Γράφει ο Παντελής Σαββίδης
Αρκετά χρόνια πριν από την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων, είχα δει στην εφημερίδα Θεσσαλονίκη, όπου εργαζόμουν, έναν χάρτη από έγκυρο βρετανικό μέσο ενημέρωσης, που έδειχνε πώς θα διαμοιρασθούν τα βαλκάνια και πώς η Ελλάδα θα ηγηθεί μιας βαλκανικής ένωσης σε έναν επαναπροσδιορισμό της γεωγραφίας της περιοχής.
Ο χάρτης βεβαίως υπονοούσε πως η Ελλάδα δεν θα ήταν πλέον μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ως προς αυτό –τουλάχιστον προς το παρόν– ευτυχώς δεν επαληθεύτηκε.
Επαληθεύτηκε, όμως, στα υπόλοιπα. Ο διαμοιρασμός των Βαλκανίων είχε λίγο-πολύ προβλεφθεί, και η Ελλάδα με κάποια σοβαρή προσπάθεια θα μπορούσε να ηγηθεί μιας βαλκανικής ένωσης, έστω και άτυπης, όντας μέλος της ΕΕ. Το προσπάθησε, άλλωστε. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Θεσσαλονίκης θα μπορούσε να θεωρηθεί μια τέτοια προσπάθεια.
Η Ελλάδα όμως δεν είχε και δεν έχει τα χαρακτηριστικά ηγέτιδος χώρας. Είναι μια soft κατάσταση με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τα οποία δεν συναντάς πουθενά. Με δυο λέξεις θα μπορούσε να περιγραφεί με τα λόγια του Θόδωρου Κολοκοτρώνη: «αυτό το μιλέτι δεν διορθώνεται. Αλλά και δεν χαλιέται».
Οι αναθεωρητικοί χάρτες μπορεί να μην επιβεβαιώνονται πάντοτε απολύτως, αλλά προδίδουν τις προθέσεις των κέντρων από τα οποία εκπορεύονται.
Ανάλογοι χάρτες έχουν δημοσιευτεί και για τη Μέση Ανατολή, με χαρακτηριστικότερο του Πίτερ Ράλφ, ο οποίος δημοσιοποιήθηκε το 1996 και δείχνει το διαμελισμό της περιοχής σε μια εποχή που τίποτε δεν πρόδιδε κάτι τέτοιο.
Υπάρχουν κέντρα που σχεδιάζουν το μέλλον. Το αν θα τους βγει ο σχεδιασμός ή όχι, είναι μια άλλη υπόθεση η οποία εξαρτάται από πολλούς και αστάθμητους παράγοντες – αλλά οι σχεδιασμοί έχουν γίνει. Δεν ξέρω αν σας φανεί παράδοξο, αλλά αμέσως μετά την κατάρρευση του Ανατολικού συνασπισμού είχα διαπιστώσει ένα έντονο αμερικανικό ενδιαφέρον για την Ορθοδοξία. Σε σχετική έρευνα διαπίστωσα πως αμερικανικά κέντρα διερευνούσαν αν η ορθόδοξη αντίληψη θα μπορούσε να βοηθήσει στη καλύτερη διαχείριση των μετακομμουνιστικών καθεστώτων.
Εκείνο που καθιστά τον μεσανατολικό χώρο ενδιαφέροντα είναι, αναμφισβήτητα, τα πετρελαϊκά αποθέματα στο υπέδαφός του αλλά και η γεωπολιτική θέση του για τον έλεγχο του κόσμου.
Η Μέση Ανατολή διαμοιράσθηκε, μεσούντος του Α΄ ΠΠ, από τις αποικιακές δυνάμεις της εποχής, τη Βρετανία και τη Γαλλία, με τη συμφωνία Sykes-Picot το 1916, και διαμοιράζεται και σήμερα με τη διόρθωση «αδικιών» της εποχής. Μία από αυτές της αδικίες ήταν ο διαμοιρασμός, τότε, των Κούρδων σε τρία νεοδημιουργημένα κράτη (τη Συρία, το Ιράκ και το Ιράν), και φυσικά την Τουρκία, η οποία προέκυψε από ό,τι απέμεινε από τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η σημερινή διόρθωση επιχειρεί να δημιουργήσει κουρδική υπόσταση στην περιοχή όπου πλειοψηφούν αριθμητικά οι Κούρδοι και εκτείνεται και στις τέσσερις προαναφερθείσες χώρες. Αυτό σημαίνει πως θα υπάρξουν εδαφικές απώλειες από τα κράτη αυτά.
Στο Ιράκ και τη Συρία το είδαμε, στην Τουρκία βρίσκεται σε εξέλιξη την οποία η Άγκυρα προσπαθεί να αποτρέψει, και στο Ιράν είναι κάτι το οποίο θα πρέπει να αναμένουμε να το δούμε στο μέλλον.
Ένα κουρδικό κράτος ευνοεί τα γεωπολιτικά σχέδια της υπερδύναμης για την περιοχή, για τη διαμόρφωση μιας νέας ισορροπίας, αλλά προσδίδει και βάθος ασφαλείας στο Ισραήλ, κάτι για το οποίο δεν ενδιαφέρεται μόνο το Τελ Αβίβ αλλά και η Ουάσινγκτον.
Η άλλη παράμετρος που θα πρέπει να διερευνηθεί για να αντιληφθούμε πού οδηγούνται οι εξελίξεις είναι η αμερικανική επιμονή για τη Νέα Μεγάλη Μέση Ανατολή, ένα δόγμα που διακηρύχθηκε επί Μπους του νεότερου. Η τότε αμερικανική ηγεσία ενθάρρυνε τους ηγέτες των αραβικών κρατών να αναλάβουν μόνοι τους πρωτοβουλίες για τον δημοκρατικό μετασχηματισμό των χωρών τους, αλλά δεν εισακούσθηκε. Είχα βρεθεί στις εκλογές που προκήρυξε στην Αίγυπτο ο Μουμπάρακ και διαπίστωσα πως τίποτε από όσα ανέμενε η αμερικανική ηγεσία δεν υλοποιήθηκε. Οι εκλογές έγιναν υπό τις γνωστές προϋποθέσεις των αυταρχικών καθεστώτων, και μετά το κόμμα του Μουμπάρακ, ακολούθησαν σε αριθμό ψήφων οι «Αδελφοί Μουσουλμάνοι».
Η αμερικανική επιμονή στο σχέδιό τους οδήγησε στην «Αραβική Άνοιξη» με τα γνωστά αποτελέσματα. Ήταν τέτοια η διάψευση των προσδοκιών τους, που με ανακούφιση δέχθηκαν την επέμβαση του αιγυπτιακού στρατού για την ανατροπή της κυβέρνησης Μόρσι, της κυβέρνησης της «Μουσουλμανικής Αδελφότητας» που κέρδισε τις εκλογές.
Τα σχέδια όμως δεν εγκαταλείπονται εύκολα, προφανώς διότι αποβλέπουν σε έναν επαναπροσδιορισμό της παγκόσμιας ισορροπίας. Τη συνολική εικόνα την έχει ο σχεδιαστής. Η εικόνα που έχουν όσοι προσπαθούν να καταλάβουν τι γίνεται σε τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο είναι μερική. Έτσι, αρκετά ερωτήματα μένουν αναπάντητα.
Στις εξελίξεις λοιπόν που μπορεί να δει κανείς στον μεσανατολικό ορίζοντα, τέσσερις είναι οι σημαντικότερες: Η ανάδυση της κουρδικής οντότητας σε επίπεδο κρατικής υπόστασης, η είσοδος του Ιράν ως γεωπολιτικού παράγοντα της περιοχής, ο διαμοιρασμός της Συρίας και του Ιράκ, και ο διαμοιρασμός της Σαουδικής Αραβίας.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι, αν τα σενάρια αυτά είναι υπαρκτά, και προφανώς γνωστά και στο σαουδαραβικό βασίλειο, για ποιο λόγο οι ιθύνοντες του βασιλείου προκαλούν την τύχη τους. Διότι την προκάλεσαν με την εκτέλεση του σιίτη κληρικού Ναμίρ αλ Ναμίρ.
Η απάντηση που θα μπορούσε να δοθεί είναι πως η σαουδαραβική αντίδραση προκλήθηκε διότι έβλεπαν πως οι εξελίξεις τις οποίες υποκινούσαν και οι Ηνωμένες Πολιτείες, απέβαιναν νομοτελειακά εναντίον τους. Η νέα ισορροπία ευνοούσε το Ιράν και αυτό ήταν και είναι αιτία πολέμου για τη Σαουδική Αραβία.
Το σαουδαραβικό βασίλειο, το οποίο θεωρεί ότι ηγείται του σουνιτικού Ισλάμ, δεν μπορεί να μείνει ενιαίο παρά με δύο προϋποθέσεις: να κυριαρχεί στην περιοχή ως ηγέτιδα δύναμη και να κυριαρχεί κυρίως σε βάρος του Ιράν, ώστε να μην αναδυθεί η Τεχεράνη –συνεπώς το σιιτικό Ισλάμ– ως ισχυρός παράγων. Και να υποθάλπει μέσω του ουαχαμπιτισμού, ενός ακραίου μουσουλμανικού δόγματος, ακραίες ισλαμικές ομάδες που θα διαχειρίζονται εκτονωτικά την απογοήτευση μουσουλμανικών πληθυσμών οδηγώντας τες σε ακρότητες που γίνονται αποδεκτές στο όνομα της επικράτησης της αλήθειας του Αλλάχ. Η συνήθης πρακτική διαχείρισης της κοινωνίας μέσω της θρησκείας.
Και οι δύο στόχοι του σαουδαραβικού βασιλείου το φέρνουν σε αντίθεση με το Ιράν. Και η αντίθεση αυτή συμφερόντων βρίσκει τις ιδεολογικές της αναφορές στις αρχές δημιουργίας του Ισλάμ.
Μετά το θάνατο του Προφήτη, τέθηκε το ζήτημα της διαδοχής. Η μια ομάδα, που πληθυσμιακά ήταν μεγαλύτερη, προέκρινε ως διάδοχο τον στενό συνεργάτη του Μωάμεθ Αμπού Μπακρ, ο οποίος ήταν μάλιστα και πεθερός του. Οι οπαδοί αυτής της ομάδας ονομάσθηκαν σουνίτες. Η άλλη ομάδα προέκρινε ως διάδοχο τον γαμπρό του Προφήτη, τον άνδρα της κόρης του Φατιμά, τον Αλή. Αυτοί είναι οι σιίτες. Η αντίθεση από τότε είναι ακραία. Πήρε ακόμη πιο ακραία διάσταση το 680 μ.Χ., όταν στη μάχη της Καρμπάλα, μιας πόλης που βρίσκεται στο σημερινό Ιράκ, ο γιος του Αλή και εγγονός του προφήτη, ο Χουσεΐν Ιμπν Άλι κατατεμαχίστηκε από τις αντίπαλες σουνιτικές δυνάμεις των Ομμεϋαδών, οι οποίες, αφού κυριάρχησαν, δημιούργησαν το πρώτο χαλιφάτο με έδρα τη Δαμασκό.
Ο πόλεμος μεταξύ των δύο αυτών ισλαμικών ομάδων είναι αμείλικτος. Στις ημέρες μας κομβικό σημείο της διαίρεσής του θα μπορούσε να θεωρηθεί η Ιρανική Επανάσταση του 1979 με τον Χομεϊνί.
Το παράδοξο, που σε ένα βαθμό για τους θεοσεβούμενους μουσουλμάνους μπορεί και να δείχνει τη θεϊκή προτίμηση, είναι ότι όλα τα ενεργειακά αποθέματα της Μέσης Ανατολής, ακόμη και του σαουδαραβικού βασιλείου, βρίσκονται σε περιοχές που κατοικούνται από σιίτες. Ακόμη και στη Σαουδική Αραβία η πλούσια περιοχή στην οποία βρίσκονται τα αποθέματα είναι περιοχή που κατοικείται από Σαουδάραβες σιίτες. Από την περιοχή αυτή προερχόταν και σ’ αυτήν δρούσε και ο εκτελεσθείς σιίτης κληρικός, ο οποίος επανειλημμένως ζητούσε την απόσχιση της από τη Σαουδική Αραβία. Την ίδια αγωνία απόκλισης των συμφερόντων της από τα αμερικανικά έχει και η (επίσης σουνιτική) Τουρκία.
Σύμμαχο σ’ αυτήν την αντίθεση προς το Ιράν οι δύο χώρες βρίσκουν και το Ισραήλ, το οποίο ναι μεν είναι σε ανοιχτή διαμάχη με την Τεχεράνη, ακολουθεί ωστόσο περισσότερο προσεκτική πολιτική διότι σημαντικές πλευρές των συμφερόντων και της πολιτικής του δεν συμπλέουν ούτε με τις τουρκικές προθέσεις ούτε με τις σαουδαραβικές.
Για να αποφευχθεί αυτή η τριμερής συμμαχία, το Ιράν αντιλαμβάνεται ότι πρέπει να ακολουθήσει μια ευέλικτη πολιτική, και προς το παρόν αυτό κάνει. Οι εξελίξεις στην περιοχή από την οποία η χώρα μας επηρεάζεται άμεσα, βρίσκονται σε μια δυναμική κατάσταση και ουδείς μπορεί να τις περιγράψει απολύτως, δεδομένων και των αμερικανικών εκλογών τον Νοέμβριο φέτος. Διαφαίνονται όμως οι αποκλίσεις. Και σε ό,τι μας αφορά περισσότερο άμεσα, οι αναμενόμενες εξελίξεις καθιστούν την Τουρκία νευρική.
Αυτή είναι μια παράμετρος που θα πρέπει η Ελλάδα να την διαχειριστεί.