Η Κίνα κατέλαβε ορυχεία και κατασκεύασε εργοστάσια – Η Ιαπωνία κατάλαβε τον κίνδυνο και επένδυσε στην Αυστραλία – ΟΙ ΗΠΑ έκαναν ελάχιστα, παρά τις ανησυχίες για τον έλεγχο των προμηθειών
Καθώς ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας κλιμακώνεται, οι σπάνιες γαίες αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα όπλα πίεσης που διαθέτει το Πεκίνο εξαιτίας της ολοένα μεγαλύτερης εξάρτησης του κόσμου από τα κρίσιμα για τη βιομηχανία ορυκτά.
Η Κίνα συγκλόνισε τον κόσμο το 2010 όταν επέβαλε εμπάργκο στις εξαγωγές κρίσιμων σπανίων γαιών προς την Ιαπωνία. Πανικόβλητοι Ιάπωνες επιχειρηματίες εμφανίζονταν στην τηλεόραση προειδοποιώντας ότι ξεμένουν από κρίσιμες πρώτες ύλες.
Το εμπάργκο, που επιβλήθηκε λόγω εδαφικής διαμάχης, διήρκεσε μόνο επτά εβδομάδες. Όμως άλλαξε ριζικά την παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα για τις σπάνιες γαίες. Όταν έληξε το εμπάργκο, η Κίνα επέβαλε έλεγχο στον ορυκτό της πλούτο. Ανώτατοι αξιωματούχοι στο Πεκίνο πάταξαν τη διαφθορά, κατέστειλαν το λαθρεμπόριο και έθεσαν τη βιομηχανία υπό κρατικό έλεγχο.
Ο κόσμος έλαβε το μήνυμα, ιδιαίτερα η Ιαπωνία και οι Ηνωμένες Πολιτείες, δύο από τους μεγαλύτερους πελάτες της Κίνας σπάνιων γαιών που χρησιμοποιούνται από αυτοκίνητα και smartphones μέχρι πυραύλους. Οι κυβερνήσεις και των δύο χωρών εκπόνησαν λεπτομερή σχέδια για τη μείωση της εξάρτησής τους από την Κίνα, όπως αναφέρουν οι New York Times.
Η Ιαπωνία υλοποίησε σε μεγάλο βαθμό τα σχέδιά της και σήμερα μπορεί να προμηθεύεται τα μέταλλα από την Αυστραλία.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες όμως όχι. Ακόμα και μετά από 15 χρόνια, η χώρα εξακολουθεί να εξαρτάται σχεδόν εξ ολοκλήρου από την Κίνα για την επεξεργασία των σπανίων γαιών με αποτέλεσμα να έχουν καταστεί ευάλωτοι οι Αμερικανοί κατασκευαστές αυτοκινήτων, οι εταιρείες αεροδιαστημικής και οι εργολάβοι άμυνας.
Ως αντίποινα στους δασμούς του Ντόναλντ Τραμπ, η Κίνα έχει αναστείλει όλες τις εξαγωγές ορισμένων σπανίων γαιών, καθώς και των μαγνητών που κατασκευάζονται από αυτές.
Αυτοί οι μικροί αλλά εξαιρετικά ισχυροί μαγνήτες, περίπου στο μέγεθος ενός δαχτυλιδιού, διαθέτουν 15 φορές μεγαλύτερη δύναμη από έναν συμβατικό σιδηρομαγνήτη και αποτελούν ένα φθηνό και συχνά παραγνωρισμένο εξάρτημα στους ηλεκτροκινητήρες. Χρησιμοποιούνται τόσο σε ηλεκτρικά όσο και σε αυτοκίνητα βενζίνης, καθώς και σε ρομπότ, drones, υπεράκτιες ανεμογεννήτριες, πυραύλους, μαχητικά αεροσκάφη και πολλά άλλα προϊόντα.
Η αποτυχία των Ηνωμένων Πολιτειών να διαμορφώσουν μια εναλλακτική λύση στην εξάρτησή τους από τις κινεζικές προμήθειες βαραίνει όλες τις κυβερνήσεις, τόσο των Δημοκρατικών όσο και των Ρεπουμπλικανών.
«Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής εδώ και 15 χρόνια έχουν κάνει ελάχιστα για να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο εξάρτησης από την Κίνα όσον αφορά τις σπάνιες γαίες, και ειδικότερα τους μαγνήτες από σπάνιες γαίες», δήλωσε ο Μάιλο ΜακΜπράιντ, ειδικός στα κρίσιμα ορυκτά στο Carnegie Endowment for International Peace στην Ουάσινγκτον.
Οι σπάνιες γαίες, είπε, είναι «τα πιο στρατηγικής σημασίας ορυκτά από όλα όσα έχουν συζητηθεί στις τελευταίες κυβερνήσεις».
Το εμπάργκο του Πεκίνου το 2010 κατά της Ιαπωνίας υπονομεύτηκε από τα οργανωμένα εγκληματικά συνδικάτα της Κίνας, τα οποία ήλεγχαν μεγάλο μέρος της βιομηχανίας σπανίων γαιών στη νότια-κεντρική Κίνα σε συνεργασία με τοπικούς αξιωματούχους. Οι μαφιόζοι φέρονται να διακινούσαν λαθραία έως και το μισό της ετήσιας παραγωγής σπανίων γαιών της Κίνας εκτός χώρας.
Λίγες εβδομάδες μετά τη λήξη του εμπάργκο, το Πεκίνο αντεπιτέθηκε. Κρατικές δυνάμεις, ενεργώντας υπό διαταγές εθνικής ασφαλείας, εισέβαλαν στην κοιλάδα κοντά στο Λονγκνάν, στην επαρχία Τζιανγκσί, όπου παραγόταν μεγάλο μέρος των βαρέων ορυκτών του κόσμου. Κατέλαβαν τα ιδιωτικά ορυχεία και φυλάκισαν χιλιάδες ανθρώπους σε ολόκληρη τη νότια Κίνα. Ο έλεγχος της βιομηχανίας μεταφέρθηκε από τις τοπικές κυβερνήσεις στο Πεκίνο.
Αργότερα, τα ορυχεία εθνικοποιήθηκαν και ενοποιήθηκαν σε μία κρατική εταιρεία, την China Rare Earth Group.
Η Κίνα ανέπτυξε πρόσφατα τη δική της βιομηχανία μαγνητών, αντί να στέλνει τα υλικά σε εργοστάσια μαγνητών στην Ιαπωνία. Το Πεκίνο έχει επενδύσει σημαντικά ποσά για την κατασκευή προηγμένων εργοστασίων παραγωγής μαγνητών στην Γκανζού, μια πόλη κοντά στο Λονγκνάν.
Σήμερα, η Κίνα παράγει τώρα το 90% των μαγνητών παγκοσμίως. Την περασμένη εβδομάδα, ήταν σε εξέλιξη νέες εργασίες κατασκευής σε δύο από τα μεγαλύτερα εργοστάσια μαγνητών της Γκανζού.
Ο πρόεδρος της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, δήλωσε σε ομιλία του το 2020 ότι είναι σημαντικό για την εθνική ασφάλεια οι αλυσίδες εφοδιασμού της Δύσης να παραμείνουν εξαρτημένες από τη χώρα του.
«Πρέπει να ενισχύσουμε τα πλεονεκτήματά μας και να εδραιώσουμε την διεθνή μας υπεροχή στους τομείς όπου διαθέτουμε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα», δήλωσε λίγους μήνες μετά την επίσκεψή του στο πιο προηγμένο εργοστάσιο μαγνητών της Γκανζού. Κάλεσε σε «να ενταθεί η εξάρτηση των διεθνών βιομηχανικών αλυσίδων εφοδιασμού από την Κίνα, διαμορφώνοντας μια ισχυρή ικανότητα αντιμετώπισης και αποτροπής σκόπιμων διακοπών εφοδιασμού από το εξωτερικό».
Η Ιαπωνία προχώρησε επίσης σε ριζικά μέτρα μετά το εμπάργκο του 2010. Οι κατασκευαστές της άρχισαν να διατηρούν αποθέματα σπανίων γαιών ικανά να καλύψουν τις ανάγκες τους για έως και δύο χρόνια. Παράλληλα, άρχισαν να αναζητούν εναλλακτικές λύσεις στο εξωτερικό.
Ο όμιλος Sumitomo, με την οικονομική υποστήριξη της ιαπωνικής κυβέρνησης, συνέβαλε στην ανάπτυξη της Lynas, μιας αυστραλιανής μεταλλευτικής εταιρείας. Η Lynas εξορύσσει και επεξεργάζεται το 60% των ελαφρών ορυκτών που χρησιμοποιεί η Ιαπωνία – οι οποίες αναμειγνύονται με μικρές ποσότητες βαρέων για την κατασκευή μαγνητών σπανίων γαιών.
Η εταιρεία ετοιμάζεται να ξεκινήσει φέτος το καλοκαίρι την επεξεργασία βαρέων ορυκτών για Ιάπωνες κατασκευαστές στη Μαλαισία, έστω και αρχικά σε πολύ μικρές ποσότητες.
Οι μεγαλύτεροι κατασκευαστές μαγνητών της Ιαπωνίας — Proterial, Shin-Etsu Chemical Company και TDK Corporation — μετέφεραν μέρος της παραγωγής τους από την Ιαπωνία στην Κίνα, προκειμένου να διασφαλίσουν αξιόπιστη πρόσβαση σε σπάνιες γαίες. Ωστόσο, διατήρησαν σημαντικό μέρος της παραγωγής τους εντός Ιαπωνίας.
Η αμερικανική βιομηχανία μαγνητών από σπάνιες γαίες ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980 με μια θυγατρική της General Motors στη βόρεια Ιντιάνα. Όμως τα εργοστάσια τελικά έκλεισαν και μεταφέρθηκαν στην Κίνα και τη Σιγκαπούρη.
Μετά το εμπάργκο του 2010, η ιαπωνική εταιρεία Hitachi Metals, η οποία μετονομάστηκε σε Proterial το 2023, ανταποκρινόμενη στις ανησυχίες της κυβέρνησης του πρώην Προέδρου Μπαράκ Ομπάμα, κατασκεύασε εργοστάσιο μαγνητών σπανίων γαιών στη Βόρεια Καρολίνα μεταξύ 2011 και 2013.
Το εργοστάσιο της Hitachi Metals, με μερικές δεκάδες εργαζομένους, είχε σαφώς υψηλότερο κόστος λειτουργίας σε σχέση με τα τεράστια βιομηχανικά συγκροτήματα που κατασκευάζονταν εκείνη την εποχή στην Γκανζού της Κίνας. Οι αμερικανικές εταιρείες δεν ήταν διατεθειμένες να πληρώσουν περισσότερο για μαγνήτες που παράγονταν εντός ΗΠΑ και στράφηκαν εκ νέου σε Κινέζους προμηθευτές.
Η Hitachi έκλεισε το εργοστάσιο το 2020, και ο εξοπλισμός του φυλάσσεται σε αποθήκη.
Σήμερα, το μόνο ενεργό ορυχείο σπανίων γαιών στις Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκεται στο Mountain Pass, στην Καλιφόρνια. Ο διαχειριστής του, η εταιρεία MP Materials, σχεδιάζει να ξεκινήσει την εμπορική παραγωγή μαγνητών από σπάνιες γαίες στο τέλος του έτους σε εργοστάσιο στο Τέξας. Ωστόσο, ακόμη και με πλήρη λειτουργία, η μονάδα θα παράγει σε έναν χρόνο ό,τι παράγει η Κίνα μέσα σε μία ημέρα.
Τα κινεζικά εργοστάσια προμηθεύουν χιλιάδες τόνους μαγνητών σπανίων γαιών κάθε χρόνο στους εγχώριους κατασκευαστές ηλεκτρικών αυτοκινήτων και υπεράκτιων ανεμογεννητριών, δύο βιομηχανίες που ο Ντόναλντ Τραμπ έχει επανειλημμένα επικρίνει.
Όπως και η παραγωγή μαγνητών, έτσι και η εξόρυξη σπανίων γαιών είχε μια ασταθή πορεία στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το ορυχείο Mountain Pass παρήγαγε την πλειονότητα των σπανίων γαιών παγκοσμίως από το 1965 έως το 1995, όταν η Κίνα άρχισε να κατακλύζει την παγκόσμια αγορά με πάσης φύσεως φθηνές εξαγωγές.
Το ορυχείο έκλεισε το 2002, εν μέρει λόγω των ολοένα και αυστηρότερων περιβαλλοντικών κανονισμών στην Καλιφόρνια. Μια αναβάθμιση ύψους 1,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων ξεκίνησε το 2010, αλλά η εξόρυξη δεν ξεκίνησε πριν το 2017 και ακόμη τότε, το μετάλλευμα έπρεπε να αποστέλλεται στην Κίνα για επεξεργασία σε χαμηλού κόστους διυλιστήρια.
Μόλις πρόσφατα, το ορυχείο άρχισε να επεξεργάζεται σημαντικό μέρος της παραγωγής του εντός ΗΠΑ.
Οι πολεοδομικοί και περιβαλλοντικοί κανονισμοί καθιστούν εξαιρετικά δύσκολο το άνοιγμα ορυχείου σπανίων γαιών στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το άνοιγμα ενός τέτοιου ορυχείου μπορεί να χρειαστεί έως και 29 χρόνια, δήλωσε ο Mark Smith, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της NioCorp Developments, η οποία έχει λάβει άδειες κατασκευής για ορυχείο στη Νεμπράσκα.
«Μπορείς να περάσεις ολόκληρη την καριέρα σου προσπαθώντας να ξεκινήσεις τη λειτουργία ενός ορυχείου», είπε χαρακτηριστικά ο Smith.
Αντίθετα, στην Κίνα, τα ορυχεία μπορούν να ανοίγουν γρήγορα και δεν υπόκεινται στον ίδιο αυστηρό κανονιστικό έλεγχο.
Η βασική δυσκολία πίσω από όλα αυτά είναι ότι η παγκόσμια αγορά για τα συγκεκριμένα ορυκτά είναι μικρή, σε σύγκριση με άλλα είδη εξόρυξης όπως ο χαλκός.
Λίγες αμερικανικές εταιρείες είναι πρόθυμες να κάνουν μεγάλες επενδύσεις στις σπάνιες γαίες, μόνο και μόνο για να διαπιστώσουν, όπως έπαθε και η Hitachi, ότι οι πελάτες προτιμούν φθηνότερα προϊόντα από κρατικά επιδοτούμενες βιομηχανίες στην Κίνα.
«Οι αμερικανικές εταιρείες διστάζουν να κάνουν το μεγάλο βήμα», δήλωσε ο David Sandalow, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για την πολιτική γύρω από τα κρίσιμα ορυκτά στην κυβέρνηση Ομπάμα.
Πηγή: skai.gr