Εξήντα επτά δημοσιογράφοι σκοτώθηκαν σε όλο τον κόσμο το 2015 εξαιτίας του επαγγέλματός τους, κυρίως στη Γαλλία, η τρίτη πλέον πληγείσα χώρα λόγω της επίθεσης εναντίον της εφημερίδας Charlie Hebdo, σύμφωνα με τον ετήσιο απολογισμό των Δημοσιογράφων χωρίς Σύνορα (RSF) που δόθηκε την Τρίτη στη δημοσιότητα.
Είκοσι επτά «πολίτες-δημοσιογράφοι» (μπλόγκερ) και επτά συνεργάτες μέσων ενημέρωσης έχουν επίσης δολοφονηθεί, σύμφωνα με τη ΜΚΟ που ζητεί τον διορισμό «χωρίς καθυστέρηση ενός ειδικού εκπροσώπου για την προστασία των δημοσιογράφων στη Γενική Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών». Το 2014, 66 δημοσιογράφοι δολοφονήθηκαν, σύμφωνα με τους RSF.
Στην κορυφή του καταλόγου των χωρών που ήταν οι πιο φονικές για τους δημοσιογράφους φέτος βρίσκονται το Ιράκ και η Συρία, και ακολουθούν η Γαλλία, η Υεμένη, το Νότιο Σουδάν, η Ινδία, το Μεξικό και οι Φιλιππίνες.
Σύμφωνα με τους RSF, εννέα δημοσιογράφοι σκοτώθηκαν στο Ιράκ το 2015, άλλοι τόσοι στη Συρία και οκτώ στη Γαλλία, μεταξύ των δώδεκα θυμάτων της επίθεσης των τζιχαντιστών εναντίον του Charlie Hebdo στις 7 Ιανουαρίου.
Η επίθεση αυτή «συνέβαλε στην αναστροφή της τάσης του 2014 όπου τα δύο τρίτα των δημοσιογράφων που σκοτώθηκαν σε όλο τον κόσμο ήταν σε περιοχές όπου σημειώνονται συγκρούσεις. Φέτος, αντίθετα, τα δύο τρίτα των δημοσιογράφων που σκοτώθηκαν έχασαν τη ζωή τους σε καιρό ειρήνης», υπογραμμίζει η οργάνωση.
Περιλαμβάνοντας και τους «ύποπτους θανάτους», οι RSF καταμετρούν συνολικά 110 δολοφονίες δημοσιογράφων φέτος. «Αυτή η ανησυχητική κατάσταση οφείλεται σε μια σκόπιμη βία εναντίον των δημοσιογράφων και μαρτυρεί την αποτυχία των πρωτοβουλιών για την προστασία τους», σύμφωνα με την οργάνωση.
Από το 2005, τουλάχιστον 787 δημοσιογράφοι σκοτώθηκαν εξαιτίας του επαγγέλματός τους. Οι RSF καταγράφουν «τις βιαιοπραγίες που σημάδεψαν τη χρονιά», ξεκινώντας από την επίθεση εναντίον του Charlie Hebdo, αλλά και από τη δολοφονία του ιάπωνα δημοσιογράφου Κέντζι Γκότο που «σκηνοθέτησε» η οργάνωση Ισλαμικό Κράτος.
«Ατιμωρησία»
Το Μεξικό βίωσε μια «ακραία δολοφονία», συνεχίζουν οι RSF, εκείνην του φωτοδημοσιογράφου Ρούμπεν Εσπινόσα, που βρέθηκε νεκρός τον Αύγουστο, «φέροντας ίχνη βασανιστηρίων» δίπλα σε τέσσερις γυναίκες σε ένα διαμέρισμα στην Πόλη του Μεξικού. «Η δολοφονία του προκάλεσε ένα κύμα οργής και τη συνειδητοποίηση για την κραυγαλέα έλλειψη προστασίας των δημοσιογράφων στο Μεξικό», υπογραμμίζουν οι RSF, υπενθυμίζοντας ότι ένας νόμος για την προστασία τους τέθηκε σε ισχύ μερικές ημέρες αργότερα, αλλά μόνο στην περιοχή της Πόλης του Μεξικού.
Οι RSF αναφέρουν τέλος τη δολοφονία στη Σομαλία της Χιντίγιο Χάτζι Μοχάμεντ, μίας από τις δύο γυναίκες δημοσιογράφους που σκοτώθηκαν φέτος στον κόσμο.
Η δημοσιογράφος της δημόσιας τηλεόρασης «υπέκυψε στα τραύματα που της προκάλεσε η επίθεση με παγιδευμένο αυτοκίνητο που φέρει την υπογραφή των ισλαμιστών μαχητών Σεμπάμπ στις 3 Δεκεμβρίου στο Μογκαντίσου», εκτιμούν οι RSF, που καταγγέλλουν την «ατιμωρησία» των εγκλημάτων που διαπράττονται κατά των δημοσιογράφων στη χώρα αυτή. Ο σύζυγός της, επίσης δημοσιογράφος, ήταν και εκείνος θύμα μιας επίθεσης τον Σεπτέμβριο του 2012.
«Είναι επιτακτική ανάγκη να δημιουργηθεί ένας συγκεκριμένος μηχανισμός προκειμένου να εφαρμοστεί το διεθνές δίκαιο για την προστασία των δημοσιογράφων. Σήμερα μη κρατικές ομάδες διαπράττουν στοχευμένες βιαιοπραγίες εναντίον τους, ενώ πολλά κράτη δεν σέβονται τις υποχρεώσεις τους», αναφέρει σε μια ανακοίνωση ο γενικός γραμματέας των RSF, Κριστόφ Ντελουάρ.
Η οργάνωση εκφράζει επίσης λύπη για τις συνθήκες υπό τις οποίες έχασαν τη ζωή τους 43 δημοσιογράφοι φέτος, οι οποίες «παραμένουν απροσδιόριστες, λόγω της έλλειψης επίσημων αμερόληπτων και εις βάθος ερευνών λόγω της απροθυμίας των κρατών». Καταγγέλλει «την ατιμωρησία των εγκλημάτων που διαπράττονται εναντίον των δημοσιογράφων σε πολλές περιοχές του κόσμου».
Εκτός από αυτές τις δολοφονίες, 54 δημοσιογράφοι κρατούνταν όμηροι στον κόσμο στα τέλη του 2015, έναντι 40 το 2014, έστω και εάν φέτος σημειώθηκαν λιγότερες απαγωγές απ΄ό,τι πέρυσι, σύμφωνα με έκθεση που δημοσίευσαν ήδη από τα μέσα Δεκεμβρίου οι RSF.