Η επίσημη έναρξη της περιόδου του εμβολιασμού κατά του covid-19, την οποία άνοιξαν η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης τον βρήκε ανήμπορο και απομονωμένο να πρέπει να απολογείται για όσα έλεγε στις 2 Νοεμβρίου 2020 σχετικά με την ετοιμότητα του εμβολίου («ένα εμβόλιο που δεν υπάρχει»), αλλά και όσα υπονοεί καθημερινά το σύστημα του στα Μ.Μ.Ε. για την αναγκαιότητα του εμβολιασμού και την πολιτική της κυβέρνησης στο συγκεκριμένο θέμα.
Του Χρήστου Υφαντή
Ο κ. Τσίπρας δεν εμφανίζεται πουθενά να είναι σε επαφή με την πραγματικότητα. Καθημερινά αποδεικνύει με όλες τις πράξεις του και τις διαπιστώσεις του ότι υπολείπεται σοβαρά των αναγκών της συγκυρίας σε όλα τα ανοιχτά θέματα και παραμένει ανίκανος να αναλύσει και να ερμηνεύσει την περίοδο που διανύουμε, ώστε να μην γίνεται καταγέλαστος και να μην οδηγεί το κόμμα του στη χλεύη των πολιτών και στην πολιτική απομόνωση.
Είναι οδυνηρή για την αριστερά η αδυναμία του να αφουγκραστεί τα δεδομένα και τις προτεραιότητες ή να αποκρυπτογραφήσει την κυβερνητική πολιτική, ώστε να απομειώσει τη δυναμική της και να την αντιμετωπίσει με όρους ανατροπής. Ο κ. Τσίπρας παρουσιάζεται συνεχώς να μην μπορεί να αλλάξει την ατζέντα, ούτε να επιβάλλει τους όρους του πολιτικού διαλόγου. Στην ουσία εξακολουθεί να παραμένει χωρίς καθαρό ακροατήριο, επιβεβαιώνοντας καθημερινά παλιότερες εκτιμήσεις δημοσκοπικών και πολιτικών αναλυτών ότι «δεν τον ακούει κανείς, δεν ασχολείται κανείς σοβαρά μαζί του».
Ο ΣΥΡΙΖΑ διέρχεται μια περίοδο γενικευμένης πολιτικής ανημποριάς. Ψελλίζει, αντί να διατυπώνει προτάσεις, καταφεύγει στο «ένδοξο παρελθόν» της αριστεράς χωρίς να κατανοεί πως αυτή έχει δώσει καθαρό δείγμα κυβερνητικής γραφής, επικαιροποιεί τις παλιές καλές επιθυμίες και φαντασιώσεις του αριστερού λόγου, χωρίς να κατανοεί πως αυτές δεν μπορούν σήμερα να κινητοποιήσουν ούτε τα μέλη της ηγετικής ομάδας του προέδρου.
Δεν είναι τυχαίο που ο λόγος του κόμματος, όπως διατυπώνεται στα βασικά του Μ.Μ.Ε. ακουμπάει καθημερινά και περισσότερο «τις αγωνίες και τις ελπίδες» των απανταχού ψεκασμένων συνομοσιωλόγων και αναζητεί ακροατήριο σε περίεργες κοινωνικές στρωματώσεις που έχουν μπερδέψει τον Τσιόδρα με τη φανέλα του και τον Μπουρλά με τους Νεφελίμ!
Οι διαπιστώσεις βασικών στελεχών του (Σκουρλέτης), ότι το κόμμα αδυνατεί να εισπράξει το παραμικρό από τη φυσιολογική κυβερνητική φθορά και εμφανίζεται αδύναμο να πιέσει ουσιαστικά την κυβέρνηση με ένα διαφορετικό και σύγχρονο πολιτικό λόγο, είναι απλώς η κορυφή του παγόβουνου.
Κάτω από την κορυφή που εξέχει προκύπτουν καθημερινά τεράστιες κόντρες και πολιτικές αντιπαραθέσεις ανάμεσα σε διαφορετικές σχολές ανάγνωσης της πραγματικότητας, που οδηγούν πολλές φορές σε τερατογενέσεις, όπως η «αντί –Πισσαρίδη» επιτροπή η οποία ξεκίνησε να αναδείξει την αριστερή προοπτική της ανάπτυξης και κατέληξε (για να μην διαλυθεί) να υιοθετήσει τις προτάσεις Σταθάκη ό,τι κι αν έλεγαν ή υποστήριζαν.
Αυτή την παγωμένη ηρεμία δεν κατάφεραν να την ακυρώσουν ή να την ανατρέψουν ούτε οι μηνυτήριες αναφορές των Χαρίτση και Φλαμπουράρη για την υπόθεση Folli-Follie, ούτε, βεβαίως, κάποια ψελλίσματα του κ. Τσίπρα με αναφορές στα εθνικά θέματα και στο πως αυτά αξιολογούνται και αντιμετωπίζονται από την κυβέρνηση.
Η υπόθεση των Κοτσολιούτσων και της θεσμικής βοήθειας που είχαν για να συνεχίσουν το «θεάρεστο έργο τους» να χειραγωγούν τη μετοχή της εταιρείας δεν είναι το τελευταίο κακό που βρήκε τον ΣΥΡΙΖΑ. Η αγορά βρίθει και άλλων γαργαλιστικών περιπτώσεων που στελέχη του κόμματος ξεκίνησαν να γλείφουν το μέλι που βρέθηκε στα δάχτυλά τους την περίοδο της διακυβέρνησης «πρώτη φορά αριστερά), ενώ όλες οι παλιότερες υποθέσεις (Novartis, Μιωνής, Καλογρίτσας κ.λ.π.) συνεχίζουν να εξελίσσονται δικαστικά και να περνάνε σε επόμενες φάσεις με τελικό αποδέκτη τη Βουλή.
Ο Τσίπρας δεν έχει ακροατήριο: είναι διαπίστωση πλέον, δεν είναι απλή εκτίμηση ή υπόθεση εργασίας. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ απλώς περιφέρεται σε ένα γραφικό επικοινωνιακό κρεσέντο αναμασώντας τσιτάτα άλλων εποχών, που καταλήγουν σε γραφικότητες του στυλ «δημοκρατική ανάπτυξη» και «προοδευτική διακυβέρνηση», που δεν συγκινούν παρά μια μικρή, ελάχιστη μερίδα επαγγελματιών της αριστεράς, δηλαδή καθαρών οικονομισάριων, των επιλεγόμενων «γεφυρατζήδων».
Η χρονιά που έρχεται θα είναι πολύ δύσκολη για τον κ. Τσίπρα και την ηγετική του ομάδα. Θα ωριμάσουν δικαστικά όλες οι εκκρεμείς υποθέσεις και ο ίδιος, παρέα με όσους του απόμειναν, θα χρειαστεί να καταβάλει πολύ μεγάλο πολιτικό κεφάλαιο για να αποφύγει (όσο μπορεί να το πράξει) να δει και άλλα ειδικά δικαστήρια να στήνονται σε συνέχεια αυτού που αφορά στον κ. Παπαγγελόπουλο. Μερικά από αυτά δεν είναι καθόλου απίθανο να περιλαμβάνουν και τον ίδιο.