Η Ελλάδα διαθέτει (δόξα τω Θεώ) ισχυρή, εκλογικά νομιμοποιημένη και δημοκρατική κυβέρνηση, προϊόν της ελεύθερης βούλησης του ελληνικού λαού που ψήφισε τον Ιούλιο 2019 ό,τι έκρινε πως αντιστοιχεί στις προσδοκίες του στο πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα.
ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΥΦΑΝΤΗ
Στο πλαίσιο των προσδοκιών του ελληνικού λαού από τη νέα κυβέρνηση, η εφαρμογή του νόμου απέναντι σε κάθε ομάδα συμφερόντων (ιδεολογικών, οικονομικών, απλώς γκανγκστερικών κ.λ.π.) που επιμένει να λειτουργεί στο περιθώριο της νομιμότητας κατείχε περίοπτη θέση, την διάθεση αυτή την ενίσχυσε σημαντικά η ίδια η Νέα Δημοκρατία με το να προβάλλει συστηματικά, ως πολιτική της απόφαση, την εμπέδωση της νομιμότητας στην πράξη.
Εντός του ελληνικού πανεπιστημίου (από τον Έβρο έως την Κρήτη), με κορυφαίες περιπτώσεις τη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα, διατηρούνται ενεργές, οργανώνονται και λειτουργούν δεκαετίες τώρα σκληρές ομάδες πολιτικών ή και απλών γκάνγκστερ, ενοποιημένες γύρω από οικονομικά συμφέροντα (μεταξύ αυτών και τα έσοδα από την διακίνηση της πρέζας) ομάδες κοινών κακοποιών, βιαστών και τραμπούκων επενδυμένες με, δήθεν, πολιτικά κίνητρα, αριστερής (κυρίως) κατεύθυνσης, που επιμένουν, σε πείσμα όλων των κυβερνήσεων από τη μεταπολίτευση έως σήμερα, να εγγράφουν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους τις κυβερνητικές αποφάσεις.
Βασικό τους ιδεολογικό, πολιτικό και απλώς πρακτικό όπλο η εξαιρετικά αποδοτική μυθολογία για ένα, δήθεν, «αυτοδιοίκητο» των Πανεπιστημίων, τμήμα του οποίου αποτελεί το, δήθεν, «πανεπιστημιακό άσυλο», στην εφαρμογή του οποίου από τις ανήσυχες αριστερές «πσυχούλες» επενδύουν, για να κάνουν ανενόχλητα τη δουλειά τους, συμμορίες παρανόμων και γκαγκστερικές οργανώσεις, με τις πλάτες όλων των πολιτικών κομμάτων (μη εξαιρουμένων των συντηρητικών), ειδικά εκείνων της εγχώριας αριστεράς και ένα πανίσχυρο, αυτοτροφοδοτούμενο και αναπαραγόμενο με δικούς του όρους καθηγητικό κατεστημένο, που έχει επιβάλλει σε αυτό τον τομέα της δημόσιας σφαίρας τους δικούς του όρους οργάνωσης και λειτουργίας.
Η μεγάλη εικόνα της κατάστασης στα πανεπιστήμια διακρίνεται από μια ιεραρχικά δομημένη εξουσιαστική σχέση μεταξύ πολιτικών κομμάτων, καθηγητικού κατεστημένου και συμμοριών από «φοιτητές», με αυτή ακριβώς την ιεράρχηση σε μια λογική ανταποδοτικότητας όπου το ένα χέρι («φοιτητές») νίβει το άλλο (καθηγητές) και τα δυο το πρόσωπο (πολιτικά κόμματα). Εννοείται πως η μεταξύ τους αυτοαναπαραγόμενη σχέση διακρίνεται (πλέον είναι ξεκάθαρη η διάκριση) και από σαφή και ξεκάθαρα οικονομικά προτάγματα, σε απλά ελληνικά από το μπάχαλο στα ΑΕΙ κάποιοι (κι είναι πολλοί) κονομάνε και κονομάνε χοντρά στις πλάτες πολιτικών και ιδεολογικών ενεργούμενων που βαυκαλίζονται με την ιδέα της αντιεξουσιαστικής φαντασίωσης και της παγκόσμιας επανάστασης.
Απέναντι στην κατάσταση αυτή οι επιλογές μιας νόμιμης κυβέρνησης, που εκλέχτηκε για να βάλει τάξη, να μετασχηματίσει δηλαδή, (εκτός των άλλων) και το ελληνικό πανεπιστήμιο είναι απλές και καθαρές, δεν χρειάζονται περισπούδαστες αναλύσεις, έχουν εφαρμοστεί από δεκαετίες σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο, συνεπώς κανένας δεν χρειάζεται να ανακαλύψει εκ νέου την Αμερική.
Για να αντιμετωπιστεί το γενικευμένο καθεστώς ανομίας στα ΑΕΙ χρειάζεται, άμεσα και χωρίς καμία διάθεση δήθεν συνεννόησης των κομμάτων ή συμφωνίας ή αλλαξοκωλιάς, να καταργηθεί η δυνατότητα των φοιτητών να συγκροτούν φοιτητικές οργανώσεις, ως το μακρύ χέρι κομματικών νεολαιών, να δραστηριοποιούνται, μέσω των οργανώσεων αυτών, στη λειτουργία του πανεπιστημίου, να μετέχουν στη διοίκηση του και να έχουν λόγο στην οικονομική του διαχείριση.
Σε κανένα σοβαρό πανεπιστήμιο του κόσμου, εκεί που όντως διακινούνται ελεύθερα οι ιδέες και υπάρχει κανονικό «άσυλο», χωρίς καμία νομική κατοχύρωση, εκεί που η γνώση συνδέεται με την παραγωγή και οδηγεί στην επανάσταση στην κοινωνία και στην οικονομία δεν υπάρχουν φοιτητικές οργανώσεις, δεν χρειάζονται για να λειτουργεί το πανεπιστήμιο με τη νόμιμη αυτοδιοίκηση του, δεν είναι απαραίτητες για να υπερασπίζονται δήθεν «την δημοκρατική εκπαίδευση» (άλλη παπαριά της μεταπολίτευσης αυτή) ή ένα «άσυλο ανομίας, διακίνησης ναρκωτικών, βίας, βιασμών, γεμάτο από καταστροφές της δημόσιας περιουσίας και στέκια πρεζέμπορων με λειτουργία πάνω από τριάντα χρόνια».
Χωρίς αυτό το αποφασιστικό πρώτο βήμα καμία πολιτική και κανένας υπουργός δεν μπορεί να αντιμετωπίσει το μπάχαλο, από την ώρα που το νομιμοποιούν τα κόμματα και το περιθάλπουν οι καθηγητάδες κάθε φυράματος.
Η κατάργηση των φοιτητικών παρατάξεων (όπως και του συνδικαλισμού στα σώματα ασφαλείας) είναι η εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για να ελευθερωθεί το γήπεδο και να διαμορφωθούν οι όροι για μια ουσιαστική και γενικευμένη παρέμβαση του κράτους για να λυθεί «μια και καλή» ένα τεράστιο πρόβλημα με ευρύτατες κοινωνικές επιπτώσεις.
Ακολουθεί, όχι κατ΄ανάγκη σε ύστερο χρόνο, η αντιμετώπιση του καθηγητικού κατεστημένου με τη διαμόρφωση εντελώς νέων όρων εκλογής ή επιλογής του διδακτικού προσωπικού των ΑΕΙ και την ίδρυση (χωρίς καμία καθυστέρηση) ιδιωτικών πανεπιστημίων, ώστε αυτό το κρατικοδίαιτο μόρφωμα των «δημόσιων ΑΕΙ» να ξεκινήσει να φθίνει καθημερινά έως ότου αυτοκαταστραφεί, έως ότου σαπίσει όπως του πρέπει.
Η κοινωνία δείχνει ότι διαθέτει ακόμη ένα απόθεμα αναμονής απέναντι σε κυβερνητικές επιλογές μικρής εμβέλειας (περισσότερο για διαγωνισμό ευχολογίων πρόκειται), τις δικαιολογεί ως ένα βαθμό από τις αλλεπάλληλες κρίσεις που βιώνει η χώρα, αναμένει στο ακουστικό της να δει πράξεις ουσιαστικές, καταγράφει την σημερινή κυβερνητική αδυναμία, χωρίς να κρύβει ότι είναι σε μια πορεία να σταματήσει να δικαιολογεί ιδεολογικές και πολιτικές υπαναχωρήσεις από διακηρυγμένες κυβερνητικές θέσεις.
Κανένας δεν πρέπει να ξεχνάει πως σε ένα χρόνο έχουμε εκλογές κι εκεί θα ζητηθεί λογαριασμός…