Αυτή όπως και άλλες Γιαζίντι απήχθη, κοκοποιήθηκε, πουλήθηκε βιάστηκε.
Η Τζινάν έπεσε στα χέρια των τζιχαντιστών στις αρχές του καλοκαιριού του 2014 και κρατήθηκε για τρεις μήνες πριν καταφέρει να ξεφύγει.
Την αγόρασαν δύο άνδρες ένα πρώην αστυνομικός και ένας ιμάμης. «Μας βασάνιζαν, προσπαθούσαν να μας αλλάξουν πίστη. Αν αρνούμασταν μας έδερναν, μας αλυσόδεναν στον ήλιο και μας ανάγκαζαν να πίνουμε νερό με νεκρά ποντίκια μέσα σε αυτό. Κάποιες φορές μας απειλούσαν ότι θα μας βασανίσουν με ηλεκτρισμό».
«Δεν είναι άνθρωποι. Παίρνουν συνέχεια ναρκωτικά. Αναζητούν εκδίκηση εναντίον όλων. Λένε ότι μία μέρα θα κυριαρχήσουν σε όλο τον κόσμο».
Στο βιβλίο της περιγράφει πως γίνεται το σκλαβοπάζαρο. «Συγκεντρώνουν όλες τις γυναίκες μέσα σε ένα δωμάτιο. Οι μαχητές κυκλοφορούν και επιλέγουν ποια κορίτσια θέλουν».
Οι καλύτερες προσφορές γίνονταν για τις ξανθές Γιαζίντι με μπλε μάτια.
Η ίδια λέει ότι εκτός από Ιρακινούς και Σύρους σε αυτά τα σκλαβοπάζαρα είδε και Δυτικούς την εθνικότητα των οποίων δεν μπορούσε να καταλάβει.
Τα πιο όμορφα κορίτσια πήγαιναν στα ηγετικά στελέχη από το Ισλαμικό Κράτος ή σε πλούσιους πελάτες από χώρες του Κόλπου.
Μετά την απόδρασή της η Τζινάν επέστρεψε στο σύζυγό της και τώρα ζει σε προσφυγικό στρατόπεδο Γιαζίντι στο ιρακινό Κουρδιστάν.