Πρόσφατα η Κυβέρνηση υπέγραψε δύο Συμφωνίες, με τη Γαλλία και τις ΗΠΑ, οι οποίες σε μεγάλο βαθμό μας ενδυναμώνουν σαν Χώρα και μας καθιστούν ακόμη πιο υπολογίσιμους στο ευρύτερο γεωγραφικό μας σημείο.
Γράφει η Θάλεια Χούντα
Και αυτό γιατί, όταν δύο Κράτη που μετέχουν στους «επτά» πιο ισχυρούς του πλανήτη, δέχονται να συνεργαστούν μαζί μας, αυτομάτως ο όποιος επιβουλέας πρέπει να το σκεφτεί πολύ σοβαρά, πριν πράξει ό,τι και όσα φαντασιώνεται και κάθε λίγο εξαγγέλλει.
Κι όμως, ούτε σε αυτό το κρίσιμο ζήτημα υπήρξε ομοφωνία στη Βουλή, αφού η Αντιπολίτευση, ως προς την Γαλλία, ήγειρε το θέμα του «Σαχέλ» και της πιθανής αποστολής σε αυτό Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων.
Επί της ουσίας, ουδείς πολίτης πείστηκε από το επιχείρημα αυτό και διατηρώ αμφιβολίες, κατά πόσο πείστηκαν οι ίδιοι οι βουλευτές που το προέταξαν. Ίσως, θα ήταν πολιτικά πιο έντιμο, να πουν, ότι θα καταψηφίζουμε ό,τι φέρνει προς ψήφιση η Κυβέρνηση, παρά να γίνεται προσπάθεια εφευρέσεως διαφόρων δικαιολογιών.
Τα επιχειρήματα ως προς το υπέρ, είναι πολλά, αλλά ας εστιάσουμε πρώτα απ’ όλα στο βασικότερο: η κάθε Συμφωνία είναι αμφοτεροβαρής δηλαδή δίνεις και παίρνεις. Εμείς, με τη λογική της Αντιπολίτευσης, πρέπει μόνο να παίρνουμε. Γιατί; Είμαστε κάτι το πολύ δυνατό στρατιωτικά και οικονομικά στο παγκόσμιο στερέωμα ή είμαστε αυτόνομοι στον εξοπλιστικό μας τομέα ή δεν έχουμε ανάγκη βοηθείας στα ανοικτά εθνικά θέματά μας;
Η απάντηση είναι απλή και διαχρονική: όλοι έχουν ανάγκη συνεργασιών και ιστορικά, σε κάθε διακρατική Συμφωνία που έχει υπογραφεί, συνεισφέρουν αναλογικά και τα δύο συμβαλλόμενα μέρη. Η Ελλάδα είναι μία υπολογίσιμη Δύναμη στη νευραλγική θέση της οριογραμμής Ασίας και Ευρώπης, με άκρως υπολογίσιμες Ένοπλες Δυνάμεις που εξοπλίζονται από το εξωτερικό και οφείλει, πρωτίστως, να διασφαλίζει την ακεραιότητά της και την πορεία της.
Αυτό συνέβη εν προκειμένω και με τις δύο αυτές Συμφωνίες. Δεν παραχωρήθηκε εθνικό έδαφος – αν είναι δυνατόν – αλλά τουναντίον, διασφαλίστηκε περισσότερο η εδαφική μας ακεραιότητα με την επιπλέον επικούρηση των Ενόπλων Δυνάμεών μας. Ίσως, η αντίδραση της Τουρκίας είναι η καλύτερη απάντηση, για το κατά πόσο σημαντικές ήταν αυτές οι δύο Συμφωνίες.
Όσον αφορά το Σαχέλ, ποιος από εμάς πιστεύει, ότι η Γαλλία δεν έχει επέμβει έως σήμερα και στον υποθετικό βαθμό που επιθυμεί, αναμένοντας από εμάς να την συνδράμουμε;
Για τις ΗΠΑ θεωρώ, ότι είναι περιττή οποιαδήποτε ανάπτυξη των γνωστών σε όλους μας σχέσεών μας και της άμεσης ανάγκης που τις έχουμε στο σύνολο των θεμάτων μας. Πάντως, δεν θυμάμαι όταν η Αντιπολίτευση κυβερνούσε τη Χώρα, να διέκοψε τις σχέσεις αυτές ή να έθεσε ζητήματα, που τώρα προβάλλει. Και η ίδια είχε ακολουθήσει την πεπατημένη και ο τότε Πρωθυπουργός είχε παρευρεθεί με τον πρώην Πρόεδρο των ΗΠΑ σε εκδήλωση κλπ.
Εν τέλει, αποστολή του Υπουργείου Εξωτερικών είναι η υλοποίηση του Κυβερνητικού σχεδιασμού για ενίσχυση της Χώρας στο εξωτερικό με Συμφωνίες που λειτουργούν υπέρ της. Αυτό έγινε και με τις συγκεκριμένες Συμφωνίες και οι συμμετέχοντες είναι άξιοι συγχαρητηρίων.
Γιατί, για να φθάσουμε στο σημείο της συμφωνίας και υπογραφής, έχει προηγηθεί διπλωματικός μαραθώνιος συζητήσεων και ανταλλαγής απόψεων ως προς την εισφορά εκάστου μέλους και των αντίστοιχων ανταλλαγμάτων που θα λάβει. Και πρέπει να συνυπολογιστεί, ότι σε ένα παγκόσμιο επίπεδο που αλλάζουν τα δεδομένα και οι ισορροπίες, είναι πλέον επιτακτικό να πάρουμε σταθερή θέση και αυτό ορθώς πράξαμε.