Επίθεση στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης τα οποία κατηγόρησε ότι «λένε βλακείες» για τον ίδιο, χωρίς βέβαια να είναι αποκλειστικό τους προνόμιο (λένε και αλλού βλακείες τα ΜΜΕ…), εξαπέλυσε ο πολύς υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, Βόλφγανγκ Σόιμπλε, στις ερωτήσεις που ακολούθησαν την ομιλία του στο φημισμένο ινστιτούτο Brookings της Ουάσιγκτον, ενώ και οι απόψεις του για μια… γερμανοκεντρική οικονομία της ΕΕ, θα προκαλέσουν συζητήσεις και αντιδράσεις.
Υπεραμυνόμενος της στάσης του ανέφερε ότι έχει πολλές φορές μιλήσει μέσα από το Κοινοβούλιο για την ανάγκη να δούμε ξεκάθαρα την κατάσταση των Ελλήνων που υποφέρουν χειρότερα από τους Γερμανούς, ενώ σε μια αναφορά που μόνο ως χιουμοριστική μπορεί να εκληφθεί δεδομένης της στάσης του το τελευταίο διάστημα, είπε ότι με τον Γιάνη Βαρουφάκη… διατηρεί καλές σχέσεις.
Αναφερόμενος στην ουσία του προβλήματος με την Ελλάδα, ανέφερε ότι η χώρα μας θα αποφασίσει από μόνη της τι θέλει να γίνει από εκεί και πέρα. Αν χρειάζεται περισσότερα χρήματα, θα πρέπει να κάνει τις μεταρρυθμίσεις, σε μια έμμεση επιβεβαίωση της απόλυτης ακαμψίας του στο θέμα της διαπραγμάτευση, που θα περιγραφόταν γλαφυρά με το «εγώ πληρώνω, άρα εγώ θέτω τους όρους»…
Παραδέχθηκε ωστόσο, ότι ενδεχόμενο Grexit εγκυμονεί κινδύνους για την παγκόσμια οικονομία, προσθέτοντας ότι οι Ευρωπαίοι και οι Γερμανοί έχουν την πολιτική και οικονομική ευθύνη να μην πάρουμε το ρίσκο που θα διαταράξει την παγκόσμια οικονομική σταθερότητα. Αποκάλεσε τον Γιάνη Βαρουφάκη ως «έμπειρο οικονομολόγο», ώστε να αντιλαμβάνεται τι πρέπει να γίνει.
«Η Ελλάδα προσπαθεί να πάρει την εκκρεμή δόση αλλά θα πρέπει να έρθει έκθεση στο Eurogroup από τους θεσμούς που να λέει ότι ολοκλήρωσε τις μεταρρυθμίσεις», δίνοντας το μήνυμα ότι πλησιάζει η ώρα που θα σταθεί από μόνη της στα πόδια της. Σε μια καταφανώς ειρωνική αναφορά δήλωσε ότι θα ήταν ευτυχής εάν η Ελλάδα έβρισκε χώρα να τη δανείσει, στη Ρωσία, ή την Κίνα, ή τη Νέα Υόρκη, όπως είπε.
Απαντώντας στην ερώτηση πως θα επιβιώσει η Ελλάδα στην Ευρωζώνη στο θεωρητικό ενδεχόμενο που κάνει ό,τι τις ζητιέται, αλλά έχει στην «πλάτη» ένα βάρος χρέους που ανέχεται στο 175% του ΑΕΠ, είπε ότι καθένας θα πρέπει να μείνει στα συμφωνηθέντα. Το πρόγραμμα κατάφερε στην Ελλάδα να φέρει ανάπτυξη γρηγορότερα από το αναμενόμενο καθώς και πρωτογενές πλεόνασμα. Δήλωσε ότι σέβεται τη νέα δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση αλλά επιθυμεί να ακούσει από αυτήν ποιο είναι το σχέδιο για να βγει ξανά στις αγορές.
Όπως τόνισε, εάν υποτεθεί ο Γιάνης Βαρουφάκης θα είναι υπουργός Οικονομικών για τα επόμενα 6 χρόνια (διακρίνει κανείς κάποια ειρωνεία κι εδώ;), το πρόβλημά του δε θα είναι το χρέος. Πιο πολύ θα πρέπει να ανησυχεί για τις άλλες αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας, όπως το θεσμικό περιβάλλον. Όπως είπε ο Σόιμπλε, «στην Ελλάδα ο κατώτερος μισθός είναι πιο υψηλός από πολλά κράτη-μέλη, ενώ η αναλογία στο Δημόσιο είναι η μεγαλύτερη κάθε άλλης χώρας της ΕΕ. Θα είναι δύσκολο για την Ελλάδα έτσι να γίνει ανταγωνιστική».
Σε μία ακόμη αμφιλεγόμενη αναφορά στον Γιάνη Βαρουφάκη, είπε ότι «είναι διάσημος οικονομολόγος» αλλά δεν είναι και ο πρώτος στο είδος του (εννοούσε ότι έχουν κι άλλοι αντιμετωπίσει τέτοια προβλήματα; Ή μήπως αμφισβητούσε εμμέσως την «αυθεντία» του Έλληνα, λες και ποτέ ισχυρίστηκε ο ίδιος κάτι τέτοιο…), ενώ σε άλλο σημείο ανέφερε, ότι ως οικονομολόγος προς οικονομολόγο θα τον συμβούλευε ιδιωτικά…
Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε όμως μίλησε και για τη γερμανική οικονομία και συνολικότερα για την οικονομία της Ευρωζώνης. Είπε ότι οι ευρωπαϊκές πολιτικές κινούνται αργά αλλά στο τέλος επιτυγχάνουν, ενώ για την ΕΕ αναμένεται θετική ανάπτυξη.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε η αναφορά του στο ότι «τα παραδοσιακά εργαλεία της μακροοικονομίας δε λειτουργούν πλέον» και πως «οι επεκτατικές νομισματικές και δημοσιονομικές πολιτικές είναι η κύρια αιτία εξασθένισης των οικονομιών», καθώς η αναφορά αυτή αποτελεί τη θεωρητική θεμελίωση της προτίμησης της χώρας του στη δημοσιονομική πειθαρχία και τη λιτότητα.
Ως απάντηση στην πρόκληση έδωσε τη «βιώσιμη ανάπτυξη , το σταθερό οικονομικό πλαίσιο για βιώσιμη οικονομική δραστηριότητα, ένα πλαίσιο τέτοιο που να εμπνέει εμπιστοσύνη στις αγορές, γιατί στις προσδοκίες και την ψυχολογία των αγορών παίζεται το παιχνίδι», ενώ πρόσθεσε ότι σημαντικότατο είναι το θεσμικό περιβάλλον, γιατί είναι ο βασικότερος λόγος για ανεπαρκή ανάπτυξη, ακόμα και στη Γερμανία!
Γινόμενος πιο συγκεκριμένος, είπε ότι «στη Γερμανία φροντίζουμε οι κρατικές δαπάνες να μην ξεπερνούν τον ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ, συνεχίζουμε να εφαρμόζουμε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, κάνουμε προγράμματα για επενδύσεις, προτιμούμε να μειώνουμε τη φορολογία αντί να αυξάνουμε τις δαπάνες» και ως απόδειξη της ορθότητας της πολιτικής αυτής έφερε την Ιρλανδία, την Ισπανία και την Πορτογαλία, για τις οποίες είπε ότι έκαναν «πραγματικές μεταρρυθμίσεις».
Εντύπωση προκάλεσε η εμμονή του να διατυπώνει την άποψη ότι το μεγάλο πλεόνασμα της Γερμανίας (300 δις), είναι καλό για την οικονομία της Ευρωζώνης, λέγοντας ότι «την εξισορροπεί ως σύνολο, ανεβάζει το πλεόνασμά της» και ότι με αυτό η Γερμανία κάνει άμεσες ξένες επενδύσεις (ύστερα ενίσταται όταν του αντιτείνουν για καθυπόταξη οικονομική της Ευρώπης στη γερμανική οικονομική ισχύ). Είπε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει όλα τα στοιχεία και εξετάζει πως αποκτήθηκε το πλεόνασμα αυτό, εάν αποκτήθηκε με διαφανείς διαδικασίες. Πάντως, η Γερμανία, είπε ο κ. Σόιμπλε, δεν θέλει να το χρησιμοποιήσει για κρατικές επενδύσεις-δαπάνες.
Εμφανίστηκε να μην ανησυχεί για την άνοδο του ευρωσκεπτικισμού στην Ευρώπη, με την αναφορά ότι εάν προέκυπτε θέμα κατάρρευσης της Ε.Ε., όλοι θα προσέτρεχαν στις κάλπες να την υποστηρίξουν, αποκαλώντας το φαινόμενο ως «πρόβλημα των δυτικών δημοκρατιών». Για να εξισορροπήσει λίγο τις εντυπώσεις, είπε ότι η ΕΕ χρειάζεται διαφάνεια.
Τέλος, τάχθηκε υπέρ της ενδυνάμωσης των ευρωατλαντικών σχέσεων, ενώ ζήτησε έμμεσα υπέρ της μεταρρύθμισης των ποσοστώσεων στο ΔΝΤ, λέγοντας πως η Γερμανία θα ήταν χαρούμενη αν προχωρούσε τέτοια πρωτοβουλία…