Αποφασισμένος να βάλει φρένο στους σκοτεινούς σχεδιασμούς της διαπλοκής ο Κυριάκος Μητσοτάκης
Οι πιθανότητες την Τετάρτη «να δούμε έναν άλλο Κυριάκο» είναι μεγάλες, η επιλογή της τελικής σύγκρουσης είναι στο τραπέζι
ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΥΦΑΝΤΗ
Με την συζήτηση στην Βουλή για την υπόθεση της νόμιμης παρακολούθησης από την ΕΥΠ του τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη να έχει προσδιοριστεί για την Τετάρτη 24 Αυγούστου, οι προετοιμασίες στο Μέγαρο Μαξίμου είναι πυρετώδεις και για πρώτη φορά δεν καλύπτονται από μια διάθεση «όποιος φυλάει τα ρούχα του έχει τα μισά» αναφορικά με το τι ετοιμάζει το στενό περιβάλλον του Κυριάκου Μητσοτάκη για τους πολιτικούς του αντιπάλους και όχι μόνο.
Πολιτικοί παρατηρητές που είναι σε γνώση εξελίξεων «στο μαλακό υπογάστριο» της κυβέρνησης αναμένουν στην συζήτηση «ένα σκληρό μεν, θεσμικό δε ροκ από την πλευρά του πρωθυπουργού» κι εξηγούν πως «αυτή τη φορά ο Μητσοτάκης θα πει περισσότερα από όσα θα έλεγε σε μια αντίστοιχη συζήτηση σε μια διαφορετική πολιτική συγκυρία, καθώς στην ηγετική ομάδα της κυβέρνησης έχει διαμορφωθεί η εκτίμηση ότι έφτασε ο κόμπος στο χτένι για τη χώρα και η παθητική αντίδραση είναι συνενοχή σε έγκλημα».
Ο ίδιος ο πρωθυπουργός εμφανίζεται αποφασισμένος να προχωρήσει σε «αποκαλύψεις και φωτογραφικές αναφορές» στο παρασκήνιο της υπόθεσης και να ξεπεράσει εύκολα και γρήγορα το απλό θεσμικό κομμάτι των απαραίτητων αλλαγών στη λειτουργία της ΕΥΠ.
Λέγεται ότι σκέφτεται (αν δεν έχει καταλήξει ήδη) πολύ σοβαρά να εγκαταλείψει σε ένα τμήμα της ομιλίας του την παραδοσιακή «θεσμική του διαστροφή» και να επιχειρήσει να αναδείξει, σε επήκοο του ελληνικού λαού, τα διακυβεύματα της περιόδου σε διεθνές και εσωτερικό επίπεδο, η εξυπηρέτηση των οποίων οδήγησε στη διαμόρφωση μιας «ιερής συμμαχίας» αριστερών λαϊκιστών, παραδοσιακών κρατικοδίαιτων της πάλαι ποτέ σοσιαλίζουσας , ισχυρών επιχειρηματιών ( γίνεται λόγος για «επιχειρηματικούς δεινόσαυρους που πλησιάζουν, αν δεν έχουν ξεπεράσει, τα ενενήντα χρόνια τους») και του συνόλου των διαθέσιμων στη χώρα διασυνδέσεων του πουτινισμού.
Στον σκληρό κυβερνητικό πυρήνα επικρατεί η βεβαιότητα πως όσα συνέβησαν, ο χρόνος των «αποκαλύψεων», η ένταση με την οποία υιοθετήθηκαν από το σύνολο της αντιπολίτευσης και η σχεδόν «αντιπολιτευτική μονοκαλλιέργεια» που επικρατεί στον πέρα της Νέας Δημοκρατίας χώρο ( παρακολουθήσεις, παρακολουθήσεις και πάλι παρακολουθήσεις κ.λ.π.) διασυνδέονται ευθέως με συγκεκριμένα ισχυρά επιχειρηματικά συμφέροντα, τα οποία αισθάνονται πως μένουν εκτός του «κόλπου» του Ταμείου Ανάκαμψης και τα οποία διατηρούν άριστες σχέσεις με τον διεθνή και εγχώριο πουτινισμό.
«Η υπόθεση Ανδρουλάκη δεν είναι τίποτε περισσότερο μια καλοστημένη στο πολιτικό παρασκήνιο μηχανή για να δηλώσουν την παρουσία τους και την έντονη ενόχληση τους όσοι για δεκαετίες λυμαίνονταν ( αυτός είναι ο όρος που χρησιμοποιείται) τη χώρα και τις επενδύσεις, όσοι καλόμαθαν πως τίποτε δεν συμβαίνει χωρίς την ευλογία τους, όσοι αδυνατούν να αντιληφθούν πως η παραδοσιακή παντοδυναμία τους έληξε και πως η χώρα θα προχωρήσει προς τον κανονικό καπιταλισμό ακόμη και ξεπερνώντας τους. Ο Ανδρουλάκης είναι η αιχμή του δόρατος, ο Τσίπρας η πρόθυμη υποστήριξη και η ανάγκη του Πούτιν να αποκόψει την Ελλάδα από την συμμαχία της Δύσης ο ισχυρός σύμμαχος» αναφέρουν πηγές κοντά στον σκληρό πυρήνα της κυβέρνησης για να καταδείξουν πως «έχουν γνώση οι φύλακες» και πως «αυτή τη φορά τίποτε δεν θα είναι όπως παλιότερα».
Εννοείται πως οι φαιδρότητες τύπου Αντώναρος και Άρης Σπηλιωτόπουλος «με ολίγη από Πάκη» εισπράττονται ως «η γραφική πλευρά μιας πολύ σοβαρής ιστορίας», ενώ δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην ξαφνική εμφάνιση στο προσκήνιο της «αγαπητής Όλγας», κλασσικό δείγμα της έντονης ανησυχίας που επικρατεί «στην ιστορική ηγεσία του εγχώριου επιχειρείν» για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας από την ώρα που αυτό δεν εγγράφεται πλέον στους ισολογισμούς του.
Δεν είναι καθόλου απίθανο να ακουστούν στη συζήτηση στη Βουλή ατάκες «για τη μητέρα όλων των μαχών», καθώς στην κυβέρνηση εμφανίζονται διατεθειμένοι να κερδίσουν «τη μάχη για το μέλλον της χώρας», οι επιτελείς του Μαξίμου εκτιμούν πως «από το αποτέλεσμα θα κριθεί εν πολλοίς η επόμενη μέρα, η Ελλάδα του 2030, την οποία κάποιοι δεν έχουν κανένα πρόβλημα να δουν να την διαχειρίζεται η εγχώρια βενεζουελανή εκδοχή της αριστεράς, ώστε και δουλειές να γίνουν και ο Βλαδίμηρος να μην είναι στεναχωρημένος που δεν μπορεί να παρατάξει απέναντι στη Δύση και τον Έλληνα πρωθυπουργό παρέα με τον Ερντογάν».
Η τελική στάση του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν έχει ακόμη διαμορφωθεί, ρόλο σημαντικό θα παίξει στην επιλογή του και ο διεθνής συμμαχικός παράγοντας, υπάρχει κόσμος εκεί έξω που θέλει να τελειώνει «με την παλιά Ελλάδα» και δεν είναι διατεθειμένος να συμμετέχει σε συμψηφισμούς, η εισβολή του Πούτλερ στην Ουκρανία έχει αλλάξει εντελώς τις προτεραιότητες και ο Μητσοτάκης θεωρείται «βαρύ χαρτί» στις ισορροπίες για να τον αφήσουν «έρμαιο στα νύχια της διαπλοκής», όπως παλιότερα συνέβη.
Σε κάθε περίπτωση οι πιθανότητες την Τετάρτη «να δούμε έναν άλλο Κυριάκο» είναι μεγάλες, η επιλογή της τελικής σύγκρουσης είναι στο τραπέζι και μάλιστα είναι από αυτές που αυτή τη στιγμή προκρίνονται.