H ΕΝΩΣΗ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, απαντά στο άρθρο του Αντιναυάρχου (ε.α.) κ. Ν. Κρυονερίτη,σχετικά με την Στρατιωτική Δικαιοσύνη.
Το κείμενο:
Σχετικά με την από 7-10-2015 επιστολή στην ιστοσελίδα σας του Αντιναυάρχου (ε.α.) κ. Ν. Κρυονερίτη, η Ένωση Δικαστικών Λειτουργών Στρατιωτικής Δικαιοσύνης παραθέτει ως απάντηση και για την εγκυρότερη πληροφόρηση των αναγνωστών σας τα ακόλουθα:
Η στρατιωτική δικαιοσύνη λειτουργεί υπό την εποπτεία διοίκησης του Υπουργού Εθνικής Άμυνας και δρα στα πλαίσια του Συντάγματος και των Νόμων. Στα πλαίσια αυτά δεν υπάρχει προσκήνιο και παρασκήνιο. Η λειτουργία της είναι ουδέτερη επικοινωνιακά, στο βαθμό που εξαρτάται από αυτή, η δε δράση της ελέγχεται σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν και την ποινική δικαιοσύνη γενικής δικαιοδοσίας.
Τα στρατιωτικά δικαστήρια έχουν αρμοδιότητα επί των εν ενεργεία στρατιωτικών. Η αρμοδιότητα όμως αυτή υπόκειται σε σημαντικούς περιορισμούς που προβλέπονται στον ΣΠΚ και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ώστε να μην έχουν αρμοδιότητα να επιληφθούν σε υποθέσεις εξοπλιστικών προγραμμάτων όπου υπάρχει συμμετοχή μη στρατιωτικών (για τους οποίους το Σύνταγμα απαγορεύει ρητά να υπαχθούν στη δικαιοδοσία των Στρατιωτικών Δικαστηρίων) ή τα ποσά υπερβαίνουν τα εκατόν πενήντα χιλιάδες ευρώ (150.000,00 €).
Αυτός είναι ο λόγος που τα στρατιωτικά δικαστήρια δεν επιλήφθηκαν τέτοιων υποθέσεων (και δεν δικαιούνται και τώρα να επιληφθούν καθώς δεν έχει αλλάξει αυτό το θεσμικό πλαίσιο) και όχι τυχόν ολιγωρία των αρμοδίων θεσμικών οργάνων ή πολύ περισσότερο οι δήθεν παρεμβάσεις στρατιωτικών δικαστών που υπηρετούσαν, στο πλαίσιο εκπλήρωσης των τότε προβλεπομένων από την κείμενη νομοθεσία παράλληλων καθηκόντων τους στα γραφεία των Υπουργών και των Αρχηγών και οι οποίοι ουδεμία τυπική και ουσιαστική δυνατότητα διέθεταν προς τούτο (όπως υπαινίσσεται ο κ. Κρυονερίτης). Εν πάση περιπτώσει οι στρατιωτικοί δικαστές έχουν πάψει να επανδρώνουν τις θέσεις αυτές εδώ και μία πενταετία και συγκεκριμένα μετά τη σύσταση (με το Ν. 3883/10) του Σώματος των Στρατιωτικών Νομικών Συμβούλων.
Στο κρίσιμο ζήτημα που τίθεται, ΄΄ γιατί να υπάρχει σήμερα στρατιωτική δικαιοσύνη; ΄΄ και την πρόταση ουσιαστικής κατάργησης της, αρμόζει σύνεση και προσοχή. Η στρατιωτική δικαιοσύνη υπάρχει και λειτουργεί χάριν των Ενόπλων Δυνάμεων. Επιλαμβάνεται κατασταλτικά εγκληματικών συμπεριφορών που εκδηλώνονται στους κόλπους τους με εμπλεκόμενους στρατιωτικούς και εκκαθαρίζει ταχέως τις σχετικές υποθέσεις κολάζοντας παραβατικές συμπεριφορές ή αίροντας ποινικές κατηγορίες. Η ταχύτητα εκδίκασης των υποθέσεων δεν λειτουργεί σε βάρος της ποιότητας της διαδικασίας και της ουσιαστικής κρίσης καθώς εφαρμόζεται πλήρως ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας που κατοχυρώνει πλήρως τα δικαιώματα των κατηγορουμένων (και των λοιπών διαδίκων) ενώ και οι δικαστικοί λειτουργοί της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης περιβάλλονται με εγγυήσεις προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας. Ειδικότερα όταν πρόκειται για υποθέσεις στρατιωτικών εγκλημάτων, η συμμετοχή στις συνθέσεις των στρατιωτικών δικαστηρίων, στρατοδικών (που πάντα υπολείπονται αριθμητικά των στρατιωτικών δικαστών) υποβοηθά το έργο του δικαστηρίου το οποίο έχει έτσι πρωτότυπη γνώση για στρατιωτικής φύσεως θέματα.
Ας αναλογιστεί έτσι ο κ. Κρυονερίτης την τύχη μιας υπόθεσης της οποίας θα επιληφθεί η κοινή ποινική δικαιοσύνη, τόσο ως προς το χρόνο εκδίκασης της όσο και ως προς τις λοιπές συνθήκες εκδίκασης, αφού τίθεται και θέμα ΄΄ δίκης και των συμβόλων ΄΄ (στολής και εθνοσήμων).
Μόλις χρειάζεται εδώ να χαρακτηριστεί ως προκλητική η άποψη του κ. Κρυονερίτη ότι είναι βαθιά άδικη για το στρατιωτικό η όλη διαδικασία ΄΄ των στρατιωτικών δικών ΄΄ που δεν επιτρέπουν την παραγραφή, όπως συμβαίνει κάποιες φορές στην κοινή δικαιοσύνη.
Επομένως η κατάργηση ή όχι της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης, αφορά πρωτίστως τις Ένοπλες Δυνάμεις και το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Τα κριτήρια όμως δεν μπορούν να είναι μόνο οικονομικά, η δε συζήτηση ως προς τον ενδεδειγμένο ρόλο της στο πλαίσιο της τρέχουσας συγκυρίας καλό είναι να λαμβάνει χώρα με γνώση και νουνεχή συναξιολόγηση όλων των σχετικών παραμέτρων και όχι με την επιστράτευση άκριτων και μη ανταποκρινομένων στην υφιστάμενη θεσμική πραγματικότητα επιχειρημάτων.
Για το Διοικητικό Συμβούλιο
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
Κων/νος Κονιδάρης
Στρ. Δικ. Α΄ Στρ. Δικ. Γ΄
Η ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Ιωάννα Μωραϊτίδου
Τ.Υ. Τ.Υ.