Με προσεκτικά βήματα συνεχίζονται στον Τύμβο της Μακεδονίτισσας στη Λευκωσία οι εργασίες ανασκαφής του χώρου στον οποίο τα ξημερώματα της 22ας Ιουλίου 1974 είχε καταρριφθεί από φίλια πυρά το μεταγωγικό αεροσκάφος Noratlas που μετέφερε στο πλαίσιο της αποστολής «Νίκη», καταδρομείς από το Μάλεμε της Κρήτης στη Κύπρο.
Το αεροσκάφος συνετρίβη λίγο πριν προσγειωθεί στο αεροδρόμιο Λευκωσίας, καθώς εκλήφθηκε ως τουρκικό και χτυπήθηκε από τα κυπριακά αντιαεροπορικά. Στο σημείο που έπεσε θάφτηκε κάτω από τόνους χώμα μαζί με τις σορούς των καταδρομέων και του πληρώματος που δεν απομακρύνθηκαν. Εικάζεται ότι μέσα στην άτρακτο του αεροσκάφους βρίσκονται 19 σοροί.
Μέχρι στιγμής έχει εντοπιστεί μόνο ένα μικρό μεταλλικό κομμάτι μήκους 50 εκατοστών, γεγονός που καταδεικνύει ότι η ανασκαφή έχει αρχίσει να μπαίνει στην ουσιαστική της φάση. Δεν έχει διαπιστωθεί από ποιο μέρος του αεροσκάφους είναι το μεταλλικό μέρος που βρέθηκε, καθώς όπως υποστηρίζουν αυτόπτες μάρτυρες στον χώρο θα πρέπει αν βρίσκονται διασκορπισμένα πολλά κομμάτια του αεροπλάνου αφού μετά τη πτώση ακολούθησαν εκρήξεις και υπήρξε διασπορά θραυσμάτων.
Ανιχνευτές
Η ανασκαφή στο σημείο που έχει πέσει και θαφτεί το Noratlas, ξεκίνησε στις 27 Ιουλίου με καθυστέρηση 41 ετών, παρά το ότι για χρόνια οι συγγενείς των καταδρομέων που θεωρήθηκαν αγνοούμενοι πίεζαν τόσο την Ελληνική όσο και τη Κυπριακή Κυβέρνηση.
Ήδη έχει ξηλωθεί η επιτύμβια πλάκα και το πέτρινο περιτοίχισμα που είχε δημιουργηθεί και σκάβεται ο τύμβος. Χρησιμοποιούνται ειδικοί ανιχνευτές για μέταλλα και εκρηκτικά οι οποίοι μπορούν να αντιμετωπίσουν αντικείμενα σε βάθος 40 εκατοστών. Αυτό όπως είναι αντιληπτό δεν επιτρέπει την ταχεία εκσκαφή αφού το χώμα που αφαιρείται ελέγχεται για να διαπιστωθεί αν υπάρχουν οποιαδήποτε υπολείμματα που σχετίζονται με το αεροσκάφος. Οι ερευνητές αναμένουν εκτός από τα κομμάτια του αεροσκάφους να βρουν ίχνη από υφάσματα στολών, κουμπιά, όπλα και πυρομαχικά τα οποία μετέφεραν οι καταδρομείς. Το ότι στο αεροσκάφος υπήρχαν εκρηκτικά καθιστά την κατάσταση ιδιαιτέρως επικίνδυνη αφού κάποια εξ αυτών ίσως να μην έχουν καταστραφεί με αποτέλεσμα να μην αποκλείεται η πιθανότητα κάποιας έκρηξης.
Ψάχνουν για 19
Σύμφωνα με μαρτυρίες αλλά και από τις έρευνες που έχουν γίνει μέσα στην άτρακτο του Noratlas πρέπει να βρίσκονται οι σοροί 15 καταδρομέων και των τεσσάρων μελών του πληρώματος. Δώδεκα σοροί έχουν εντοπιστεί και ταυτοποιηθεί με DNA στο στρατιωτικό νεκροταφείο της Λακατάμειας. Πρόκειται για 12 καταδρομείς τα πτώματα των οποίων είχαν βρεθεί έξω από το αεροσκάφος ή είχαν πέσει στο έδαφος κατά την κατάρριψη. Από την επιχείρηση «Νίκη 4» σώθηκε μόνο ένας καταδρομέας, ο Θανάσης Ζαφειρίου ο οποίος όταν αντιλήφθηκε ότι το αεροσκάφος δεχόταν πυρά άνοιξε τη πόρτα και πήδηξε με αποτέλεσμα να εντοπιστεί σοβαρά τραυματισμένος.
Μακάβρια λάθη
Είναι αξιοσημείωτο ότι η διαδικασία εκταφής, εντοπισμού των νεκρών και ταυτοποίησης των λειψάνων τους, για να δοθούν στις οικογένειές τους για ταφή, γίνεται μετά από αίτημα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το οποίο εξέτασε ατομική προσφυγή των οικογενειών των καταδρομέων Στέφανου Τσιλιβάκη και Κοσμά Γιαννακάκη, οι οποίοι επέβαιναν στο Noratlas. Το 1979, η ΕΛΔΥΚ είχε παραδώσει στην οικογένεια Τσιλιβάκη λείψανα, τα οποία είχαν εντοπιστεί σε εκταφή στο στρατιωτικό νεκροταφείο Λακατάμειας, κοντά στη Λευκωσία. Το 2003 ζητήθηκε από την οικογένειά του να επιστρέψει τα λείψανα, ώστε να επιβεβαιωθεί με τη μέθοδο του DNA ότι ανήκουν στον καταδρομέα από τα Χανιά. Ο έλεγχος που έγινε απέδειξε ότι στην οικογένεια είχαν δοθεί για ταφή λάθος οστά αποδείχθηκε ότι δεν ήταν δικά του. Τα οστά του καταδρομέα Κοσμά Γιαννακάκη δεν βρέθηκαν και η οικογένεια του ζητούσε να γίνει ανασκαφή ώστε να εντοπιστούν. Μετά τη σύσταση του ΕΔΑΔ, το Κυπριακό υπουργικό συμβούλιο αποφάσισε το 2014 να ξεκινήσει εκσκαφή σε πρώτη φάση στο νεκροταφείο Λακατάμειας και μετά στον Τύμβο της Μακεδονίτισσας.
Βρέθηκαν οι δώδεκα
Η εκσκαφή και η εκταφή στο νεκροταφείο Λακατάμειας κατέδειξε ότι 12 από τους καταδρομείς της Α’ Μοίρας Καταδρομών είχαν θαφτεί την 22α και την 23η Ιουλίου 1974 σε ομαδικό τάφο. Από τον τάφο μπορούσε να γίνει εύκολα ο διαχωρισμός των καταδρομέων καθώς οι σοροί τους είχαν σπασμένα οστά κυρίως στις κνήμες αλλά και στις λεκάνες, κάτι που καταδείκνυε τραυματισμούς από βίαιη πρόσκρουση. Σύμφωνα με μαρτυρίες μετά τη πτώση του αεροσκάφους συγκεντρώθηκαν οι σοροί 12 έως 16 ατόμων. Πέντε πτώματα μεταφέρθηκαν το πρωί της 22ας Ιουλίου λίγο πιο κάτω από το σημείο που βρίσκεται σήμερα ο Τύμβος της Μακεδονίτισσας και αφού φορτώθηκαν σε φορτηγό τάφηκαν στο νεκροταφείο Λακατάμειας μαζί με τις σορούς των στρατιωτών Οικονομίδη Κωνσταντίνου και Νόμπελη Σπυρίδωνα, της Α’ Μοίρας Καταδρομών, οι οποίοι είχαν σκοτωθεί από τα πυρά που δέχθηκε άλλο Noratlas («Νίκη 7»), το οποίο όμως είχε καταφέρει να προσγειωθεί στο αεροδρόμιο Λευκωσίας πριν από το «Νίκη 4».
Η εφημερίδα «Πολίτης» της Κύπρου δημοσίευσε πριν λίγες μέρες το περιεχόμενο της μοναδικής χειρόγραφης έκθεσης για τη διαδικασία περισυλλογής νεκρών και ταφής τους, που ετοίμασε ο τότε υπαστυνόμος της κυπριακής αστυνομίας Δημήτριος Παπαδόπουλος και φέρει ημερ. 22/7/1974. Σε αυτή λοιπόν την έκθεση, που συνοδεύεται και από ένα πρόχειρο σχεδιάγραμμα του χώρου ταφής.
Ο ίδιος αξιωματικός της αστυνομίας επιφορτίστηκε και την επόμενη μέρα, 23 Ιουλίου 1974, με τη ταφή ακόμα 46 νεκρών εκ των οποίων οι 11 σύμφωνα με τη μαρτυρία του προέρχοντας από το αεροσκάφος που είχε καταρριφθεί και 35 από το νεκροτομείο του Νοσοκομείου Λευκωσίας. Πρόκειται για 30 αξιωματικούς και στρατιώτες από την Ελλάδα και τη Κύπρο και 5 πολίτες). Στην έκθεση της 23ης Ιουλίου, ο υπαστυνόμος Παπαδόπουλος καταγράφει ως αγνώστους πέντε από τους έντεκα νεκρούς που βρέθηκαν στην περιοχή της πτώσης του Noratlas αφού έφεραν σοβαρά εγκαύματα και κανένα αναγνωριστικό.
Πλήρης ασυνεννοησία
Σε μαρτυρίες τους, στρατιώτες και έφεδροι που έζησαν τα γεγονότα της 22ας Ιουλίου αναφέρουν ότι δεν είχε σταλεί κανένα σήμα για άφιξη ελληνικών αεροσκαφών και για αυτό εκλήφθηκαν ως τουρκικά. Το σχετικό σήμα έφτασε στις μονάδες αντιαεροπορικού πυροβολικού όταν πια τα αεροσκάφη είχαν φτάσει και το «Νίκη 4» είχε καταρριφθεί.
Σύμφωνα με τον τότε αερολιμενάρχη Λευκωσίας, Μίλτο Γεωργιάδη, είχαν ειδοποιηθεί ότι θα έρχονταν ελληνικά αεροπλάνα, όμως το σήμα από το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Φρουράς έφτασε με μεγάλη καθυστέρηση. «Το Νίκη 4 κατέβηκε χαμηλά και παραπονιόταν ότι το χτυπάνε. Το είδαμε να κατεβαίνει χαμηλά και μετά το χάσαμε. Και τότε βλέπουμε μια πορτοκαλί φλόγα…», είπε σε τηλεοπτική του συνέντευξη. «Μας είχαν δώσει διαταγή να είμαστε συνέχεια πάνω στο αντιαεροπορικό κι όταν ακούσουμε βόμβο αεροπλάνου να ρίξουμε», έχει δηλώσει ο Κυριάκος Λάρκος, ένας από τους χειριστές πυροβόλου τότε. «Μετά ήρθε δεύτερη διαταγή, όταν δείτε πράσινη φωτοβολίδα θα βάλετε, όταν δείτε κόκκινη δεν βάζετε. Είδαμε τη φωτοβολίδα και αρχίσαμε και βάζαμε εννιά-εννιά βλήματα».
Σύμφωνα με τον αντισμήναρχο εν αποστρατεία Φίλιππο Κόλια, υπεύθυνος του πύργου ελέγχου αεροδρομίου Λευκωσίας το 1974, δεν γνώριζαν για την άφιξη των Noratlas. «Τίποτα δεν ξέραμε, ώς την τελευταία στιγμή πήρα το Γενικό Επιτελείο και τους είπα ότι έρχονται Νoratlas και κανείς δεν ήξερε ότι έρχονταν», έχει δηλώσει σε ντοκιμαντέρ. Σε συνέντευξή του στο ΡΙΚ, ο έφεδρος στρατιώτης στην 185ης Μοίρας Πυροβολικού Γιώργος Παστού, ο οποίος εκτελούσε χρέη ανθυπολοχαγού στη διάρκεια της εισβολής, αναφέρει πως, ελλείψει ενημέρωσης, είχε δώσει διαταγή να ρίξουν το αεροπλάνο. «Μας άναβαν τους προβολείς πως είναι ελληνικά, να μην χτυπάμε. Όταν ρίξαμε το τρίτο, μας είπαν με τηλεβόα πως είναι ελληνικά. Τότε παγώσαμε, σταματήσαμε και τρέξαμε μήπως έχει ζωντανούς. Βρήκα τον Ζαφειρίου (τον μοναδικό επιζώντα του «Νίκη 4»), με έπιασε από το χέρι και μου είπε ΄λίγο νερό ρε πατρίδα΄. Βρήκαμε κι άλλους νεκρούς που δεν είχαν ούτε γδάρσιμο πάνω τους». Ο ίδιος μετέφερε τη μαρτυρία ότι εντόπισαν τουλάχιστον εφτά νεκρούς, οι σοροί των οποίων ήταν σχεδόν ακέραιες, και τις τοποθέτησαν κάτω από τα κυπαρίσσια
Επιχείρηση αυτοκτονίας
Η επιχείρηση «Νίκη» το 1974 έγινε με βάση το «Σχέδιο Κ», το οποίο προέβλεπε τη συνδρομή της Ελλάδας σε περίπτωση τουρκικής εισβολής στην Κύπρο. Για το σχέδιο, το οποίο δεν είχε δοκιμαστεί ποτέ σε άσκηση, αποφασίστηκε αρχικά η αποστολή της Β΄ μοίρας καταδρομών που είχε έδρα στη Ρεντίνα με αεροσκάφη της Ολυμπιακής Αεροπορίας. Ωστόσο άγνωστο για πιο λόγο δεν μπόρεσε να γίνει η μεταφορά με τα αεροσκάφη της «Ολυμπιακής» και το απόγευμα της 21ης Ιουλίου δόθηκε διαταγή να αποσταλεί στην Κύπρο από την Κρήτη η Α΄ Μοίρα καταδρομών με τα μεταγωγικά αεροσκάφη Noratlas. Πρόκειται για αμερικάνικα αεροσκάφη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου που είχαν δοθεί στην Ελλάδα και έδρευαν στην αεροπορική βάση της Σούδας. Σε καθένα από τα 20 αεροπλάνα επιβιβάστηκαν 30 καταδρομείς και πυρομαχικά. Απογειώθηκαν 15 και τα υπόλοιπα 5 δεν πέταξαν γιατί είχε παρέλθει ο χρόνος μέσα στον οποίο θα έπρεπε να ξεκινήσει η αποστολή ώστε να φτάσουν πριν ξημερώσει στη Κύπρο. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τις διαταγές δεν έπρεπε να απογειωθεί ούτε το 15ο αεροσκάφος αλλά πήρε την ευθύνη μόνος του ο κυβερνήτης και αναχώρησε για τη Κύπρο.
Η πτήση έγινε με σιγή ασυρμάτου , σβηστά φώτα και με ύψος γύρω στα 300-500 πόδια πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας Η προσγείωση των αεροσκαφών ήταν σκέτη κόλαση καθώς δεχόντουσαν πυρά από τις ελληνοκυπριακές δυνάμεις.
Μετά την προσγείωσή τα πληρώματα των αεροσκαφών έκαψαν τα Noratlas που κατάφεραν να φτάσουν στη Κύπρο ώστε να μην υπάρχουν στοιχεία εμπλοκής της Ελλάδας. Από τα 15 αεροσκάφη, τα 8 επέστρεψαν στη Σούδα, και στο Ηράκλειο ενώ ένα βρέθηκε στη Ρόδο.
Η ταφή του Noratlas
Το αεροσκάφος μαζί με τις σορούς των νεκρών κλήθηκε να θάψει στο σημείο που κατέπεσε ο χειριστής εκσκαφέα Σάββας Ποκεριζές, ο οποίος το 1999 κλήθηκε να δώσει κατάθεση στην αστυνομία. Σύμφωνα με τη κατάθεση του που δημοσίευσε αυτούσια η εφημερίδα «Πολίτης» της Κύπρου αναφέρεται: «Κατά το έτος 1974, είχα δικό μου εκσκαφέα. Όταν έγινε η εισβολή, με έκαμαν επίταξη με τον δικό μου εκσκαφέα. Την τρίτη ημέρα της εισβολής, τον Ιούλιο του 1974, με κάλεσαν στην αστυνομία και πήγα με τον εκσκαφέα μου. Εκεί στην αστυνομία Δευτεράς είχε και έναν Ελλαδίτη αξιωματικό και με διέταξε να πάω στο κέντρο Μακεδονίτισσα με τον εκσκαφέα μου.
Εγώ με τον εκσκαφέα μου πήγα κατά η ώρα 11:00 π.μ. στο κέντρο Μακεδονίτισσα. Αφού σταμάτησα τον εκσκαφέα μου, μπήκα μέσα στο κέντρο. Εκεί είχε τρεις Έλληνες αξιωματικούς, ενώ ήμαστε μέσα στο κέντρο, ήλθε ένα αυτοκίνητο φορτηγό, νομίζω μάρκας Dodge. Ήξερα τον σιοφέρη του φορτηγού, γιατί δουλεύκαμε μαζί στον Παρασκευαΐδη. Δεν ξέρω όμως το όνομά του. Άμα ήρτε το φορτηγό βγήκα από το κέντρο μαζί με τους τρεις αξιωματικούς, που δεν ήξερα τα ονόματά τους. Εκεί κάτω από τους πεύκους είδα νεκρούς στρατιώτες. Τους έβαζαν στις πατανίες (σεντόνια) και τους φόρτωναν στο φορτηγό. Από ό,τι θυμούμαι από το μέρος αυτό μάζεψαν 8 στρατιώτες και έλεγαν ότι ήταν Ελλαδίτες που ήταν μέσα στο αεροπλάνο. Αφού μαζέψαν τους νεκρούς αυτούς, ο Ελλαδίτης αξιωματικός μού είπε να τον ακολουθήσω με τον εκσκαφέα μου. Αυτός προχώρησε και πήγε εκεί σε μια λαξιά (χαντάκι), που τώρα είναι ο Τύμβος της Μακεδονίτισσας. Άμα πήγα εκεί είδα ένα αεροπλάνο καμένο και οι μηχανές του ήταν δύο πεταξούμενες, μία ήταν πιο μακριά.
Εκεί ο αξιωματικός αυτός μου είπε να θάψω τις μηχανές και το αεροπλάνο για να μην φαίνεται τίποτε. Έξω από το αεροπλάνο θυμούμαι ότι είδα 8 στρατιώτες που ήταν μισοκαμένοι. Αυτούς τους έβαλαν σε φορτηγό αυτοκίνητο και το φορτηγό έφυγε. Εγώ άνοιξα δύο λάκκους και έβαλα στον καθέναν από μία μηχανή. Στη συνέχεια άρχισα για να θάψω το αεροπλάνο. Εκούντουν (έσπρωχνα) χώμα με τη χούφτα του εκσκαφέα μου για να κάμω πάγκο για να βγω πάνω στην καμπίνα του αεροπλάνου.
Άμα βγήκα στην καμπίνα, την άνοιξα και μέσα είδα πέντε νεκρούς που ήταν κρουσμένοι (καμένοι) και δεν αναγνωρίζονταν. Εγώ τότε άρχισα και έβαζα χώμα για να σκεπαστεί το αεροπλάνο να μην φαίνεται. Το χώμα άρχισα και το έβαλα μέσα στην καμπίνα του αεροπλάνου. Οι πέντε νεκροί που ήταν μέσα στην καμπίνα σκεπάστηκαν από το χώμα. Τους νεκρούς δεν τους πιάσαμε, γιατί δεν μπορούσαμε όπως ήταν μέσα στην καμπίνα. Σαν έβαζα χώμα, σε μία στιγμή είδα στη χούφτα του τράκτορ ακόμα έναν νεκρό και τον έβαλα μαζί με το χώμα μέσα στην καμπίνα του αεροπλάνου.
Αφού σκέπασα με χώμα την ουρά του αεροπλάνου, πήγα στην μπροστινή του πλευρά για να το σκεπάσω. Όταν όμως πλησίασα μπροστά είδα χαμαί (κάτω) στο χώμα κοντά στο αεροπλάνο χειροβομβίδες και φοβήθηκα μήπως εκραγούν και σταμάτησα. Εγώ στην περιοχή εκεί έμεινα μόνος μου, διότι οι Ελλαδίτες αξιωματικοί έφυγαν αφού φόρτωσαν τους νεκρούς στο φορτηγό. Στη συνέχεια με τον εκσκαφέα μου επέστρεψα στη Δευτερά και πήγα στον αστυνομικό σταθμό Δευτεράς και τους ανέφερα ότι εκεί που σκέπαζα το αεροπλάνο είδα χειροβομβίδες και έφυγα χωρίς να το σκεπάσω όλο. Εκεί είχε έναν Ελλαδίτη αξιωματικό ο οποίος μου είπε εντάξει, όταν όμως σε χρειαστούμε θα σε ξαναφωνάξουμε. Εγώ δεν ξαναπήγα στη Μακεδονίτισσα για να συμπληρώσω το έργο μου και δεν ξέρω τι έγινε μετά».