Η Χομς στη Συρία ήταν η τρίτη μεγαλύτερη πόλη της χώρας, σε μέγεθος και πληθυσμό, πριν την εξέγερση του Μαρτίου του 2011.
Καθώς όμως η χώρα βυθιζόταν στη διχόνοια και στον εμφύλιο, η Χομς μετατράπηκε σε πεδίο μάχης.
Στους δρόμους της δόθηκαν μερικές από τις πιο αιματηρές και θανατηφόρες μάχες.
Δορυφορικές εικόνες της Χομς το 2013 έδειχναν μια πόλη ερειπωμένη, σαν τη Δρέσδη ή το Τόκιο μετά τους συμμαχικούς βομβαρδισμούς κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ωστόσο, μετά τη μεγάλη αντεπίθεση του στρατού της Συρίας την άνοιξη του 2013, η Χομς άρχισε να επανέρχεται στη ζωή.
Η πόλη έγινε το πρότυπο της ανοικοδόμησης και του επαναπατρισμού για χιλιάδες κατοίκους της που την είχαν εγκαταλείψει εξαιτίας των μαχών.
Όταν μάλιστα οι τζιχαντιστές συμφώνησαν να εγκαταλείψουν και την παλιά πόλη της Χομς, η πόλη έμοιαζε να επιστρέφει όλο και περισσότερο στα φυσιολογικά της.
Ωστόσο μια συνοικία της Χομς παρέμενε υπό τον έλεγχο των ισλαμιστών.
Η συνοικία Αλ Γαέρ ήταν ένα οχυρό των τζιχαντιστών.
Υπήρξε από τις πρώτες κατοικημένες περιοχές που καταλήφθηκαν από τον Ελεύθερο Συριακό Στρατό (FSA) το 2011.
Οι ισλαμιστές που βρίσκονταν ταμπουρωμένοι στην Αλ Γαέρ κατάφεραν και επιβίωσαν από άπειρες αεροπορικές επιδρομές, βομβαρδισμούς πυροβολικού, πυραυλικές επιθέσεις και ακλόνητοι αρνούνταν να παραδοθούν στις συριακές κυβερνητικές δυνάμεις.
Αυτό άλλαξε την 1η Δεκεμβρίου 2015 όταν η κεντρική διοίκηση του στρατού της Συρίας σε συνάντησή της με τον κυβερνήτη της Χομς, Ταλάλ Αλ Μπαράζι, συζήτησε την πιθανότητα μιας εκεχειρίας ώστε να εγκαταλείψουν την Αλ Γαέρ οι εναπομείναντες τζιχαντιστές.
Πράγματι η εκεχειρία επιτεύχθηκε μέσα σε μερικές μόνο ώρες και το μόνο που έχει απομείνει είναι η συμφωνία του τρόπου της εκκένωσης.
Σύμφωνα με τα αραβικά Μέσα, η εκκένωση της Αλ Γαέρ από τους τζιχαντιστές θα γίνει σε δύο φάσεις.
Πρώτα θα επιτραπεί η ανθρωπιστική βοήθεια σε όσους πολίτες απέμειναν μέσα στη συνοικία και στη συνέχεια θα ακολουθήσει η μεταφορά των 600 ένοπλων ισλαμιστών στην επαρχία Ιντλίμπ, η οποία τελεί υπό τον έλεγχο του Ελεύθερου Συριακού Στρατού (FSA) και της Αλ Κάιντα.
Η όλη διαδικασία υπολογίζεται ότι θα διαρκέσει περίπου δύο μήνες.