Του Χρήστου Μηνάγια
Η δημογραφική ισχύς ενός κράτους αφορά στο μέγεθος του πληθυσμού, το επίπεδο της εκπαίδευσης του και την ηλικιακή κατανομή του. Ο μεγάλος πληθυσμός αποτελεί θετικό στοιχείο για την ανθρώπινη δυναμική, πλην όμως μόνο αυτό δεν είναι δυνατό να εντάξει ένα κράτος μεταξύ των ισχυρών κρατών της γης.
Απογραφή πληθυσμού για το έτος 2015 στην Τουρκία
Στις 28-01-2016, η Τουρκική Στατιστική Υπηρεσία (TUİK) δημοσιοποίησε τα αποτελέσματα της απογραφής πληθυσμού που πραγματοποιήθηκε στην Τουρκία μέχρι το τέλος του 2015. Αναλυτικότερα, σύμφωνα με αυτά:
· Το 2015 ο πληθυσμός ανήλθε στα 78.741.053 άτομα, από τα οποία το 50,2% (39.511.191) είναι άνδρες και το 49,8% (39.229.862) είναι γυναίκες. Σημειωτέον ότι, σε σχέση με το 2007 ο πληθυσμός αυξήθηκε κατά 8.154.797 άτομα, ενώ σε σχέση με το 2014, αυτός αυξήθηκε κατά 1.045.149 άτομα. Επιπλέον, σύμφωνα με μελέτη της TUİK, ο πληθυσμός της Τουρκίας θα συνεχίσει να αυξάνεται μέχρι το 2050 φθάνοντας τα 93.475.575 άτομα και στη συνέχεια αυτός θα αρχίσει να μειώνεται σταδιακά.
· Ο ρυθμός αύξησης του πληθυσμού το 2014 ήταν 13,3‰, ενώ το 2015 αυτός αυξήθηκε στο 13,4‰. Ειδικότερα, στις κουρδικές περιοχές του Diyarbakır, Gaziantep, Hakkari, Mardin, Siirt, Şanlıurfa και Batman ο ρυθμός αύξησης ήταν 11,6%, 22,2%, 9%, 9,6%, 6,2% 25% και 16,1% αντίστοιχα.
· Το 2014, το 91,8% κατοικούσε στα κέντρα των νομών και των επαρχιών, ενώ το 2015 το ποσοστό αυτό αυξήθηκε στο 92,1%. Επίσης, μόνο το 7,9% κατοικεί σε χωριά.
· Το 18,6% του συνολικού πληθυσμού της Τουρκίας (14.657.434 άτομα) κατοικεί στην Κωνσταντινούπολη, το 6,7% (5.270.575 άτομα) στην Άγκυρα, το 5,3% (4.168.415 άτομα) στη Σμύρνη, το 3,6% (2.842.547 άτομα) στη Βursa και το 2,9% (2.288.456 άτομα) στην Αntalya.
· Η ηλικιακή κατηγορία 15-64 ετών αντιστοιχεί στο 67,8% του συνολικού πληθυσμού (53.359.594 άτομα), ενώ οι κατηγορίες 0-14 ετών και άνω των 65 ετών αντιστοιχούν στο 24% (18.886.220 άτομα) και 8,2% (6.495.239 άτομα) αντίστοιχα.
· Το χρονικό διάστημα 2001-2013, οι αυτοκτονίες στην Τουρκία, παρουσίασαν έναν σταθερά αυξανόμενο ρυθμό, ωστόσο αυτός μειώθηκε το 2014. Ειδικότερα, το 2014 αυτοκτόνησαν 3.065 άτομα, ενώ το 2013 είχαν αυτοκτονήσει 3.252. Αναφορικά με τις αυτοκτονίες στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις και την αστυνομία, το χρονικό διάστημα 2002-2013 αυτοκτόνησαν 1.036 στρατιωτικοί (κατά βάσει στρατιώτες και υπαξιωματικοί) και 325 αστυνομικοί. Σύμφωνα με την Ένωση Αποστράτων Υπαξιωματικών Τουρκίας, τα αίτια των αυτοκτονιών στις ένοπλες δυνάμεις εστιάζονται στην οικονομική κατάσταση, στη ψυχολογική καταπίεση, στις αυθαίρετες πρακτικές, στην ανισότητα, καθώς επίσης στην απελπισία λόγω της έλλειψης εμπιστοσύνης για το μέλλον.
· Μετά το 2007 παρατηρείται μια σταδιακή αύξηση του μέσου όρου ηλικίας στην Τουρκία. Συγκεκριμένα, το 2007 ήταν 28,3 έτη, ενώ το 2015 αυτός αυξήθηκε στα 31 έτη (30,4 έτη για τους άνδρες και 31,6 για τις γυναίκες). Σημειωτέον ότι, ο μεγαλύτερος μέσος όρος ηλικίας παρατηρείται στους νομούς Sinop (39,3 έτη), Balıkesir (38,8 έτη) και Kastamonu (38,3 έτη). Αντίθετα, ο μικρότερος μέσος όρος ηλικίας παρατηρείται στο Ağrı (20,3 έτη) και στους κουρδικούς νομούς Şanlıurfa (19,3 έτη) και Şırnak (19,5 έτη). Ακολούθως παρατίθεται η ηλικιακή πυραμίδα του πληθυσμού της Τουρκίας για το έτος 2015.
Προσφυγικό πρόβλημα στην Τουρκία
Η πολιτική που εφάρμοσε το δίδυμο Erdoğan-Davutoğu μετά το 2011 για τη Συρία αποσκοπούσε αρχικά στην πτώση του καθεστώτος Άσαντ και στη συνέχεια οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι να αναλάβουν τη διακυβέρνηση της χώρας. Όμως, οι τυχοδιωκτικοί, φαντασιόπληκτοι και χρεωκοπημένοι τουρκικοί σχεδιασμοί προσέκρουσαν σε ανυπέρβλητα εμπόδια, προκάλεσαν αλυσιδωτές και απρόβλεπτες επιπτώσεις, κλιμάκωσαν τις ασύμμετρες απειλές στο εσωτερικό της χώρας, καθώς επίσης έσυραν την Άγκυρα σε μια αντιπαράθεση με τη Μόσχα, η οποία είναι δύσκολο να εκτιμηθεί πότε και πώς αυτή θα τελειώσει. Αυτό όμως που εγείρει τις πλέον έντονες ανησυχίες είναι ότι, σε σύντομο χρονικό διάστημα η Τουρκία ήρθε αντιμέτωπη με ένα μαζικό κύμα προσφύγων, το οποίο θεωρείται ως η μεγαλύτερη κρίση της σύγχρονης τουρκικής ιστορίας με σοβαρότατες συνέπειες τόσο για την Ελλάδα, όσο και για την Ευρωπαϊκή Ένωση γενικότερα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που γνωστοποίησε ο αντιπρόεδρος της τουρκικής κυβέρνησης Yalçın Akdoğan στις 29-01-2016, οι Σύριοι πρόσφυγες που έχουν καταγραφεί στην Τουρκία ανέρχονται στους 2.541.000, ενώ οι Τουρκμένοι πρόσφυγες από τη Συρία και το Ιράκ ανέρχονται στους 56.750. Από αυτούς, μόνο οι 269.366 ευρίσκονται σε 25 στρατόπεδα και προσωρινούς καταυλισμούς προσφύγων, ενώ οι υπόλοιποι ευρίσκονται στην Şanlıurfa (378.000), στο Hatay (364.000), στην Κωνσταντινούπολη (357.000), στο Gaziantep (325.000), στα Adana (135.000), στη Σμύρνη (83.000) και στην Άγκυρα (51.428). Περαιτέρω θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι, ο Akdoğan παρέλειψε να αναφέρει τους 150.000 περίπου εσωτερικούς μετανάστες λόγω των επιχειρήσεων των τουρκικών δυνάμεων ασφαλείας στις κουρδικές περιοχές της νοτιοανατολικής Τουρκίας, καθώς επίσης τους 225.000 Ιρακινούς πρόσφυγες που υπάρχουν στην Τουρκία, πέραν των χιλιάδων παράνομων ή μη μεταναστών που προέρχονται από άλλες χώρες της Ασίας, της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής.
Συνεπώς, εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι, η τουρκική κυβέρνηση είτε αγνοεί, είτε αποκρύπτει που ευρίσκονται 859.956 πρόσφυγες, καταδεικνύοντας ότι, είναι επικίνδυνη και ανεύθυνη να διαχειρισθεί μια τόσο σοβαρή ανθρωπιστική κρίση, η οποία έχει πολλές διαστάσεις.
Πρώτον, την οικονομική.
Δεύτερον, τη σίτιση, διαμονή και εγκατάσταση.
Τρίτον, το νομικό καθεστώς των προσφύγων.
Τέταρτον, την κοινωνικο-πολιτιστική και τη διάσταση ένταξης στην κοινωνία, συμπεριλαμβανομένης και της
εκμάθησης της γλώσσας.
Πέμπτον, τη διάσταση της εργασιακής απασχόλησης και κοινωνικής ασφάλειας.
Έκτον, τη δημογραφική, αφού σε μερικές περιοχές ο αριθμός των προσφύγων είναι ίσος ή και μεγαλύτερος από τους Τούρκους κατοίκους.
Έβδομον, την αντιμετώπιση των προβλημάτων ασφάλειας που θα δημιουργηθούν. Όγδοον, την υγειονομική, δεδομένου ότι πέραν της αντιμετώπισης των προβλημάτων υγείας και περίθαλψης, τα τελευταία χρόνια γεννήθηκαν 150.000 παιδιά Σύριων προσφύγων. Μέχρι το 2014, μόνο στα στρατόπεδα και προσωρινούς καταυλισμούς προσφύγων είχαν καταγραφεί 30.000 γεννήσεις.
Ένατον, την εκπαιδευτική (εκπαιδευτικές εγκαταστάσεις, πρόσληψη εκπαιδευτικού προσωπικού κ.λπ.), αφού σύμφωνα με στοιχεία της Οργάνωσης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, κατά το σχολικό έτος 2014-2015 περίπου 400.000 παιδιά σχολικής ηλικίας, επί συνόλου 708.000, δεν πήγαν στο σχολείο.
Δέκατον, την προστασία των παιδιών από την κακοποίηση και εκμετάλλευση, αφού οικογένειες προσφύγων είτε ωθούν τα παιδιά τους στην επαιτεία, είτε τα υπενοικιάζουν σε αντίστοιχες τουρκικές συμμορίες με ημερήσιο αντίτιμο που κυμαίνεται από 10-25 ευρώ. Σημειωτέον ότι, σύμφωνα με πρόσφατη επερώτηση που υπέβαλε ο Αltan Tan, βουλευτής του κουρδικού κόμματος HDP στην τουρκική εθνοσυνέλευση, ο αριθμός των παιδιών στην Κωνσταντινούπολη που οδηγήθηκαν στην επαιτεία υπερέβη τις 100.000.
Και δέκατον, την προστασία των γυναικών από την κακοποίηση και σεξουαλική εκμετάλλευση, αφού πολλές από αυτές οδηγούνται στην πορνεία. Σύμφωνα με δημοσίευμα του γερμανικού περιοδικού Der Stern (anasayfahaberleri.com/08-04-2015), 372.000 Σύριες έχουν αγορασθεί ως παλλακίδες από Τούρκους, παίζοντας το ρόλο της δευτερεύουσας συζύγου έναντι του ποσού των 1.800 ευρώ. (σ.σ. παλλακεία είναι η σταθερή συμβίωση και συγκατοίκηση ενός άνδρα και μιας γυναίκας, από την οποία λείπει η διάθεση να πραγματοποιηθεί γάμος).
Με την ίδια διαδικασία σκέψης, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι, στη Συρία υπάρχουν περίπου 7,5 έως 8 εκατομμύρια άνθρωποι που έχουν εγκαταλείψει τα σπίτια τους και θεωρούνται ως εν δυνάμει μελλοντικοί πρόσφυγες που θα εγκαταλείψουν τη χώρα τους και θα μετακινηθούν πρωτίστως στην Τουρκία και δευτερευόντως στην Ιορδανία, το Λίβανο, το Ιράκ και την Αίγυπτο. (Bahar Atakan, τουρκική εφημερίδα Milliyet/27-01-2016)
Μειονότητες και φυλές στην Τουρκία
Οι εθνικές και θρησκευτικές ομάδες, καθώς επίσης οι μειονότητες που κατοικούν στην Τουρκία αποτελούν ένα σοβαρό ζήτημα με ιδιάζουσες δημογραφικές, ψυχοκοινωνικές και πολιτιστικές διαστάσεις. Επισημαίνεται ότι, αυτό θεωρείται ως ένα «κλειστό κουτί» για τους ειδικούς του θέματος εντός και εκτός της χώρας αυτής, δεδομένου ότι οι τουρκικές αρχές, καχύποπτες όπως είναι από τη φύση τους, δεν επέτρεψαν ποτέ ή σχεδόν ποτέ να γίνουν ευρείες και εμπεριστατωμένες έρευνες και μετρήσεις για το θέμα αυτό.
Ειδικότερα, αναφερόμαστε στις ακόλουθες 51 κύριες μειονότητες, βάσει στοιχείων που αντλήθηκαν από το βιβλίο ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΤΟΥΡΚΙΚΟ ΛΑΒΥΡΙΝΘΟ-ΙΣΛΑΜ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ του συντάκτη του παρόντος: Τούρκοι Σουνίτες (Türkler Sünni), Τούρκοι Αλεβήδες (Türkler Alevi), Τούρκοι Σουνίτες Γιουρούκοι (Türkler Sünni Υörük), Τούρκοι Αλεβήδες Γιουρούκοι (Türkler Alevi Υörük), Τουρκμένοι Σουνίτες (Türkmenler Sünni), Τουρκμένοι Αλεβήδες (Türkmenler Alevi), Ταχτατσήδες Αλεβήδες (Tahtacılar Alevi), Αμπνταλάρ Αλεβήδες (Abdallar Alevi), Αζερμπαϊτζανοί Τούρκοι Σιίτες (Azeri Türkleri Şii), Αζερμπαϊτζανοί Τούρκοι Καραπαπάκ (Azeri Türkleri Karapapak), Γιουγκούροι (Uygur ή Uygurlar), Κιργίσιοι (Kırgızlar), Καζάκοι (Kazaklar), Ουζμπέκοι (Özbekler), Ουζμπέκοι Τάταροι (Özbek Tatarları), Τάταροι της Κριμαίας (Kırım Tatarları), Τάταροι Νογκάοι (Nogay Tatarları), Μπαλκαρλάρ και Καρατσαϊλάρ (Balkarlar ve Karaçaylar), Κουμουκλάρ (Kumuklar), Μουσουλμάνοι πρόσφυγες από τη Βουλγαρία, Μουσουλμάνοι πρόσφυγες από τις Βαλκανικές χώρες (εκτός από τη Βουλγαρία), Μουσουλμάνοι πρόσφυγες από το Dağıstan, Σουδανοί (Sudanlılar), Εσθονοί (Εstonlar), Ζαζαλάρ Σουνίτες (Ζazalar Sünni), Ζαζαλάρ Αλεβήδες (Ζazalar Alevi), Οσσετοί (Ossetler), Χεμσινλιλέρ (Hemşinliler), Αλβανοί (Αrnavutlar), Κοζάκοι του Κουμπάν (Kuban Kazakları), Ρώσοι Μολοκανοί (Ruslar Molokanlar), Πολωνοί (Polonezler), Τσιγγάνοι (Çingeneler), Γερμανοί (Almanlar), Άραβες Σουνίτες (Araplar Sünni), Άραβες Νουσαϊρί (Araplar Nusayri), Άραβες Χριστιανοί, Εβραίοι (Yahudiler), Αραμαίοι Σύριοι Χριστιανοί Ορθόδοξοι (Süryaniler), Χριστιανοί της Ανατολικής Συρίας (Keldaniler), Τσερκέζοι ή Κιρκάσιοι και συγγενείς προς αυτούς ομάδες (Çerkezler), Τσετσένοι και Ινγκούζοι (Çeçen ve İnguşlar), Γεωργιανοί (Gürcüler), Λαζοί (Lazlar), Γκαγκαούζοι (Gagavuzlar ή Gagauzlar ή Gökoğuzlar).
Όμως εκτός από τις μειονότητες, ένα άλλο παλαιό, παραδοσιακό και σύνηθες φαινόμενο στην ανατολική και νοτιανατολική Τουρκία είναι η δύναμη και η επιρροή των φυλών, οι οποίες αφενός θεωρούνται ως ένα κράτος εν κράτει στις περιοχές αυτές, αφετέρου αποτελούν μια ένδειξη ύπαρξης του φεουδαρχικού συστήματος και της ιδιάζουσας οργάνωσης του με κοινωνικές, πολιτικές, πολιτιστικές και οικονομικές διαστάσεις. Τα τελευταία έτη μπορεί να άλλαξε η φεουδαρχική δομή των φυλών, ωστόσο δίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα σε δύο τομείς: στη διαφύλαξη των εθίμων και παραδόσεων τους από τη μια πλευρά και στην αναβάθμιση του μορφωτικού επιπέδου από την άλλη. Αυτό έχει σαν συνέπεια τη θέση των παραδοσιακών «αγάδων» να καταλαμβάνουν σταδιακά επιστήμονες (γιατροί, δικηγόροι, δικαστές, μηχανικοί κ.λπ.) οι οποίοι πέραν των επαγγελματικών προσόντων τους διέπονται και από πολιτικές φιλοδοξίες αναλαμβάνοντας σημαντικά καθήκοντα στα διάφορα πολιτικά κόμματα και ειδικά σε αυτά της δεξιάς. Σημειωτέον ότι, όλα τα κόμματα διατηρούν στενές επαφές με τους αρχηγούς των φυλών για την εξασφάλιση ψηφοφόρων, με αντάλλαγμα να «θωρακίζουν» αυτούς με μια μορφή ασυλίας ειδικά σε ό,τι έχει να κάνει με το λαθρεμπόριο, τη λαθρομετανάστευση και τη διακίνηση ναρκωτικών. Η έννοια της τιμής και της αξιοπρέπειας αποτελεί την πιο σημαντική αρχή των φυλών και η απόφαση για την επιβολή ποινών, ακόμη και η θανατική ποινή, λαμβάνεται από τον αρχηγό της φυλής.
Αναλυτικότερα στοιχεία για τις φυλές παρουσιάζονται στο βιβλίο ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΤΟΥΡΚΙΚΟ ΛΑΒΥΡΙΝΘΟ-ΙΣΛΑΜ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ, τα οποία συνοψίζονται στα εξής:
· Αυτές διακρίνονται για την παραδοσιακή και κοινωνική τους οργάνωση, καθώς επίσης κατοικούν στις ακόλουθες περιοχές της ανατολικής και νότιας Τουρκίας: Diyarbakır, Mardin, Şirnak, Batman, Siirt, Şanlıurfa, Adıyaman και Gaziantep, Tunceli, Bitlis, Van, Muş, Ağrı, Kars και Hakkari.
· Οι φυλές αποτελούν μια κλειστή κοινωνία και διατηρούν τα πολιτιστικά χαρακτηριστικά τους, μέσω της γλώσσας, της θρησκείας, της οικογένειας και των συγγενικών δεσμών. Άλλωστε σε πολλές περιπτώσεις ο αρχηγός της φυλής είναι ταυτόχρονα πνευματικός καθοδηγητής ή αρχηγός θρησκευτικής κοινότητας.
· Στο παρελθόν οι φυλές ήταν νομαδικές ή ημινομαδικές και αποτελούσαν μια ισχυρή στρατιωτική δύναμη λόγω του οπλισμού που διέθεταν. Σήμερα, πολλές από αυτές έχουν εγκατασταθεί μόνιμα σε κατοικημένους τόπους, έχουν αποκτήσει γεωργικές εκτάσεις και τα οικονομικο-κοινωνικο-πολιτιστικά χαρακτηριστικά τους έχουν ενταχθεί σε ένα νέου τύπου φεουδαρχικό σύστημα. Ειδικότερα,
· Ανάλογα με το καθεστώς που υπάρχει στα χωριά των φυλών, αυτά διακρίνονται σε τέσσερεις κατηγορίες: α. Στα Ağa Köyleri, όπου τα χωριά αυτά ανήκουν στον αρχηγό της φυλής. β. Στα Sülale Köyleri, στα οποία διαμένουν μερικές οικογένειες από συγγενικές φυλές. γ. Στα Ahali Köyleri, όπου η διαφοροποίηση της ιδιοκτησίας βρίσκεται σε πολύ χαμηλό επίπεδο και ο αρχηγός της φυλής είναι ταυτόχρονα κοινοτάρχης έχοντας και την πολιτική εξουσία. δ. Στα Karma Köyler, όπου η εξουσία ανήκει σε άτομα που διατηρούν στενές επαφές με τους επίσημους κρατικούς φορείς και με μεγαλογαιοκτήμονες.
· Η αυταρχικότητα, η υπακοή και η αντίληψη του ΕΜΕΙΣ και όχι του ΕΓΩ είναι μερικά παραδείγματα συμπεριφοράς των μελών τους, τα οποία διατηρούν σταθερούς ρυθμούς αύξησης.
· Η δημιουργία αμυντικών και επιθετικών μηχανισμών αποτελούν το σπουδαιότερο μέσο προστασίας και συσπείρωσης τους. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται και τα εγκλήματα αντεκδίκησης.
Ο ακριβής καθορισμός των φυλών που υπάρχουν στην Τουρκία, είναι πολύ δύσκολο να πραγματοποιηθεί διότι μερικές από αυτές διαθέτουν αρκετούς βραχίονες. Ειδικότερα, οι κουρδικές φυλές διακρίνονται σε τρεις κύριες ομάδες: στην ομάδα Milanlar (Mil Partisi), στην ομάδα Zilanlar (Silif Partisi) και στις ανεξάρτητες φυλές. Αυτό που προκαλεί εντύπωση είναι ότι οι φυλές των δύο πρώτων ομάδων χρησιμοποιήθηκαν από τον σουλτάνο Abdulhamit ΙΙ για να συγκροτήσουν τα Hamidiye Alayları (Συντάγματα Hamidiye). Αναλυτικότερα: α. Ο Abdulhamit με την απόφαση του να ιδρύσει τα Hamidiye Alayları είχε επτά στόχους. Πρώτον, να θέσει υπό τον έλεγχο του τους Αρμένιους. Δεύτερον, να οξύνει έτι περαιτέρω τις προστριβές που υπήρχαν μεταξύ των Κούρδων αναφορικά με τα θρησκευτικά δόγματα. Τρίτον, να αυξήσει την πόλωση μεταξύ των φυλών. Τέταρτον, να αποτρέψει μια ενδεχόμενη συμμαχία μεταξύ Κούρδων και Αρμενίων. Πέμπτον, να παρεμποδίσει την προσέγγιση των Κούρδων με τους Ρώσους. Έκτον, να διασπάσει την εθνική συνοχή των Κούρδων. Και έβδομον, να δημιουργήσει προστριβές μεταξύ των Κούρδων σουνιτιτών και των αλεβητών. β. Μέχρι το 1891 είχαν συγκροτηθεί 36 συντάγματα συνολικής δύναμης 43.730 ατόμων. γ. Κάθε σύνταγμα διέθετε 4 έως 6 λόχους και η δύναμη του κυμαινόταν από 512 έως 1.152 άτομα. δ. Οι μεγάλες φυλές είχαν δικαίωμα να συγκροτήσουν ένα ή περισσότερα συντάγματα, ενώ στις μικρές φυλές επιτρεπόταν η συγκρότηση μερικών λόχων. ε. Το προσωπικό των Hamidiye διακρινόταν σε τρεις κατηγορίες. Στους İbtidaiye (ηλικίας 17-20 ετών), στους Nizamiye (ηλικίας 20-32 ετών) και στους Redif (ηλικίας 32-40 ετών). στ. Στην Κωνσταντινούπολη ιδρύθηκε η Aşiret Mektebi (Σχολή της Φυλής) στην οποία φοιτούσαν τα παιδιά των αρχηγών των φυλών, τα οποία μετά την αποφοίτηση τους αναλάμβαναν καθήκοντα αξιωματικού στα Hamidiye Alayları. Πέραν αυτών, από κάθε σύνταγμα επιλεγόταν ένα παιδί, το οποίο αφού φοιτούσε στην εν λόγω σχολή επέστρεφε στην αρχική του μονάδα με το βαθμό του ανθυπολοχαγού. ζ. Σε κάθε σύνταγμα υπήρχαν δύο ταγματάρχες, τέσσερεις λοχαγοί, οκτώ ανθυπολοχαγοί και ένας γραμματέας. Υπόψη ότι οι αρχηγοί των φυλών επέλεγαν τους αξιωματικούς, οι οποίοι κατά βάση ήταν συγγενείς τους.
Από την προαναφερθείσα στρατηγική του Abdulhamit για τις φυλές αποκαλύπτονται τα στοιχεία μιας χαρακτηριστικής νοοτροπίας, η οποία οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η διάρρηξη του εσωτερικού μετώπου του αντιπάλου αποτελεί μια προσφιλή και διαχρονική μέθοδο των Τούρκων. Εξίσου σημαντικό είναι και το γεγονός ότι, η αντίληψη του Abdulhamit για τη δράση των Συνταγμάτων Hamidiye, υιοθετήθηκε το 1985 από την τότε τουρκική κυβέρνηση μέσω του θεσμού των πολιτοφυλάκων (Geçici Korucu), ο οποίος ακόμη συνεχίζεται και έχει ως βασικό στόχο τη διάσπαση της εθνικής συνοχής των Κούρδων. Συγκεκριμένα πρόκειται για ένοπλα τμήματα που χρησιμοποιούνται στις επιχειρήσεις εναντίον του ΡΚΚ και μισθοδοτούνται από το υπουργείο Εσωτερικών. Επίσης, στους 22 νομούς της ανατολικής και νοτιοανατολικής Τουρκίας υπηρετούν περίπου 75.000 πολιτοφύλακες, από τους οποίους οι 5.000 προσελήφθησαν στις 30-01-2016. Ωστόσο, ο εξοπλισμός αυτών είχε πολλές αρνητικές επιπτώσεις διότι υπήρξαν πολλά συμβάντα λαθρεμπορίου, απαγωγών, ληστειών, ζωοκλοπών, εγκλημάτων, σφετερισμού γης κ.λπ.
Συμπερασματικά, μετά από όλα τα παραπάνω θα ήταν ωφέλιμο να γίνουν δύο τελικές επισημάνσεις. Η πρώτη έχει να κάνει με την ελληνική πλευρά, η οποία κρίνεται σκόπιμο να αξιολογήσει εκτενώς τις επιπτώσεις της αύξησης του τουρκικού πληθυσμού, σε συνδυασμό με την κατάσταση που διαμορφώνεται στη χώρα μας προκειμένου να εφαρμοσθούν ανάλογες πολιτικές. Εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός ότι, για την αντιμετώπιση των μακροπρόθεσμων συνεπειών των προσφυγικών ροών, η ελληνική κυβέρνηση καλείται να διαχειρισθεί την κρίση αυτή σε δύο επίπεδα. Το ένα αφορά στις συνεργασίες στα πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και των γειτονικών χωρών. Και το άλλο έχει να κάνει με τη ελληνική στρατηγική που θα εφαρμοσθεί, η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει ένα χρονοδιάγραμμα των αναγκαίων βραχυπρόθεσμων, μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων μέτρων, καθώς επίσης τη χρηματοδότηση και τον τρόπο υλοποίηση τους.
Η δεύτερη επισήμανση εστιάζεται στον πληθυσμό της Τουρκίας, ο οποίος είναι πολυποίκιλος, με συνέπεια η συνοχή του να παρουσιάζει σοβαρά ενδημικά προβλήματα και πολλά τρωτά σημεία, τα οποία εάν μια ξένη δύναμη τα εκμεταλλευθεί με κατάλληλους χειρισμούς από τον καιρό της ειρήνης, θα μπορούσε να επιφέρει σημαντικό πλήγμα στην τουρκική εσωτερική ασφάλεια, κατά τη διάρκεια μιας θερμής συγκρουσιακής κατάστασης ή ένοπλης σύρραξης με κάποιο γειτονικό της κράτος.
Άλλωστε, η εκτίμηση αυτή επιβεβαιώνεται με αρκετή σαφήνεια από τον Τούρκο δημοσιογράφο Semih İdiz σε άρθρο του με τίτλο «Η Τουρκία τείνει να διασπασθεί», όπου αναγράφονται τα εξής: «Εάν εξετάσουμε κοινωνιολογικά τη σημερινή Τουρκία θα διαπιστώσουμε ότι είναι μια χώρα σοβαρά διασπασμένη σε εθνικό, θρησκευτικό και ιδεολογικό επίπεδο. Η κατάσταση αυτή αντί να βελτιωθεί γίνεται ακόμη χειρότερη.» (Εφημερίδα Milliyet/17-03-2012).