Η κτηματαγορά καλπάζει και όλοι οι Έλληνες πολίτες που κατέχουν ακίνητα, έχουν περιουσία πολύ μεγαλύτερης αξίας σε σχέση με το 2018, όταν ήταν στα πράγματα η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Όμως, η αγορά των ακινήτων παρουσιάζει ακόμη αρκετά προβλήματα. Δικαστικές αποφάσεις που ανατρέπουν νόμους, ανατρεπτικά μέτρα για τη βραχυχρόνια μίσθωση, ηλεκτρονική γραφειοκρατία, περιοριστικά έως και αψυχολόγητα μέτρα στη δόμηση και απουσία ολοκληρωμένου χωροταξικού σχεδιασμού, αποτελούν μεγάλα βαρίδια.
Γράφει ο Λουκάς Γεωργιάδης
Η χορήγηση της “Χρυσής Βίζας” και το επενδυτικό αμόκ για κατασκευή νεόδμητων ή την αγορά παλαιών ακινήτων με σκοπό τη βραχυχρόνια μίσθωση έχουν συμβάλει στην εντυπωσιακή ανάπτυξη της οικονομίας. Ωστόσο, κάθε παρέμβαση του κράτους στην οικονομική δραστηριότητα, μπορεί να προκαλέσει στρεβλώσεις και να απογοητεύσει υποψήφιους επενδυτές.
Η κυβέρνηση προσπαθεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της στέγης, αλλά σε πολλές περιπτώσεις παρεμβαίνει… ανορθόδοξα. Η αύξηση των τιμών των ενοικίων σε μικρό βαθμό οφείλεται στις βραχυχρόνιες μισθώσεις. Το μεγάλο πρόβλημα είναι οι εκατοντάδες χιλιάδες κατοικίες που παραμένουν κλειστές για διάφορους λόγους (κληρονόμοι, δικαστικές εμπλοκές κλπ.), αλλά και τα κατασχεμένα για τα οποία οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων, ψάχνουν αγοραστές και όχι ενοικιαστές.
Η κυβέρνηση κατάργησε τις ευνοϊκές διατάξεις της εκτός σχεδίου δόμησης και παραπέμπει στην ολοκλήρωση των Τοπικών Πολεοδομικών Σχεδίων, τα οποία, θα ολοκληρωθούν σε 4-5 χρόνια για να μην πούμε σε… 30 χρόνια, με τους ρυθμούς που πάμε. Αν νομίζει η κυβέρνηση ότι το 28% των Ευρωεκλογών προήλθε από τον… γάμο των ομόφυλών ζευγαριών, μάλλον πρέπει να το ξανασκεφτεί. Το σοκ που προκλήθηκε από την κατάργηση των παρεκκλίσεων στην εκτός σχεδίου δόμηση, προκάλεσε αγανάκτηση σε χιλιάδες άμεσα ενδιαφερόμενους.
Από την άλλη, ο νόμος Σηφουνάκη του 2011 που περιόριζε τη δόμηση αποτελεί ένα χτύπημα για την κτηματαγορά. Δεν αναφερόμαστε στους ειδικούς όρους δόμησης σε νησιά ή τουριστικές περιοχές, όπου πρέπει να υπάρχουν κάποιοι περιορισμοί. Μιλάμε για περιπτώσεις στην επαρχία όπου σε οικόπεδα των 500 τετραγωνικών μέτρων με συντελεστή κάλυψης 60% και πολλούς συντελεστές δόμησης, μπορούσε κάποιος να χτίσει ακόμη και 300 τετραγωνικά μέτρα, συν τα μπόνους, ενώ τώρα η δόμηση δεν μπορεί να ξεπεράσει τα 240 τ.μ.
Δεν μιλάμε για “τσιμεντοποίηση”, αλλά για επιπλέον δόμηση, η οποία θα γίνεται με τον πιο αυστηρό Κώδικα Ενεργειακής Απόδοσης Κτιρίων. Δηλαδή, κάθε νέο κτίριο που θα χτίζεται με αυξημένους συντελεστές δόμησης και μπόνους πρέπει να είναι ενεργειακά ουδέτερο. Επιπλέον, στην εκτός σχεδίου δόμηση θα πρέπει να ικανοποιείται πλήρως η προϋπόθεση της ύπαρξης συστήματος πυροπροστασίας και πυρασφάλειας.
Η κυβέρνηση πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι με την αύξηση των συντελεστών δόμησης θα έχουμε περισσότερες “καθαρές” κατοικίες και το κυριότερο, ασφαλείς. Μην ξεχνάμε ότι είμαστε μια έντονα σεισμογενής χώρα και έχουμε ανάγκη από πολλές νέες κατασκευές και όχι να κάνουμε ανακύκλωση ήδη υπαρχουσών που έχουν φτιαχτεί πριν από δεκαετίες. Η λύση για την αύξηση της προσφοράς στέγης σε μικρό βαθμό σχετίζεται με τις βραχυχρόνιες μισθώσεις, καθώς το ζητούμενο είναι να αυξηθεί ο αριθμός των διαθέσιμων κατοικιών και κτιρίων, με κριτήρια τη σεισμικότητα και το μηδενικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
Η επιστροφή στους παλαιότερους συντελεστές δόμησης στα χωριά κάτω των 2.000 κατοίκων και η επιστροφή των ευνοϊκών διατάξεων για την εκτός σχεδίου δόμηση με τις αυστηρές προδιαγραφές πυροπροστασίας και πυρασφάλειας, αποτελούν μέτρα που θα δώσουν ισχυρή ώθηση στην οικοδομή, στις επενδύσεις, στην ανάπτυξη, στα φορολογικά έσοδα, στα έσοδα του ΕΦΚΑ και πάει λέγοντας. Άλλωστε, κάθε νέα κατασκευή δεν θα επιβαρύνει το περιβάλλον. Αντιθέτως, θα συνεισφέρει θετικά ώστε να μειωθεί το αποτύπωμα άνθρακα. Τέλος, στην κυβέρνηση δεν πρέπει να ξεχνάνε ότι το 41% του 2023 προήλθε από τους νοικοκύρηδες που θέλουν να δημιουργήσουν, ενώ το 28% των Ευρωεκλογών, αντανακλά και την αυξημένη απογοήτευση ή και αγανάκτηση εκατοντάδων χιλιάδων ιδιοκτητών.
Μια επιθετική πολιτική που θα ευνοεί την ακίνητη περιουσία, θα αποτελέσει για την κυβέρνηση και την απαραίτητη “προίκα”, προκειμένου να εξασφαλίσει και νέα θητεία στις εκλογές του 2027. Δεν πρέπει να ξεχνάει η κυβέρνηση ότι στις εκλογές ψηφίζουν οι πολλοί και όχι οι λίγοι με τα μεγάλα projects.
Μια νέα δυναμική ώθηση στην κτηματαγορά συνδέεται με την ασφάλεια των κατασκευών αλλά και τον σεβασμό στο περιβάλλον. Το μπλοκάρισμα επενδύσεων, η γραφειοκρατική… τρέλα, οι παλινωδίες, οι ανατροπές στο κανονιστικό πλαίσιο και η υψηλή φορολογία, δεν επιτρέπουν να κατασκευαστούν και να βγουν στην αγορά χιλιάδες νέα ακίνητα. Το πώς θα αλλάξει αυτή η κατάσταση περιγράφηκε παραπάνω.
Το θέμα είναι αν η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει συνειδητοποιήσει πως η αυτοδυναμία στις εκλογές του 2027 μπορεί να είναι εφικτή, μέσα από μέτρα και παρεμβάσεις που θα προκαλέσουν ένα θετικό σοκ στην οικονομία και την κοινωνία. Μία από τις παρεμβάσεις αυτής της κατηγορίας αφορά την κτηματαγορά και γενικά το real estate. Ευχόμαστε να ακούνε στην κυβέρνηση, γιατί πολλές φορές δεν άκουσαν κατά τους προηγούμενους μήνες, με αποτέλεσμα να έρθει το 28% στις Ευρωεκλογές. Βέβαια, υπάρχει και το ενδεχόμενο να θέλει να “αυτοκτονήσει” πολιτικά η Νέα Δημοκρατία το 2027, οπότε πάμε πάσο…