Ο νέος πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου Κιρ Στάρμερ άρχισε να διορίζει τα μέλη του νέου υπουργικού συμβουλίου της κυβέρνησής του μετά από τη συντριπτική εκλογική νίκη των Εργατικών στις χθεσινές εκλογές.
Ρέιτσελ Ριβς, η πρώτη γυναίκα επικεφαλής των Οικονομικών του Ηνωμένου Βασιλείου
Η Ρέιτσελ Ριβς, μια πρώην οικονομολόγος της Τράπεζας της Αγγλίας, έγινε σήμερα η πρώτη γυναίκα υπουργός Οικονομικών στην ιστορία του Ηνωμένου Βασιλείου, μετά τη συντριπτική νίκη των Εργατικών στις κάλπες, ενσαρκώνοντας την οικονομική σοβαρότητα ενός κόμματος που λέει πως «άλλαξε».
«Αποτελεί τιμή ζωής που χρίστηκα επικεφαλής του υπουργείου Οικονομικών», έγραψε στο μέσο κοινωνικής δικτύωσης Χ η Ριβς μετά τον διορισμό της.
Η ίδια δήλωσε πως έχει επίγνωση της «ιστορικής ευθύνης» που συνοδεύει το γεγονός ότι είναι «η πρώτη γυναίκα» που καταλαμβάνει αυτήν τη θέση, τη δεύτερη πιο περίοπτη της βρετανικής κυβέρνησης, ένα αξιοσέβαστο λειτούργημα το οποίο υφίσταται εδώ και 800 χρόνια.
«Η οικονομική ανάπτυξη ήταν η αποστολή του Εργατικού Κόμματος. Αυτή είναι τώρα μια εθνική αποστολή», υπογράμμισε.
Η πολιτικός, ηλικίας 45 ετών, είπε σήμερα, αφότου επανεκλέγη βουλεύτρια στη βόρεια Αγγλία, ότι το έργο της «δεν θα είναι εύκολο»: «δεν υπάρχει θαυματουργή λύση και δύσκολες επιλογές μας περιμένουν».
Μπροστά σε μια οικονομία που υπέφερε τα τελευταία χρόνια και σε περιορισμένα δημόσια οικονομικά, εκείνη επανέλαβε τους τελευταίους μήνες ότι «η αλλαγή δεν θα έρθει παρά μόνο με αυστηρή πειθαρχία» στα δημοσιονομικά.
Η Ριβς συνόδευσε τον νέο πρωθυπουργό Κιρ Στάρμερ σε έναν επαναπροσδιορισμό τακτικής, ο οποίος επέτρεψε στους Εργατικούς να κερδίσουν χθες στις βουλευτικές εκλογές, έπειτα από μια βαριά ήττα το 2019, όταν του κόμματος ηγείτο ο Τζέρεμι Κόρμπιν.
Το Εργατικό είναι πλέον «το φυσικό κόμμα των επιχειρήσεων», έλεγε εδώ και μήνες η ίδια, η οποία και αναδείχθηκε το 2021 σκιώδης υπουργός Οικονομικών της αντιπολίτευσης.
Η Ρέιτσελ Ριβς τάσσεται υπέρ ενός ενεργότερου ρόλου του Κράτους ιδίως μέσω των επενδύσεων σε στρατηγικούς τομείς, αντλώντας έμπνευση από την πολιτική του προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν.
Αν και πρέπει να αναθεωρήσει προς τα κάτω ένα πολύ ακριβό σχέδιο ύψους 28 δισεκατομμυρίων στερλινών σε ετήσιες δαπάνες για τις πράσινες υποδομές, διαβεβαιώνει πως θέλει να βελτιώσει το βιοτικό επίπεδο, τις απολαβές των εργαζομένων και να «ανοικοδομήσει τις δημόσιες υπηρεσίες».
«Όταν λέει ότι είναι μια Σιδηρά Κυρία», αυτό ισοδυναμεί με «εξισορρόπηση των δημοσίων οικονομικών» και «χρήση του βάρους του Κράτους, αλλά με υπεύθυνο τρόπο» εξήγησε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Τζέιμς Γουντς, καθηγητής πολιτικής οικονομίας στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ.
Η Ριβς και ο Στάρμερ «υιοθετούν μια πολύ ρεαλιστική προσέγγιση», που θα «προκαλέσει τη μεγάλη δυσφορία της αριστερής πτέρυγας του κόμματος», όμως «θέλουν να κρατήσουν αποστάσεις από τη δημοσιονομική ανευθυνότητα, να μην δώσουν μεγάλες υποσχέσεις για δαπάνες που δεν μπορούν να τηρήσουν», πρόσθεσε ο ίδιος.
Γεννηθείσα σε μια οικογένεια εκπαιδευτικών στο Λονδίνο, η νέα υπουργός Οικονομικών της Βρετανίας εντάχθηκε στο Εργατικό Κόμμα σε ηλικία 17 ετών, γοητευμένη από το τρίπτυχο «εκπαίδευση, εκπαίδευση, εκπαίδευση» του επικεφαλής των Εργατικών εκείνη την εποχή, Τόνι Μπλερ, ο οποίος θα κατήγαγε τον επόμενο χρόνο, το 1997, μια συντριπτική νίκη στις κάλπες, αφηγήθηκε η ίδια στο περιοδικό Telegraph.
Αν και περιγράφει την καθημερινότητα μιας οικογένειας της μεσαίας τάξης «όπου δεν υπήρχαν χρήματα για σπατάλη», σπούδασε στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, το οποίο, μαζί με το Κέιμπριτζ, ενσαρκώνουν τη βρετανική ελίτ.
Οι Βρετανοί τη θεωρούν «ικανή» και «έξυπνη», σύμφωνα με μια έρευνα που δημοσίευσε τον Φεβρουάριο το Politico.
Κατά τη διάρκεια της καριέρας της πέρασε από τη Halifax-Bank of Scotland όταν η τράπεζα διασώθηκε από την πτώχευση από την αντίπαλό της Lloyds κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης.
Εκλέγεται από το 2010 στη Βουλή, όπως και η μικρότερη αδελφή της, η Έλι Ριβς, που επίσης εξελέγη βουλεύτρια των Εργατικών.
Η Ριβς, που έχει επίσης δύο παιδιά, αγαπά το καραόκε και το σκάκι και έχει κερδίσει ένα βραβείο για κορίτσια κάτω των 14 ετών. Μία ημέρα έπαιξε, και έχασε, από τον Ρώσο θρύλο Γκάρι Κασπάροφ.
Ντέιβιντ Λάμι: Ο νέος Βρετανός ΥΠΕΞ, απόγονος σκλάβων και φίλος του Μπαράκ Ομπάμα
Ο νέος υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας Ντέιβιντ Λάμι έκανε έκκληση σήμερα για «άμεση κατάπαυση του πυρός» στη Λωρίδα της Γάζας, στην πρώτη του δήλωση μετά τον διορισμό του από τον πρωθυπουργό Κιρ Στάρμερ.
Ο Λάμι είπε ότι «στηρίζει την άμεση κατάπαυση του πυρός» και τις προσπάθειες απελευθέρωσης τον ομήρων. «Θα κάνω ό,τι είναι δυνατόν για να βοηθήσω τον Τζο Μπάιντεν (σ.σ. τον πρόεδρο των ΗΠΑ) να επιτύχει μια κατάπαυση του πυρός», είπε στις δηλώσεις του από το Φόρεϊν Όφις.
Ο νέος υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση του Κιρ Στάρμερ, ο Ντέιβιντ Λάμι, είναι ένας δικηγόρος, απόγονος σκλάβων και φίλος, μεταξύ άλλων, του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα.
Γνωστός για την ευθύτητά του, ο 51χρονος Λάμι έχει ήδη δηλώσει ότι η ιστορία των προγόνων του, οι οποίοι ήταν σκλάβοι, μέχρι και τον 19ο αιώνα, στη Γουιάνα, σε φυτείες ζαχαροκάλαμου, θα επηρεάσει τον τρόπο με τον οποίο θα ασκήσει τα καθήκοντά του.
«Θα αντιμετωπίσω με απίστευτη σοβαρότητα την ευθύνη ότι θα είμαι ο πρώτος υπουργός Εξωτερικών, απόγονος του δουλεμπορίου», δήλωσε πρόσφατα.
Ο Ντέιβιντ Λάμι ήταν ο αρμόδιος του Εργατικού Κόμματος για τα διεθνή θέματα εδώ και δύο χρόνια και έχει πραγματοποιήσει περισσότερες από 40 επισκέψεις στο εξωτερικό, προωθώντας το δικό του όραμα για τη βρετανική διπλωματία, σύμφωνα με ένα δόγμα που αποκαλεί «προοδευτικό ρεαλισμό». Συνδυάζει έτσι την πραγματιστική προσέγγιση που ακολουθούσε ο επικεφαλής της βρετανικής διπλωματίας Έρνεστ Μπέβιν στα τέλη της δεκαετίας του 1940 με τον ηθικό ιδεαλισμό του Ρόμπιν Κουκ, τη δεκαετία του 1990. Ο πρώτος συμμετείχε στην ίδρυση του ΝΑΤΟ μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ενώ ο δεύτερος επέβλεψε τις επιτυχημένες επεμβάσεις στο Κόσοβο και τη Σιέρα Λεόνε, για να εγκαταλείψει την κυβέρνηση του Τόνι Μπλερ λόγω της επέμβασης στο Ιράκ.
Η προσέγγιση αυτή συνίσταται «στο να αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο έτσι όπως είναι, όχι όπως θα θέλαμε να είναι» έχει δηλώσει ο Λάμι, σύμφωνα με τον οποίο η βρετανική διπλωματία «χρειάζεται να ανακαλύψει εκ νέου την τέχνη της μεγάλης στρατηγικής», μετά την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Τάσσεται υπέρ της στενότερης συνεργασίας με τους «27», τη συνέχιση της στήριξης στην Ουκρανία και τη δημιουργία ενός παλαιστινιακού κράτους, μόλις το επιτρέψουν οι συνθήκες.
Ο Ντέβιντ Λάμι γεννήθηκε στο Λονδίνο το 1972 από γονείς που μετανάστευσαν από τη Γουϊάνα στο Ηνωμένο Βασίλειο. Τα παιδικά του χρόνια σημαδεύτηκαν από τη φυγή του πατέρα του, με αποτέλεσμα η μητέρα του να μεγαλώσει μόνη τα πέντε παιδιά της.
«Δεν τον ξαναείδα ποτέ. Ανέκαθεν αισθανόμουν ένα κενό στη ζωή μου και δεν είμαι ο μόνος», έγραψε στην εφημερίδα Guardian το 2013, σε μια σειρά άρθρων για τη σημασία που έχει ο πατέρας στη ζωή των παιδιών.
Μεγάλωσε στο Τότεναμ, στο βόρειο Λονδίνο και εκλέγεται βουλευτής από το 2000. Στα τέλη της δεκαετίας του ’90, ήταν ο πρώτος μαύρος Βρετανός που σπούδασε στη νομική σχολή του Χάρβαρντ και συνδέθηκε φιλικά με τον Μπαράκ Ομπάμα, σε μια εκδήλωση μαύρων πρώην σπουδαστών. Η σύζυγός του, η καλλιτέχνιδα Νίκολα Γκριν, κατέγραψε την εκστρατεία του Ομπάμα το 2018, σε μια σειρά πορτρέτων.
Όταν εξελέγη για πρώτη φορά το 2000, σε ηλικία 27 ετών, ο Λάμι ήταν ο νεότερος βουλευτής που εξελέγη ποτέ στη Βουλή των Κοινοτήτων. Στη συνέχεια ανέλαβε καθήκοντα σε διάφορα υπουργεία στις κυβερνήσεις του Τόνι Μπλερ και του Γκόρντον Μπράουν.
Ο Ντέιβιντ Λάμι είναι ένθερμος υποστηρικτής της «ειδικής σχέσης» μεταξύ Λονδίνου και Ουάσινγκτον αλλά χρειάστηκε να καθησυχάσει τον κόσμο ότι θα μπορούσε να συνεργαστεί με τον Ντόναλντ Τραμπ εάν ο Ρεπουμπλικάνος πρώην πρόεδρος επιστρέψει στον Λευκό Οίκο, στις εκλογές του Νοεμβρίου. Ο νέος ΥΠΕΞ της Βρετανίας είχε χαρακτηρίσει τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ «κοινωνιοπαθή με νεοναζιστικές συμπάθειες» που «μισεί τις γυναίκες». Στη συνέχεια όμως είπε ότι οι δηλώσεις του αυτές «παρεξηγήθηκαν» και υποσχέθηκε να ακολουθήσει μια πραγματιστική προσέγγιση. Σύμφωνα με πολλά βρετανικά μέσα ενημέρωσης, η ομάδα του είναι ήδη σε επαφή με εκείνη του Τραμπ εδώ και πολλές εβδομάδες.