Οι ιρακινές αρχές αναζητούν ραδιενεργό υλικό «υψηλής επικινδυνότητας» που εκλάπη πέρσι, όπως αποκαλύπτει έγγραφο του υπουργείου Περιβάλλοντος του Ιράκ και επιβεβαιώνουν αξιωματούχοι των υπηρεσιών ασφαλείας, περιβάλλοντος και των τοπικών αρχών, οι οποίοι εκφράζουν φόβους ότι το υλικό αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως όπλο αν περιέλθει στην κατοχή των τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους.
Το υλικό, που βρισκόταν φυλαγμένο σε μια προστατευτική θήκη, μεγέθους φορητού υπολογιστή, εξαφανίστηκε τον Νοέμβριο κοντά στη Βασόρα, στο νότιο Ιράκ, από ένα χώρο αποθήκευσης που ανήκε στην αμερικανική εταιρεία παροχής υπηρεσιών του πετρελαϊκού κλάδου Weatherford, σύμφωνα με το έγγραφο που φέρνει στην δημοσιότητα το πρακτορείο ειδήσεων Reuters και επιβεβαιώνουν το περιεχόμενο του αξιωματούχοι.
Το υλικό, που χρησιμοποιεί ακτίνες γάμμα για να εντοπίζονται ενδεχόμενες ατέλειες στα υλικά που χρησιμοποιούνται για να συναρμολογούνται αγωγοί πετρελαίου και αερίου, ανήκει σε μια τουρκική εταιρεία με έδρα την Κωνσταντινούπολη, την SGS, σύμφωνα με το έγγραφο και τους αξιωματούχους.
Η Weatherford με ανακοίνωση της ανέφερε σήμερα πως αποποιείται κάθε ευθύνη για την κλοπή του υλικού, τονίζοντας πως η SGS είναι η ιδιοκτήτρια εταιρεία που ήλεγχε τον χώρο όπου ήταν αποθηκευμένο το υλικό και ότι εκείνη είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για το θέμα.
Στην Ουάσιγκτον, Αμερικανός αξιωματούχος τόνισε πως η κυβέρνηση των ΗΠΑ γνωρίζει πως η ιρακινή κυβέρνηση ενημέρωσε για την εξαφάνιση μιας εξειδικευμένης κάμερας που περιέχει το ραδιενεργό υλικό Ιρίδιο-192 (Ir-192) στον Διεθνή Οργανισμό Ατομικής Ενέργειας (ΔΟΑΕ) των Ηνωμένων Εθνών τον Νοέμβριο.
Ο ΔΟΑΕ επιβεβαίωσε ότι έχει ενημερωθεί από τον Νοέμβριο για την υπόθεση και πρόσθεσε πως οι ιρακινές αρχές δεν του ζήτησαν τη συνδρομή του στις έρευνες.
«Το αναζητούν από τότε. Δεν είναι ξεκάθαρο αν απλώς έχει χαθεί ή πράγματι έχει κλαπεί», ανέφερε ο αξιωματούχος αυτός, που ζήτησε να μην κατονομαστεί.
Το έγγραφο του υπουργείου Περιβάλλοντος, που φέρει ημερομηνία 30ή Νοεμβρίου και κοινοποιήθηκε στο κέντρο προστασίας ραδιενέργειας του υπουργείου, αναφέρεται «σε κλοπή μιας ραδιενεργής πηγής υψηλής επικινδυνότητας του Ιριδίου-192 με υψηλή ραδιενεργή δραστηριότητα που ανήκει στην εταιρεία SGS από μια αποθήκη που ανήκει στην Weatherford στην περιοχή Ραφίντια της επαρχίας της Βασόρας».
Ανώτερος αξιωματούχος του υπουργείου Περιβάλλοντος, με έδρα την Βασόρα, που ζήτησε να μην κατονομαστεί, δήλωσε στο Ρόιτερς πως η συσκευή περιείχε σε «κάψουλες» έως και 10 γραμμάρια Ir-192, ενός ραδιενεργού ισοτόπου του ιριδίου, που χρησιμοποιείται και για τη θεραπεία του καρκίνου.
Το υλικό αυτό, που ο ΔΟΑΕ κατατάσσει στη βαθμίδα 2 — κάτι που σημαίνει ότι μπορεί να προκαλέσει μόνιμη βλάβη σε έναν άνθρωπο αν αυτός εκτεθεί για μερικά λεπτά ως μερικές ώρες και μπορεί να αποβεί θανατηφόρο για αυτόν εάν εκτεθεί στο ισότοπο για ώρες έως και ημέρες.
Μεγάλες ποσότητες του Ir-192 έχουν χαθεί και στο παρελθόν στις ΗΠΑ, στη Βρετανία και σε άλλες χώρες, εγείροντας φόβους σε αξιωματούχους ότι θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να κατασκευαστούν «βρόμικες βόμβες».
«Είμαστε ανήσυχοι ότι το ραδιενεργό υλικό θα πέσει στα χέρια των τζιχαντιστών του ΙΚ», δήλωσε ανώτερος αξιωματικός των υπηρεσιών ασφαλείας, ο οποίος είναι ενήμερος για την υπόθεση.
«Μπορούν απλά να το συνδέσουν με εκρηκτικά για να κατασκευάσουν μια βρόμικη βόμβα», πρόσθεσε ο αξιωματούχος που εργάζεται στο υπουργείο Εσωτερικών και ζήτησε να μην κατονομαστεί.
Ο αξιωματούχος στη Βαγδάτη δήλωσε στο Ρόιτερς πως δεν υπάρχουν ως τώρα ύποπτοι για την κλοπή, αλλά σημείωσε πως οι αρχικές έρευνες κατέδειξαν πως οι εισβολείς ξεκάθαρα γνώριζαν πού βρισκόταν το υλικό και τη διάταξη της αποθήκης. «Δεν υπήρχαν σπασμένες κλειδαριές, σπασμένες πόρτες, ενδείξεις εισβολής διά της βίας», τόνισε.
Ο ανώτερος αξιωματούχος περιβάλλοντος σημείωσε πως οι αρχές εκφράζουν ανησυχία ότι όποιος έκλεψε το υλικό θα το κακομεταχειριστεί με συνέπειες ραδιενεργής μόλυνσης «καταστροφικών διαστάσεων».
Δύο αξιωματούχοι στη Βασόρα επισήμαναν ότι δέχτηκαν οδηγίες στις 25 Νοεμβρίου να ενημερώσουν τα νοσοκομεία της περιοχής να είναι σε επαγρύπνηση να αντιμετωπίσουν περιστατικά έκθεσης σε ραδιενέργεια και να ενημερώσουν αμέσως τις υπηρεσίες ασφαλείας εάν υπάρξουν τέτοια.