Γράφουν οι Όμηρος Τσάπαλος, Αναλυτής και Μέλος Δ.Σ ΚΕΔΙΣΑ και Δημήτρης Ιατρίδης, Δικηγόρος-Οικονομολόγος
Διαχρονική πολιτική βούληση της εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας υπήρξε η εμπλοκή της Ευρώπης στην επιτήρηση και φύλαξη των ελληνικών συνόρων και δη των ελληνοτουρκικών.
Η αντίληψη πίσω από αυτήν την βούληση, η οποία εκφράστηκε πολλές φορές, σε ανώτατο κυβερνητικό επίπεδο εδράζεται στην λογική ότι από τη στιγμή που η επιτήρηση και φύλαξη των συνόρων καταστεί ευρωπαϊκό ζήτημα τότε και η τουρκική αντίδραση, όπως εκφράζεται μέσα από το casus belli της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης επί του εύρους των ελληνικών χωρικών υδάτων, αλλά και της μόνης αναγνωρισμένης ελληνοτουρκικής διαφοράς επί των ορίων της υφαλοκρηπίδας και, εν δυνάμει, της ελληνικής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης, θα μετατραπεί αυτομάτως σε ευρω-τουρκικό θέμα. Η συγκεκριμένη προσέγγιση δεν στερείται λογικής, αντιθέτως περικλείει πολλά από τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που διαθέτει αυτή τη στιγμή η χώρα: τη σταθερή θέση της εντός του σκληρού πυρήνα της Ευρώπης αλλά και με τις συμμαχίες που σε γεωστρατηγικό επίπεδο έχει επιτύχει διαχρονικά με τις χώρες της Ένωσης.
Η απόφαση δημιουργίας μιας ενιαίας Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής-Ακτοφυλακής η οποία θα αναλάβει την, ακόμη και αυτεπάγγελτη υπό συνθήκες, επιτήρηση των εξωτερικών συνόρων της Ένωσης, μπορεί να αποτελέσει σοβαρή ευκαιρία εκπλήρωσης εθνικών επιδιώξεων. Η Ευρώπη, εξαιτίας του απρόβλεπτου αλλά και, ενίοτε, υποτιμημένου προσφυγικού ζητήματος, αναγκάστηκε να διανύσει πολλά χιλιόμετρα ενωσιακής προόδου μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Υιοθέτησε ένα δυναμικό σχέδιο προστασίας των συνόρων της, το οποίο μπορεί να ικανοποιήσει τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα, αρκεί να δώσει απάντηση σε ένα κρίσιμο ερώτημα. Ποιο θα είναι το εύρος των χωρικών υδάτων τα οποία η ευρωπαϊκή συνοριοφυλακή-ακτοφυλακή θα φυλάσσει; Το ζητούμενο για την χώρα μας είναι να διασφαλιστεί με τον καλύτερο και σαφέστερο τρόπο με συμφωνία επί συντεταγμένων πάνω σε χάρτη, ότι τα εθνικά χωρικά ύδατα, εν δυνάμει, εκτείνονται μέχρι τα 12 ναυτικά μίλια από τις ακτές και ότι αυτά καλείται να επιτηρήσει η Ευρωπαϊκή Συνοριοφυλακή-Ακτοφυλακή, χωρίς αυτό να της στερεί τη δυνατότητα να επιχειρεί και σε διεθνή ύδατα. Το δικαίωμα επί των 12 ναυτικών μιλίων πρέπει να διασφαλιστεί και να αναφερθεί ρητώς. Είναι εθνική υποχρεωση. Εάν αυτό συμβεί, τότε de facto η Ευρώπη θα έχει αναγνωρίσει το εύρος των ελληνικών χωρικών υδάτων στο Αιγαίο στα 12 ν.μ. από την ηπειρωτική χώρα και τα νησιά.
Είναι, επίσης, απαραίτητο να τονιστεί ότι οι υποχρεώσεις της Τουρκίας έναντι των προσφύγων, όπως αυτές απορρέουν από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και το Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης του 1967, είναι ακριβώς ίδιες με αυτές οποιουδήποτε κράτους μέλους της ΕΕ, και φυσικά της χώρας μας, Σε αυτό το πλαίσιο, είναι θεμιτό η χώρα μας να πιέσει για τη δημιουργία ανάλογων hot spots με αυτά που δημιουργούνται σε Ελληνικά νησιά, και στην ηπειρωτική Τουρκία, γεγονός που μπορεί να συμβάλει στην ομαλοποίηση της ανεξέλεγκτης ροής ανθρώπων από τα παράλια της Μικράς Ασίας προς τις Ελληνικές ακτές.
Σε περίπτωση διασφάλισης των ελληνικών επιδιώξεων, η επιτυχία της χώρας μας θα είναι διπλή. Και τα σύνορα της θα φυλάσσονται με αποτελεσματικότερο και πιο οργανωμένο τρόπο, συμβάλλοντας στην επίλυση του ζητήματος των μαζικών εισροών και τραγικής απώλειας προσφύγων και μεταναστών στο Αιγαίο, και η Ευρώπη θα έχει προωθήσει αποφασιστικά αυτό το οποίο εμείς δεν μπορέσαμε να πράξουμε μέχρι σήμερα. Να αναγνωριστούν de facto τα ελληνικά χωρικά ύδατα στα 12 ν.μ με ευρωπαϊκή σφραγίδα.
Η ελληνική εξωτερική πολιτική καλείται να επιλέξει την κατάλληλη διαπραγματευτική στρατηγική που θα οδηγήσει στο βέλτιστο αποτέλεσμα. Σε μια τέτοια στρατηγική δεν χωρούν ούτε ιδεοληπτικές προσεγγίσεις ούτε πολιτικές προς εσωτερική κατανάλωση. Απαιτείται ηγεσία που θα πράττει ευρωπαϊκά σκεπτόμενη τα εθνικά συμφέροντα. Η Ελλάδα έχει μια χρυσή ευκαιρία με μια πολιτική να λύσει δυο προβλήματα. Είναι στο χέρι μας να το πετύχουμε.