Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας: Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας ανακοίνωσε στις 24 Μαΐου ότι αποφάσισε να αλλάξει ημερολόγιο και να εορτάζει τα Χριστούγεννα στις 25 Δεκεμβρίου, προβαίνοντας σε μια κίνηση που την αποστασιοποιεί από τη Ρωσία.
Οι Ουκρανοί χριστιανοί, η πλειοψηφία των οποίων είναι Ορθόδοξοι, παραδοσιακά γιόρταζαν τα Χριστούγεννα στις 7 Ιανουαρίου μαζί με άλλες κυρίως Ορθόδοξες χριστιανικές χώρες όπως η Ρωσία, η οποία εισέβαλε στην Ουκρανία πέρυσι.
«Το ερώτημα αυτό προέκυψε με μια νέα ορμή ως αποτέλεσμα της επιθετικότητας της Ρωσίας» έγραψε σε ανάρτηση της στο Facebook η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας (ΟΕΟ) ανακοινώνοντας την αλλαγή από το Ιουλιανό ημερολόγιο.
«Στη σημερινή εποχή, το Ιουλιανό ημερολόγιο εκλαμβάνεται ως σχετιζόμενο με την κουλτούρα της Ρωσικής Εκκλησίας», αναφέρεται στην ανακοίνωση.
Η κύρια Καθολική Εκκλησία της Ουκρανίας, την οποία ακολουθεί ένας στους 10 Ουκρανούς πιστούς, είχε κάνει παρόμοια ανακοίνωση τον Φεβρουάριο.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας ανακοίνωσε ότι θα κάνει χρήση του Αναθεωρημένου Ιουλιανού ημερολογίου από την 1η Σεπτεμβρίου, την έναρξη του λειτουργικού έτους.
Αναφέρει επίσης ότι οι ενορίες θα έχουν την επιλογή να εορτάζουν εάν επιθυμούν σύμφωνα με το παλιό Ιουλιανό ημερολόγιο.
Ο Ουκρανός υπουργός Πολιτισμού είχε προηγουμένως εκφράσει την υποστήριξη του στην αλλαγή των ημερολογίων χαρακτηρίζοντας την ως «κατάλληλη για τις απαιτήσεις των καιρών μας και της κοινής γνώμης».
Το νέο Γρηγοριανό ημερολόγιο
Το Γρηγοριανό ημερολόγιο είναι το ημερολόγιο που χρησιμοποιείται σήμερα στον Δυτικό Κόσμο και έχει επικρατήσει ευρύτερα παγκοσμίως.
Είναι μία παραλλαγή του Ιουλιανού ημερολογίου, το οποίο βρισκόταν σε χρήση από τον 1ο αιώνα π.Χ., η οποία προτάθηκε από τον Ναπολιτάνο γιατρό Αλοΐσιους Λίλιους και θεσπίστηκε από τον Πάπα Γρηγόριο ΙΓ΄, από τον οποίο πήρε το όνομά του, στις 24 Φεβρουαρίου 1582.
Επινοήθηκε γιατί σύμφωνα με το Ιουλιανό, η εαρινή ισημερία μετατοπιζόταν κατά μία μέρα κάθε 128 χρόνια, γεγονός μη επιθυμητό.
Έτσι, αντικαταστάθηκε από το Γρηγοριανό, σύμφωνα με το οποίο η εαρινή ισημερία μετατοπίζεται μόλις μία ημέρα κάθε 3.300 χρόνια, και η αλλαγή στη μέση διάρκεια του ημερολογιακού έτους έγινε από 365,25 ημέρες (365 ημέρες και 6 ώρες) του Ιουλιανού, 365,2425 ημέρες (365 ημέρες 5 ώρες 49 λεπτά 12 δευτερόλεπτα), μια μείωση 10 λεπτών και 48 δευτερολέπτων ανά έτος.
Οι περισσότερες καθολικές χώρες υιοθέτησαν το ημερολόγιο κατά τον 16ο, 17ο και 18ο αιώνα, ενώ από τις μη καθολικές η Ελλάδα ήταν η τελευταία Ευρωπαϊκή χώρα που υιοθέτησε το νέο ημερολόγιο το 1923.
Η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία επί αιώνες δεν δεχόταν να χρησιμοποιήσει το Γρηγοριανό ημερολόγιο με τον φόβο μήπως αυτό γίνει αιτία παραπλάνησης του πληρώματος, δηλαδή των πιστών.
Όταν το 1582 ο Πάπας Γρηγόριος ΙΓ΄ κάλεσε μέσω επιστολής τον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιερεμία Β΄ τον Τρανό να το εισαγάγει και στην Ορθόδοξη Εκκλησία, ο Πατριάρχης δεν το δέχθηκε ύστερα από συνοδική απόφαση, θεωρώντας ότι αποτελεί απόπειρα προσηλυτισμού.
Η εξέλιξη του πολιτισμού, όμως, επέβαλε νέες ανάγκες και το θέμα άρχισε να αντιμετωπίζεται από άλλη σκοπιά.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Άνθιμος Ζ΄, το 1895, εξέφρασε την ευχή να υπάρξει ενιαίο ημερολόγιο για όλους τους χριστιανικούς λαούς.
Και ο Ιωακείμ Γ΄ έστειλε το 1902 εγκύκλιο σε όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες να μελετήσουν το ζήτημα του ημερολογίου και ζητούσε τις απόψεις τους.
Η Εκκλησία της Ελλάδος απάντησε ότι δεν απορρίπτει καταρχήν την προοπτική αλλαγής του ημερολογίου.
Συστήθηκε μάλιστα επιτροπή μελέτης, η οποία αποφάνθηκε το 1919 ότι: «η μεταβολή, μη προσκρούουσα εις δογματικούς και κανονικούς λόγους, ηδύνατο να γίνη μετά συνεννόησιν πασών των αυτοκεφάλων Εκκλησιών, ιδία δε του Οικουμενικού Πατριαρχείου».
Περιμένοντας να γίνει μια τέτοια συνεννόηση, η Εκκλησία της Ελλάδος συνέχισε να χρησιμοποιεί το παλαιό Ιουλιανό ημερολόγιο, αλλά συμφώνησε να εισαγάγει η Πολιτεία το Γρηγοριανό ημερολόγιο μόνο για πολιτική χρήση.
Με βασιλικό διάταγμα εισήχθη στην Ελλάδα το Γρηγοριανό ημερολόγιο την 16η Φεβρουαρίου 1923 η οποία ορίστηκε ως 1η Μαρτίου 1923.
Αλλά λίγες μέρες αργότερα θεωρήθηκε άπρεπο στην 25η Μαρτίου να χωριστεί η εορτή του Ευαγγελισμού από την εορτή της Εθνεγερσίας.
Τότε έγινε σαφές ότι η συνύπαρξη δύο ημερολογίων θα προκαλούσε προβλήματα.
Η Εκκλησία της Ελλάδος για να αρθεί το αδιέξοδο, αποφάσισε να χρησιμοποιεί το Γρηγοριανό ημερολόγιο για τις θρησκευτικές γιορτές με εξαίρεση το Πάσχα (Αναθεωρημένο Ιουλιανό ημερολόγιο).
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο συγκατατέθηκε στην αλλαγή με τηλεγράφημα του πατριάρχη Γρηγορίου Ζ΄ στις 23 Φεβρουαρίου 1924, το οποίο ανέφερε:
«Συνοδική αποφάσει ενεκρίθη οριστικώς προσαρμογή εορτολογίου και πολιτικού ημερολογίου από 10ης προσεχούς Μαρτίου».
Έτσι την 10η Μαρτίου 1924 εισήχθη το Αναθεωρημένο Ιουλιανό ημερολόγιο ημερολόγιο στη Ελλάδα και για εκκλησιαστική χρήση και η μέρα αυτή υπολογίσθηκε ως 23η Μαρτίου.
Η Ρωσία δεν αποδέχθηκε το νέο ημερολόγιο έως το 1918, οπότε η 31η Ιανουαρίου ακολουθήθηκε από την 14η Φεβρουαρίου.
Κατά συνέπεια, η επέτειος της Οκτωβριανής επανάστασης τώρα πέφτει τον Νοέμβριο.
Το Αναθεωρημένο Ιουλιανό ημερολόγιο προτάθηκε τον Μάιο του 1923 που παρέλειψε 13 ημέρες το 1923 και χρησιμοποίησε διαφορετικό κανόνα για τα δίσεκτα έτη το οποίο έχει το ίδιο πρακτικό αποτέλεσμα με το Γρηγοριανό μέχρι και το έτος 2800.
Οι Ορθόδοξες Εκκλησίες της Ελλάδας, της Βουλγαρίας, της Ρουμανίας, της Αλβανίας, της Πολωνίας και μερικών ακόμη της Ανατολικής Μεσογείου (της Κωνσταντινούπολης, της Αλεξάνδρειας, της Αντιοχείας και της Κύπρου), υιοθέτησαν το Αναθεωρημένο Ιουλιανό και άρα οι Νεοημερολογίτες αυτοί, θα εορτάζουν τη Γέννηση μαζί με τις Δυτικές εκκλησίες την 25η Δεκεμβρίου μέχρι και το 2800.
Οι Ορθόδοξες Εκκλησίες της Ρωσίας, της Σερβίας, της Ιεροσολύμων και μερικοί επίσκοποι που αποσχίσθηκαν από την Εκκλησία της Ελλάδος δεν αποδέχθηκαν το Αναθεωρημένο Ιουλιανό ημερολόγιο.
Αυτοί οι Παλαιοημερολογίτες θα εορτάζουν τη Γέννηση την 25η Δεκεμβρίου με το Ιουλιανό ημερολόγιο, δηλαδή την 7η Ιανουαρίου του Γρηγοριανού μέχρι το 2100.
Όλες οι άλλες Ανατολικές Εκκλησίες (Προχαλκηδόνιες Εκκλησίες), όπως η Κοπτική, η Αιθιοπική, η Νεστοριανή, η Ιακωβιτική και η Αρμενική, συνεχίζουν να χρησιμοποιούν τα δικά τους ημερολόγια, που συνήθως εορτάζουν σε σταθερές ημερομηνίες σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο.
Όλες οι Ανατολικές εκκλησίες συνεχίζουν να χρησιμοποιούν το Ιουλιανό Πάσχα με μόνη εξαίρεση την Ορθόδοξη Εκκλησία της Φινλανδίας και την Ορθόδοξη Εκκλησία της Εσθονίας, που έχουν υιοθετήσει το Γρηγοριανό Πάσχα.