Μπορεί ο Τζο Μπάιντεν να επιμένει πως είναι δυνατό να υπάρξει άμεσα αποκλιμάκωση και να αποφευχθεί ένας εκτεταμένος πόλεμος αλλά αυτό που φαίνεται πως δεν πρόκειται να ισορροπήσει εύκολα είναι οι σχέσεις ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ισραήλ που έχουν διαρραγεί περισσότερο από όσο οι δύο πλευρές αφήνουν να φανεί.
Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ μετά την απόφασή του να αποσυρθεί από την κούρσα επανεκλογής και το χρίσμα που έδωσαν οι Δημοκρατικοί στην Αντιπρόεδρό του Κάμαλα Χάρις είναι δεδομένα ένας πλανητάρχης με «ημερομηνία λήξης». Η διπλωματική επάρκεια και η τεράστια εμπειρία στη διαχείριση παγκόσμιων κρίσεων του Μπάιντεν δεν μπορούν να αποτελέσουν σήμερα αντίβαρο.
Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ επιχειρεί με άμεσο και έμμεσο τρόπο όλο το τελευταίο διάστημα να δημιουργήσει και κυρίως να πείσει όλα τα εμπλεκόμενα μέρη πως οι ΗΠΑ μπορούν και θέλουν να εκτονώσουν την κρίση. Για τις Ηνωμένες Πολιτείες όμως το Ισραήλ ο πιο στενός τους εταίρος στην περιοχή έχει μετατραπεί σε ένα ακόμη εμπόδιο. Ο επικεφαλής της Αμερικανικής διπλωματίας, Άντονι Μπλίνκεν, έχει ταξιδέψει μέσα σε 365 ημέρες 8 φορές στην περιοχή, τις περισσότερες φεύγοντας με άδεια χέρια και το σημαντικότερο χωρίς ούτε μία φορά να πάρει υπογεγραμμένο το έγγραφο εκεχειρίας και κατάπαυσης του πυρός στη Γάζα από τον Μπενιαμίν Νετανιάχου.
Το Ισραήλ έφτασε στο σημείο να αντιταχθεί ανοιχτά και τις περισσότερες φορές δημόσια στον πιο ισχυρό σύμμαχο του κόσμου καθώς ο Πρωθυπουργός της χώρας προέταξε, και συνεχίζει να το κάνει σε διαφορετικό σήμερα μέτωπο, το δικαίωμα του Ισραήλ να αμύνεται. Σε μόνο μία περίπτωση τον περασμένο Νοέμβριο το Ισραήλ «υπάκουσε» στις εντολές των ΗΠΑ και για ένα πολύ μικρό διάστημα υπήρξε μερική κατάπαυση του πυρός με τη Χαμάς προκειμένου να επιστρέψουν από την ομηρία κάποιες δεκάδες πολιτών, πολλοί από αυτούς και με αμερικανική υπηκοότητα.
Έχοντας συμπληρώσει έναν χρόνο και με τη Γάζα να μην απασχολεί το ίδιο το Τελ Αβίβ ο Μπάιντεν σήμερα πλέον επιχειρεί να λύσει μακροπρόθεσμα, αν και όχι οριστικά, το ζήτημα στην περιοχή. Το σχέδιο που έχει εδώ και τρεις ημέρες παρουσιάσει σε Λίβανο και Ισραήλ δίνει εγγυήσεις και στις δύο πλευρές τώρα που η Χεζμπολάχ φαντάζει και είναι ανήμπορη να εμποδίσει ή να επηρεάσει ουσιαστικά τις εξελίξεις. Η κυβέρνηση του Λιβάνου έχει αποδεχθεί μεγάλο κομμάτι αυτού του σχεδίου αλλά δεν υπάρχει η παραμικρή απάντηση από το Ισραήλ.
Σε όλο το παραπάνω εξαιρετικά περίπλοκο σύμπλεγμα σχέσεων – σύγκρουσης και επιδιώξεων ο Τζο Μπάιντεν έχει εσχάτως να διαχειριστεί και τις τοποθετήσεις της Αντιπροέδρου και υποψήφιας για την θέση του, Κάμαλα Χάρις. Η Χάρις, όχι μία αλλά δύο φορές, ανοιχτά έχει εμφανιστεί να έχει σημαντικές ενστάσεις για τον τρόπο με τον οποίο κινείται το Ισραήλ και δείχνει επιθετικότερη από όσο θα περίμενε και το ίδιο το Τελ Αβίβ με δεδομένο πως έχει ανάγκη όλες τις ψήφους – ειδικά αυτές τους εβραϊκού λόμπι – εάν θέλει να επιβληθεί του Τραμπ σε λιγότερο από έναν μήνα στις Προεδρικές εκλογές. Η υποψήφια Πρόεδρος των ΗΠΑ σε ανάρτησή της πριν από 48 ώρες ανακοίνωσε πως ενισχύει περατέρω οικονομικά τον Λίβανο προκειμένου να καταφέρει η χώρα να ανταπεξέλθει στην ανθρωπιστική και οικονομική κρίση που βιώνει τα τελευταία χρόνια και την οποία επιτείνει η ισραηλινή επίθεση και παράλληλα άφησε να διαρρεύσει έντονη τοποθέτησή της με στελέχη του περιβάλλοντος Μπάιντεν στα οποία φέρεται να ήταν εξόχως επικριτική για τον τρόπο που επιλέγει ο Νετανιάχου. Η φράση που η καμπάνια της άφησε να διαρρεύσει στα αμερικανικά μέσα είναι: «αλήθεια πόσο στενός μας σύμμαχος είναι σήμερα το Ισραήλ;».
Η Κάμαλα Χάρις είναι σαφές πως έχει τις εγγυήσεις που χρειάζονται προκειμένου να περάσει στην αντεπίθεση απέναντι στο Ισραήλ του Νετανιάχου και το Τελ Αβίβ δεδομένα δεν έχει να φοβάται μήπως οι ΗΠΑ το εγκαταλείψουν στην «μοίρα» του. Αυτό που κεντρίζει όμως το ενδιαφέρον είναι το γεγονός πως η Χάρις έχει επιλέξει να ξεκαθαρίσει πριν τις εκλογές πως εάν είναι η νέα ένοικος στον Λευκό Οίκο ο Νετανιάχου δεν θα είναι ευπρόσδεκτος…
Στον αντίποδα ο Τραμπ, δεδηλωμένος στενότατος φίλος με τον Πρωθυπουργό του Ισραήλ, επιχειρεί να «παίξει» ανάποδα τα χαρτιά του προτάσσοντας κυρίως την προσωπική του σχέση και όχι το τι σκοπεύει να κάνει εάν ο ίδιος είναι ξανά Πρόεδρος της χώρας από τις 6 Ιανουαρίου του 2025 όταν και γίνει η ορκωμοσία.