Ο πανίσχυρος ηγέτης της Χεζμπολάχ Χασάν Νασράλα, ζούσε στην παρανομία εδώ και χρόνια, για να γλιτώσει από κάποιο ισραηλινό πλήγμα.
Σύμφωνα με τα ισραηλινά τηλεοπτικά κανάλια, ο σημερινός βομβαρδισμός είχε ως στόχο τον ίδιο τον Νασράλα. Μια πηγή προσκείμενη στη φιλοϊρανική, σιιτική οργάνωση, είπε ότι ο ηγέτης της είναι καλά.
Ορκισμένος εχθρός του Ισραήλ, ο Νασράλα εμφανιζόταν σπανίως δημόσια μετά τον πόλεμο του 2006. Ο τόπος κατοικίας του ήταν απόρρητο μυστικό. Ωστόσο, δεχόταν επισκέπτες, όπως τους ηγέτες παλαιστινιακών οργανώσεων που συνεργάζονται με τη Χεζμπολάχ και δημοσιοποιεί φωτογραφίες μαζί τους.
Οι δημοσιογράφοι και άλλα πρόσωπα που τον συναντούν λένε ότι τους οδηγούν σε κάποιο μέρος μέλη της Χεζμπολάχ, με αυτοκίνητα που έχουν χοντρές κουρτίνες και λαμβάνοντας ισχυρά μέτρα ασφαλείας.
Ο Νασράλα εκφωνούσε τακτικά ομιλίες που μεταδίδονται απευθείας από την τηλεόραση και τις παρακολουθεί όλη τη χώρα. Θεωρείται ο ισχυρότερος άνδρας στον Λίβανο, καθώς αποφάσιζε για την ειρήνη ή τον πόλεμο, ως επικεφαλής μιας βαριά οπλισμένης οργάνωσης.
Ο 64χρονος Νασράλα ανέλαβε την ηγεσία της Χεζμπολάχ το 1992, διαδεχόμενος τον Αμπάς Μουσαουί που δολοφονήθηκε από το Ισραήλ. Τα επόμενα χρόνια μετέτρεψε την οργάνωση, η οποία χρηματοδοτείται και εξοπλίζεται από το Ιράν, σε πραγματική πολιτική δύναμη, που εκπροσωπείται στο κοινοβούλιο και την κυβέρνηση.
Ταυτόχρονα, εξέλιξε και το οπλοστάσιό της. Σύμφωνα με τον ίδιο, η οργάνωση έχει 100.000 μαχητές και διαθέτει ισχυρά όπλα, όπως πυραύλους ακριβείας.
Η Χεζμπολάχ είναι η μοναδική οργάνωση που δεν κατέθεσε τα όπλα της με το τέλος του εμφυλίου στον Λίβανο (1975-90), εξ ονόματος της «αντίστασης κατά του Ισραήλ». Ο ισραηλινός στρατός αποσύρθηκε σταδιακά από τη χώρα αυτή μέχρι που τον Μάιο του 2000 εκκένωσε και τις νότιες περιοχές, έπειτα από 22 χρόνια κατοχής.
Με τις συγκρούσεις μεταξύ των ανδρών του και του ισραηλινού στρατού, ο Χασάν Νασράλα εδραίωσε την εξουσία του και κέρδισε το σεβασμό το 1997, όταν ο μεγαλύτερος γιος του, ο Χάντι, σκοτώθηκε στη μάχη.
Ο πόλεμος του 2006 με το Ισραήλ, που κράτησε 33 ημέρες, του επέτρεψε να επιδείξει την ισχύ του κινήματος, καθώς οι μαχητές του αντιστάθηκαν στον ισραηλινό στρατό. Εκείνο το καλοκαίρι σκοτώθηκαν 1.200 Λιβανέζοι, κυρίως άμαχοι, καθώς και 160 Ισραηλινοί, στην πλειονότητά τους στρατιώτες. Ο Νασράλα είχε κηρύξει το τέλος του πολέμου κάνοντας λόγο για «θεϊκή νίκη».
Στον Λίβανο βρέθηκε πολλές φορές με την πλάτη στον τοίχο, όταν το κόμμα του κατηγορήθηκε για τη δολοφονία του πρώην πρωθυπουργού Ραφίκ Χαρίρι, το 2005 και στη συνέχεια, όταν οι ένοπλοι μαχητές του έθεσαν προσωρινά υπό τον έλεγχό τους την πρωτεύουσα, τον Μάιο του 2008.
Παρ’ όλα αυτά, αύξησε την επιρροή του όχι μόνο στον Λίβανο αλλά και στην ευρύτερη περιοχή.
Το 2013 ανακοίνωσε ότι η Χεζμπολάχ παρενέβη στρατιωτικά στη γειτονική Συρία για να στηρίξει το καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ, μετά τον εμφύλιο πόλεμο που ξέσπασε το 2011. Καθώς χαίρει της απόλυτης εμπιστοσύνης της ιρανικής ηγεσίας, εκπαιδεύει και στηρίζει τα κινήματα που πρόσκεινται στην Τεχεράνη στην περιοχή.
Η Χεζμπολάχ είναι σήμερα το «πετράδι του στέμματος» των συμμάχων του Ιράν στην περιοχή οι οποίοι σχηματίζουν τον λεγόμενο από τους ίδιους «άξονα της αντίστασης» που περιλαμβάνει πολλές ένοπλες οργανώσεις στο Ιράκ, τους αντάρτες Χούθι της Υεμένης και την παλαιστινιακή Χαμάς.
Από την έναρξη του πολέμου στη Γάζα μεταξύ της Χαμάς και του Ισραήλ, ο Χασάν Νασράλα άνοιξε το μέτωπο στον Λίβανο για να στηρίξει τους Παλαιστίνιους συμμάχους του αλλά προσπάθησε ταυτόχρονα να αποφύγει έναν πόλεμο ευρείας κλίμακας με το Ισραήλ.
Ο Χασάν Νασράλα γεννήθηκε στις 31 Αυγούστου 1960 σε μια φτωχική οικογένεια με εννέα παιδιά. Η οικογένειά του κατάγεται από το χωριό Μπαζουριγιέ, στον νότιο Λίβανο. Στην εφηβεία του, σπούδασε θεολογία στην ιερή για τους σιίτες πόλη Νατζάφ του Ιράκ αλλά αναγκάστηκε να φύγει μετά το κύμα διώξεων σε βάρος της σιιτικής κοινότητας που εξαπέλυσε ο τότε πρόεδρος του Ιράκ Σαντάμ Χουσέιν. Επιστρέφοντας στον Λίβανο εντάχθηκε στο σιιτικό κίνημα Αμάλ αλλά αποχώρησε όταν το Ισραήλ εισέβαλε στον Λίβανο το καλοκαίρι του 1982, για να ενταχθεί στη νεοϊδρυθείσα Χεζμπολάχ.
Ήταν παντρεμένος, πατέρας πέντε παιδιών.
Φόραγε πάντα το μαύρο τουρμπάνι των Σαγιέντ, των απογόνων του προφήτη Μωάμεθ, από τους οποίους λέει ότι κατάγεται.
Σε μια σπάνια συνέντευξή του είχε δηλώσει ότι στα νιάτα του έπαιζε ποδόσφαιρο και θαυμάζει ακόμη τον Μαραντόνα.