Η τρίτη στη σειρά αποεπένδυση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας μέσα σε λίγες εβδομάδες, ολοκληρώθηκε με επιτυχία την εβδομάδα που μας πέρασε, με τη διάθεση ενός μέρους των μετοχών που κατέχει το ΤΧΣ στην Εθνική Τράπεζα.
Είχε προηγηθεί η αποεπένδυση από την Alpha Bank με την στρατηγική της συνεργασία με τη UniCredit και η αποέπενδυση από την Eurobank, με αποτέλεσμα οι δύο αυτές τράπεζες να γυρίσουν στον ιδιωτικό τομέα.
Ειδικότερα, όπως επισημάνθηκε στη διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων από την πολιτική ηγεσία, το ΤΧΣ, την Τράπεζα της Ελλάδος, τις διοικήσεις των τραπεζών και τους οικονομικούς αναλυτές, το γεγονός αυτό αποτελεί ψήφο εμπιστοσύνης της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας, όχι μόνον για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, αλλά και για την ελληνική οικονομία.
Όπως χαρακτηριστικά επισήμανε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, η εξαιρετικά θετική εξέλιξη για την Εθνική και το τραπεζικό σύστημα της χώρας, είναι μια εξέλιξη που έρχεται σε συνέχεια άλλων πρόσφατων θετικών εξελίξεων στο τραπεζικό σύστημα, των αλλεπάλληλων αναβαθμίσεων της πιστοληπτικής αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας τους τελευταίους μήνες, καθώς και αντίστοιχων θετικών αξιολογήσεων για τη χώρα από διεθνείς οργανισμούς.
Εθνική Τράπεζα: Η πλέον πετυχημένη διάθεση μετοχών μέσω Δημόσιας Προσφοράς των τελευταίων ετών
Στην περίπτωση της Εθνικής Τράπεζα, σύμφωνα με στοιχεία του ΤΧΣ, η αποεπένδυση σε ποσοστό 22% του ΤΧΣ από την Εθνική Τράπεζα, καταγράφεται ως η πλέον πετυχημένη διάθεση μετοχών μέσω Δημόσιας Προσφοράς των τελευταίων ετών, σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Το ηλεκτρονικό βιβλίο προσφορών καλύφθηκε πλήρως για πρώτη φορά, μόλις 20 λεπτά μετά το άνοιγμά του στις 13/11, δίνοντας τον τόνο της ζήτησης και της όρεξης των επενδυτών να τοποθετηθούν στην ΕΤΕ.
Η τελική υπερκάλυψη, πάνω από 8 φορές μεσοσταθμικά για το διεθνές και το ελληνικό βιβλίο, επιβεβαίωσε την ισχυρή πρόθεση του επενδυτικού κοινού να βάλει στο χαρτοφυλάκιό του τις μετοχές της Εθνικής. Το διεθνές βιβλίο καλύφθηκε 9,5 φορές, προσελκύοντας κορυφαίους θεσμικούς επενδυτές, στην πλειονότητά τους από τις ΗΠΑ (35%) και το Ηνωμένο Βασίλειο (47%), με συνολικά υπό διαχείριση κεφάλαια άνω των 30 τρισεκατομμυρίων ευρώ. Εξαιρετική χαρακτηρίζεται και η ποιότητα των διεθνών επενδυτών, καθώς η πλειονότητα είναι μακροπρόθεσμοι επενδυτές (64%) και θεσμικά επενδυτικά κεφάλαια (27%).
Το γεγονός ότι επενδυτές από ώριμες και ανταγωνιστικές αγορές έσπευσαν να τοποθετηθούν δυναμικά σε ελληνική τράπεζα, είτε για πρώτη φορά, είτε ξανά, μετά από πολλά έτη απουσίας, επιβεβαιώνει την ολική επιστροφή της χώρας μας στις διεθνείς αγορές, ανέφερε το ΤΧΣ. Το ισχυρό ελληνικό ενδιαφέρον για τοποθέτηση στην Εθνική Τράπεζα, οδήγησε σε τροποποίηση των ποσοστών διάθεσης και τελικά στην ελληνική αγορά διατέθηκε το 20% από το σύνολο των μετοχών προς πώληση, αντί του 15% που είχε αρχικά σχεδιαστεί.
Με συνολικό τίμημα 1,067 δισ. ευρώ και τελική τιμή ανά μετοχή 5,30 ευρώ, η αποεπένδυση του ΤΧΣ από την Εθνική Τράπεζα, είναι η μεγαλύτερη συναλλαγή ιδιωτικοποίησης τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα μέσω δευτερογενούς τοποθέτησης μετοχών, καθώς η συνολική κάλυψη κινήθηκε σε σημαντικά υψηλότερα επίπεδα.
Alpha Bank: Καθίσταται και πάλι 100% ιδιωτική
Ιστορικό σταθμό στη μακρά πορεία της Alpha Bank, χαρακτήρισε ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας, Βασίλης Ψάλτης, την είσοδο ενός στρατηγικού επενδυτή πρώτης γραμμής – της UniCredit. Η είσοδος της γαλλικής εταιρείας στην Alpha Bank, είχε ως αποτέλεσμα η τράπεζα να είναι και πάλι 100% ιδιωτική. Ειδικότερα, με αφορμή την αποδοχή από το ΤΧΣ, της προσφοράς της UniCredit για την απόκτηση του συνόλου της συμμετοχής του στην τράπεζα την προηγούμενη εβδομάδα, ο Βασίλης Ψάλτης ανέφερε ότι ανοίγει ένα νέο σημαντικό κεφάλαιο στην ιστορία της Alpha Bank, εξέλιξη που δημιουργεί σημαντικές ευκαιρίες περαιτέρω ανάπτυξης και δημιουργίας αξίας για την τράπεζα και κυρίως θα αποφέρει πολλαπλά οφέλη στο τραπεζικό σύστημα και την ελληνική οικονομία.
Υπενθυμίζεται ότι το ΤΧΣ αποδέχτηκε τη δεσμευτική προσφορά της UniCredit για την απόκτηση του συνόλου της συμμετοχής του Ταμείου, ύψους 8,9781%, στην Alpha Bank. Έτσι ολοκληρώθηκε η πρώτη – με συμμετοχή νέου επενδυτή – πλήρης ιδιωτικοποίηση στον εγχώριο τραπεζικό τομέα, στο πλαίσιο της αποεπένδυσης του ΤΧΣ, και η Alpha Bank γίνεται η μόνη ελληνική τράπεζα με τη συμμετοχή στρατηγικού εταίρου στο μετοχικό της κεφάλαιο.
Η εξαγορά από την UniCredit, του ποσοστού που κατείχε το ΤΧΣ στην Alpha Bank, αποτελεί έναν από τους τρεις πυλώνες της στρατηγικής συνεργασίας που έχουν ανακοινώσει οι επικεφαλής των δύο ομίλων. Προβλέπεται επίσης η συγχώνευση των θυγατρικών τους στη Ρουμανία, μέσω της οποίας θα δημιουργηθεί η 3η μεγαλύτερη τράπεζα στη ρουμανική αγορά και η εμπορική συνεργασία μέσω κοινοπραξίας για τη διάθεση προϊόντων διαχείρισης χαρτοφυλακίου και ασφάλισης ζωής.
Η Eurobank ήταν η πρώτη συστημική τράπεζα από την οποία αποεπένδυσε το ΤΧΣ
Η Eurobank ήταν η πρώτη συστημική τράπεζα από την οποία το ΤΧΣ αποεπένδυσε, με την ολοκλήρωση της διαδικασίας επαναγοράς του 1,4% του μετοχικού κεφαλαίου από την ίδια την τράπεζα. Σε δηλώσεις του, ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank, Φωκίωνας Καραβίας, είχε επισημάνει ότι η Eurobank ήταν η πρώτη συστημική τράπεζα που επιστρέφει αμιγώς στον ιδιωτικό τομέα.
Με την εξέλιξη αυτή, όπως επισήμανε ο κ. Καραβίας, έκλεισαν δύο κύκλοι που αφορούσαν την Ελλάδα και την τράπεζα. Χρειάστηκε να περάσει παραπάνω από μία δεκαετία, όταν η δημοσιονομική κρίση εξελίχθηκε σε χρηματοπιστωτική και οδήγησε στην πρώτη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, ώστε μια από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες να μηδενίσει τη συμμετοχή του Δημοσίου στο μετοχικό της κεφάλαιο.
Πρόκειται για ένα ισχυρό σήμα προς κάθε κατεύθυνση – προς τους εταίρους μας, προς τις αγορές και τη διεθνή επενδυτική κοινότητα – επισήμανε σε δηλώσεις του πριν λίγες εβδομάδες ο Φ. Καραβίας. Ανέφερε επίσης, ότι η εξέλιξη αυτή άνοιξε τον κύκλο της απαλλαγής των ελληνικών τραπεζών από τη βαριά κληρονομιά της κρίσης.
Ο κ. Καραβίας, αναφερόμενος στην Eurobank, είπε μεταξύ άλλων ότι η τράπεζα ήταν και είναι στην πρωτοπορία του κλάδου. Ένας ισχυρός ευρωπαϊκός τραπεζικός όμιλος, με κεντρικό συστημικό ρόλο σε τρεις κύριες αγορές στη γεωγραφική μας περιφέρεια (Ελλάδα, Κύπρο, Βουλγαρία), με παρουσία σε διεθνή χρηματοπιστωτικά κέντρα με δυναμικές κινήσεις στο εξωτερικό και με στρατηγική την περαιτέρω ενίσχυση της παρουσίας της.