Φανάρι: Η απονομή οφικίων στο Οικουμενικό Πατριαρχείο υπήρξε για δεκαετίες μια πράξη ευγνωμοσύνης, τιμής και εκκλησιαστικής αναγνώρισης.
Ρεπορτάζ: Παντελής Χαριτάκης
Ήταν ο τρόπος της Μεγάλης Εκκλησίας να ευχαριστήσει όσους, κληρικούς ή λαϊκούς, στήριξαν το έργο της με πίστη και ανιδιοτέλεια. Όμως τα τελευταία χρόνια, η έννοια του «άξιου άρχοντα» φαίνεται πως έχει αλλοιωθεί — και μάλιστα επικίνδυνα.
Ποιος αποφασίζει σήμερα ποιος θα λάβει τον τίτλο του άρχοντα; Με ποιο μέτρο κρίνεται η «προσφορά»; Είναι η πνευματική προσήλωση, η φιλανθρωπική δράση ή απλώς η προσωπική γνωριμία; Όταν αρχίζει να μοιάζει με οικογενειακή επιβράβευση, η ιερή παράδοση χάνει το νόημά της και η Εκκλησία τραυματίζεται στο πιο ευαίσθητο σημείο της: στην αξιοπιστία.
Από τιμή σε τελετουργία ισχύος
Οι παλαιότεροι θυμούνται εποχές όπου ο τίτλος του άρχοντα δινόταν με δέος και φειδώ. Ένας γιατρός που θεράπευε δωρεάν τους φτωχούς, ένας επιχειρηματίας που έκτιζε ναούς, ένας άνθρωπος που έδινε χρόνο και περιουσία χωρίς να ζητήσει αντάλλαγμα — αυτοί ήταν οι τιμώμενοι. Σήμερα, όμως, φαίνεται πως η έννοια του οφικίου διολισθαίνει σε κάτι πιο πεζό: στην ανταμοιβή σχέσεων και συγγενειών.
Η απονομή οφικίου σε καρδιολόγο, πατέρα στελέχους του Πατριαρχείου, έχει προκαλέσει θόρυβο που δεν μπορεί να αγνοηθεί. Ούτε τα προσχήματα δεν τηρήθηκαν, αφού καμία επίσημη ανακοίνωση δεν εξηγεί την αφορμή της τιμής. Αν η Εκκλησία θέλει να διδάσκει διαφάνεια, οφείλει να την εφαρμόζει πρώτα στο εσωτερικό της. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν μπορεί να σιωπά όταν τα ερωτήματα πολλαπλασιάζονται.
Η σιωπή δεν είναι απάντηση
Η απόκρυψη πληροφοριών —η «σιγή ασυρμάτου» που επιλέγεται— γεννά περισσότερη καχυποψία από οποιαδήποτε εξήγηση. Δεν αρκεί να πει κανείς «είναι προσωπική απόφαση του Πατριάρχη». Κανένας θεσμός δεν ανήκει σε πρόσωπα, αλλά στη συνέχεια και στο κύρος που κληρονόμησε. Αντί να προβάλλονται παραδείγματα ανθρώπων που μοχθούν για το κοινό καλό, το Φανάρι στέλνει το μήνυμα ότι η καταγωγή ή η εγγύτητα προς το Πατριαρχικό περιβάλλον είναι διαβατήριο για τιμές.
Ποιο είναι το μήνυμα προς τον πιστό που αφιερώνει ώρες στα συσσίτια, που βοηθά ανώνυμα φτωχούς ή που προσφέρει τη ζωή του στη διακονία; Ότι η θυσία του δεν έχει «συγγενική αξία»; Η Εκκλησία κινδυνεύει να χάσει το πιο πολύτιμο κεφάλαιό της —την εμπιστοσύνη του λαού— αν δεν σταματήσει να κλείνει τα μάτια σε τέτοιες πρακτικές.
Όταν το Φανάρι κρίνεται
Η φράση «μοιράζουν οφίκια με το κιλό» κυκλοφορεί πλέον στους διαδρόμους κληρικών και θεολόγων. Μπορεί να είναι υπερβολική, όμως προδίδει μια βαθύτερη αγωνία: ότι το Πατριαρχείο, θεματοφύλακας της Ορθοδοξίας, κινδυνεύει να ταυτιστεί με την αδιαφάνεια που καταγγέλλει αλλού. Οι αποφάσεις του πρέπει να αποπνέουν κύρος, όχι αμφιβολία.
Η τιμή δεν είναι κληρονομική. Δεν μεταβιβάζεται ούτε ως οικογενειακό μετάλλιο ούτε ως ανταμοιβή υπηρεσιών σε παρασκηνιακούς μηχανισμούς. Όταν η Εκκλησία αρχίζει να θυμίζει δημόσιο οργανισμό με εσωτερικούς «διορισμούς», τότε η πνευματικότητα υποχωρεί και η γραφειοκρατία θριαμβεύει.
Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, που συχνά μιλά για αξιοκρατία και ήθος, θα όφειλε να δείξει τον δρόμο: να θεσπίσει σαφή κριτήρια για τους τιμητικούς τίτλους, ώστε να πάψει κάθε υποψία «οικογενειακής εξυπηρέτησης». Η διαφάνεια δεν υπονομεύει το κύρος· το ενισχύει.
Ο άρχοντας της καρδιάς και ο άρχοντας της εξουσίας
Το τραγικό είναι ότι η Εκκλησία διαθέτει χιλιάδες «αφανείς άρχοντες»: γιαγιάδες που μαγειρεύουν για άστεγους, νέους που βοηθούν σε αποστολές, γιατρούς που θεραπεύουν χωρίς αμοιβή, δασκάλους που μορφώνουν παιδιά σε απομονωμένα χωριά. Αυτοί δεν θα λάβουν ποτέ σταυρό ή τίτλο. Κι όμως, στα μάτια του Θεού είναι ήδη «άρχοντες», γιατί υπηρετούν χωρίς προσδοκία ανταλλάγματος.
Αντίθετα, εκείνοι που αναζητούν τα φώτα των τελετών, τους τίτλους και τις κορδέλες, συχνά αποκαλύπτουν τη φτώχεια μιας πίστης που περιορίζεται στην επίδειξη. Το πρόβλημα δεν είναι τα οφίκια, αλλά η απώλεια του μέτρου.
Μια Εκκλησία που χρειάζεται αυτοκριτική
Η υπόθεση του «καρδιολόγου άρχοντα» είναι ίσως μικρή στα μάτια κάποιων, αλλά συμβολίζει κάτι πολύ μεγαλύτερο: την ανάγκη να επαναπροσδιοριστεί τι σημαίνει προσφορά και τι σημαίνει τιμή. Αν η Εκκλησία θέλει να παραμείνει φάρος αλήθειας, πρέπει να καθαρίσει πρώτα τα δικά της τζάμια.
Η αξιοκρατία δεν είναι δυτική επινόηση — είναι ευαγγελική αρχή. Και όσο η πίστη συγχέεται με την εύνοια, τόσο η Εκκλησία θα πληγώνεται από μέσα. Γιατί το πιο βαρύ οφίκιο είναι εκείνο της συνείδησης: να μπορείς να κοιτάζεις το ποίμνιο στα μάτια και να λες πως στάθηκες δίκαιος.
Και αυτό, δυστυχώς, δεν απονέμεται με πατριαρχικό σιγίλλιο.






