Γράφει ο Ανδρέας Υφαντίδης, Δόκιμος Αναλυτής ΚΕΔΙΣΑ (Κέντρο Διεθνών Στρατηγικών Αναλύσεων)
Εισαγωγή-Σύνοψη
Η γεωπολιτική συγκυρία της Βαλτικής συγκεντρώνει εκ νέου ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ιδίως στην μετά την Ουκρανική κρίση εποχή που κορυφώθηκε την άνοιξη του 2014.
Προ δύο μηνών περίπου και πιο συγκεκριμένα την 11η Απριλίου 2016, δύο ρωσικά αεροπλάνα πέταξαν σε απόσταση αναπνοής από το αντιτορπιλικό USS Donald Cook του αμερικανικού πολεμικού ναυτικού που συμμετείχε σε στρατιωτική άσκηση στ’ ανοιχτά της Εσθονίας με συμμαχικά αεροσκάφη. Το επεισόδιο συνεχίστηκε και την επόμενη μέρα όταν ένα στρατιωτικό ελικόπτερο πραγματοποίησε χαμηλή πτήση πλησίον του αντιτορπιλικού, ενώ στην συνέχεια δύο μαχητικά αεροπλάνα Sukhoi SU-24 έκαναν εκ νέου επικίνδυνους ελιγμούς[1]. Η πρώτη εντύπωση που δημιουργήθηκε αμέσως μετά την λήξη των δυο αυτών επεισοδίων ήταν πως θ’ ακολουθούσε άμεσο θερμό επεισόδιο μεταξύ των δυο κρατών.
Όπως φαίνεται, η παρούσα περίοδος θα μπορούσε να χαρακτηριστεί από την ύπαρξη μιας παράδοξης διπλωματικής ισορροπίας μεταξύ των ΗΠΑ και της Ρωσίας. Την χαρακτηρίζουμε ως παράδοξη ,εφόσον στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας, ο οποίος κορυφώνεται στην μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους στην Συρία, είδαμε την προσπάθεια και την ύπαρξη συνεννόησης[2] μεταξύ του προέδρου Μπάρακ Ομπάμα με τον Ρώσο ομόλογό του, Βλαντίμιρ Πούτιν, αλλά και στο πεδίο της καλής γειτνίασης με την Ευρώπη τόσο, η Ρωσία όσο και η ΕΕ, αλλά και το ΝΑΤΟ, επιδεικνύουν μια χαρακτηριστική καχυποψία, που έχει ξεκάθαρο γεωπολιτικό υπόβαθρο. Η περιοχή της Βαλτικής, λοιπόν, είναι ο κατάλληλος γεωγραφικός τόπος, στον οποίο τόσο η μελέτη του πρόσφατου εμπειρικού γεγονότος όσο και η Ιστορία των συσχετισμών ισχύος μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, μπορούν ν’ αναδείξουν με χαρακτηριστικό και μοναδικό τρόπο, ιδιαίτερα την δεύτερη πτυχή αυτής της παράδοξης διπλωματικής ισορροπίας, δηλαδή το συγκεκριμένο γεωπολιτικό παίγνιο ανασφάλειας και καχυποψίας μεταξύ Δύσης και Ρωσίας. Εν συνεχεία θα διερευνήσουμε τις αντιδράσεις και τις συμπεριφορές των τριών κρατών της Βαλτικής (Εσθονία, Λιθουανία, Λετονία) σ’ αυτές τις γεωστρατηγικές προκλήσεις της σύγχρονης εποχής καθώς και τα μέτρα που λήφθηκαν υπό την ομπρέλα του ΝΑΤΟ. Τέλος, θα επιχειρηθεί η συνολική ανάδειξη ενός θεωρητικού προβληματισμού αναφορικά με την επιρροή που δύναται ν’ ασκήσει η γεωπολιτική συγκυρία της Βαλτικής στις ρωσονατοϊκές σχέσεις καθώς και το γεωπολιτικό πλαίσιο εντός του οποίου θα κληθεί, να διαμορφωθεί η σύγχρονη πολιτική ασφαλείας των κρατών του ΝΑΤΟ εντός του 21ου αιώνα.
Το περιεχόμενο της νατοϊκής προσέγγισης στην Βαλτική
Ίσως το πλέον βασικό μέρος της νατοϊκής στρατηγικής προσέγγισης στην Βαλτική μπορούμε να το εντοπίσουμε στην γεωπολιτική σκέψη του Αμερικανο-Ολλανδού γεωστρατηγιστή, N. Spykman, ο οποίος υπήρξε θεωρητικός ταγός της έννοιας του Rimland της Ευρασίας (περιφερειακός δακτύλιος/περίμετρος της Ευρασίας). Εν συντομία, η σκέψη του συνοψίζεται στην εξής σπουδαία φράση που έλεγε πως «Όποιος ελέγχει την περίμετρο κυριαρχεί στην Ευρασία. Όποιος κυριαρχεί στην Ευρασία ελέγχει τις τύχες του κόσμου»[3]. Η συγκεκριμένη φράση αναδεικνύει δυο κυρίαρχα χαρακτηριστικά στον ευρασιατικό χώρο, τα οποία επιβεβαιώνονται μέσα από το εμπειρικό γεγονός. Αυτά αφορούν αφενός, την εκ νέου ανάδειξη των κρατών που βασίζουν την ισχύ τους στην ναυτική δύναμη (λ.χ ΗΠΑ τον 20ο-21ο αιώνα και Ηνωμένο Βασίλειο τον 18ο-19ο αιώνα) μέσα στο στρατηγικό πλέγμα συσχετισμών της Ευρασίας και, αφετέρου, υπερτονίζουν την στρατηγική σημασία που κατέχουν ορισμένες υποπεριφέρειες της περιμέτρου της Κεντρικής Περιοχής (Heartland), όπως ο χώρος της Βαλτικής, σε σχέση με τον ρόλο που διαδραματίζουν στον περιορισμό και την ανάσχεση των ισχυρών κρατών που καταλαμβάνουν τον κυρίαρχο όγκο της Ευρασίας, δηλαδή κυρίως την Ρωσία. Εύλογα διαπιστώνει κανείς πως η Βαλτική, όπως φαίνεται και από τον ακόλουθο χάρτη, είναι μια τέτοια υποπεριφέρεια και οι πρόσφατες εξελίξεις μέσα στον 21ο αιώνα αποδεικνύουν χαρακτηριστικά την γενικότερη προσεταιριστική στάση του ΝΑΤΟ στα κράτη της Βαλτικής (Εσθονία, Λιθουανία, Λετονία) αλλά και την συσχετιζόμενη αντίληψη περί γεωπολιτικής ανάσχεσης μιας επιθετικής Ρωσίας που επιδιώκει εκ νέου και ιδιαίτερα μετά την Ουκρανική κρίση του 2014 ν’ αλλάξει τις ισορροπίες στον Ευρωπαϊκό χάρτη.
Ο συγκεκριμένος χάρτης αναδεικνύει με χαρακτηριστικό τρόπο την σκέψη του Spykman και την νατοϊκή της προέκταση σήμερα. Όπως φαίνεται και από τις περιοχές που είναι τονισμένες με κόκκινο χρώμα, στόχος είναι ο περιορισμός της Ρωσίας στο εσωτερικό της Ευρασίας. Μια εξ’ αυτών των περιοχών που περιορίζουν την Ρωσία από την έξοδο σ’ ανοιχτή θάλασσα είναι η υποπεριφέρεια της Βαλτικής.
Όπως επισημαίνει και ο συνταγματάρχης και βετεράνος του Αμερικανικού στρατού, D. Mastriano, το ΝΑΤΟ οφείλει ν’ ανταποκριθεί συνολικά στις ρωσικές προκλήσεις και ιδιαίτερα σ’ αυτές που εστιάζουν στην ακεραιότητα των τριών αυτών κρατών[4]. Επιπρόσθετα, θεωρεί πως η σύγχρονη στρατηγική του ΝΑΤΟ απέναντι στην Ρωσία και ιδιαίτερα στην Βαλτική, δεν θα πρέπει να βασίζεται τόσο σε δόγματα ενός ολοκληρωτικού πολέμου αλλά, μάλλον, θα πρέπει να εστιάζει στην αντιμετώπιση των διαφόρων εστιών ανορθόδοξου και αντισυμβατικού πολέμου, που επιχειρεί να χρησιμοποιήσει η Ρωσία και ο πρόεδρος Πούτιν σε βάρος των γειτονικών της κρατών[5]. Συνεπώς, με βάση το σκεπτικό αυτό, μπορεί κανείς να συμπεράνει πως η νατοϊκή προσέγγιση στην Βαλτική βασίζεται σε τρεις κύριους άξονες, δηλαδή στην αντιμετώπιση του επιθετικού Ρωσικού παράγοντα (μια αντίληψη για έναν ρωσικό ηγεμονισμό που πηγάζει από την θεωρία του επιθετικού ρεαλισμού), στον εκσυγχρονισμό της στρατηγικής του ΝΑΤΟ συμπεριλαμβάνοντας και σύγχρονους καθοριστικούς παράγοντες όπως η ενεργειακή ασφάλεια, πάντα βέβαια εντός των πλαισίων της ανάσχεσης, όπως απεικονίζει και ο Spykman με το σχήμα του, αλλά και στην διαμόρφωση στρατιωτικών και στρατηγικών δομών πρόληψης τέτοιων ενδεχομένων σ’ αυτά τα κράτη, πράγμα τ’ οποίο θ’ αναλύσουμε εκτενέστερα στην 4η ενότητα του άρθρου.
2.1 Η στρατηγική του ΝΑΤΟ στην Βαλτική μετά το 2014
Μετά και την εισδοχή των τριών κρατών της Βαλτικής στην Βορειοατλαντική συμμαχία τo 2004, η δραστηριότητα του ΝΑΤΟ σ’ εκείνη την περιοχή αυξήθηκε ενώ η συγκεκριμένη διεύρυνση του ΝΑΤΟ είχε και έντονα συμβολικό χαρακτήρα καθώς για πρώτη φορά κράτη-πρώην σοβιετικές ομόσπονδες δημοκρατίες, έγιναν μέλη του Βορειοατλαντικού συμφώνου[6]. Η συγκεκριμένη διεύρυνση απέκτησε έναν διττό χαρακτήρα και για την εικόνα που οικοδομούσε η Βορειοατλαντική συμμαχία αλλά και για την αντίληψη που ανέπτυσσε η Ρωσική Ομοσπονδία για τον μετασοβιετικό χώρο. Πιο συγκεκριμένα για το ΝΑΤΟ έγινε εμφανές πως η στρατηγική του θα έπρεπε να δώσει προτεραιότητα στην διεύρυνση των αποτρεπτικών ικανοτήτων του και εκτός της Δυτικής και Κεντρικής Ευρώπης εφόσον θα έπρεπε να φτάσει πλέον δίπλα στα σύνορα με την Ρωσία. Κάτι τέτοιο βέβαια δεν είναι τόσο εύκολο, όσο φαντάζεται κανείς, καθώς η συνολική ισχύς και των τριών Βαλτικών κρατών ήταν πολύ περιορισμένη, ούτως ώστε να συνεισφέρει σημαντικά στην διεύρυνση των αμυντικών δυνατοτήτων του ΝΑΤΟ. Παρότι βέβαια η Εσθονία από το 2004 μέχρι και το 2014 αύξησε το συνολικό ποσό της αμυντικής της δαπάνης στα πλαίσια του ΝΑΤΟ, ήτοι 1,7% του ΑΕΠ το 2004-2,3 % το 2009 και τελικά 2% το 2014[7], οι δυο άλλες χώρες, δηλαδή η Λετονία και η Λιθουανία, μέσα στο ίδιο διάστημα δεν ξεπέρασαν το 2%, ενώ χαρακτηριστικά το ποσοστό των δαπανών τους μέχρι το 2014 έβαινε μειούμενο και έφτασε κάτω από το 1%[8]. Κατά συνέπεια η Ουκρανική κρίση του 2014 λειτούργησε καταλυτικά για την αναδιαμόρφωση της στρατηγικής του ΝΑΤΟ στην Βαλτική και ιδιαίτερα μετά και την σύνοδο της Ουαλίας του ίδιου έτους, συναποφασίστηκε η αύξηση των συνολικών δαπανών στο 3% για όλα τα κράτη-μέλη του συμφώνου.
Ιδιαιτέρως μετά την ρώσο-ουκρανική διένεξη του Μαρτίου του 2014, που οδήγησε στην προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσική Ομοσπονδία, το ΝΑΤΟ θέλησε να τονίσει την σημασία της προστασίας της Βαλτικής από τον ρωσικό παράγοντα. Σε διάφορες προσομοιώσεις που διεξήγαγε το Αμεικανικό Ινστιτούτο Αμυντικών Ερευνών RAND, διαπίστωσε πως τα κράτη της Βαλτικής ήταν ιδιαιτέρως ευάλωτα παρά τις όποιες ιδιαίτερες προσπάθειες είχαν γίνει τα περασμένα 10 χρόνια για τον αμυντικό εκσυγχρονισμό τους και την αύξηση της συλλογικής αποτρεπτικής τους ισχύος. Συγκεκριμένα το Ινστιτούτο RAND σε έκθεση του 2016 εξήγησε πως στην ακραία περίπτωση άμεσου πλήγματος του ρωσικού στρατού στα Βαλτικά εδάφη, η εκτιμώμενη διάρκεια άφιξης των στρατευμάτων στο Ταλίν ή στην Ρίγα και το Βίλνιους ήταν από 36-60 ώρες[9] !
Καθώς το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ ήταν ενημερωμένο γι’ αυτήν την κατάσταση, εντός του έτους 2015 διεξήγαγε συνολικά 12 σημαντικές στρατιωτικές ασκήσεις. Εξ’ αυτών στις 5 συμμετείχε η Εσθονία είτε έγιναν σε εδάφη των χωρών της Βαλτικής, με σημαντικότερη την άσκηση με όνομα BALTOPS 2015[10] που διεξήχθη τον Ιούνιο του ίδιου έτους. Ακόμα βέβαια, η τελευταία άσκηση του 2015 αφορούσε την κυβερνοασφάλεια και την ανάπτυξη αποτρεπτικής ικανότητας στον κυβερνοχώρο, όπου και πρωτοστάτησε η Εσθονία[11]. Συνολικά, μέχρι και σήμερα, εντός του 2016, κυρίαρχος στόχος της στρατηγικής του ΝΑΤΟ στην Βαλτική παραμένει η αύξηση των συμβατικών μέσων για την αποτροπή της Ρωσικής Ομοσπονδίας, ούτως ώστε να αποφευχθούν περιστατικά όμοια μ’ αυτά του περασμένου Απριλίου, όπου παρ’ ολίγον να σημειωθεί θερμό επεισόδιο.
Η θέση και θέαση της Ρωσίας στην Βαλτική
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον σ’ αυτήν την συγκυρία προκαλεί η θέαση αλλά και η στρατηγική θέση της Ρωσίας στην περιοχή της Βαλτικής, η στρατιωτική της παρουσία και οι αντιδράσεις προς τις προαναφερθείσες αιτιάσεις της Δύσης για προκλητικές και επιθετικές ενέργειες σε βάρος των κρατών του ΝΑΤΟ.
Η Ρωσία ιστορικά απέδιδε ιδιαίτερη σημασία στην υποπεριφέρεια της Βαλτικής, την οποία σε συνδυασμό με την Ουκρανία θεωρούσε ως το αμυντικό της προπέτασμα στην Κεντρική Ευρώπη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, που πηγάζει από την διπλωματική ιστορία και αναδεικνύει την σημασία της Βαλτικής για την Ρωσία, αποτελούν τα δυο σύμφωνα που υπεγράφησαν το 1918 και το 1939 μεταξύ των ρωσικών/σοβιετικών δυνάμεων και των αντίστοιχων γερμανικών. Τόσο στο σύμφωνο λήξης πολέμου στο Μπρεστ-Λιτόφσκ του Μαρτίου του 1918, όσο και στο μυστικό πρωτόκολλο του συμφώνου Ρίμπεντροπ-Μολότωφ του Αυγούστου του 1939, υπήρχε ειδική διάταξη και αναφορά για τις χώρες της Βαλτικής αλλά και τον διαμοιρασμό τους ανάμεσα στην σφαίρα επιρροής της Ρωσίας και της Γερμανίας αντίστοιχα. Η εξήγηση γι’ αυτήν την στάση της Ρωσίας προς την Βαλτική βρίσκεται στην αντιστροφή των όρων του σχήματος του N. Spykman και μπορεί να αποδοθεί, τόσο στην ιστορική της βούληση, να διαθέτει τουλάχιστον μια ελεύθερη έξοδο σε θάλασσα (πέραν των «θερμών θαλασσών» που αποτελούσαν το πρωταρχικό διακύβευμα για την Ρωσία ανέκαθεν), όσο και στην πρόθεση της να προστατεύσει το μόνο προσπελάσιμο, από άποψη φυσικών εμποδίων, μέρος της επικράτειάς της (Heartland), το οποίο μέχρι σήμερα εκτείνεται από την γραμμή της Αγίας Πετρούπολης και φτάνει ως το Rostov-on-Don[12].
Η Ρωσία βέβαια κατά το διάστημα 2008-2014 έχει προσπαθήσει να διατηρήσει ακέραιη την ναυτική και χερσαία παρουσία της στην Βαλτική, ενώ αποπειράται ταυτόχρονα να προωθήσει πολιτικές αναδιαμόρφωσης και εκσυγχρονισμού των στρατευμάτων που βρίσκονται στα σύνορα με την Εσθονία, στην περιφέρεια του Καλίνινγκραντ και στην Λευκορωσία[13]. Οι προσπάθειες αυτές στοχεύουν στην μείωση των μόνιμων στρατευμάτων που είναι στρατοπεδευμένα στις προαναφερθείσες περιοχές και η σταδιακή αντικατάστασή τους με λιγότερα αλλά επαγγελματικά στρατεύματα ταχείας αντίδρασης (rapid reaction forces). Ακόμα περισσότερο, βασικό δόγμα για την διενέργεια ασκήσεων στα σύνορα με τα κράτη της Βαλτικής είναι το αμυντικό δόγμα διασφάλισης της Ρωσίας από τον Νατοϊκό επεκτατισμό προς την Ανατολή (αντί για enlargement γίνεται λόγος για NATO eastward expansion). Φαίνεται λοιπόν πως οι δυο τόσο διαφορετικές θεάσεις του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας που συγκρούονται στην Βαλτική, εν τέλει καταλήγουν σε ένα παίγνιο που βασίζεται στην αμοιβαία καχυποψία και στην κατά συνέπεια οικοδόμηση διλημμάτων ασφαλείας.
Παρά τις ανησυχίες, που έχουν κατά καιρούς εκφραστεί από κυβερνήτες δυτικών κρατών για μια εθνοκεντρική εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης Πούτιν, που έχει ως στόχο την προστασία των ρωσικών εθνικών πληθυσμών που ζουν στο εγγύς εξωτερικό της Ρωσίας και άρα πως βασικός τρόπος υλοποίησης της συγκεκριμένης πολιτικής παραμένει η στρατιωτική ισχύς, κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να είναι απόλυτα αληθές για την Ρωσική πλευρά. Η παρερμηνεία των δηλώσεων Πούτιν και ειδικά μετά την προσάρτηση της Κριμαίας την 18η Μαρτίου 2014 ως ένα κέλευσμα προς τον ρωσικό εθνικισμό, έχει οδηγήσει σε μια συνολική αλλαγή στις σχέσεις ΝΑΤΟ-Ρωσίας. Η χρήση του όρου Ruskii από πλευράς του προέδρου Πούτιν, φαίνεται να σηματοδοτεί την σημειολογική αναγνώριση της ιστορικής ενότητας όλων των ανατολικών σλαβικών λαών εντός ενός πολιτισμικού χώρου, ο οποίος δεν κάνει λόγο για εκρωσισμό των ιστορικών ρωσικών εδαφών ή εθνοφυλετικές διακρίσεις σε βάρος των μη ρωσικών πληθυσμών, παρά λειτουργεί περισσότερο ως υπενθύμιση της κοινής κοιτίδας αυτών των προαναφερθέντων λαών[14]. O συγκεκριμένος όρος Russkii ενώ είχε υποβαθμιστεί για περισσότερο από τρεις αιώνες στην Ρωσική ιστοριογραφία, εν τέλει επανεμφανίστηκε στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και λειτουργούσε ως υπενθύμιση της κοινής ταυτότητας των σλαβικών πληθυσμών που είχαν βρεθεί υπό την κυριαρχία της Πολωνο-Λιθουανικής κοινοπολιτείας. Ο Πούτιν με την αναφορά αυτήν προφανώς προσπαθούσε να υπενθυμίσει στους Ανατολικούς Σλαβικούς λαούς την κοινή τους κοιτίδα και να τονίσει την αμυντική στάση, την οποία πρέπει να υιοθετήσουν εκ νέου αυτοί οι πληθυσμοί απέναντι στην Δυτική επέκταση προς τα ανατολικά, ενώ ουδέποτε έκανε λόγο για ιστορικό ρεβανσισμό στην βάση των εθνικών και εθνοτικών διαφορών με τους λαούς της Βαλτικής.
Συμπερασματικά και η στάση της Ρωσίας εντός των τελευταίων ετών και ειδικά μετά το 2014 έχει συμβάλλει με τον τρόπο της στην στρατιωτικοποίηση της περιοχή. Το συμβάν με τα δυο μαχητικά αεροσκάφη και το ελικόπτερο που πέταξαν σε κοντινή απόσταση από το αμερικανικό αντιτορπιλικό δείχνει πως η Βαλτική γίνεται εκ νέου ένας χώρος ανάδειξης ψυχροπολεμικών διλημμάτων ασφαλείας και αμοιβαίας καχυποψίας μεταξύ Δύσης και Ρωσίας. Βέβαια, η ειδοποιός διαφορά της Ρωσίας από το ΝΑΤΟ στην συγκεκριμένη περιοχή είναι η σταθερή στρατιωτική της παρουσία, η οποία έχει θεμελιωθεί εδώ και 1,5 περίπου αιώνα αλλά και η τεράστια ενεργειακή εξάρτηση την οποία παρουσιάζουν τα κράτη της Βαλτικής από το ρωσικό φυσικό αέριο και πετρέλαιο. Σαφώς όμως, στόχος δεν είναι ο ραγδαίος επανεξοπλισμός των δυο δρώντων αλλά η προσπάθεια συνεννόησης και κατανόησης αυτού του στρατηγικού παραδόξου.
Οι αντιδράσεις και η στάση των ίδιων των κρατών της Βαλτικής
Βέβαια, σε μια τέτοια σύνθετη συγκυρία, είναι αδύνατον να απουσιάζουν και οι βασικές θέσεις των τριών κρατών της Βαλτικής αλλά και το σύνολο των στρατηγικών τους επιλογών. Το πρόσφατο εμπειρικό γεγονός της Κριμαίας και ο συσχετισμός με την παλαιότερη προστριβή της ρωσικής μειονότητας της Εσθονίας με την Εσθονική κυβέρνηση το 2007, που οδήγησαν σ’ ένα πρωτόγνωρο μπαράζ κυβερνοεπιθέσεων, έχουν θορυβήσει αρκετά και τα τρία κράτη της Βαλτικής. Κοινό γνώρισμα τους είναι η παρουσία ρωσικών πληθυσμών, οι οποίοι φέρουν τα χαρακτηριστικά της μειονότητας. Ιδιαίτερα μετά το 2008 και τα περιστατικά στην Αμπχαζία και την Νότια Οσσετία, οι κυβερνήσεις των τριών αυτών κρατών φοβούνται για πιθανές ενέργειες αποσχιστικού χαρακτήρα υποκινούμενες από το Κρεμλίνο, όπως αναφέρει και ο συνταγματάρχης Mastriano[15]. Κάτι τέτοιο βέβαια, πέραν των διαδηλώσεων του 2007 στην Εσθονία, δεν φαίνεται να επιβεβαιώνεται και λειτουργεί περισσότερο ως πρόφαση για την περαιτέρω στρατιωτικοποίηση της περιοχής στην βάση της καλλιέργειας ενός αντιρωσικού αισθήματος, το οποίο πολλές φορές φτάνει και σ’ ακραίες εκφράσεις με εκδηλώσεις μνήμης υπέρ των ναζιστικών στρατευμάτων των SS[16]. Όπως φάνηκε και από την πρόσφατη στάση των κυβερνήσεων της Βαλτικής να μην στείλουν κανέναν επίσημο διπλωματικό αντιπρόσωπο στην παρέλαση της 9ης Μαΐου[17], το αντιρωσικό αυτό αίσθημα λειτουργεί ως τροχοπέδη για την γενικότερη ομαλοποίηση των σχέσεων μεταξύ Ρωσίας-ΝΑΤΟ μ’ επίκεντρο την Βαλτική. Η συνολική διαμόρφωση στρατηγικών δομών πρόληψης ενός στρατιωτικού επεισοδίου στην Βαλτική, με την ταυτόχρονη αποδοχή εθνικών ιδεολογιών βασισμένων στα αντιρωσικά αισθήματα, φαίνεται εν τέλει να μετατρέπει τα κράτη της Βαλτικής σε στρατιωτικά σύνορα (military frontiers), όμοια με αυτά που είχαν δημιουργήσει στα Βόρεια Βαλκάνια οι Αψβούργοι κατά τον 15ο-16ο αιώνα. Βέβαια, η ολική μεταστροφή των κρατών της Βαλτικής κατά της Ρωσίας φαίνεται παντελώς αδύνατη, εφόσον καίριο ρόλο στην εξίσωση κατέχει ο παράγοντας της ενεργειακής ασφάλειας. Όσο και τα τρία κράτη της Βαλτικής παρουσιάζουν βαθμό εξάρτησης άνω του 90% στις ενεργειακές τους εισαγωγές από την Ρωσία, τόσο δυσκολότερο γίνεται το να βασιστούν μόνον σε μονολιθικές στρατηγικές στρατιωτικού χαρακτήρα. Συνεπώς, η ανάγκη για επιστροφή στον δρόμο του διπλωματικού διαλόγου έχει και ενεργειακό υπόβαθρο.
Επίλογος
Εύλογα καταλαβαίνει κανείς πως η επιστροφή της γεωπολιτικής είναι πλέον γεγονός και πως το ΝΑΤΟ και τα κράτη μέλη της ΕΕ προσπαθούν να καταστούν εκ νέου ως ρυθμιστικός παράγοντας του νέου συσχετισμού ισχύος που αναπτύσσεται στον χώρο της Βαλτικής. Βέβαια, και η πολιτική ασφαλείας της Ρωσικής Ομοσπονδίας μετά το 2015, λειτουργεί ως ένα ισχυρό εμπόδιο σ’ αυτόν τον στρατηγικό σχεδιασμό, ενώ η προαναφερθείσα ενεργειακή εξάρτηση της Βαλτικής από την Ρωσία δείχνει να είναι ένας κρυφός άσσος στο μανίκι του Κρεμλίνου. Παραδόξως, όπως βέβαια αναφέρθηκε και στην εισαγωγή αυτού του άρθρου, φαίνεται πως η διπλωματική ισορροπία μεταξύ των δυο πλευρών διατηρείται παρά τα όποια επεισόδια και τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς καθώς κυρίαρχο ρόλο στην συγκεκριμένη συγκυρία, στις ατζέντες ασφαλείας των δυο δρώντων κατέχει η μάχη κατά του εξτρεμιστικού Ισλάμ στην Μέση Ανατολή. Η ενεργότερη εμπλοκή του ΝΑΤΟ στην Βαλτική και η στρατηγική αναβάθμιση των τριών κρατών της Βαλτικής δείχνουν να διαμορφώνουν ένα πλαίσιο μιας εύθραυστης ισορροπίας ισχύος, η οποία εξ’ αρχής φαίνεται να λειτουργεί σε βάρος μιας αμοιβαίας επωφελούς συνεργασίας. Ο παράγοντας της ενέργειας έρχεται να εξισορροπήσει εκ νέου τα πράγματα, όσο βέβαια δεν χρησιμοποιείται σαν μοχλός άσκησης διπλωματικών πιέσεων και στα κράτη της Βαλτικής. Συνεπώς, φαίνεται πως η οικοδόμηση μιας αμοιβαίας σχέσης εμπιστοσύνης μπορεί να γίνει στην βάση των ενεργειακών συμφερόντων, της αμοιβαίας ανάπτυξης αισθήματος ασφαλείας και στις δύο πλευρές αλλά και στην συγκυριακή αντιμετώπιση του πολιτικού και θρησκευτικού φονταμενταλισμού που φαίνεται να ριζώνει στο διεθνές προσκήνιο.
[1] “US Navy Ship Encounters Aggressive Russian Aircraft in Baltic Sea,” April 13, 2016, accessed May 25, 2016, http://www.navy.mil/submit/display.asp?story_id=94170.
[2] Kristen Holmes and Kevin Liptak, “ISIS Brings Putin, Obama Together,” CNN (CNN), November 18, 2015, http://edition.cnn.com/2015/11/17/politics/isis-putin-obama/.
[3] Spykman, N., The Geography of Peace, pp. 43. (accessed 21st May 2016)
[4] Douglas Mastriano, “Putin’s Conundrum: The Baltic Region, Unconventional Threats and a Rising Russia,” FPRI Baltic Bulletin, April 2016,σελ. 1
[5] ο.π, σελ. 2
[6] Τα κράτη της Κεντρικής Ευρώπης τα οποία εισήλθαν στο ΝΑΤΟ το 1999, δηλαδή η Πολωνία, η Ουγγαρία και η Τσεχία, δεν αποτελούσαν αμιγώς σοβιετικά ομόσπονδα κράτη της ΕΣΣΔ παρά κράτη με κομμουνιστικό καθεστώς και μέλη του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Η διεύρυνση του 2004 στην Βαλτική και σε πρώην εδάφη της ΕΣΣΔ σηματοδοτεί καθοριστικά μια νέα εποχή τόσο για το ΝΑΤΟ όσο και για την αντίληψη της Ρωσικής Ομοσπονδίας για τον μετασοβιετικό χώρο.
[7] NATO military expenditure as a percentage of GDP 1949-2014, SIPRI institute, April 2016
[8] ο. π
[9] David A Shlapak and Michael W Johnson, S U M M A RY ■ Reinforcing Deterrence on NATO’s Eastern Flank Wargaming the Defense of the Baltics, 2016, accessed May 25, 2016, http://www.rand.org/content/dam/rand/pubs/research_reports/RR1200/RR1253/RAND_RR1253.pdf
[10] North Atlantic Treaty Organization Key NATO & Allied Exercises, (n.p., 2015), http://www.nato.int/nato_static_fl2014/assets/pdf/pdf_2015_10/20151007_1510-factsheet_exercises_en.pdf.
[11] North Atlantic Treaty Organization Key NATO & Allied Exercises, (n.p., 2015), http://www.nato.int/nato_static_fl2014/assets/pdf/pdf_2015_10/20151007_1510-factsheet_exercises_en.pdf, σελ. 3
[12] Here Is Why Russia Isn’t as Strong as People Think Is, 2016, posted May 25, 2016, https://www.facebook.com/businessinsider/videos/10153516950579071/
[13] “Russian Armed Forces in the Baltic Sea Region,” 2014, accessed May 23, 2016, http://www.diplomaatia.ee/en/article/russian-armed-forces-in-the-baltic-sea-region/
[14] Marlene Laruelle, “Misinterpeting Nationalism. Why RUSKII Is Not a Sign of Ethnonationalism,” PONARS Eurasia, no. Memo no. 416 (January 2016).
[15] Douglas Mastriano, “Putin’s Conundrum: The Baltic Region, Unconventional Threats and a Rising Russia,” FPRI Baltic Bulletin, April 2016,σελ. 3
[16] Marissa Newman, Nazi Waffen SS Veterans March in Riga Parade, (The Times of Israel), March 16, 2016, http://www.timesofisrael.com/liveblog_entry/nazi-waffen-ss-veterans-march-in-riga-parade/
[17] “Lithuania’s Ambassador Pays Tribute to WWII Victims in Moscow, but Skips Military Parade,” May 9, 2016, accessed May 25, 2016, http://en.delfi.lt/lithuania/foreign-affairs/lithuanias-ambassador-pays-tribute-to-wwii-victims-in-moscow-but-skips-military-parade.d?id=71221650