Είκοσι χρόνια συμπληρώνονται φέτος από το θερμό επεισόδιο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας που διαδραματίστηκε στις βραχονησίδες Ίμια τον Ιανουάριο του 1996.
Στις 31 Ιανουαρίου 1996 η κρίση των Ιμίων, ένα από τα πιο θερμά επεισόδια στην πολυτάραχη σύγχρονη ιστορία των ελληνοτουρκικών σχέσεων, αποτέλεσε αφορμή για την Τουρκία να θέσει ζήτημα «Γκρίζων Ζωνών», αμφισβητώντας την κυριαρχία της Ελλάδας σε αρκετά νησιά του Αιγαίου, συμπεριλαμβανομένων των Ιμίων.
Κατά την διάρκεια της ολιγοήμερης αυτής κρίσης, οι δύο χώρες μετέφεραν στρατιωτικές δυνάμεις γύρω από τις βραχονησίδες, κομάντο πάνω σε αυτές ενώ οριακά αποσοβήθηκε ηένοπλη σύρραξη. Τελικά με την παρέμβαση του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ, η ένταση εκτονώθηκε και οι δύο χώρες απέσυραν τους στόλους τους ενώ είχε καταπέσει ελληνικό ελικόπτερο με θύματα 3 στελέχη των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων.
Είκοσι χρόνια μετά και η κατάσταση στην περιοχή εξακολουθεί να είναι τεταμένη και ειδικά αυτήν την περίοδο, καθώς καθημερινά Έλληνες και Τούρκοι ψαράδες επιδίδονται στον «πόλεμο» της τσιπούρας!
Σύμφωνα με τους Έλληνες αλιείς, οι Τούρκοι συνάδελφοί τους παραβιάζουν καθημερινά τα ελληνικά χωρικά ύδατα προκειμένου να ψαρέψουν τσιπούρες, που μαζεύονται στα Ίμια Δεκέμβριο και Ιανουάριο για να γεννήσουν, σε μικρή απόσταση από τα ελληνικά νησιά. Οι οικονομικές επιπτώσεις είναι τεράστιες για τους Έλληνες ψαράδες, σε ένα φαινόμενο που έχει ονομαστεί πια «η μάχη της τσιπούρας στο Αιγαίο», όπως είχε φέρει στο φως της δημοσιότητας έρευνα της τηλεοπτικής εκπομπής «Αυτοψία», στην τηλεοπτικό σταθμό Alpha.
Τα συγκεκριμένα ψάρια βρίσκονται στη φάση της αναπαραγωγής τους χειμωνιάτικους μήνες και βγαίνουν κοντά στις παραλίες για να γεννήσουν. Για τους ψαράδες είναι ιδανική εποχή, αφού η τσιπούρα είναι αφενός μεγαλύτερη και αφετέρου γεμάτη αυγά, γεγονός που την καθιστά και πιο… περιζήτητη. Η μάχη βέβαια είναι άνιση καθώς οι μεν Έλληνες ψαράδες βγαίνουν με τα καΐκια τους για ψάρεμα, ενώ από την αντίπερα όχθη του Αιγαίου οι Τούρκοι με μεγαλύτερα σκάφη (γρι γρι) πλέουν ανάμεσα στα ελληνικά καΐκια και κόβουν τα παραγάδια τους, σαμποτάροντας έτσι τους Έλληνες ψαράδες.
Αντίστοιχες καταγγελίες κάνουν από την πλευρά τους και οι Τούρκοι ψαράδες, που μιλούν για παραβίαση των χωρικών υδάτων από τους Έλληνες αλιείς, ενώ δεν λείπουν και οι φωνές που υποστηρίζουν ότι η κρίση του ΄96 δεν ήταν πολιτική, διπλωματική ή στρατιωτική, αλλά… αλιευτική, αφού «οι αλιείς των δύο πλευρών τσακώθηκαν μεταξύ τους επειδή δεν μπόρεσαν να μοιραστούν τις τσιπούρες και τα λαυράκια και ξεκίνησε ανταγωνισμός ποιος θα πιάσει περισσότερα». Αυτό τουλάχιστον υποστήριξε πριν μερικά χρόνια ο Πρόεδρος Συνεταιρισμού Τούρκων Αλιέων σύμφωνα με την τουρκική εφημερίδα Cumhuriyet.
Τι είναι τα Ίμια
Τα Ίμια (Καρντάκ στα τουρκικά) είναι δύο μικρές ακατοίκητες βραχονησίδες μεταξύ του νησιωτικού συμπλέγματος των Δωδεκανήσων και των νοτιοδυτικών ακτών της Τουρκίας. Απέχουν 3,8 ναυτικά μίλια από το Μποντρούμ (Αλικαρνασσός) της Τουρκίας, 5,5 ναυτικά μίλια από την Κάλυμνο και 2,5 ναυτικά μίλια από το πλησιέστερο ελληνικό έδαφος, τη βραχονησίδα Καλόλιμνος.
Τα Ίμια παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα από την Ιταλία το 1947 με τη Συνθήκη των Παρισίων, ακολουθώντας την ενσωμάτωση των Δωδεκανήσων μετά το τέλος του Β παγκοσμίου Πολέμου. Το Τουρκικό κράτος είχε αποδεχτεί το καθεστώς επικυριαρχίας της Ελλάδας στα νησιά αυτά. Η αμφισβήτηση της ελληνικότητας των Ιμίων ξεκίνησε στις 25 Δεκεμβρίου 1995. Οι Τούρκοι προσπάθησαν να εφαρμόσουν για την περίσταση τη δική τους ερμηνεία στη Συνθήκη της Λωζάννης (1923), με την οποία είχαν παραχωρηθεί τα Δωδεκάνησα στην Ιταλία στο σύνολό τους και όχι ονομαστικά, και να αμφισβητήσουν την ελληνική κυριαρχία κάποιων βραχονησίδων.
Το χρονικό της κρίσης
Όλα ξεκίνησαν στις 25 Δεκεμβρίου του 1995, όταν το τουρκικό φορτηγό πλοίο Φιγκέν Ακάτ προσάραξε σε αβαθή ύδατα κοντά στις βραχονησίδες Ίμια και εξέπεμψε σήμα κινδύνου. Το λιμεναρχείο Καλύμνου, που είναι το πλησιέστερο στην περιοχή, διέθεσε άμεσα ρυμουλκό για να αποκολλήσει το τουρκικό πλοίο, όμως ο πλοίαρχος αρνήθηκε, υποστηρίζοντας ότι βρισκόταν σε τουρκική περιοχή και άρα οι τουρκικές αρχές είχαν την αρμοδιότητα να του προσφέρουν βοήθεια.
Στις 26 Δεκεμβρίου, το λιμεναρχείο Καλύμνου ενημέρωσε την αρμόδια διεύθυνση του υπουργείου Εξωτερικών, το οποίο μέσω του γραμματέα της ελληνικής πρεσβείας στην Άγκυρα, ειδοποίησε τον γραμματέα της Διεύθυνσης Ελληνικών Υποθέσεων του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών ότι, αν δεν παρέμβαινε ρυμουλκό, το τουρκικό πλοίο θα κινδύνευε.
Στις 27 Δεκεμβρίου το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών ενημερώνει την ελληνική πρεσβεία ότι, ανεξαρτήτως του ποιος θα ανελάμβανε τη διάσωση του πλοίου, υπήρχε γενικότερα θέμα με τα Ίμια.
Τελικά, στις 28 Δεκεμβρίου δύο ελληνικά ρυμουλκά αποκόλλησαν το τουρκικό φορτηγό και το οδήγησαν στο λιμάνι Κιουλούκ της Τουρκίας.
Στις 29 Δεκεμβρίου το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών επιδίδει διακοίνωση στο αντίστοιχο ελληνικό, όπου αναφέρεται ότι οι βραχονησίδες Ίμια είναι καταχωρισμένες στο κτηματολόγιο Μουγκλά του νομού Μπόντρουμ (Αλικαρνασσός) και ανήκουν στην Τουρκία, γεγονός που στάθηκε αφορμή να τεθεί από την Τουρκία θέμα ιδιοκτησίας των νησιών.
Οι τουρκικές εδαφικές αξιώσεις στα Ίμια θορύβησαν τον τότε δήμαρχο Καλύμνου, Δημήτρη Διακομιχάλη, ο οποίος συνοδευόμενος από τον αστυνομικό διευθυντή Καλύμνου, έναν ιερέα και δύο κατοίκους του νησιού, ύψωσε την ελληνική σημαία σε μία από τις δύο βραχονησίδες, στις 25 Ιανουαρίου 1996.
Τα τουρκικά τηλεοπτικά κανάλια μετέδωσαν εικόνες με την ελληνική σημαία υψωμένη στα Ίμια, προκαλώντας σάλο στην κοινή γνώμη της Τουρκίας, ενώ δύο δημοσιογράφοι της εφημερίδας Χουριέτ, μετέβησαν με ελικόπτερο από τη Σμύρνη στη Μεγάλη Ίμια,υπέστειλαν την ελληνική σημαία και ύψωσαν την τουρκική. Βιντεοσκόπησαν μάλιστα την όλη επιχείρηση και το βίντεο προβλήθηκε από το τηλεοπτικό κανάλι της Χουριέτ. Το γεγονός αυτό πήρε σημαντικές διαστάσεις και σύντομα, ελληνικά και τουρκικά πολεμικά σκάφη κινήθηκαν στην περιοχή.
Η κρίση κλιμακώθηκε τις επόμενες μέρες και στις 28 Ιανουαρίου το περιπολικό “Αντωνίου” του Πολεμικού Ναυτικού κατέβασε την τουρκική σημαία και ύψωσε την ελληνική. Το ίδιο βράδυ Έλληνες βατραχάνθρωποι αποβιβάστηκαν στη Μεγάλη Ίμια χωρίς να τους αντιληφθούν τα παραπλέοντα εκεί τουρκικά πολεμικά.
Στις 29 Ιανουαρίου ο Κώστας Σημίτης, που μόλις έχει αναλάβει καθήκοντα πρωθυπουργού, στις προγραμματικές του δηλώσεις στη Βουλή, στέλνει μήνυμα προς την Τουρκία, ότι σε οποιαδήποτε πρόκληση η Ελλάδα θα αντιδράσει άμεσα και δυναμικά. Αξιοσημείωτη πάντως είναι η μεγάλη δυσπιστία του τότε πρωθυπουργού, προς την ηγεσία της ΕΥΠ και των Ενόπλων Δυνάμεων κατά τη διάρκεια της κρίσης, όπως την είχε καταγράψει σε δημοσίευμά της η εφημερίδα Το Βήμα, το 2005: «Οι αξιωματικοί αυτοί είχαν μάθει να λειτουργούν με τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος λάτρευε τις συσκέψεις με στρατιωτικούς, τις υπηρεσίες από κλειστές πηγές και τη διαχείριση κρίσεων όπως εκείνη του Μαρτίου του 1987. Ο κ. Σημίτης τους θεωρούσε «ανδρεϊκούς», ξένους στη δική του κουλτούρα και ύποπτους για το στήσιμο παγίδων τις κρίσιμες εκείνες ώρες».
Στις 30 Ιανουαρίου, η πρωθυπουργός της Τουρκίας Τανσού Τσιλέρ δηλώνει κατηγορηματικά μέσα στην τουρκική βουλή ότι την επόμενη μέρα η Ελληνική σημαία θα έχει κατέβει από τα Ίμια.
Ή ένταση κορυφώθηκε στις 31 Ιανουαρίου όταν -όπως αναφέρει η Wikipedia – στις 01:40 τα ξημερώματα τουρκικές ειδικές δυνάμεις αποβιβάζονται στη Μικρή Ίμια. Στις 05:30 της ίδιας μέρας, ελικόπτερο του ελληνικού Πολεμικού ναυτικού, που απονηώθηκε από τηφρεγάτα «Ναυαρίνο» προκειμένου να διαπιστώσει την πληροφορία παρουσίας Τούρκων στη μικρή βραχονησίδα, κατέπεσε κατά την επιστροφή του στη φρεγάτα, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους και τα τρία μέλη του πληρώματος, ο υποπλοίαρχος Χριστόδουλος Καραθανάσης, ο υποπλοίαρχος Παναγιώτης Βλαχάκος και ο αρχικελευστής Έκτορας Γιαλοψός.
Όσον αφορά στις αιτίες της πτώσης του ελικοπτέρου, οι απόψεις διίστανται. Η επίσημη θέση του Πολεμικού Ναυτικού είναι ότι το ελικόπτερο κατέπεσε λόγω κακοκαιρίας και απώλειας προσανατολισμού του πιλότου (Vertigo), θέση την οποία υποστήριξε και μερικά χρόνια μετά ο πρώην Αρχηγός ΓΕΝ, ναύαρχος Αντώνης Αντωνιάδης, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας Καθημερινή, το 2009. Ωστόσο, υπάρχει διαδεδομένη στην Ελλάδα η άποψη ότι το ελικόπτερο καταρρίφθηκε είτε από το τουρκικό Ναυτικό είτε από τους τούρκους καταδρομείς που υπήρχαν πάνω στο νησί, και ότι η αληθινή αιτία της πτώσης αποκρύφτηκε προκειμένου να λήξει η κρίση και να μην οδηγηθούν οι δύο χώρες σε γενικευμένη σύρραξη ή ακόμα και σε πόλεμο.
Κομβικό ρόλο στην κρίση και στον τερματισμό της διαδραμάτισαν οι ΗΠΑ, που διά του υφυπουργού Εξωτερικών Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ επιβάλλουν και στις δύο πλευρές τη θέληση τους. «No ships, no troops, no flags» διαμηνύουν ή σε πιο κομψή διπλωματική γλώσσα να ισχύσει το status quo ante. Μέχρι το μεσημέρι της 31ης Ιανουαρίου 1996 τα πλοία, οι στρατιώτες και οι σημαίες είχαν αποσυρθεί από τα Ίμια.