Μετά την ολοκλήρωση του Συμβουλίου υπουργών Εξωτερικών και Άμυνας στις Βρυξέλλες τη Δευτέρα 18 Μαΐου, ο Νίκος Κοτζιάς έκανε τις ακόλουθες δηλώσεις στους εκπροσώπους του Τύπου σχετικά με την αντιμετώπιση της λαθρομετανάστευσης, το Σκοπιανό πρόβλημα και την έναρξη της πολεμικής εκστρατείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Λιβύη.
«Καλησπέρα σας. Σήμερα, είχαμε ένα Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών με πολλές συναντήσεις. Όπως γνωρίζετε, είχα συνάντηση και με τον Επίτροπο αρμόδιο για την Ευρωπαϊκή Πολιτική Γειτονίας και τη Διεύρυνση, Johannes Hahn.
Συνομίλησα και με τον Έλληνα Επίτροπο κ. Δημήτρη Αβραμόπουλο. Το πρωί είχαμε συνάντηση σχετικά με το θέμα της Ουκρανίας, ειδική συνάντηση σχετικά με τη Σερβία, στη συνέχεια συνάντηση για τα ζητήματα ασφάλειας και μετανάστευσης και εν συντομία, ενόψει της προετοιμασίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Ιουνίου, συζητήσαμε και για τα ζητήματα που συνδέονται με τα γεγονότα στην πΓΔΜ.
Όσον αφορά τη Σερβία, υπογραμμίσαμε την ανάγκη να ανοίξουν κεφάλαια των ενταξιακών διαπραγματεύσεων – ιδιαίτερα τα κεφάλαια 23 και 24. Συζητήθηκαν, επίσης, τα κεφάλαια 32 και 35.
Το κλίμα ήταν ότι έχουν γίνει σημαντικές αλλαγές στη Σερβία και ότι πρέπει να ανοίξουν κεφάλαια της διαπραγμάτευσης. Η άποψη που εκφράστηκε από τις περισσότερες πλευρές ήταν ότι η Σερβία μπορεί να γίνει μια άγκυρα σταθερότητας και ασφάλειας στα Δυτικά Βαλκάνια.
Στη συζήτηση σχετικά με τη μετανάστευση, υπογράμμισα ότι πρόκειται για ζήτημα παγκόσμιας κλίμακας.
Τα βλέμματα του κόσμου είναι στραμμένα στην Ευρώπη για να φανεί κατά πόσο υπάρχει ακόμη σήμερα το ευρωπαϊκό μοντέλο, καθώς και η ικανότητα της Ευρώπης να αντιμετωπίζει τα προβλήματα της εποχής της παγκοσμιοποίησης.
Επίσης, ο αναδυόμενος ευρωσκεπτικισμός στα κράτη μέλη της Ευρώπης αναμένει τα μέτρα που θα λάβει η ΕΕ όσον αφορά την παράνομη μετανάστευση και τους πρόσφυγες.
Η δικιά μας σκέψη είναι ότι θα πρέπει να υπάρξουν ειδικές πολιτικές και μέτρα συνεργασίας, χωρίς όμως να στρατιωτικοποιηθεί η ΕΕ, καθώς και ότι θα πρέπει να προωθηθούν πολιτικές όχι μόνο για το κέντρο της Μεσογείου, δηλαδή τον άξονα Λιβύη –Ιταλία, αλλά για την ευρύτερη περιοχή.
Η πίεση στο κέντρο αυτό ενδέχεται να δημιουργήσει καινούριες μεταναστευτικές ροές, ενώ επίσης υπάρχουν αντίστοιχες ροές προερχόμενες από το Αφγανιστάν, το Πακιστάν, το Ιράκ και τη Συρία. Παρατηρούνται ακόμη κίνδυνοι αποσταθεροποίησης και σε άλλα μεγάλα κράτη, όπως η Αίγυπτος.
Ενδέχεται, συνεπώς, να δημιουργηθούν μεταναστευτικές ροές μέχρι και 20 εκατ. προσφύγων. Δεν πρόκειται για φανταστικό αριθμό, αν αναλογιστεί κανείς ότι 11-12 εκατ. Σύριοι μετακινούνται σήμερα από τη χώρα τους.
Θα έλεγα μάλιστα ότι πιθανόν η εκτίμηση αυτή να είναι περιορισμένη – αν δεν προσέξουμε. Κατά συνέπεια, χρειάζονται ειδικά μέτρα για τη μετανάστευση.
Επίσης, επιμείναμε σε ζητήματα όπως η έρευνα και διάσωση στη θάλασσα που πρέπει και μπορούν να παραμείνουν υπό την εποπτεία των εθνικών διοικήσεων.
Όσον αφορά οιονδήποτε άλλο που σκοπεύει να συμμετέχει στις δράσεις της ΕΕ σχετικά με το μεταναστευτικό πρόβλημα, θα πρέπει να υπάρχουν σαφείς όροι, προϋποθέσεις και προσδιορισμοί για τη συμμετοχή, επί των οποίων να συμφωνούν όλοι – και εμείς, σε ορισμένες περιπτώσεις μόνον εμείς.
Υπήρξε, επίσης, μια πολύ σύντομη συζήτηση για την πΓΔΜ και για τα πρόσφατα επεισόδια – ανεξήγητα σύμφωνα με ορισμένους, αν και προσωπικά τα θεωρώ ερμηνεύσιμα – τα οποία προκαλούν μια ανησυχία στην Ευρώπη συνολικά για αποσταθεροποίηση στα Δυτικά Βαλκάνια.
Επειδή κατά το παρελθόν πολλοί έχουν αναφέρει ότι φταίει η Ελλάδα που δεν επέτρεψε το 2007-2008 έναρξη της ενταξιακής διαδικασίας για την πΓΔΜ, υπογράμμισα ότι δεν πρέπει να συγχέεται η ημερομηνία κατά την οποία εκδηλώνονται τα σκάνδαλα με την ημερομηνία που αποτελεί την αρχή τους. Έχει πλέον αποδειχθεί λ.χ. ότι οι τηλεφωνικές παρακολουθήσεις και τα αντιδημοκρατικά μέτρα ξεκίνησαν στην πΓΔΜ το 2007.
Επί του θέματος, προχώρησα σε δύο κύριες παρατηρήσεις: Η πρώτη παρατήρηση είναι ότι έχουν ευθύνες πολλά κράτη μέλη με την πολιτική που ακολούθησαν απέναντι στην πΓΔΜ, καθώς έπειθαν την κυβέρνηση των Σκοπίων ότι είναι εύκολο να πιεστεί η Ελλάδα να αλλάξει πολιτική και συνεπώς, δε χρειάζεται η κυβέρνηση των Σκοπίων να ακολουθήσει την ευρωπαϊκή κουλτούρα, η οποία υποδηλώνει αφενός ότι κανείς δρα με βάση τους κανόνες δικαίου και αφετέρου ότι οι ενέργειές του διέπονται από τον πολιτισμό του συμβιβασμού.
Όταν επί χρόνια λένε προς την ηγεσία της γείτονος ότι δεν χρειάζεται να συμβιβαστούν γιατί θα πιεστεί η Ελλάδα, τότε στην εξωτερική της πολιτική [η κυβέρνηση της πΓΔΜ] μαθαίνει ότι δε χρειάζονται συμβιβασμοί.
Όταν στη συνέχεια της μαθαίνουν – παρά τις ελληνικές δημιουργικές παρεμβάσεις πριν από δεκαπέντε έτη – ότι δε χρειάζεται να προχωρούν σε συμβιβασμούς προς το αλβανικό στοιχείο, διότι ο ξένος παράγοντας θα πιέσει τα αλβανικά κόμματα, είναι φυσικό η διευθύνουσα αυτή ομάδα να καταλήγει στο συμπέρασμα ότι δε χρειάζεται να κάνει συμβιβασμούς ούτε έναντι της αντιπολίτευσής της.
Συνεπώς, η έλλειψη πολιτικής κουλτούρας, πολιτισμού και δέσμευσης στους κανόνες δικαίου είναι αποτέλεσμα του ότι κάποιοι τους κακόμαθαν.
Η δεύτερη παρατήρηση είναι ότι υπάρχουν διάφορες μορφοποιημένες συνεργασίες υποστήριξης της πΓΔΜ ανάμεσα σε κράτη μέλη της ΕΕ, στις οποίες δε συμμετέχει κανένα από τα τρία κράτη μέλη της ΕΕ που ανήκουν ταυτόχρονα στα Βαλκάνια, ήτοι η Ρουμανία, η Βουλγαρία, και η Ελλάδα. Αυτό, ωστόσο, δεν συνάδει με τους κανόνες οικοδόμησης της ΕΕ, με τις προβλέψεις των Συνθηκών, αλλά ούτε και με το σχέδιο που είχαμε στο παρελθόν περί ενός Συντάγματος για την Ευρωπαϊκή Ένωση».
Δημοσιογράφος: Πότε θα ξεκινήσουν οι ναυτικές επιχειρήσεις;
N. Κοτζιάς: «Την επόμενη εβδομάδα, οι τεχνικές επιτροπές θα ασχοληθούν με αυτό το θέμα. Θα ήθελα, επίσης, να συμπληρώσω μια παρατήρηση, την οποία ανέφερα και στο πλαίσιο της συνεδρίασης του Συμβουλίου: οι τεχνικές ομάδες θα πρέπει να αντιμετωπίζουν τα τεχνικά ζητήματα, αλλά δε θα πρέπει οι Υπουργοί Εξωτερικών να αντιμετωπίζουν το πολιτικό ζήτημα μόνο ως τεχνικό. Το θέμα αυτό έχει βαθιά πολιτική σημασία για το μέλλον της Ευρώπης, καθώς και την εικόνα της».