H συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Βρετανό ομόλογό του Ρίσι Σούνακ θα πραγματοποιούνταν υπό τον όρο ότι δεν θα γινόταν αναφορά, δημόσια, στο θέμα των Γλυπτών του Παρθενώνα, υποστηρίζει το SkyNews, αλλά η Αθήνα το διαψεύδει.
Μια πηγή από την ελληνική κυβέρνηση διαψεύδει ότι υπήρξαν διαβεβαιώσεις εκ μέρους της Αθήνας πως δεν θα θιγόταν το ζήτημα των Γλυπτών στο πλαίσιο της επίσκεψης Μητσοτάκη.
Ανέφερε, μάλιστα, ότι οι προετοιμασίες για τη συνάντηση με τον Βρετανό πρωθυπουργό κυλούσαν ομαλά μέχρι αργά το απόγευμα της Δευτέρας, ενώ είχαν ήδη περάσει ώρες από τις δηλώσεις του Μητσοτάκη στο BBC.
H αναδυόμενη διπλωματική διαμάχη μεταξύ της Ελλάδας και της Βρετανίας έχει προκαλέσει παγωμάρα και νέο γύρο πολιτικής έντασης στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Χθες, ο Ρίσι Σούνακ ακύρωσε την προγραμματισμένη συνάντηση με τον Έλληνα ομόλογό του, ανακοινώνοντας ότι στη θέση του θα πήγαινε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Όλιβερ Ντάουντεν. Η ελληνική πλευρά, σύμφωνα με το ρεπορτάζ, είχε προγραμματίσει να θέσει την προοπτική της επιστροφής των Γλυπτών και υποστηρίζεται ότι ο Σούνακ δεν ήθελε να το συζητήσει.
Οι Έλληνες έχουν μείνει «μπερδεμένοι, έκπληκτοι και αρκετά ενοχλημένοι» από την ακύρωση της συνάντησης και ο υπουργός Μεταφορών Μαρκ Χάρπερ δήλωσε ότι ο Κ. Μητσοτάκης δεν θα συναντηθεί ούτε με τον Ντάουντεν.
«Ο Σούνακ δεν ήθελε να γίνει αναφορά στα Γλυπτά»
«Αλλά τι ακριβώς προκάλεσε αυτή την εκκολαπτόμενη διαμάχη;» αναρωτιέται το SkyNews, επισημαίνοντας ότι «εν ολίγοις, καταλαβαίνουμε ότι οι συνομιλίες είχαν συμφωνηθεί μόνο “υπό την προϋπόθεση ότι οι Έλληνες δεν θα ασκούσαν δημόσια πιέσεις για τα Ελγίνεια Μάρμαρα”». Αυτό δήλωσε πολιτικός ανταποκριτής του βρετανικού μέσου.
Οι δηλώσεις του Έλληνα πρωθυπουργού σε συνέντευξή του στο BBC πριν τη συνάντηση, αποτέλεσαν μοχλό πίεσης για την επιστροφή των Γλυπτών. Συγκεκριμένα, το Μέσο σημειώνει πως η δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη ότι η κατάσταση με τα Γλυπτά του Παρθενώνα είναι σαν να κόβεται στη μέση ο πίνακας της Μόνα Λίζα υπενθυμίζει ότι η Αθήνα απαιτεί εδώ και καιρό την επιστροφή τους.
«Ήμασταν ξεκάθαροι ότι θα τεθεί το θέμα των Γλυπτών»
Η Ντάουνινγκ Στριτ πίστευε ότι είχε διαβεβαιώσεις πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν θα μιλούσε δημοσίως για τα Γλυπτά κατά την επίσκεψή του στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ελληνική πηγή το διέψευσε αυτό, σύμφωνα με το BBC.
Δεν υπήρχε καμία αμφιβολία ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος έχει θέσει τον επαναπατρισμό των Γλυπτών ως κυβερνητική προτεραιότητα, δεν θα έθετε το ζήτημα κατά την επίσκεψή του στο Λονδίνο, δήλωσε στο Mega ο διευθυντής του Γραφείου Τύπου του πρωθυπουργού, Δημήτρης Τσιόδρας.
«Ο πρωθυπουργός θέτει το θέμα της επιστροφής των Γλυπτών σε κάθε ευκαιρία, το έχει θέσει στο παρελθόν, και το έθεσε και την Κυριακή. Είναι μια γνωστή ελληνική θέση την οποία έχει εκφράσει με μεγάλη σαφήνεια (…). Ήμασταν ξεκάθαροι ότι το θέμα των Γλυπτών θα τεθεί (σ.σ.: στις συνομιλίες με τον Σούνακ)» εξήγησε.
Η Ντάουνινγκ Στριτ, η οποία αντέδρασε στις δηλώσεις του Κ. Μητσοτάκη, είχε ξεκαθαρίσει ότι ο Σούνακ θα απέρριπτε τις εκκλήσεις για την επιστροφή των αρχαίων ελληνικών αντικειμένων που εκτίθενται στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου.
Ερωτηθείσα σχετικά με τους ισχυρισμούς του Έλληνα πρωθυπουργού περί ακύρωσης την τελευταία στιγμή χθες, εκπρόσωπος της Ντάουνινγκ Στριτ αρκέστηκε να πει πως «οι σχέσεις Ηνωμένου Βασιλείου – Ελλάδας είναι εξαιρετικά σημαντικές».
«Ένας καβγάς που δεν χρειαζόταν να γίνει»
Ο λόρδος Εντ Βέιζι, πρώην υπουργός Πολιτισμού των Συντηρητικών, ο οποίος είναι επικεφαλής μιας ομάδας που προσπαθεί να πετύχει μια συμφωνία για την επιστροφή των Γλυπτών στην Ελλάδα, έκανε λόγο για μια διαμάχη στην οποία ο πρωθυπουργός της χώρας του «δεν χρειαζόταν να βρίσκεται στο επίκεντρο».
Είπε ότι, ενώ η ιδιοκτησία της Βρετανίας επί των αρχαίων γλυπτών που εκτίθενται στο Βρετανικό Μουσείο είναι αμφιλεγόμενη από τότε που αποκτήθηκαν από τον λόρδο Έλγιν πριν 200 χρόνια, η νομοθεσία εμποδίζει το μουσείο να τα μεταβιβάσει πίσω στην Ελλάδα, αλλά «θα μπορούσε να τα δανείσει».
Δήλωσε στο SkyNews πως υπάρχει μια καθιερωμένη επιλογή λέξεων που χρησιμοποιεί κάθε πρωθυπουργός και κάθε Βρετανός πολιτικός, υποστηρίζοντας ότι το Βρετανικό Μουσείο είναι ιδιοκτήτης των Γλυπτών. Όσον αφορά το αν θα τα δανείσουν ή όχι στην Ελλάδα, αποτελεί θέμα των διαχειριστών του Βρετανικού Μουσείου.
Σημειώνει ότι αυτή είναι και η τοποθέτηση του ηγέτη των Εργατικών, Κιρ Στάρμερ, οπότε «μπορείς εύκολα να τη γλιτώσεις χωρίς να προκαλέσεις καθόλου φασαρία», υποστήριξε ο Βέιζι αναφερόμενος στην προβληματική στάση του Σούνακ.
Είπε πως ήταν «πολύ έκπληκτος» όταν είδε τον Σούνακ να ακυρώνει τη συνάντηση με τον Έλληνα πρωθυπουργό – σύμφωνα με πληροφορίες, επειδή δεν ήθελε να συζητήσει το θέμα.
Συμπλήρωσε ότι υπάρχουν άλλα σημαντικά θέματα που πρέπει να συζητηθούν με την Ελλάδα και ότι οι Έλληνες είναι ένα πολύ «φιλοβρετανικό» έθνος, οπότε πρόκειται για έναν «περίεργο καβγά που δεν χρειαζόταν να γίνει».
Χατζηβασιλείου: Διπλωματικό φάουλ της Ντάουνινγκ Στριτ
«Οι σχέσεις Ελλάδας – Βρετανίας, να το πω ξεκάθαρα, υπερβαίνουν πρόσωπα ή κόμματα. Είναι σχέσεις που εδράζονται σε κοινές δημοκρατικές αξίες και σε ένα ευρύ φάσμα θεμάτων κοινού ενδιαφέροντος. Και ακριβώς εδώ φαίνεται και το μεγάλο διπλωματικό φάουλ της Ντάουνινγκ Στριτ», τόνισε, από την πλευρά του, μιλώντας στην ΕΡΤ o Τάσος Χατζηβασιλείου, διεθνολόγος και βουλευτής της ΝΔ ο οποίος συμμετείχε στην ελληνική αποστολή στο Λονδίνο.
Μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα, επισήμανε πως η συνάντηση αυτή, εάν γινόταν σήμερα το μεσημέρι, δεν θα ήταν μονοθεματική.
«Έχουμε πάρα πολλά θέματα να συζητήσουμε: Γάζα, Ουκρανία, μεταναστευτικό, την οικονομική κατάσταση στη χώρα μας και την επενδυτική βαθμίδα που ανέκτησε η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, και τα Γλυπτά του Παρθενώνα, βέβαια, μέσα σε όλα αυτά. Δεν ήταν μονοθεματική η ατζέντα, ούτε επρόκειτο να είναι. Και, δυστυχώς, εδώ τι κάνουν οι Βρετανοί; Πολιτικοποιούν από μόνοι τους τη διαδικασία αυτή. Σας θυμίζω ότι αντισυμβαλλόμενος στη συζήτηση για τα Γλυπτά του Παρθενώνα δεν είναι η Ντάουνινγκ Στριτ, αλλά το Βρετανικό Μουσείο. Η επιλογή λοιπόν του κ. Σούνακ να ακυρώσει αυτό το ραντεβού πολιτικοποιεί ουσιαστικά τη διαδικασία αυτή, η οποία, όπως είπα, δεν αφορά άμεσα τη βρετανική κυβέρνηση. Την αφορά μόνο έμμεσα. Προφανώς, αντιλαμβάνεστε τους λόγους.
Έχουμε μπροστά μας αυτή τη στιγμή μια διπλωματική απρέπεια της βρετανικής πλευράς, η οποία, απ’ ό,τι φαίνεται, ενοχλήθηκε από τη συνέντευξη του πρωθυπουργού στο BBC το πρωί της Κυριακής. Όμως, είναι μια αντίδραση με χρονοκαθυστέρηση, διότι ο πρωθυπουργός δεν είπε κάτι καινούργιο. Ο πρωθυπουργός επανέλαβε για άλλη μία φορά, με τρόπο ξεκάθαρο, τις πάγιες ελληνικές θέσεις περί επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα. Είναι η θέση που προβάλλουμε σε κάθε ευκαιρία. Η ορθότητα των θέσεών μας είναι δεδομένη και δεν έχουμε λόγο να φοβόμαστε εμείς συζήτηση ή αντιπαράθεση επιχειρημάτων», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Χατζηβασιλείου.
«Η βρετανική πλευρά, προφανώς, πιέζεται από τις δημοσκοπήσεις – θυμίζω ότι το κυβερνών κόμμα φαίνεται ότι στις τελευταίες μετρήσεις υπολείπεται κατά 20 μονάδες από το Εργατικό Κόμμα. Το 2024 είναι χρονιά εκλογών στη Βρετανία, άρα αυτή η δημοσκοπική πίεση προφανώς οδήγησε τη βρετανική πλευρά σε αυτό το διπλωματικό φάουλ – θα μπορούσαμε να το πούμε έτσι, με έναν τρόπο περιγραφικό. Όμως είναι κρίμα, διότι οι βρετανικές σχέσεις είναι στέρεες. Έχουμε μια ισχυρή φιλία με στρατηγικό βάθος», είπε καταλήγοντας.
Toυλάχιστον 19 μονάδες πίσω από τους Εργατικούς οι Συντηρητικοί του Σούνακ
Τα αποτελέσματα δημοσκοπήσεων που συγκέντρωσε το SkyNews
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις από το SkyNews φαίνεται να επιβεβαιώνουν την Αθήνα, που απέδωσε τη διπλωματική στάση του Σούνακ σε προεκλογικούς λόγους, καθώς το κυβερνών κόμμα των Συντηρητικών βρίσκεται σε δημοσκοπική κατρακύλα, σε αντίθεση με τους Εργατικούς.
Οι ειδικοί της ομάδας Data and Forensics ενημέρωσαν τον ανιχνευτή δημοσκοπήσεων με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις. Ο λεγόμενος ανιχνευτής συγκεντρώνει διάφορες έρευνες για να παρουσιάσει μια ένδειξη του πώς αισθάνονται οι ψηφοφόροι για τα διάφορα πολιτικά κόμματα, επισημαίνει το βρετανικό μέσο.
Οι Εργατικοί βρίσκονται κατά μέσο όρο στο 44,5%, ενώ οι Συντηρητικοί στο 25,1% – ένα προβάδισμα περίπου 19 ποσοστιαίων μονάδων.
Αυτό σημαίνει ότι οι Συντηρητικοί είχαν μια μικρή άνοδο τελευταία, αλλά παραμένουν πολύ πίσω εν όψει των επερχόμενων εκλογών το 2024.