Σε περαιτέρω αναβάθμιση των στόχων, τόσο για τα έσοδα από τόκους, όσο και συνολικά της κερδοφορίας για το 2023, προχώρησε η διοίκηση της Alpha Bank, με την τράπεζα, εν αναμονή και της ολοκλήρωσης του deal με τη UniCredit, να κλείνει το 9μηνο του 2023 με πιστωτική επέκταση, περαιτέρω μείωση των «κόκκινων» δανείων και ισχυρούς κεφαλαιακούς δείκτες.
Μιλώντας σε τηλεδιάσκεψη με αναλυτές μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων γ΄ τριμήνου, ο διευθύνων σύμβουλος της Alpha Bank Βασίλης Ψάλτης παρουσίασε τις νέες εκτιμήσεις για την πορεία βασικών μεγεθών της.
Ειδικότερα, όπως τόνισε η διοικητική ομάδα , τα έσοδα από τόκους θα «αγγίξουν» το 1,8 δισ. ευρώ έναντι αρχικού στόχου 1,7 δισ. ευρώ, εκτιμώντας πως η αγορά βρίσκεται κοντά στην κορύφωση, αν και τα επιτόκια θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα, με τα συνολικά έσοδα να «αγγίζουν» τα 2,3 δισ. ευρώ έναντι 2,2 δισ. ευρώ προηγουμένως και τον δείκτη κερδοφορίας να διαμορφώνεται σε πάνω από 11,5% έναντι κάτω από 11% αρχικά.
Ως αποτέλεσμα, ο δείκτης κόστος προς έσοδα θα βελτιωθεί στο 43% από 55% το 2022 έναντι προηγούμενης εκτίμησης για διαμόρφωσή του στο 45%.
Ο κ. Ψάλτης αναφέρθηκε εκτενώς στη συμφωνία με τη UniCredit για τη συγχώνευση των θυγατρικών τους στη Ρουμανία, την εμπορική συνεργασία στην Ελλάδα στους τομείς των επενδυτικών και τραπεζοασφαλιστικών προϊόντων και την απόκτηση από τον ιταλικό όμιλο του 9% των μετοχών της τράπεζας που σήμερα κατέχει το ΤΧΣ.
Όπως είπε, πρόκειται για ένα σαφές σήμα επιστροφής του κλάδου και της ελληνικής οικονομίας στην κανονικότητα, καθώς για πρώτη φορά μετά από 17 χρόνια ένας μεγάλος ευρωπαϊκός όμιλος επενδύσει στην εγχώρια αγορά.
Πρόσθεσε δε πως αποτυπώνει την εμπιστοσύνη προς τις προοπτικές της Alpha Bank.
Κατά τον κ. Ψάλτη, η ολοκλήρωση του deal δεν θα έχει καμία επίπτωση στην κερδοφορία της τράπεζας, παρά το γεγονός ότι το ποσοστό της στο νέο ρουμανικό όμιλο που θα δημιουργηθεί θα πέσει στα επίπεδα του 10%.
Όπως εξήγησε η μισή απώλεια από την αποενοποίηση των εργασιών στη Ρουμανία θα καλυφθεί από τη συμμετοχή της Alpha Bank στο νέο σχήμα, το οποίο θα έχει μετά συγχώνευση καλύτερες προοπτικές κερδοφορίας, καθώς το μέγεθος αποτελεί κρίσιμο παράγοντα ανάπτυξης των εργασιών στην τοπική αγορά.
Το υπόλοιπο 50%, σύμφωνα με τον ίδιο θα αναπληρωθεί από την αποδοτικότερη χρήση των κεφαλαίων που θα απελευθερωθούν, τις χαμηλότερες χρηματοδοτικές ανάγκες και την ενίσχυση της διαπραγματευτικής δύναμης της Alpha Bank στις αγορές, καθώς θα αποτελεί μέρος ενός ισχυρού πανευρωπαϊκού δικτύου.
«Με λιγότερα κεφάλαια θα πετύχουμε τουλάχιστον την ίδια κερδοφορία» υπογράμμισε ο CEO της Alpha Bank, διευκρινίζοντας ότι στους προαναφερθέντες υπολογισμούς δεν λαμβάνονται υπόψιν τα κέρδη που θα προκύψουν από την εμπορική συμφωνία των δύο μερών για την ελληνική αγορά.
Ο CEO της Alpha Bank επανέλαβε την πρόθεση της διοίκησης – μετά και το θετικό deal – για διανομή μερίσματος από τα κέρδη της χρήσης του 2023, με τις σχετικές αποφάσεις από τις ρυθμιστικές αρχές να λαμβάνονται στις αρχές του 2024.
«Στόχος μας είναι η διανομή μερίσματος και αναμένουμε τη σχετική απόφαση από τις αρχές νωρίς το 2024», εξήγησε. Παράλληλά, η τράπεζα επιδιώκει την αύξηση των χορηγήσεων.
Πιστωτική επέκταση, έστω και ασθενική, κατέγραψε το γ’ τρίμηνο του 2023 η Alpha Bank, με τη διοίκηση να αναμένει επιστροφή σε τροχιά ανάπτυξης τα επόμενα τρίμηνα, γεγονός που θα επιτρέψει στην τράπεζα να είναι συνεπής με τους στόχους για εξυπηρετούμενα δάνεια, ύψους 33 δις. ευρώ.
Ειδικότερα, η καθαρή πιστωτική επέκταση στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά 100 εκατ. ευρώ, παρά τις αυξημένες αποπληρωμές δανείων, με το χαρτοφυλάκιο εξυπηρετούμενων δανείων του Ομίλου να διαμορφώνεται σε 31,8 δισ. ευρώ (+0,9% σε τριμηνιαία βάση ή 300 εκατ. ευρώ) το γ ́ τρίμηνο, αντανακλώντας τη μειωμένη ζήτηση για νέα δάνεια λόγω εποχικότητας και την επιβράδυνση των αποπληρωμών. «Θεωρήσαμε πως οι πρόωρες αποπληρωμές θα ήταν ένα φαινόμενο του α’ εξαμήνου. Κάναμε λάθος. Σε κάθε περίπτωση, προσεχώς θα υπάρξει επιβράδυνση του φαινομένου, με τον κίνδυνο να μην πιάσουμε τους στόχους πιστωτικής επέκτασης να είναι χαμηλός, μόλις 1%», εξήγησε ο κ. Ψάλτης.
Ο δείκτης MREL της τράπεζας διαμορφώθηκε στα τέλη του περασμένου Σεπτεμβρίου σε 24,43%, πολύ πάνω από τον στόχο, τόσο για το σύνολο του τρέχοντος έτους (19,94%), όσο και για το 2024 (22,39%). «Το περασμένο καλοκαίρι προχωρήσαμε σε μία έκδοση senior ομολόγου και προηγουμένως σε ένα ΑΤ1. Έχουμε καλά ‘μαξιλάρια’ και άρα, χρόνο να εξετάσουμε τις επιλογές μας», ανέφερε η διοίκηση, προσθέτοντας πως μέχρι το 2026 απομένουν 900 εκατ. ευρώ, τα οποία θα καλυφθούν με μία – δύο εκδόσεις τον χρόνο. Αξίζει να αναφερθεί ότι οι κεφαλαιακοί δείκτες της τράπεζας έχουν ενισχυθεί από τις αρχές του 2023, κατά 177 μονάδες ο FL CET1, στο 13,9% και κατά 308 μονάδες ο δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας, στο 18,2%.
Περαιτέρω μείωση κατά 200 εκατ. ευρώ σημείωσαν τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα στην Ελλάδα, «αγγίζοντας» τα 2,7 δισ. ευρώ, καθώς οι μειωμένες εισροές αντισταθμίστηκαν πλήρως από την τακτική εξυπηρέτηση των δανείων (curings) και τις αποπληρωμές. Συνολικά στον Όμιλο το στοκ των «κόκκινων» δανείων διαμορφώθηκε σε 2,9 δισ. ευρώ, με τη διοίκηση να σημειώνει πως κατά το μεγαλύτερο ποσοστό απαρτίζεται από ΜΕΑ ιδιωτών με εξασφαλίσεις, καθώς τα μισά αφορούν σε στεγαστικά δάνεια (ποσοστό 50% του συνόλου), ενώ ένα μεγάλο μέρος αποτελείται από ρυθμισμένα ανοίγματα με λιγότερο από 90 ημέρες σε καθυστέρηση (45% του συνόλου ή 1,3 δισ. ευρώ). Ο δείκτης NPE διαμορφώθηκε σε 7,2% το γ ́ τρίμηνο, μειωμένος κατά 40 μονάδες βάσης σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο.