Μετά από 2 χρόνια πολέμου, το Ισραήλ και η Χαμάς συμφώνησαν στην πρώτη φάση μιας κατάπαυσης του πυρός με διαμεσολάβηση των Ηνωμένων Πολιτειών. Το σχέδιο των 20 σημείων που παρουσίασε ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ προβλέπει την απελευθέρωση όλων των ομήρων, την αποχώρηση των ισραηλινών δυνάμεων από καθορισμένες περιοχές της Γάζας και την έναρξη μιας νέας πολιτικής διαδικασίας υπό διεθνή εποπτεία.
Του Στέφανου Νικολαΐδη
Πρόκειται για την πιο σημαντική εξέλιξη στη Μέση Ανατολή από το ξέσπασμα της σύγκρουσης – μια εξέλιξη που, ωστόσο, δεν εγγυάται ακόμη την ειρήνη. Η Χαμάς ζητά εγγυήσεις για πλήρη αποχώρηση του Ισραήλ και απορρίπτει κάθε συζήτηση περί αφοπλισμού, ενώ στο Ισραήλ η πολιτική αστάθεια και η πίεση προς τον πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου καθιστούν την εφαρμογή της συμφωνίας ένα σύνθετο και πολιτικά επικίνδυνο εγχείρημα.
Η εκεχειρία, λοιπόν, είναι περισσότερο μια παύση αναπνοής παρά ένα τέλος. Όπως σημειώνουν δύο έμπειροι αναλυτές, ο Αλέξανδρος Δεσποτόπουλος και ο Άγγελος Συρίγος, η επόμενη μέρα θα καθορίσει αν η Μέση Ανατολή μπαίνει σε περίοδο σταθερότητας ή αν προετοιμάζεται για μια νέα, πιο περίπλοκη σύγκρουση.
Η επόμενη μέρα για το Ισραήλ
Ο Μπενιαμίν Νετανιάχου βρίσκεται μπροστά σε μια από τις πιο κρίσιμες φάσεις της πολιτικής του πορείας. «Μέχρι τον Οκτώβριο του 2026 πρέπει να προχωρήσει σε εκλογές, έχοντας δύο μεγάλα προβλήματα», εξηγεί ο Αλέξανδρος Δεσποτόπουλος. «Αφενός, εξαρτάται από τα δεξιά κόμματα-δεκανίκια για να κυβερνήσει· αφετέρου, όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι σε ενδεχόμενες εκλογές το κόμμα του μάλλον θα χάσει έδρες».
Ακόμη και αν η συμφωνία με τη Χαμάς τού δώσει πρόσκαιρη ώθηση, η πολιτική του βάση παραμένει εύθραυστη. «Αν προχωρήσει στην απελευθέρωση εμβληματικών Παλαιστινίων κρατουμένων, όπως ο Μπαργκούτι, κινδυνεύει να προκαλέσει σοβαρή εσωτερική κρίση στο Ισραήλ. Οι ακροδεξιοί του σύμμαχοι είναι κατηγορηματικά αντίθετοι», σημειώνει.
Ο κ. Δεσποτόπουλος επισημαίνει ότι ο στόχος του πολέμου δεν ήταν μόνο η απελευθέρωση των ομήρων αλλά «η πλήρης εξάλειψη της Χαμάς και των περιφερειακών τρομοκρατικών ομάδων». Εάν η Χαμάς δεν δεχτεί τον αφοπλισμό της, η συνέχιση των στρατιωτικών επιχειρήσεων είναι πιθανό σενάριο.
Παράλληλα, ο Νετανιάχου αντιμετωπίζει και δικαστικά μέτωπα που είχαν «παγώσει» λόγω του πολέμου, ενώ η πολιτική του επιβίωση εξαρτάται από την ισορροπία ανάμεσα στη στρατιωτική αποφασιστικότητα και την κοινωνική κόπωση. «Η ουσία», λέει, «είναι ότι το Ισραήλ διαχειρίζεται μια νίκη. Το ζήτημα είναι αν θα μπορέσει να τη μετατρέψει σε βιώσιμη ειρήνη».
«Νομίζω όλοι περπατάνε σε ένα ναρκοπέδιο. Για τον Νετανιάχου είναι εμβληματικό να γυρίσει και ο τελευταίος όμηρος, ακόμη και αν μιλάμε για σορούς νεκρών. Υπάρχει μια θεωρία ότι ο Ισραηλινός πρωθυπουργός θα προκηρύξει νωρίτερα εκλογές, προκειμένου να καρπωθεί το όποιο θετικό κλίμα διαμορφωθεί υπέρ του, για να μπορέσει ενδεχομένως την επόμενη μέρα να έχει μια καλύτερη τύχη στο κοινοβούλιο».
Σε γεωπολιτικό επίπεδο, η εμπλοκή του Τραμπ με ρόλο «διεθνούς επιτηρητή» προκαλεί απορίες. «Είναι οξύμωρο», παρατηρεί. «Προφανώς οι ΗΠΑ θέλουν να έχουν λόγο στην ανοικοδόμηση και στους ενεργειακούς σχεδιασμούς της περιοχής. Η Γάζα έχει γεωστρατηγική σημασία για τις θαλάσσιες ζώνες και πιθανά κοιτάσματα. Οι ΗΠΑ θα παραμείνουν παρούσες με ισχυρό τρόπο».
Η επόμενη μέρα για τη Γάζα
Η «επόμενη μέρα» στη Γάζα μοιάζει περισσότερο με παύση πριν την καταιγίδα. «Αν μιλάμε για εκεχειρία, είναι κάτι ρεαλιστικό· αν μιλάμε για μόνιμη ειρήνη, είναι εξαιρετικά δύσκολο να προχωρήσει», λέει ο Άγγελος Συρίγος, καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και βουλευτής της ΝΔ.
Η Χαμάς είχε θέσει 3 όρους – αποχώρηση, οριστικό τέλος πολέμου και απελευθέρωση Παλαιστινίων κρατουμένων – από τους οποίους μόνο ένας έχει ικανοποιηθεί. «Άρα η προοπτική αυτής της ιστορίας παραμένει ανοιχτή», επισημαίνει.
Το ζήτημα της μεταπολεμικής διακυβέρνησης είναι ακόμη πιο περίπλοκο. Το σχέδιο Τραμπ προβλέπει τεχνοκρατική κυβέρνηση υπό την Παλαιστινιακή Αρχή, όμως «κανείς δεν ξέρει πώς θα εφαρμοστεί στην πράξη». Το τοπίο είναι «εντελώς θολό», όπως το περιγράφει.
Ο κ. Συρίγος εξηγεί ότι η αποδοχή των προτάσεων Τραμπ από τη Χαμάς οφείλεται στις τεράστιες απώλειες της στον πόλεμο και στις πιέσεις από Κατάρ και Τουρκία, «τους δύο βασικούς της υποστηρικτές». Ιδιαίτερη σημασία, όπως λέει, έχει ο ρόλος της Τουρκίας, «που επιχειρεί να διατηρήσει ισχυρή επιρροή στη μεταπολεμική εξίσωση».
Ως προς τον ρόλο των αραβικών χωρών, ο καθηγητής θεωρεί πως μπορούν να λειτουργήσουν ως εγγυητές μόνο εφόσον υπάρχει ισχυρή αμερικανική παρουσία. Διαφορετικά, «δεν έχουν το ειδικό βάρος να επιβάλουν σταθερότητα».
Για το προτεινόμενο Διεθνές Συμβούλιο Ειρήνης με επικεφαλής τον Ντόναλντ Τραμπ και τον Τόνι Μπλερ, δηλώνει επιφυλακτικός. «Πρόκειται για μια πολιτική ιδέα που δύσκολα μπορεί να λειτουργήσει στην πράξη. Αντίστοιχα σχήματα στη Βοσνία δεν απέδωσαν. Οι διεθνείς τοποτηρητές συχνά υφάρπαζαν την εξουσία από τους ίδιους τους κατοίκους».
Η πραγματικότητα, πάντως, στη Γάζα παραμένει δραματική. «Οι κάτοικοι ζουν ακόμη με προειδοποιήσεις για επικίνδυνες ζώνες. Η εκεχειρία δεν σημαίνει επιστροφή στην κανονικότητα· απλώς μια προσωρινή ανάσα. Για μεγάλο διάστημα θα ζουν σε τέντες, σε άθλιες συνθήκες. Πολλοί, αν βρουν τρόπο, θα φύγουν από τη Γάζα».
Μια ειρήνη υπό επιτήρηση
Η εκεχειρία Τραμπ αποτελεί την πρώτη χαραμάδα φωτός ύστερα από έναν εξοντωτικό πόλεμο. Όμως, η ίδια η φύση της συμφωνίας δείχνει πόσο εύθραυστη είναι: μια εκεχειρία που εξαρτάται από τον αφοπλισμό μιας οργάνωσης που δεν σκοπεύει να αφοπλιστεί, και από μια πολιτική ηγεσία στο Ισραήλ που δεν διαθέτει σταθερά ερείσματα.
Κάπως έτσι η Μέση Ανατολή εισέρχεται σε μια νέα φάση υπό διεθνή επιτήρηση, αλλά χωρίς σαφή προσανατολισμό. Οι όμηροι μπορεί να επιστρέψουν στα σπίτια τους, αλλά τα βαθύτερα αίτια της σύγκρουσης παραμένουν άλυτα.
Όπως τονίζουν και οι δύο αναλυτές, η εκεχειρία είναι απλώς το τέλος μιας μάχης — όχι το τέλος του πολέμου