της Μαρίας Αντωνιάδου
Τι κρύβει η αποχή Αρχιεπισκόπου από τη Σύναξη Ορθοδόξων Προκαθημένων
«Ραγισμένος» εμφανίζεται το τελευταίο χρονικό διάστημα ο σταθερός «νοητός» άξονας της Ορθόδοξης Εκκλησίας μεταξύ Αθήνας και Κωνσταντινούπολης.
Παρά τα σημαντικά διοικητικά προβλήματα που παρουσιάζονται επί πολλές δεκαετίες στις σχέσεις τους και τις διαφοροποιήσεις που υπάρχουν, ο εκάστοτε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος αποτελεί τον «προασπιστή» του Οικουμενικού Πατριαρχείου καθώς σε όλες τις διοορθόδοξες συναντήσεις η Αθήνα συντάσσεται με τις θέσεις που εκφράζει το Φανάρι. Η απόφαση του Αρχιεπισκόπου κ. Ιερωνύμου να μη μεταβεί ο ίδιος στη Σύναξη των Ορθοδόξων Προκαθημένων στη Γενεύη αλλά να αποστείλει αντιπροσωπεία αποτελεί ένα σαφές μήνυμα προς την Κωνσταντινούπολη ότι η Εκκλησία της Ελλάδος στηρίζει αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι δεδομένη.
Από τη στήριξη…
Τον Ιούλιο του 2008 ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος ζει μία από τις δυσκολότερες στιγμές της πατριαρχίας του. Αφορμή η επίσκεψή του στο Κίεβο έπειτα από πρόσκληση του τότε ουκρανού προέδρου Βίκτορ Γιουστσένκο. Ο μακαριστός σήμερα Πατριάρχης Μόσχας και Πασών των Ρωσιών Αλέξιος απειλεί με σχίσμα καθώς φοβάται το ενδεχόμενο ανεξαρτητοποίησης της Εκκλησίας της Ουκρανίας από το Πατριαρχείο της Μόσχας.
Οι πολιτικές και διπλωματικές πιέσεις που ασκούνται για την αποφυγή της επίσκεψης είναι τεράστιες και σε υψηλότατο επίπεδο από Αθήνα και Μόσχα. Ο κ.κ. Βαρθολομαίος τελικά πραγματοποιεί το ταξίδι του έχοντας δίπλα του δύο Προκαθημένους, οι οποίοι αποτελούν, όπως φαίνεται, τους πιο πιστούς φίλους του: τον νεοεκλεγέντα τότε Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο, που του δίνει τη δύναμη που έχει μια πολυπλυθής, συμπαγής Ορθόδοξη Εκκλησία εντός των ορίων της ΕΕ όπως η Εκκλησία της Ελλάδος, και τον Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας κ. Αναστάσιο, ο οποίος με το πνευματικό κύρος του προσπαθεί και μεσολαβεί πάντα για να ξεπεραστούν τα προβλήματα. Οι Προκαθήμενοι των λεγομένων Πρεσβυγενών Πατριαρχείων (Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων) που πάντα συμμετέχουν και βοηθούν στις κρίσεις απέφυγαν να εμπλακούν άμεσα.
Η κρίση ξεπεράστηκε. Και οι Πατριάρχες Βαρθολομαίος και Αλέξιος προσπέρασαν τότε τα προβλήματά τους. Ο κ. Ιερώνυμος έδειχνε ότι βρίσκεται κοντά στο Φανάρι, όποιο και αν είναι το πολιτικό κόστος για τον ίδιο.
Η σημερινή όμως απόφασή του σχολιάζεται ποικιλοτρόπως στις Ορθόδοξες Εκκλησίες και κυρίως στην πλευρά της Μόσχας, καθώς όλοι γνωρίζουν ότι η Αθήνα αποτελεί έναν σημαντικό «παράγοντα» για την Κωνσταντινούπολη.
…στα προβλήματα
Παρά τις πιέσεις που δέχθηκε ακόμη και από ανώτερο πολιτικό επίπεδο, όπως ακούγεται, ο Αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος παραμένει σταθερός, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, στη θέση του να μην ταξιδέψει για τη Γενεύη. Ενοχλημένος από τη δραστηριότητα που εμφανίζει ο επικεφαλής της αντιπροσωπείας του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Αθήνα Μητροπολίτης Αδριανουπόλεως κ. Αμφιλόχιος, ο Αρχιεπίσκοπος κατηγορεί τον άλλοτε συνεργάτη του και «συνδετικό κρίκο» μεταξύ του ιδίου και του κ.κ. Βαρθολομαίου για σειρά, όπως τις χαρακτηρίζει, εχθρικές πράξεις: προσπάθειες για την αναβάθμιση του Γραφείου του Φαναρίου στην Αθήνα, λειτουργία ναού, ανακήρυξη Σταυροπηγίων και εμπλοκές στις μητροπόλεις της Βορείου Ελλάδος οι οποίες υπάγονται πνευματικά στα Φανάρι αλλά η διοίκησή τους επιτροπικώς παραχωρήθηκε στην Εκκλησία της Ελλάδος είναι μερικές από τις ενέργειες που οι ελλαδίτες ιεράρχες αποδίδουν στον κ. Αμφιλόχιο αλλά ο ίδιος δεν τις αποδέχεται. Ο κ. Ιερώνυμος όμως και οι στενοί συνεργάτες του επιμένουν ότι τα προβλήματα είναι υπαρκτά και έχουν ενημερώσει το Φανάρι, από το οποίο και δεν έλαβαν καμία σχετική απάντηση.
Ηχηρή απουσία
Η απουσία του κ. Ιερωνύμου σκιάζει τη Σύναξη των Ορθοδόξων Προκαθημένων καθώς θα είναι η πρώτη τέτοιου είδους συνάντηση όπου δεν μετέχει ο Προκαθήμενος της Εκκλησίας της Ελλάδος. Από το 1991 ως και σήμερα, οπότε και εφαρμόστηκε ο θεσμός των Συνάξεων, ο εκάστοτε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών ήταν παρών, είτε επρόκειτο για τον μακαριστό Σεραφείμ είτε για τον μακαριστό Χριστόδουλο είτε για τον ίδιο τον κ. Ιερώνυμο. Ο πρώτος και κύριος εκφραστής της αντίληψης «διά της απουσίας μου δείχνω τη δυσφορία μου και τη δύναμή μου» ήταν και παραμένει ο εκάστοτε Πατριάρχης Μόσχας και πάσης Ρωσίας.
Το φαινόμενο παρατηρήθηκε για πρώτη φορά το 1995, όταν ο μακαριστός Αλέξιος αρνήθηκε να συμμετάσχει στη Σύναξη των Ορθοδόξων Προκαθημένων που συγκάλεσε ο Οικουμενικός Πατριάρχης με αφορμή τη συμπλήρωση 1.900 χρόνων από τη συγγραφή της Αποκάλυψης από τον Ευαγγελιστή Ιωάννη διαμαρτυρόμενος για την ανεξαρτητοποίηση της Εκκλησίας της Εσθονίας από το Πατριαρχείο Μόσχας.
Η ανακοίνωση της 12μελούς Ιεράς Συνόδου με την οποία έγινε γνωστή μόνο η συμμετοχή μητροπολιτών στη Σύναξη της Γενεύης βρήκε τον Οικουμενικό Πατριάρχη την ώρα που έκλεινε ένα μεγάλο μέτωπο που ταλάνιζε τις σχέσεις του με το Πατριαρχείο Μόσχας: την αναγνώριση της εκλογής Προκαθημένου της Εκκλησίας της Τσεχίας. Επί δύο χρόνια το Φανάρι αρνιόταν την αναγνώριση του νέου Αρχιεπισκόπου, ενώ μεταξύ των δύο πλευρών είχαν ανταλλαγεί βαρύτατες εκφράσεις. Η Τσεχία όμως διέθετε έναν ισχυρότατο σύμμαχο, το Πατριαρχείο Μόσχας, με το οποίο το Οικουμενικό Πατριαρχείο επιθυμεί να απαλύνει κάθε ένταση στην προσπάθεια συγκλήσεως της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, της πρώτης μετά το σχίσμα των Εκκλησιών το 1054, και η οποία έχει προγραμματιστεί να πραγματοποιηθεί εντός του 2016, μέχρι στιγμής όμως υπάρχουν ανυπέρβλητα προβλήματα, γι’ αυτό και ο κ.κ. Βαρθολομαίος συγκαλεί τη Σύναξη των Ορθοδόξων Προκαθημένων, θα στερηθεί όμως τη συμμετοχή του Αρχιεπισκόπου Αθηνών.