Τραμπ: Η Ουάσινγκτον βρίσκεται σε καθεστώς πολιτικής και οικονομικής αναταραχής καθώς ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ εξετάζει πλέον το ενδεχόμενο μαζικών απολύσεων στην ομοσπονδιακή διοίκηση.
Ρεπορτάζ: Παντελής Χαριτάκης- tilegrafimanews.gr
Η απόφαση αυτή, που χαρακτηρίζεται από διεθνή μέσα ενημέρωσης ως «πρωτοφανής και επικίνδυνη κίνηση εξουσίας», έρχεται την ώρα που η κυβέρνηση παραμένει κλειστή για δεύτερη ημέρα, με εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους σε αναστολή και τις πολιτικές αντιπαραθέσεις να οξύνονται.
«Χιλιάδες θέσεις στο στόχαστρο» – Το σχέδιο Τραμπ για δραστικές περικοπές
Όπως ανακοίνωσε η γραμματέας Τύπου του Λευκού Οίκου, Καρολάιν Λίβιτ, «είναι πιθανό να απολυθούν χιλιάδες υπάλληλοι» καθώς η κυβέρνηση προχωρά στην αξιολόγηση όλων των οργανισμών που, όπως υποστηρίζει, «δεν ευθυγραμμίζονται με τις αξίες της διοίκησης και αποτελούν σπατάλη χρημάτων των φορολογουμένων».
Ο ίδιος ο Τραμπ, με ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, επιβεβαίωσε ότι πρόκειται να συναντηθεί με τον διευθυντή προϋπολογισμού Ράσελ Βόουτ, προκειμένου να καθοριστεί ποιες υπηρεσίες θα περικοπούν και αν οι περικοπές αυτές θα είναι προσωρινές ή μόνιμες. «Οι περισσότερες από τις υπηρεσίες των Δημοκρατικών είναι πολιτική απάτη», έγραψε, εξαπολύοντας ευθεία επίθεση στους αντιπάλους του.
Η απόφαση αυτή εντάσσεται στη στρατηγική των Ρεπουμπλικάνων να πιέσουν το Δημοκρατικό Κόμμα να ψηφίσει υπέρ της επαναλειτουργίας της κυβέρνησης. Όπως σημείωσε ο πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, Μάικ Τζόνσον, «ο πρόεδρος έχει την εξουσία να απολύει εργαζόμενους και να μειώσει τις δαπάνες κατά τη διάρκεια ενός shutdown. Αν οι Δημοκρατικοί επιλέξουν να κρατήσουν την κυβέρνηση κλειστή, θα γίνει όλο και πιο επώδυνο».
Λευκός Οίκος – Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση ΗΠΑ
Διεθνής αντίδραση: «Μια επικίνδυνη στροφή στον κρατικό μηχανισμό»
Η είδηση προκάλεσε έντονες αντιδράσεις όχι μόνο εντός ΗΠΑ αλλά και διεθνώς. Η BBC χαρακτήρισε το σχέδιο του Τραμπ «μία από τις πιο επιθετικές κινήσεις ενός Αμερικανού προέδρου εναντίον του ίδιου του διοικητικού μηχανισμού», σημειώνοντας ότι «η μαζική αποπομπή υπαλλήλων εν μέσω shutdown ενδέχεται να οδηγήσει σε βαθιά πολιτειακή κρίση».
Από την πλευρά της, η Washington Post αναφέρει ότι «η τακτική του Τραμπ είναι περισσότερο πολιτική απειλή παρά οικονομικό σχέδιο», τονίζοντας ότι το 58% των Αμερικανών θεωρεί τον ίδιο και τους Ρεπουμπλικάνους υπεύθυνους για το κλείσιμο της κυβέρνησης, έναντι μόλις 41% που κατηγορεί τους Δημοκρατικούς.
Το CNN κάνει λόγο για «μια πρωτοφανή κατάσταση» και επισημαίνει ότι η πρόθεση του Τραμπ να μειώσει δραματικά το μέγεθος της κυβέρνησης αποτελεί κεντρικό πυλώνα της δεύτερης θητείας του. «Η μάχη δεν είναι μόνο για τον προϋπολογισμό αλλά για τον ίδιο τον χαρακτήρα του αμερικανικού κράτους», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Shutdown και πολιτική αντιπαράθεση – Στο επίκεντρο η υγεία και οι κρατικές επιδοτήσεις
Το πολιτικό αδιέξοδο που οδήγησε στο shutdown παραμένει χωρίς διέξοδο. Οι Δημοκρατικοί ζητούν να ενταχθούν στο νέο πακέτο χρηματοδότησης οι επιδοτήσεις υγειονομικής περίθαλψης στο πλαίσιο του νόμου Affordable Care Act, που λήγουν στο τέλος του έτους. Οι Ρεπουμπλικάνοι, από την άλλη, δηλώνουν ότι πρώτα πρέπει να εγκριθεί η κρατική χρηματοδότηση και μετά να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις για τα κοινωνικά προγράμματα.
«Οι Δημοκρατικοί θέλουν να διαπραγματευτούν σαν τρομοκράτες», δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ, κατηγορώντας την άλλη πλευρά για «κακόπιστη στάση».
Η Δημοκρατική γερουσιαστής Ελίζαμπεθ Γουόρεν, από τη Μασαχουσέτη, αντέτεινε ότι «οι Ρεπουμπλικάνοι αρνούνται να συμμετάσχουν σε οποιαδήποτε ουσιαστική συνομιλία», ενώ τόνισε πως «οι πολίτες πληρώνουν ήδη το τίμημα μιας κυβέρνησης που παραμένει κλειστή χωρίς λόγο».
Τεράστιες οικονομικές απώλειες – Κόστος 400 εκατ. δολαρίων την ημέρα
Οι συνέπειες του shutdown είναι ήδη δραματικές. Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσουεκτιμά ότι περίπου 750.000 δημόσιοι υπάλληλοι έχουν τεθεί σε αναστολή εργασίας, με το κόστος να ανέρχεται σε περίπου 400 εκατομμύρια δολάρια ημερησίως σε χαμένες αποδοχές.
Η οικονομική ζημιά δεν περιορίζεται στις δημόσιες υπηρεσίες. Καθυστερούν έργα υποδομής, παγώνουν προγράμματα καθαρής ενέργειας, ενώ έχουν ήδη ανασταλεί χρηματοδοτήσεις μεταφορών στη Νέα Υόρκη και σε πολιτείες που στήριξαν τους Δημοκρατικούς στις εκλογές του 2024.
«Η στρατηγική του Ράσελ Βόουτ είναι σαφής: δραματική συρρίκνωση του κράτους», δήλωσε η Ρεπουμπλικανή γερουσιαστής Σέλεϊ Μουρ Καπίτο, επισημαίνοντας ότι η κυβέρνηση θέλει να επιβάλει αλλαγές μεγάλης κλίμακας στο ομοσπονδιακό σύστημα.
Τι προβλέπουν οι αναλυτές – Κλιμάκωση ή υποχώρηση
Οι πολιτικοί αναλυτές διχάζονται για την έκβαση της σύγκρουσης. Ορισμένοι εκτιμούν ότι ο Τραμπ θα επιμείνει στην «πολιτική της πυγμής» ώστε να ενισχύσει την εικόνα του ως αποφασιστικού ηγέτη ενόψει των ενδιάμεσων εκλογών. Άλλοι θεωρούν ότι η κοινωνική πίεση και οι δημοσκοπήσεις μπορεί να τον οδηγήσουν σε τακτική υποχώρηση.
«Καμία πλευρά δεν φαίνεται διατεθειμένη να κάνει πίσω», δήλωσε ο Ρεπουμπλικανός βουλευτής Μπάιρον Ντόναλντς, προβλέποντας ότι το αδιέξοδο θα συνεχιστεί και την επόμενη εβδομάδα. Από την πλευρά του, ο βουλευτής Τομ Κόουλ χαρακτήρισε το shutdown «χαζό», τονίζοντας ότι «κανένα από τα προηγούμενα δεν πέτυχε ποτέ τον στόχο του».
Η Γερουσία αναμένεται να επανέλθει σε συνεδριάσεις την Παρασκευή, αν και ο επικεφαλής των Ρεπουμπλικάνων, Τζον Θουν, προειδοποίησε ότι «είναι απίθανο να υπάρξουν ψηφοφορίες μέσα στο Σαββατοκύριακο». Η Βουλή των Αντιπροσώπων θα επιστρέψει στην Ουάσινγκτον την Τρίτη, καθυστερώντας περαιτέρω την επίλυση της κρίσης.
Το μέλλον της ομοσπονδιακής διοίκησης
Το ενδεχόμενο μαζικών απολύσεων, που για πρώτη φορά τίθεται τόσο ανοιχτά, φέρνει στο προσκήνιο ένα θεμελιώδες ερώτημα: ποιος είναι ο ρόλος και το μέγεθος του αμερικανικού κράτους στον 21ο αιώνα;
Αναλυτές του Brookings Institution εκτιμούν ότι ακόμη και αν ο Τραμπ δεν προχωρήσει τελικά στις απολύσεις, η απειλή και μόνο επαναπροσδιορίζει τις ισορροπίες εξουσίας και ενισχύει την προεδρική επιρροή απέναντι στην κρατική γραφειοκρατία.
Η αντιπαράθεση αυτή δεν είναι απλώς πολιτική. Αγγίζει τον πυρήνα της αμερικανικής δημοκρατίας, το μέλλον των κοινωνικών προγραμμάτων και την ίδια τη σχέση πολίτη–κράτους. Εάν ο Τραμπ επιμείνει, η δεύτερη θητεία του μπορεί να σημάνει την πιο ριζική αναδιάρθρωση του αμερικανικού κράτους εδώ και δεκαετίες.
Σε κάθε περίπτωση, οι επόμενες ημέρες θα είναι καθοριστικές για το αν η Ουάσινγκτον θα βγει από το αδιέξοδο ή αν η κρίση θα βαθύνει, με ανυπολόγιστες συνέπειες για την αμερικανική κοινωνία και οικονομία.