Την ικανοποίησή του για την επίτευξη συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ΗΠΑ για το ζήτημα των τελωνειακών δασμών εξέφρασε χθες Κυριακή ο καγκελάριος της Γερμανίας, ο Φρίντριχ Μερτς, τονίζοντας ότι απετράπη η επαπειλούμενη κλιμάκωση της εμπορικής διένεξης, η οποία θα έπληττε σκληρά την γερμανική οικονομία
«Χαιρετίζω την συμφωνία που επιτεύχθηκε μεταξύ της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και του Ντόναλντ Τραμπ στις διαπραγματεύσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών. Είναι καλό το γεγονός ότι η Ευρώπη και οι ΗΠΑ κατέληξαν σε συμφωνία, αποφεύγοντας έτσι μια περιττή κλιμάκωση στις διατλαντικές εμπορικές σχέσεις», δήλωσε ο καγκελάριος σε ανακοίνωσή του επισημαίνοντας ότι «η ενότητα της ΕΕ και η σκληρή δουλειά των διαπραγματευτών απέδωσαν καρπούς», και ευχαριστώντας την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής φον ντερ Λάιεν, τον Επίτροπο Εμπορίου Μάρος Σέφτσοβιτς και τις ομάδες τους «για τις άοκνες προσπάθειές τους τις τελευταίες εβδομάδες».
«Με αυτή την συμφωνία απετράπη εμπορική σύγκρουση η οποία θα έπληττε σκληρά την προσανατολισμένη στις εξαγωγές γερμανική οικονομία. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την αυτοκινητοβιομηχανία, όπου οι τρέχοντες δασμοί θα μειωθούν σχεδόν στο μισό, από 27,5% σε 15%. Ακριβώς σε αυτό το σημείο είναι υψίστης σημασίας μια ταχεία μείωση των δασμών», τόνισε ο καγκελάριος Μερτς και υποστήριξε ότι η Ευρώπη κατάφερε να διαφυλάξει τα βασικά της συμφέροντα, παρότι ο ίδιος, όπως διευκρίνισε, θα επιθυμούσε περαιτέρω χαλάρωση των περιορισμών στο διατλαντικό εμπόριο. «Όλοι -και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού- ωφελούνται από σταθερές και προβλέψιμες εμπορικές σχέσεις με πρόσβαση στην αγορά. Τόσο οι επιχειρήσεις όσο και οι καταναλωτές», σημείωσε.
«Η Γερμανία και η Ευρωπαϊκή Ένωση υποστηρίζουν το ελεύθερο και δίκαιο παγκόσμιο εμπόριο. Ως εκ τούτου, θα συνεχίσω να τάσσομαι υπέρ της μείωσης των δασμών και της άρσης των εμπορικών φραγμών. Αυτό ισχύει και για τις διαπραγματεύσεις για περαιτέρω συμφωνίες ελεύθερων συναλλαγών με τους εταίρους μας σε όλον τον κόσμο και, πάνω απ’ όλα, για την σύναψη της συμφωνίας με τις χώρες της Mercosur στη Νότια Αμερική», σημείωσε ακόμη στην ανακοίνωσή του ο Φρίντριχ Μερτς.
Απαισιόδοξοι παράγοντες της οικονομίας
Ο Σύνδεσμος Εξωτερικού Εμπορίου (BGA) από την πλευρά του έκανε λόγο για «επώδυνο συμβιβασμό» και προειδοποίησε για «αισθητές συνέπειες» για την Γερμανία. «Πρόκειται για επώδυνο συμβιβασμό. Κάθε μονάδα δασμών είναι μια μονάδα περισσότερη απ’ ό,τι θα έπρεπε. Η συμφωνία με τις ΗΠΑ θα έχει επιπτώσεις στην Γερμανία, θα κοστίσει ανάπτυξη, ευημερία και θέσεις εργασίας», προειδοποίησε ο πρόεδρος του BGA Ντιρκ Γιαντούρα προσθέτοντας πως «ο μόνος τρόπος να αποφευχθούν οι σοβαρές επιπτώσεις είναι η αύξηση της ανταγωνιστικότητας», ενώ ζήτησε από την κυβέρνηση να στηρίξει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, «όπως έχει υποσχεθεί».
Μιλώντας στο πρώτο κανάλι της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ARD, η οικονομολόγος ειδικευμένη στις χρηματοπιστωτικές αγορές Ουλρίκε Μαλμουντίερ προειδοποίησε για τον κίνδυνο «τεράστιας απώλειας ευημερίας», η οποία, όπως είπε, «δεν θα εξαλειφθεί στο άμεσο μέλλον, διότι όταν επιβληθούν αυτοί οι δασμοί, δεν θα είναι πλέον εύκολο να μειωθούν εκ νέου». Η οικονομολόγος εκτίμησε επίσης ότι για το σύνολο της ΕΕ οι συνέπειες θα είναι πιο περιορισμένες κατά σχεδόν 50% από ό,τι για την Γερμανία, διευκρινίζοντας ταυτόχρονα ότι υπάρχει σημαντική αβεβαιότητα και μεταβλητότητα στις προβλέψεις των ειδικών, καθώς δεν μπορεί να προβλεφθεί για πόσο καιρό θα παραμείνουν οι δασμοί σε ισχύ.
Ως «ταπείνωση» για την Ευρώπη περιέγραψε την «ασύμμετρη», όπως την χαρακτήρισε, συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ ο επικεφαλής του Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών Ifo του Μονάχου Κλέμενς Φουστ, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων «αντικατοπτρίζει την πραγματική ισορροπία δυνάμεων». Ας ελπίσουμε ότι οι Ευρωπαίοι θα ξυπνήσουν, θα πάρουν το μάθημά τους, θα ενισχύσουν την οικονομική τους ισχύ και θα περιορίσουν την στρατιωτική και την τεχνολογική τους εξάρτηση από τις ΗΠΑ», σχολίασε μέσω X ο οικονομολόγος. Μιλώντας πάντως στο πρώτο κανάλι της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ARD, ο κ. Φουστ έκανε λόγο για δασμούς «με τους οποίους η Γερμανία μπορεί να ζήσει», ενώ περιέγραψε την εξέλιξη ως «σημαντική επιδείνωση» των σχέσεων Ευρώπης-ΗΠΑ σε σύγκριση με την εποχή πριν αναλάβει την εξουσία ο Ντόναλντ Τραμπ τον Ιανουάριο