ΠΟΥΤΙΝ: O Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν προφανώς δεν θέλει να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα, όπως κατά πάσα πιθανότητα δεν θέλει να συνεχίσει την «ειδική στρατιωτική του επιχείρηση» κατά της Ουκρανίας.
Διαβάστε όλες τις ειδήσεις από το tilegrafimanews.gr
Εξακολουθεί να δινει το στίγμα του ωστόσο, γιατί δύσκολα μπορεί να κερδίσει και να απεμπλακεί από το μέτωπο.
Αυτό σημαίνει επίσης ότι μπορεί να καταφύγει στα πυρηνικά, όπως απείλησε οτι θα κάνει για μια ακόμη φορά αυτή την εβδομάδα. Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους, όπως και οι υποτιθέμενοι «φίλοι» του Πούτιν στην Κίνα και αλλού, πρέπει να αποφασίσουν άμεσα πώς θα αντιδράσουν.
«Κλιμάκωση για την αποκλιμάκωση»
Για τον Πούτιν, η πυρηνική κλιμάκωση έχει να κάνει με την πολιτική του επιβίωση, καθώς μετά την εισβολή στην Ουκρανία δύσκολα μπορεί να αποσυρθεί μετά από όλα όσα έχει προκαλέσει. Ως γνώστης της ιστορίας των Τσάρων, γνωρίζει ότι το τέλος του μπορεί να είναι ακατάστατο, σημειώνει η Washington Post.
Αυτός είναι ο λόγος που πιθανότατα καταφεύγει σε ένα ρωσικό δόγμα που οι δυτικοί αναλυτές αποκαλούν «κλιμάκωση για την αποκλιμάκωση». Σημαίνει οτι στρέφεται στα πυρηνικά για να αποφευχθεί η απώλεια ενός συμβατικού (μη πυρηνικού) πολέμου. Ο Πούτιν θα πυροδοτούσε ένα ή περισσότερα «τακτικά» (σε αντίθεση με τα «στρατηγικά») πυρηνικά.
Πρόκειται για εκρήξεις χαμηλής απόδοσης αρκετά μεγάλες ώστε να εξαλείψουν μια θέση ουκρανικού στρατού ή έναν κόμβο εφοδιασμού, αλλά πολύ «μικρές» για να «σβήσουν» μια ολόκληρη πόλη. Ρίχνοντας μια τέτοια βόμβα, ο Πούτιν θα έδειχνε οτι ειναι πρόθυμος να κάνει περισσότερα. Το κίνητρό του θα ήταν να αναγκάσει την Ουκρανία να παραδοθεί και τη Δύση να απεμπλακεί από τη σύγκρουση, αλλά χωρίς αυτόματα αντίποινα από τις ΗΠΑ. Ο Πούτιν θέλει να παραιτηθούν οι εχθροί του, ώστε να μπορέσει να ανακηρύξει τη νίκη του και να παραμείνει στην εξουσία.
Μια τέτοια πράξη απόγνωσης, είναι αυτονόητο, θα σηματοδοτούσε την πιο σκοτεινή στροφή στην ανθρώπινη ιστορία από τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι. Όχι μόνο θα σκότωνε, θα ακρωτηρίαζε και θα τραυμάτιζε μεγάλους αριθμούς αθώων ανθρώπων -αυτό άλλωστε συμβαίνει ήδη στον πόλεμο- αλλά θα προκαλούσε διαρκή τρόμο σε ολόκληρο τον κόσμο. Η κλιμάκωση του Πούτιν θα κατέρριπτε το ταμπού της εποχής του «Ψυχρού Πολέμου» κατά της χρήσης πυρηνικών για οτιδήποτε άλλο εκτός από την αποτροπή.
Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, τα άλλα πυρηνικά κράτη θα λάμβαναν το μήνυμα. Αυτό με τη σειρά του θα ανάγκαζε τις χώρες που έχουν εγκαταλείψει τα πυρηνικά όπλα στο όνομα της μη διάδοσης ή του αφοπλισμού , όπως έκανε η Ουκρανία τη δεκαετία του 1990, να δημιουργήσουν τα δικά τους οπλοστάσια. Η Συνθήκη για τη Μη Διάδοση των Πυρηνικών θα ήταν νεκρή. Ο πυρηνικός πόλεμος, από σχέδιο ή ατύχημα, θα γινόταν εφιαλτική πραγματικότητα σε περισσότερα μέρη, από τη Δυτική έως τη Νότια και την Ανατολική Ασία.
Η απάντηση της Δύσης
Τι πρέπει, λοιπόν, να κάνει ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, η Ευρώπη και η Δύση; Μια απάντηση σε ένα περιορισμένο ρωσικό πυρηνικό χτύπημα είναι να διπλασιαστούν, να τριπλασιαστούν ή να τετραπλασιαστούν όλα τα μέτρα που έχει ήδη λάβει η Δύση κατά του καθεστώτος του Πούτιν, αποκόπτοντας εντελώς τη Ρωσία από τον δυτικό κόσμο. Αντί να υποχωρήσει, η Δύση θα έστελνε επίσης περισσότερα όπλα στην Ουκρανία και περισσότερες δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένων πυρηνικών όπλων, στο ανατολικό μέτωπο του ΝΑΤΟ.
Μια τέτοια σκόπιμα περιορισμένη απάντηση θα είχε ως στόχο να σταματήσει μια κλιμάκωση πριν ξεκινήσει. Το πρόβλημα είναι ότι ο Πούτιν μπορεί να μην βρει αυτή την απάντηση αρκετά τρομακτική για να αποτραπεί. Οι κυρώσεις άλλωστε φαίνεται πως ήδη δεν λειτουργούν και αν ο Πούτιν φοβάται το τέλος της θητείας ή της ζωής του, θα γινόταν ακόμη πιο επικίνδυνος. Ένα άλλο πρόβλημα είναι ότι μια συγκρατημένη απάντηση θα φαινόταν ανεπαρκής για τους Ουκρανούς και τον υπόλοιπο κόσμο.
Σε ένα τέτοιο σενάριο, δικτάτορες όπως ο Κιμ Γιονγκ Ουν της Βόρειας Κορέας θα μπορούσαν να συμπεράνουν ότι μπορεί κανείς να καταφύγει ανενόχλητος στα πυρηνικά. Επομένως, η απάντηση πρέπει να είναι πιο σκληρή. Ο Μπάιντεν έχει δύο στρατιωτικές επιλογές. Η μία ειναι να αναπτύξει επίσης ένα τακτικό πυρηνικό χαμηλής απόδοσης για επίδειξη, στον Αρκτικό Ωκεανό, λόγου χάρη ή στην απομακρυσμένη Σιβηρία. Το ραδιενεργό νέφος θα ήταν μήνυμα για τον Πούτιν, ενώ θα καθησύχαζε επίσης τους Ουκρανούς και τον κόσμο ότι οι ΗΠΑ θα απαντήσουν αντιστοίχως στην κλιμάκωση.
Το πρόβλημα είναι ότι αυτό θα μετέτρεπε την αντιπαράθεση σε αποκάλυψη που πιθανώς θα οδηγούσε σε μια σειρά τακτικών εκρήξεων. Και η Ρωσία, η οποία είναι περίπου ίση με τις ΗΠΑ σε στρατηγικά πυρηνικά, έχει περίπου 10 φορές περισσότερες τακτικές κεφαλές για να «κάνει παιχνίδι» Τα σενάρια καθίστανται αδύνατο να υπολογιστούν, ειδικά αν ληφθεί υπόψη το ανθρώπινο λάθος. Θα υπήρχε ο κίνδυνος του Αρμαγεδδώνα. Η καλύτερη στρατιωτική επιλογή επομένως θα ήταν ένα συμβατικό χτύπημα των ΗΠΑ στις ρωσικές δυνάμεις.
Ο στόχος θα μπορούσε να είναι η ακριβής βάση από την οποία ξεκίνησε το πυρηνικό χτύπημα. Ή μπορεί να είναι τα ρωσικά στρατεύματα στην Ουκρανία. Αυτό θα έδειχνε στην Ουκρανία και τον κόσμο ότι οποιαδήποτε παραβίαση του «πυρηνικού ταμπού» θα τιμωρηθεί. Και το μήνυμα προς τον Πούτιν θα ήταν ότι δεν μπορεί να επιλέξει την κλιμάκωση για την αποκλιμάκωση, γιατί η Δύση θα παρέμβει για να τον νικήσει.
Ο κίνδυνος Γ Παγκοσμίου Πολέμου
Το μειονέκτημα, προφανώς, είναι ότι αυτό ισοδυναμεί με μια άμεση σύγκρουση μεταξύ της Ρωσίας και του ΝΑΤΟ, και ως εκ τούτου εγκυμονεί τον κίνδυνο του Τρίτου Παγκοσμίου Πολέμου, με τον πυρηνικό Αρμαγεδδώνα να παραμένει το επικρατέστερο σενάριο στο τέλος. Ο Πούτιν μπορεί να συμπεράνει ότι οι ΗΠΑ δεν είναι διατεθειμένες να ανταποδώσουν με πυρηνικά και να εξαπολύσει ακόμη περισσότερα πυρηνικά πλήγματα.
Η καλύτερη επιλογή την οποία φέρεται να επιλέγει επί του παρόντος ο Μπάιντεν είναι να παραμένει σκόπιμα ασαφής δημόσια. Το μειονέκτημα είναι ότι αυτό κάνει ακόμα και τους Ουκρανούς να μαντεύουν. Το πλεονέκτημα είναι ότι ο Πούτιν μπορεί να φοβάται επίσης για τα χειρότερα.
Αν υπάρχει κάποια αχτίδα ελπίδας σε αυτή τη σκοτεινή εποχή, φάνηκε στο Ουζμπεκιστάν την περασμένη εβδομάδα, όταν ο Πούτιν συνάντησε τους ηγέτες της Ινδίας και της Κίνας, Ναρέντρα Μόντι και Σι Τζινπίνγκ. Και οι δύο χώρες είναι πυρηνικές δυνάμεις. Η Ινδία είναι αδέσμευτη, η Κίνα φέρεται να συντάσσεται με τον Πούτιν. Και οι δύο ωστόσο εξέφρασαν απερίφραστα στον Πούτιν την «ανησυχία» τους για το συνεχιζόμενο πόλεμο.
Ανεξάρτητα από την εχθρότητα μεταξύ Πεκίνου και Ουάσιγκτον, ανεξάρτητα από τις άλλες συγκρούσεις που συμβαίνουν, το φάσμα του πυρηνικού πολέμου πρέπει και μπορεί να ενώσει τον κόσμο ενάντια στην απειλή. Ο Μπάιντεν, ο Σι Τζινπίνγκ και όλοι οι άλλοι παγκόσμιοι ηγέτες θα μπορούσαν να παραμερίσουν τις διαφορές τους και να στείλουν στον Πούτιν το ξεκάθαρο μήνυμα, οτι αν καταφύγει στα πυρηνικά, θα φροντίσουν ώστε να βγει από το προσκήνιο.
Η Ευρώπη και τα πυρηνικά
H ιδέα της αύξησης του αριθμού των μεμονωμένων ευρωπαϊκών χωρών με δικά τους πυρηνικά όπλα θεωρείται σήμερα αδιανόητη. Ωστόσο, μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, πολλές ευρωπαϊκές χώρες αναλογίστηκαν τα πυρηνικά όπλα. Η Σουηδία για παράδειγμα είχε το δικό της πρόγραμμα πυρηνικών όπλων μετά τον πόλεμο και πρόσφατη έρευνα δείχνει ότι ήταν πιο κοντά στην κατοχή πυρηνικών όπλων από ό,τι πιστεύαμε προηγουμένως.
Επίσης, τη δεκαετία του 1950, η κυβέρνηση του Γερμανού καγκελαρίου Κόνραντ Αντενάουερ επεξεργαζόταν την ιδέα κατασκευής μιας ευρωπαϊκής βόμβας με τη Γαλλία και την Ιταλία. Ως αποτέλεσμα, τον Νοέμβριο του 1957, ο Γερμανός υπουργός Άμυνας Φραντς Γιόζεφ Στράους υπέγραψε μυστική συμφωνία με τους ομολόγους του από το Παρίσι και τη Ρώμη. Στόχος τους να κάνουν την Ευρώπη ανεξάρτητη από την πυρηνική ομπρέλα των ΗΠΑ.
Η ιδέα εγκαταλείφθηκε αργότερα λόγω του Σαρλ ντε Γκωλ, ο οποίος ήθελε η Γαλλία να έχει τα δικά της πυρηνικά όπλα. Η ιδέα μιας κοινής ευρωπαϊκής βόμβας δεν απέκτησε ποτέ ισχύ. Ο σύμβουλος πολιτικής ασφαλείας της πρώην καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ πρότεινε η Γερμανία να ξεκινήσει στρατηγικό διάλογο με τη Γαλλία με επίκεντρο το εάν και πώς οι Ευρωπαίοι μπορούν από κοινού να συμβάλλουν στην πυρηνική αποτροπή κατά της Ρωσίας.
Θεωρούσε οτι η γερμανική κυβέρνηση και άλλα κράτη μέλη της ΕΕ θα μπορούσαν να συμμετάσχουν οικονομικά στο γαλλικό πρόγραμμα πυρηνικών όπλων, με αντάλλαγμα τον σχεδιασμό και την ανάπτυξη γαλλικών ατομικών όπλων σε άλλα μέρη της ΕΕ.
Εναλλακτικά, θα μπορούσε κανείς να φανταστεί ένα κοινό ευρωπαϊκό πρόγραμμα, υπό τη γαλλική ηγεσία. Η πρόταση του Προέδρου Μακρόν το 2020 άνοιξε το δρόμο για μια τέτοια εξέλιξη. Επιπλέον, η σύνδεση του Ηνωμένου Βασιλείου στο πρόγραμμα θα «σφράγιζε» το Ηνωμένο Βασίλειο στην ευρωπαϊκή κοινή άμυνα, εξέλιξη που αρχίζει ήδη να γίνεται πραγματικότητα στο πλαίσιο του πολέμου στην Ουκρανία.
Σήμερα, ο πόλεμος συνεχίζεται και ένα πιθανό πυρηνικό χτύπημα από τη Ρωσία παραμένει πιθανότητα. Προς το παρόν και για τις μελλοντικές της προκλήσεις, η Ευρώπη πρέπει να βγάλει συμπεράσματα να αναλύσει τι σημαίνει η απειλή για την ασφάλεια της γηραιάς ηπείρου και τι πρέπει να κάνουν οι ευρωπαϊκές χώρες για να ενισχύσουν την πυρηνική τους αποτροπή και την ασφάλειά τους.
Νατάσα Παυλοπούλου/newsbomb.gr