Πολλά διαδραματίζονται τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, μεταβάλλοντας το γίγνεσθαι που έχουμε συνηθίσει.
Αυτό που δεν μεταβάλλεται, είναι η στάση και η συμπεριφορά της Τουρκίας. Διαρκώς προκλητική, διαρκώς επιθετική, διαρκώς με στόχο την όξυνση και την «εφεύρεση» κάποιου λάθους, που θα δώσει αφορμή για επόμενες κινήσεις και διαρκώς υπό το πρίσμα του επεκτατισμού που έχει στο μυαλό του ο Τούρκος Πρόεδρος.
της Θάλειας Χούντα – δημοσιογράφου
Όλα αυτά αντιμετωπίζονται με δύο άξονες, οι οποίοι είναι αφ’ ενός αυτοτελείς μεταξύ τους αλλά αφ’ ετέρου και άμεσα συνδεδεμένοι. Ο πρώτος άξονας είναι η διπλωματία και ο δεύτερος άξονας είναι οι Ένοπλες Δυνάμεις.
Από τις βασικές διαχρονικές αρχές της διπλωματίας είναι η ύπαρξη και η υποστήριξή της από αξιόμαχες Ένοπλες Δυνάμεις. Όλες οι διπλωματικές συζητήσεις θα αφορούσαν μόνο την θεωρία και τα εκάστοτε ισχύοντα και προφανώς, ο θιγόμενος – αν ήταν και δυνατός στρατιωτικά – ουδόλως θα ελάμβανε υπόψιν του τις θέσεις του συνομιλητή του. Τα δε εκάστοτε ισχύοντα, αντικατοπτρίζουν ακριβώς τον κανόνα αυτό, αφού δεν ορίζονται ως «διαχρονικά» αλλά ως «εκάστοτε» δηλ. εξαρτάται σε κάθε διαφορά ποιος είναι ο ισχυρός και τι επιθυμεί να κερδίσει ανά περίπτωση. Και δια της ισχύος των όπλων το κερδίζει διαχρονικά. Το μόνο που απομένει στην διπλωματία, είναι αν θα καταστήσει σαφές προ μίας κρίσεως την στρατιωτική ισχύ της άλλως, της απομένει να δηλώσει την «αναγκαία προσφυγή» σε στρατιωτικές ενέργειες.
Άρα, η διπλωματία χρειάζεται έξυπνους ανθρώπους και μάλιστα, τόσο έξυπνους, ώστε να μην ονειροπολούν αλλά να γνωρίζουν τα όρια τους στις συζητήσεις και στα θέματα που θέτουν. Αν είσαι ο πιο αδύναμος, θα προσπαθήσεις να κερδίσεις ό,τι μπορείς παραπάνω σε ρητορικό επίπεδο, αν είσαι ο πιο δυνατός, θα προσπαθήσεις να οδηγήσεις την συζήτηση στην ένοπλη προοπτική της και στο σίγουρο κέρδος σου.
Πέραν της Ιστορίας, οι έως σήμερα σχέσεις μας με την Τουρκία είναι το πιο κλασσικό παράδειγμα «στρατιωτικής διπλωματίας», το οποίο βιώνουμε καθημερινά. Πιέζει συνεχώς σε διπλωματική ρητορική, αμφισβητώντας απλά τα πάντα και ταυτοχρόνως, ασκεί πίεση με στρατιωτικά μέσα και στρατιωτική απειλή. Όταν δε, της δοθεί η ευκαιρία, ενεργεί στρατιωτικά απ’ ευθείας, όπως έγινε στην Κύπρο το 1974.
Η πρόσφατη ένταση στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις που οδήγησε, μέσω της διπλωματίας; Σε νέο εξοπλιστικό πρόγραμμα για την Χώρα μας και μάλιστα, με πολλούς μνηστήρες για να το υλοποιήσουν.
Απλή και προβλέψιμη διπλωματία θα μπορούσε να λεχθεί. Το ότι όμως μέχρι σήμερα δεν την τροποποιεί, οφείλει να απασχολεί τους ειδικούς ως προς την αντιμετώπισή της και ως προς τα πιθανά αποτελέσματά της. Όπως ανέφερε κάποιος παλαιός διπλωμάτης «το λιοντάρι όλα τα χρόνια κυνηγάει με τον ίδιο τρόπο, όμως τα θηράματά του δεν τον έχουν ακόμη καταλάβει, αφού συνεχίζει και τα πιάνει. Ποιος ευθύνεται; Το λιοντάρι ή το θήραμα;»
Σε εμάς και μόνο απομένει, να επιλέξουμε τις ενέργειές μας και να καθορίσουμε το μέλλον μας. Πρώτα απ’ όλα με αποφασιστικότητα αλλά ταυτοχρόνως, και με καθορισμό των ορίων που θα ανεχτούμε σε πραγματική βάση και όχι σε ονειροπόλα. Και ο καθορισμός αυτός, για να κριθούμε σοβαροί, πρέπει να τηρηθεί με κάθε τρόπο. Πέραν αυτού, άλλες ενέργειες θα αναληφθούν, την προετοιμασία των οποίων οφείλουμε να έχουμε προετοιμάσει και υποστηρίξει στο μέγιστο βαθμό.