O οίκος Moody’s αναβάθμισε την πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας μας κατά δύο βαθμίδες στο Ba1, με σταθερή προοπτική.
Πρόκειται για διπλή αναβάθμιση του αξιόχρεου της Ελλάδας, καθώς μέχρι τώρα την αξιολογούσε στη βαθμίδα Ba3, που ήταν τρεις θέσεις κάτω από την επενδυτική βαθμίδα την οποία διατηρεί από το 2020. Mε την κίνηση αυτή η Moody’s ευθυγραμμίζεται με τις Fitch και S&P που έχουν αναβαθμίσει τη χώρα μας στη βαθμίδα ΒΒ+, μία βαθμίδα κάτω από την επενδυτική.
Την προηγούμενη εβδομάδα, η DBRS είχε δώσει στην χώρα μας επενδυτική βαθμίδα, ακολουθώντας τις Scope και R&I, οι οποίες ωστόσο δεν αναγνωρίζονται από την ΕΚΤ.
Οπως αναφέρει η Μοοdy’s, η αναβάθμιση κατά δυο βαθμίδες αποτυπώνει την εκτίμηση ότι η ελληνική οικονομία, τα δημόσια οικονομικά, οι θεσμοί και το τραπεζικό σύστημα παρουσιάζουν σημαντικές δομικές αλλαγές που θα στηρίξουν μια συνεχιζόμενη σημαντική βελτίωση στο αξιόχρεο και την ανθεκτικότητα σε μελλοντικές κρίσεις.
Η κυβερνητική πλειοψηφία μετά τις εκλογές του Ιουνίου παρέχει έναν υψηλό βαθμό πολιτικής σταθερότητας τα επόμενα τέσσερα χρόνια, στηρίζοντας τη συνεχιζόμενη υλοποίηση ολοκληρωμένων μεταρρυθμίσεων και τον σχεδιασμό νέων, κάτι που ενισχύει την προσδοκία της Moody’s για περαιτέρω οικονομική και δημοσιονομική ενίσχυση.
Οι σταθερές προοπτικές εξισορροπούν τις θετικές τάσεις με τις διαρθρωτικές προκλήσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να επιβαρύνουν το πιστωτικό προφίλ της Ελλάδας περισσότερο από ό,τι εκτιμά αυτή τη στιγμή η Moody’s, συμπεριλαμβανομένου ενός συγκριτικά χαμηλού, αν και αυξανόμενου ποσοστού επενδύσεων, ενός σημαντικού ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, του ακόμη υψηλού δημόσιου χρέους και των πρόσθετων οικονομικών και δημοσιονομικών προκλήσεων από τη γήρανση και την κλιματική αλλαγή.
Όσον αφορά στην οικονομία, η Ελλάδα εμφανίζει ισχυρές αναπτυξιακές προοπτικές στο πλαίσιο βιώσιμων αλλαγών στο οικονομικό της μοντέλο. Η Moody’s προβλέπει μέση ετήσια αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 2,2% από το 2023 έως το 2027. Πρόκειται για πολύ σημαντική βελτίωση σε σχέση με τη μέση ανάπτυξη 0,8% ετησίως στην πενταετία πριν την πανδημία.
Οι επενδύσεις και η κατανάλωση θα αποτελέσουν τους δυο πυλώνες ανάπτυξης, με μικρή αύξηση της συμβολής από τις καθαρές εξαγωγές. Ο οίκος αναμένει ότι η θετική τάση στις εισροές άμεσων ξένων επενδύσεων θα συνεχιστεί λόγω των καλύτερων οικονομικών προοπτικών, των συνεχιζόμενων ιδιωτικοποιήσεων και των περαιτέρω διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών θα κυμανθεί γύρω στο 5-7% του ΑΕΠ έως το 2027, σε σύγκριση με 9,7% το 2022. Ωστόσο, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών δείχνει ότι οι επενδυτικές ανάγκες της οικονομίας έχουν αυξηθεί ταχύτερα από την αποταμιευτική της ικανότητα. Με την πάροδο του χρόνου, εάν διατηρηθεί αυτή η εικόνα, θα μπορούσε να συμβάλει σε συνεχείς πληθωριστικές πιέσεις που θα υπονόμευαν την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας. Δεδομένου δε του μεγέθους και της σημασίας τομέων όπως ο τουρισμός και η ναυτιλία, η οικονομία είναι επιρρεπής σε εξωτερικούς κραδασμούς και περαιτέρω βελτιώσεις όσον αφορά την οικονομική ανθεκτικότητα με τη διεύρυνση της εξαγωγικής βάσης θα απαιτήσουν χρόνο.
Πάντως, ο οίκος αναμένει από την κυβέρνηση να διατηρήσει μια στάση πολιτικής που θα δημιουργεί ιστορικό συνεχούς εφαρμογής της οικονομικής και δημοσιονομικής μεταρρύθμισης τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Αυτό βασίζεται στην άποψη ότι η δέσμευση της κυβέρνησης για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων και τις δημοσιονομικά συνετές πολιτικές είναι αξιόπιστη και ισχυρή.
Οι θεσμικές αλλαγές που έχουν υλοποιηθεί, μεταξύ των οποίων η δημιουργία της ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, η ψηφιοποίηση της δημόσιας διοίκησης και το νέο πτωχευτικό πλαίσιο έχουν θετική επίπτωση στην αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης, την φορολογική συμμόρφωση και το γενικότερο επιχειρηματικό κλίμα.
Όσον αφορά στο χρέος, η Moody’s αναμένει τώρα ακόμη ταχύτερη μείωση της επιβάρυνσης του χρέους της γενικής κυβέρνησης, η οποία πιθανότατα θα μειωθεί κοντά στο 150% του ΑΕΠ ήδη από το επόμενο έτος, αν και θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα σε σχέση με άλλες χώρες παγκοσμίως. Αυτό είναι το αποτέλεσμα ισχυρότερης αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ από ό,τι προβλεπόταν νωρίτερα, και μόνο σταδιακά μειούμενοι ρυθμοί πληθωρισμού που θα οδηγήσουν σε ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ περίπου 5% ετησίως στον προβλεπόμενο ορίζοντα της Moody’s μεταξύ 2023-27. Αυτό συγκρίνεται με μόνο 0,7% ετήσια αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ κατά τα πέντε χρόνια πριν από την πανδημία.
Η μείωση της επιβάρυνσης του χρέους αντανακλά επίσης την έντονη εστίαση της κυβέρνησης στην εφαρμογή συνετών δημοσιονομικών πολιτικών, με αποτέλεσμα την αύξηση των πρωτογενών πλεονασμάτων. Λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες των κρατικών δαπανών, η Moody’s αναμένει ότι η Ελλάδα θα επιτύχει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 1-2% του ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια, γεγονός που αντανακλά τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της δημοσιονομικής πολιτικής.
Αναφορικά με τον τραπεζικό κλάδο, οι δείκτες για την ποιότητα του ενεργητικού, την κερδοφορία και την κεφαλαιοποίηση των τραπεζών συνεχίζουν να βελτιώνονται, πλησιάζοντας πιο κοντά στον μέσο όρο της Ευρωζώνης και της ΕΕ. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPL) έχουν μειωθεί τόσο ως ποσό όσο και ως ποσοστό επί του συνόλου των δανείων και είναι πλέον ελαφρώς κάτω από το 5% σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (EBA), έναντι 30% το 2020.
Ενώ η επίλυση των NPLs παραμένει πρόκληση, η Moody’s αναμένει επιτάχυνση με βάση το νέο νόμο περί αφερεγγυότητας. Το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) θα ακολουθήσει τη στρατηγική αποεπένδυσής του που δημοσιεύτηκε τον Ιανουάριο του 2023 και δεδομένων των ισχυρών αποτιμήσεων και του ενδιαφέροντος από ξένους επενδυτές, οι προοπτικές για πώληση κρατικών μεριδίων μέχρι το τέλος του 2025 είναι καλές.
Τι μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω αναβάθμιση
Η συνέχιση των οικονομικών πολιτικών και η δέσμευση για δημοσιονομική εξυγίανση, σε συνδυασμό με την επιτυχή εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που απομένουν, ιδίως στο δικαστικό σύστημα, οδηγώντας σε μεγαλύτερη ανθεκτικότητα σε εξωτερικούς κραδασμούς, γρηγορότερη από την αναμενόμενη βελτίωση της δημοσιονομικής ισχύος και αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα υποστήριζε υψηλότερη εκτίμηση.
Επιπλέον, μια πιο γρήγορη αλλαγή στην οικονομική δομή της Ελλάδας που συμβάλλει στη βελτίωση της οικονομικής ανθεκτικότητας θα ήταν πιστωτική θετική. Περαιτέρω βελτιώσεις στον τραπεζικό τομέα, μειώνοντας τη μεταβλητότητα της κερδοφορίας και φέρνοντας τους δείκτες ποιότητας και κεφαλαιοποίησης των περιουσιακών στοιχείων πιο κοντά στον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ, θα ήταν επίσης πιστωτικά θετικές.
Τι μπορεί να οδηγήσει σε υποβάθμιση
Μια αντιστροφή της πορείας της πολιτικής που παρατηρήθηκε τα τελευταία χρόνια ή οι ενδείξεις ότι οι προηγούμενες μεταρρυθμίσεις δεν δίνουν την ώθηση στην ανάπτυξη και στους δημοσιονομικούς λογαριασμούς που αναμένεται επί του παρόντος, επιβαρύνοντας το επιχειρηματικό κλίμα και τις επενδύσεις θα ασκούσε πτωτική πίεση στην αξιολόγηση. Ειδικότερα, οι ενδείξεις ότι είναι πιθανή μια διαρκής, ουσιώδης επιδείνωση της δημοσιονομικής θέσης της κυβέρνησης, πιθανώς σε συνδυασμό με απότομη επιδείνωση της υγείας του τραπεζικού τομέα, θα προκαλούσαν αρνητική ενέργεια αξιολόγησης.
Μια κλιμάκωση της γεωπολιτικής κατάστασης στην Ευρώπη με τη συμμετοχή του ΝΑΤΟ πιθανότατα θα οδηγήσει σε καθοδική πίεση στην αξιολόγηση.