Εκκλησία: Με μια φράση που αποτυπώνει την ουσία της εκκλησιαστικής ιστορίας και θεολογίας, ο Αρχιεπίσκοπος Κρήτης Ευγένιος έθεσε τις βάσεις για μια συζήτηση που ξεπερνά τα στενά πρόσωπα και τις συγκυρίες:
Ρεπορτάζ: Παντελής Χαριτάκης
«Η Εκκλησία ούτε σε εμάς άρχισε, ούτε με εμάς θα τελειώσει».
Το μήνυμα αυτό δεν είναι απλώς θεολογική υπενθύμιση· είναι και ένα πολιτικό σήμα μέσα σε ένα σκηνικό έντονης κινητικότητας και υπόγειων συγκρούσεων. Ούτε με τον Ευγένιο, ούτε με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ούτε με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο «ορίζεται» η Εκκλησία. Και όσοι φαντάζονται ότι τα πρόσωπα μπορούν να καθορίσουν το σώμα της Εκκλησίας, διαψεύδονται με πάταγο από την ίδια την Ιστορία.
Μητσοτάκης και Φανάρι σε κοινή γραμμή – Το μεταθετό «γείωσε» στην Κρήτη
Η αλήθεια είναι πως το περιβόητο «μεταθετό» –δηλαδή το ενδεχόμενο αλλαγής του καθεστώτος μετακίνησης των μητροπολιτών της Κρήτης– φαίνεται να έχει ήδη κατατεθεί στο περιθώριο. Κυβέρνηση και Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι σε απόλυτη σύμπλευση ότι το θέμα δεν υφίσταται καν.
Πίσω από τις κλειστές πόρτες, όπως μεταφέρουν πληροφορίες στο Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, έχει ξεκαθαριστεί ότι η κυβέρνηση δεν πρόκειται να ανοίξει μέτωπο με το Φανάρι για το συγκεκριμένο ζήτημα. Το ερώτημα, ωστόσο, είναι βαθύτερο:
Θα συνεχίσει ο πρωθυπουργός να δίνει «αέρα» στο Φανάρι να επεκτείνει σταδιακά την επιρροή του και εντός της ελλαδικής επικράτειας;
Διότι το θέμα δεν είναι απλώς αν θα γίνει ή όχι το μεταθετό. Το ζήτημα είναι εάν το Οικουμενικό Πατριαρχείο θα έχει λόγο στα Σταυροπήγια, σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και στις λεπτές γραμμές που ορίζει ρητά το Σύνταγμα της Ελλάδας.
Οι «Νέες Χώρες» και το ιστορικό βάρος των διεκδικήσεων
Η ιστορία έχει δείξει ότι τέτοιες διεκδικήσεις και συγκρούσεις δεν είναι πρωτόγνωρες. Θυμίζουμε τις έντονες αντιπαραθέσεις που έχουν υπάρξει στο παρελθόν για τις λεγόμενες «Νέες Χώρες» –τις μητροπόλεις της βόρειας Ελλάδας που διοικητικά υπάγονται στην Εκκλησία της Ελλάδος, αλλά πνευματικά στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Σχεδόν ποτέ αυτές οι διαμάχες δεν έφεραν καλό αποτέλεσμα. Και όσο και αν επανέρχονται με νέο περιτύλιγμα, παραμένουν επικίνδυνες. Διότι άλλο πράγμα είναι η πνευματική εποπτεία, και άλλο πράγμα η διοικητική παρέμβαση σε εθνικά και θεσμικά όρια που χαράσσει η ελληνική έννομη τάξη.
Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές του Υπουργείου Εσωτερικών, τα ζητήματα που εγείρει το Φανάρι τα έχει ήδη συζητήσει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο. Και εκεί ακριβώς φαίνεται το χάσμα: ο προκαθήμενος της Εκκλησίας της Ελλάδος έχει εκ διαμέτρου αντίθετη άποψη από εκείνη του Πατριάρχη Βαρθολομαίου.
Ποιος έχει δίκιο δεν είναι το βασικό – Τι θα μετρήσει ο Μητσοτάκης
Σε αυτό το σημείο, ίσως δεν έχει καν σημασία ποιος έχει το δίκιο. Αυτό που πραγματικά μετράει είναι τι θα ζυγίσει στο μυαλό του ο πρωθυπουργός αυτή την περίοδο. Ο Μητσοτάκης είναι εκείνος που θα αποφασίσει αν θα αφήσει να ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στις σχέσεις Φαναρίου – Αθηνών ή αν θα επιλέξει να το κλείσει προτού πάρει διαστάσεις.
Η ισορροπία είναι λεπτή: από τη μία η ανάγκη να διαφυλαχθούν οι παραδοσιακοί δεσμοί με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και από την άλλη η συνταγματική επιταγή για την αυτοτέλεια της Εκκλησίας της Ελλάδος.
⸻
Τα μεγάλα θέματα που κανείς δεν αγγίζει: εκτρώσεις, παιδεία, διάλυση της οικογένειας
Κι ενώ το δημόσιο ενδιαφέρον στρέφεται στις διαμάχες για το μεταθετό και τις ισορροπίες μεταξύ Ιερώνυμου και Βαρθολομαίου, τα μεγάλα και ουσιαστικά προβλήματα ούτε που αγγίζονται.
Ποιος μιλά σήμερα ποιμαντικά στον ελληνικό λαό για το τραγικό φαινόμενο των εκτρώσεων;
Περίπου 130.000 εκτρώσεις εκτελούνται κάθε χρόνο στην Ελλάδα, σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΕΛΣΤΑΤ, και το αυτί κανενός δεν ιδρώνει. Ακόμα πιο σοκαριστικό είναι το στοιχείο ότι μία στις δέκα εκτρώσεις γίνεται από ανήλικες. Και όμως, δεν υπάρχει οργανωμένη ποιμαντική μέριμνα, δεν υπάρχει πρόγραμμα πρόληψης, δεν υπάρχει καν δημόσιος λόγος από την Εκκλησία για το θέμα.
Την ίδια στιγμή, η παιδεία των κληρικών παραμένει ανεπαρκής, οι νέοι ιερείς αφήνονται «στο έλεος του Θεού», χωρίς επιμόρφωση και θεολογικό εξοπλισμό για να σταθούν στις προκλήσεις της σύγχρονης κοινωνίας. Πολλοί από αυτούς αντιμετωπίζουν κρίσεις στις οικογένειές τους – και ένα σημαντικό ποσοστό φτάνει ακόμα και στο διαζύγιο.
Και όμως, η επίσημη διοίκηση της Εκκλησίας επιλέγει να επικεντρώνεται σε δευτερεύοντα ζητήματα. Σαν να ζει μέσα σε έναν μικρόκοσμο δικό της, αποκομμένο από την κοινωνική πραγματικότητα.
Στον μικρόκοσμό τους
Το μόνο που φαίνεται να απασχολεί τις διοικήσεις είναι αν θα γίνει το μεταθετό στην Κρήτη και ποιος θα είναι ο επόμενος μητροπολίτης Κορίνθου. Τα πραγματικά, καυτά ζητήματα –η νεολαία που απομακρύνεται από την Εκκλησία, η δημογραφική κατάρρευση, η κρίση της οικογένειας– παραμένουν στο περιθώριο.
Η φράση του Αρχιεπισκόπου Κρήτης Ευγενίου ηχεί λοιπόν σαν καμπάνα αφύπνισης:
Η Εκκλησία δεν άρχισε με εμάς και δεν θα τελειώσει με εμάς.
Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μπορούμε να πορευόμαστε σαν να μην έχουμε ευθύνη.
Γιατί, αν δεν σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, κινδυνεύει να χάσει το πιο πολύτιμο: την αποστολή της.