Είμαστε πάρα πολύ κοντά στην απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας, τόνισε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα 91,6 και 105,8 και στην εκπομπή «Το GPS της Επικαιρότητας» με τον Θάνο Σιαφάκα.
«Το κίνητρο είναι τεράστιο», επισήμανε, στο να πάρουμε την επενδυτική βαθμίδα, «διότι σχεδόν την έχουμε πάρει, χρειάζεται ένα πάρα πολύ μικρό βήμα».
«Χρειάζεται η επόμενη κυβέρνηση που θα εκλεγεί, οι προγραμματικές της δηλώσεις να είναι τέτοιες που θα ωθήσουν τους οίκους αξιολόγησης να δώσουν αυτή την παραπάνω επενδυτική βαθμίδα» είπε χαρακτηριστικά.
«Οι αγορές το έχουν τιμολογήσει ήδη στις τιμές των ομολόγων, δηλαδή στα επιτόκια των ομολόγων. Αυτό δεν σημαίνει ότι αν την πάρουμε, δεν θα έχουμε πρόσθετα οφέλη. Θα διευρυνθεί πάρα πολύ η επενδυτική βάση, δηλαδή διάφορα ταμεία, funds τα οποία σήμερα στο καταστατικό τους έχουν ως περιορισμό να μην επενδύουν σε χώρες που δεν έχουν επενδυτική βαθμίδα, εάν η Ελλάδα πάρει επενδυτική βαθμίδα αυτός ο περιορισμός θα αρθεί, άρα θα έχουμε νέα εισροή κεφαλαίων για επενδύσεις, για δάνεια. Άρα το όφελος θα είναι πολύ μεγάλο» τόνισε ο κ. Στουρνάρας.
Σημειώνοντας ότι η ελληνική οικονομία έχει επιδείξει μεγάλη ανθεκτικότητα τα προηγούμενα χρόνια και πως η δημοσιονομική προσαρμογή είναι από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη, καθώς έχουμε τη μεγαλύτερη μείωση ως ποσοστό του ΑΕΠ του δημοσίου χρέους τα τελευταία δύο χρόνια, ο κ. Στουρνάρας, εξέφρασε την άποψη πως το σημαντικότερο πρόβλημα, μετά τις εκλογές, θα είναι μια κυβέρνηση χωρίς την απαραίτητη αποφασιστικότητα στο να πάρει η χώρα επενδυτική βαθμίδα εάν δεν την έχει πάρει μέχρι τότε, δεύτερον, στο να λάβει τις απαραίτητες δημοσιονομικές αποφάσεις που θα χρειαστεί για τον επόμενο προϋπολογισμό και τρίτον, να προβεί στις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις που θα αυξήσουν την παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας. Η εκτίμησή του, πάντως είναι ότι μετά τις εκλογές θα υπάρξει κυβέρνηση η οποία θα πάρει αποφάσεις.
Ερωτηθείς αν υπάρχει κίνδυνος να κυβερνηθεί η χώρα με πολιτικές που μπορεί να την οδηγήσουν ξανά στα βράχια, ο κ. Στουρνάρας, επισήμανε ότι τα ίδια τρία κόμματα τα οποία είναι στην επικαιρότητα σήμερα όσον αφορά στις εκλογές και τα τρία διηύθυναν τη χώρα κατά τη διάρκεια των μνημονίων και πήραν τα απαραίτητα μέτρα που χρειάστηκαν για να σωθεί η χώρα.
«Άρα μου είναι αδιανόητο ότι τα κόμματα αυτά θα πράξουν σήμερα κάτι διαφορετικό απ’ ό,τι έπραξαν όταν οι κίνδυνοι ήταν πολύ μεγάλοι» σημείωσε.
Επιπλέον δεν απέκλεισε ότι υπάρχουν κίνδυνοι εκτροχιασμού, στην περίπτωση που δεν υπάρξει η κυβέρνηση με τα χαρακτηριστικά που προανέφερε. «Θεωρώ μικρή πιθανότητα να συμβεί κάτι τέτοιο. Κανένα κόμμα όταν βρεθεί στην εξουσία δεν θα διανοηθεί να μην φερθεί υπεύθυνα. Αυτή είναι η δική μου εκτίμηση και βασίζεται στην εμπειρία του πρόσφατου παρελθόντος, δηλαδή των τελευταίων 10 ετών. Πιστεύω ότι όλοι έχουμε πάρει το μάθημά μας από ατυχείς επιλογές δημοσιονομικής φύσεως του παρελθόντος» συμπλήρωσε.
«Ανήκουμε στην Ε.Ε., ανήκουμε στην Ευρωζώνη, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να τηρούμε και εμείς τους κανόνες που τηρούν και οι υπόλοιπες χώρες. Τα κοινά νομίσματα απαιτούν πειθαρχία των συμμετεχόντων στο κοινό νόμισμα. Μου είναι αδιανόητο ότι η Ελλάδα δεν θα υπακούσει τους κανόνες που υπαγορεύει η συμμετοχή της στο κοινό νόμισμα στο ευρώ» προσέθεσε ο Διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος.
Εκτιμήσεις οικονομολόγων, όπως του κ. Ρουμπινί, που έκανε λόγο για έλευση «τέλειας καταιγίδας» στην παγκόσμια οικονομία, τις χαρακτήρισε υπερβολικές ο κ. Στουρνάρας. Παραδέχθηκε ωστόσο, ότι πράγματι οι διεθνείς οίκοι προβλέπουν ότι τα επόμενα πέντε χρόνια, λόγω των κλυδωνισμών που έφεραν η πανδημία, ο πόλεμος στην Ουκρανία και η γεωπολιτική ένταση Αμερικής – Κίνας, δεν θα είναι ανέμελα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα είναι καταιγίδα.
«Οι δημοσιονομικές αρχές, οι νομισματικές αρχές έχουμε μάθει από το παρελθόν και ξέρουμε πώς να παρέμβουμε όταν υπάρχει πρόβλημα» υπογράμμισε.
Άλλωστε οι πρόσφατες περιπτώσεις των τραπεζών στην Αμερική και στην Ευρώπη με την Credit Suisse, «ήταν σχετικά ένα μικρό επεισόδιο» σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, που δεν είχε καμία σχέση με αυτό που συνέβη το 2009 με τη Λίμαν Μπράδερς και με το πλήγμα που επέφερε.
«Από τότε μέχρι σήμερα οι τράπεζες απέκτησαν περίπου διπλάσια κεφάλαια, πολύ καλύτερες συνθήκες ρευστότητας, οι εποπτικές αρχές έγιναν πολύ σοφότερες. Έχουμε πολύ περισσότερα μέσα στη διάθεσή μας σήμερα. Όχι ότι δεν χρειάζεται να κάνουμε και άλλα πράγματα. Στην Ευρώπη, για παράδειγμα, θα πρέπει να προχωρήσουμε στην τραπεζική ένωση, σε ένα κοινό σύστημα αντιμετώπισης κρίσεων, όχι ότι δεν υπάρχει σήμερα, αλλά είναι ατελές. Επίσης ένα πανευρωπαϊκό σύστημα εγγύησης καταθέσεων, όχι ότι δεν υπάρχει σήμερα, αλλά είναι εθνικά συστήματα. Θέλουμε να πάμε σε ένα πανευρωπαϊκό σύστημα εγγύησης καταθέσεων. Άρα από την κρίση την τελευταία, τη μικρή αυτή κρίση αντλήσαμε μαθήματα και φαίνεται ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σύντομα θα καταθέσει προτάσεις για να ολοκληρωθεί η τραπεζική ένωση στην Ευρώπη. Ήταν ένα μικρό ατύχημα και όχι ένα δυστύχημα σαν κι αυτό που έγινε το 2009» ανέφερε σχετικά ο κ. Στουρνάρας, διαβεβαιώνοντας ότι οι καταθέσεις των πολιτών είναι εγγυημένες και ασφαλείς.
Οι μακροοικονομικές συνθήκες θα είναι δυσκολότερες για την επόμενη κυβέρνηση απ’ ό, τι από τη σημερινή, προειδοποίησε ο κ. Στουρνάρας διότι τα επιτόκια είναι υψηλότερα, θα υπάρξει ένα νέο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, «αυτό όμως δεν σημαίνει ότι θα είναι δύσκολες μέρες, θα είναι το περιβάλλον δυσκολότερο, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι οι ημέρες μας θα είναι πιο δύσκολες».
Ο κ. Στουρνάρας επεσήμανε το ζήτημα της αύξησης των εισαγωγών, στο οποίο δεν έχει δοθεί η δέουσα προσοχή σημείωσε, που ο ίδιος θεωρεί πολύ σημαντικό. «Πριν από μερικά χρόνια λέγαμε ότι η Πορτογαλία που είναι στο μέγεθος της Ελλάδας πόσο πολύ εξάγει, εξάγει το 40% του ΑΕΠ σε αγαθά και υπηρεσίες. Λίγοι έχουν αντιληφθεί ότι και η Ελλάδα σήμερα το 40% περίπου του ΑΕΠ εξάγει, 20% περίπου σε αγαθά και αλλά 20% σε υπηρεσίες. Αυτό είναι μια πολύ μεγάλη επιτυχία. Και αποκαλύπτει τη βελτίωση των συνθηκών ανταγωνιστικότητας κάτω από τις οποίες λειτουργεί σήμερα η ελληνική οικονομία σε σχέση με το παρελθόν. Και θέλω να καταλήξω, ότι αυτό δεν πρέπει να το χαλάσουμε. Θα πρέπει η επόμενη κυβέρνηση και αυτή να δεσμευθεί ότι θα συνεχιστεί η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας που έχει φέρει αυτό το πολύ καλό αποτέλεσμα στις ελληνικές εξαγωγές» ανέφερε.
Σχετικά με το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, ο κ. Στουρνάρας, επισήμανε ότι αυτό κατά 70% οφείλεται στις υψηλές τιμές ενέργειας.
«Όχι ότι το υπόλοιπο που μένει είναι ασήμαντο. Εμείς στην ΤτΕ προβλέπουμε ότι ακόμα και μετά την μείωση των τιμών των εισαγωγών καυσίμων, θα παραμείνει ένα αρκετά μεγάλο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Αυτό σημαίνει δύο πράγματα, πρέπει να συνεχιστεί η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Να δώσουμε μεγάλη έμφαση τώρα σ’ αυτό που ονομάζουμε διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα. Δηλαδή δεν αρκεί μόνο να βελτιώνεται το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος ή σχετικές τιμές. Πρέπει να προχωρήσουμε στα εμπόδια στις εξαγωγές, στην επιχειρηματικότητα, στις καθυστερήσεις, στην αδειοδότηση. Για παράδειγμα, ακόμα έχουμε πολλά να κάνουμε στους θεσμούς, στη δικαιοσύνη. Οι καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης επηρεάζουν πάρα πολύ την εισροή ξένων κεφαλαίων για άμεσες επενδύσεις, το ίδιο οι καθυστερήσεις και η γραφειοκρατία στη χορήγηση αδειών» τόνισε ο κ. Στουρνάρας.
«Θα πρέπει να ενισχύσουμε κι άλλο την εισροή αυτόνομων κεφαλαίων από το εξωτερικό, μη δανειακών, αυτόνομων, δηλαδή για επενδύσεις, για αυξήσεις κεφαλαίου σε επιχειρήσεις, ούτως ώστε όποιο μικρό έλλειμμα ισοζυγίου παραμένει, να χρηματοδοτείται από αυτόνομες, δηλαδή μη δανειακές εισροές κεφαλαίων από εξωτερικό» συμπλήρωσε ο Διοικητής της ΤτΕ.
Σε ό,τι αφορά στο πάγωμα των αυξήσεων των επιτοκίων στα στεγαστικά, ο κ. Στουρνάρας, σημειώνοντας ότι πρόκειται για προτάσεις των τραπεζών και όχι για πολιτική παρέμβαση, επομένως προς το συμφέρον τους λαμβάνεται η απόφαση, ανέφερε ότι αυτά που διαβάζει, «είναι λελογισμένα». «Δηλαδή, τη στιγμή που τα περισσότερα στεγαστικά δάνεια στην Ελλάδα είναι κυμαινόμενου επιτοκίου, σε σχέση με το τι συμβαίνει στην Ευρωζώνη και οι τράπεζες διαβλέπουν και αυτές ότι πλησιάζουμε στο τέλος των αυξήσεων των βασικών επιτοκίων της νομισματικής πολιτικής, νομίζω ότι η κίνηση αυτή είναι λελογισμένη και προστατεύει τα χαρτοφυλάκιά τους από την περαιτέρω αύξηση των κόκκινων δανείων. Διότι τα νοικοκυριά έχουν επιβαρυνθεί τους τελευταίους μήνες από τις αυξήσεις επιτοκίων της ΕΚΤ, οι οποίες λογικά περνάνε στις αυξήσεις των δανείων τους και επιβαρύνουν τις τοκοχρεολυτικές μηνιαίες δόσεις» συμπλήρωσε.
Απαντώντας κατά πόσο είναι εφικτή η δέσμευση της παρούσας κυβέρνησης για αυξήσεις στους μισθούς εάν λάβει ξανά την εντολή του ελληνικού λαού, ο κ. Στουρνάρας, δήλωσε πως «όσο αυξάνεται η παραγωγικότητα και η προϋπόθεση για να αυξηθεί η παραγωγικότητα είναι η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, τότε βεβαίως μπορούν να δοθούν πραγματικές αυξήσεις σε μισθούς».
Τέλος, στο ερώτημα που του τέθηκε, κατά πόσο θα τον ενδιέφερε μια πιθανότητα ανάληψης του αξιώματος του πρωθυπουργού, καθώς έχει αρχίσει η ονοματολογία που περιλαμβάνει και το δικό του πρόσωπο, στην αναζήτηση του αγνώστου Χ για την θέση αυτή, ο κ. Στουρνάρας απάντησε κατηγορηματικά « Όχι, δεν με ενδιαφέρει. Το έχω δηλώσει επανειλημμένα». «Στόχος μου είναι να τελειώσω τη θητεία μου στην Τράπεζα Ελλάδος σε τριάμισι χρόνια περίπου, έχω αρκετά πράγματα να κάνω ακόμα στην Τράπεζα Ελλάδος και στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Όταν με το καλό τελειώσω αυτή τη θητεία γιατί όλα εξαρτώνται από την καλή υγεία που θα έχουμε, θα είμαι 70 ετών περίπου, άρα θα είναι η ώρα πλέον να αποσυρθώ από τα δημόσια πράγματα στα οποία βρίσκομαι για πολλά χρόνια τώρα» είπε καταλήγοντας ο κ. Στουρνάρας;.