως τον αγαπούσε.
Η διάθεση του Jak ήταν απρόβλεπτη, οργιζόταν και τη χτυπούσε χωρίς κανένα λόγο. Μια μέρα της πέταξε ένα ποτήρι νερό στο κεφάλι και τη χτύπησε ενώ βρίσκονταν σε ένα εστιατόριο ενώ τη βασάνιζε περιγράφοντάς της τι θα ήθελε να κάνει σεξουαλικά στη μητέρα της.
Όταν η Megan άρχισε να νιώθει ναυτίες συνειδητοποίησε πως ήταν δέκα εβδομάδων έγκυος. Ο Jak την κλώτσησε στην κοιλιά κι εκείνη απέβαλε σε ηλικία14 ετών…
Η σωματική βία συνεχίστηκε και δεν περνούσε ούτε μία μέρα που να μην τη χαστουκίσει, γρονθοκοπήσει ή σύρει από τα μαλλιά μέσα στο δωμάτιο.
Αφού είχε περάσει έξι μήνες στην Αθήνα κι ένα μικρό διάστημα στην Ιταλία εργαζόμενη στην πορνεία, ο Jak είπε στη Megan πως θα γύριζε σπίτι στην οικογένειά του. Την άφησε με έναν άλλο άνδρα από την Αλβανία, τον Elek, στον οποίο έπρεπε να δίνει τα μισά χρήματα από όσα της έδιναν οι πελάτες της. Τα άλλα μισά τα έστελνε στον Jak στο τέλος κάθε εβδομάδας.
Ο Elek την έβαλε να δουλεύει σε οίκο ανοχής όπου οι άνδρες πλήρωναν 20 ευρώ για 5 λεπτά μαζί της. Την πρώτη νύχτα είχε υποχρεωθεί να κάνει σεξ με περισσότερους από 50 άνδρες.
Οι εβδομάδες έγιναν μήνες κι εκείνη μεταφερόταν από «σπίτι» σε «σπίτι» κάνοντας σεξ κατά μέσο όρο με 50 άνδρες κάθε νύχτα.
Μια μέρα είχε πάει με 110 πελάτες μέσα σε 22 ώρες μέχρι που αρρώστησε. Ο ιδιοκτήτης του «σπιτιού» το έκλεισε νωρίς μόλις αντιλήφθηκε την κατάστασή της.
«Το θεώρησα έντιμη στάση εκ μέρους του, που δείχνει πόσο στρεβλή είχε γίνει η αντίληψή μου για το τι είναι φυσιολογικό», θυμάται.
Ο Elek πούλησε τη Megan σε έναν άλλο μαστροπό, τον Cristoph, κι εκείνη συνέχισε να εργάζεται σε οίκους ανοχής και να παρέχει υπηρεσίες συνοδού.
Όλο τον καιρό που περνούσε αυτή την απίστευτη δοκιμασία, μιλούσε με τη μητέρα της στο τηλέφωνο προσποιούμενη πως όλα είναι καλά. Οι μαστροποί την υποχρέωναν να στέλνει χαρούμενες φωτογραφίες της από το καφέ στο οποίο υποτίθεται πως δούλευε για να μην υποψιαστεί κάτι η μαμά της.
Στην πραγματικότητα όμως ήταν καθημερινά θύμα σωματικής βίας και αναγκάστηκε κάποτε να κάνει σεξ και χωρίς προφυλάξεις για επιπλέον χρήματα, με αποτέλεσμα να κολλήσει σύφιλη.
Η πορεία της εξόδου της από το σπιράλ της βίας και της εκμετάλλευσης άρχισε όταν έπιασε πάτο κι έκανε απόπειρα αυτοκτονίας στα 20 της.
Τότε νοσηλεύτηκε για τρεις μήνες με το προσωπικό του νοσοκομείου να κερδίζει την εμπιστοσύνη της. Εκείνοι επικοινώνησαν με τη μητέρα της και οι δυο τους επανενώθηκαν και πάλι.
Σήμερα, παρότι η Megan δεν κατηγορεί τη μητέρα της για όσα της συνέβησαν, δεν έχουν στενές επαφές.
«Για να είμαι ειλικρινής δεν τη βλέπω καθόλου. Μιλάμε πού και πού αλλά δεν είμαστε κοντά η μία στην άλλη. Δεν έχω πολλά να οριστώ μαζί της», εξομολογείται, «κατά κάποιο τρόπο είμαι χαρούμενη στον μικρόκοσμό μου κι εκείνη ανήκει στο παρελθόν μου».
Επιστρέφοντας στη Βρετανία η Megan αντιμετώπισε προβλήματα με το αλκοόλ και μόλις τον τελευταίο 1,5 χρόνο κατάφερε να αντιμετωπίσει όλα όσα είχε περάσει και να σταματήσει να κατηγορεί τον εαυτό της.
Βρίσκεται σε σχέση και η ίδια και ο σύντροφός της ανυπομονούν για την άφιξη του παιδιού τους τον Μάρτιο.
«Μετακόμισα μακριά από το σπίτι, πήγα για αποτοξίνωση και γνώρισα στην εκκλησία αυτόν τον άνθρωπο. Αρχίσαμε ως φίλοι και δεν ήταν κάποιος που πίστευα πως θα ερωτευτώ. Είναι η πρώτη φορά που με γοητεύει κάποιος με την προσωπικότητά του, είναι καταπληκτικό και με έχει βοηθήσει πολύ. Η εγκυμοσύνη έπαιξε μεγάλο ρόλο. Με έκανε να νιώθω φυσιολογική και ικανή το να αναλάβω αυτή την ευθύνη», αφηγείται.
Στα 25 της σήμερα φιλοδοξεί να ιδρύσει μια οργάνωση για να βοηθά άλλα θύματα σεξουαλικής εκμετάλλευσης.
Ο Jak επιχείρησε να επικοινωνήσει με την ίδια και την οικογένειά της μέσω των social media. «Ρωτούσε τους άλλους πού βρίσκομαι», λέει, «ακόμα με τρομάζει. Είναι ισχυρός στα μάτια μου και δεν είναι μόνος του, είναι πολλοί που μπορούν να βλάψουν την οικογένειά μου. Σκέφτηκα να προσφύγω στη δικαιοσύνη αλλά φοβόμουν πολύ να πω πρόσωπα και πράγματα. Ακόμα φοβάμαι».