Γράφει ο Ευσταθιάδης Στάθης
Παρουσιάζοντας την πολιτική φιλοσοφία του στην επιτροπή της αμερικανικής Γερουσίας, όπως απαιτεί ο νόμος, τον περασμένο Ιούνιο ο υποψήφιος τότε για το υπουργείο Αμυνας Αστον Κάρτερ δήλωσε, μεταξύ άλλων, ότι δεν βλέπει πιθανότητες να συναντηθεί και να συνομιλήσει με τον ρώσο ομόλογό του Σεργκέι Σόιγκου.
Στο ίδιο πνεύμα εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου δήλωσε ότι η Ουάσιγκτον «δεν έχει λόγους να τηλεφωνήσει στο Κρεμλίνο» για την εξέλιξη της «σοβαρής συμμαχικής προσπάθειας εναντίον των τζιχαντιστών». Μια δήλωση του ρώσου υπουργού Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ ότι η Ρωσία «παρακολουθεί προσεκτικά» την κατάσταση στη Συρία και ότι «δεν αποκλείεται» η αποστολή στρατιωτικού υλικού στον πρόεδρο Μπασάρ αλ Ασαντ αντιμετωπίστηκε με δήλωση του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα ότι «η στρατηγική της Ρωσίας δημιουργεί εντάσεις στην περιοχή και είναι καταδικασμένη σε αποτυχία».
Την περασμένη Δευτέρα το σκηνικό ανατράπηκε. Ο Αστον Κάρτερ είχε τηλεφωνική συνομιλία 40 λεπτών με τον Σόιγκου. Οι «New York Times» έδωσαν την επομένη την εξήγηση: «Μόλις προσγειώθηκε στη Συρία ρωσικό αεροσκάφος, η Ουάσιγκτον απευθύνθηκε στη Μόσχα για να συντονίσουν οι δύο χώρες τη δράση τους στη ζώνη πολέμου ώστε να αποφευχθούν τυχαία δυστυχήματα». Το «Weekly Standard» ήταν πιο ωμό: «Κατεβάσαμε τα παντελόνια μας» σχολίασε την τηλεφωνική συνομιλία των δύο υπουργών. Σοβαρότεροι αναλυτές ομολογούν ότι η Ουάσιγκτον πήρε «αψήφιστα τις σοβαρές προειδοποιήσεις» της Μόσχας και τώρα βρίσκεται σε μειονεκτική θέση.
Η στρατιωτική επανεμφάνιση της Ρωσίας στη Μέση Ανατολή προκάλεσε «πλήρη σύγχυση και αμηχανία» στον Λευκό Οίκο, διαπιστώνει το «Politico». Προεδρικοί σύμβουλοι και αναλυτές, προσθέτει, «έναν μήνα από τότε που έφθασε στρατιωτικό υλικό και ρώσοι πεζοναύτες στη Συρία (…) η Ουάσιγκτον ούτε διαμόρφωσε σχέδιο απάντησης στην πρόκληση του Πούτιν ούτε δείχνει να καταλαβαίνει τα απώτερα σχέδια του Κρεμλίνου» για την περιοχή. Πρόκειται για μια «κίνηση του Κρεμλίνου για να θυμίσει στην Αμερική, στη Δύση γενικότερα, ότι δεν πρέπει να αγνοείται η φωνή της Ρωσίας και ο ρόλος της σε ζητήματα διεθνούς ασφάλειας» λέει ο Μάθιου Ρογιάνσκι του Wilson Center της Ουάσιγκτον. Κατά την εκτίμησή του, με την οποία συμφωνεί η πλειονότητα των αμερικανών αναλυτών «το Κρεμλίνο έχει σήμερα το πάνω χέρι στη Συρία». Η πολιτική της Ουάσιγκτον για συγκρότηση στρατιωτικής δύναμης η οποία θα πολεμούσε τον στρατό του Ασαντ και θα ανέτρεπε το καθεστώς του αποδείχτηκε «φιάσκο άνευ προηγουμένου» αναγνωρίζει το Πεντάγωνο και ας κόστισε 500 εκατ. δολάρια. Προχθές οι 72 άνδρες που γυμνάστηκαν στην Τουρκία και πέρασαν στη Συρία για να πολεμήσουν τους τζιχαντιστές παραδόθηκαν με τον οπλισμό τους και με τα 12 στρατιωτικά αυτοκίνητα στους τζιχαντιστές. «Κοροϊδέψαμε τους εκπαιδευτές» δήλωσε ο επικεφαλής της ομάδας που αυτομόλησε Ανάς Ούμπαλντ.
Το Κρεμλίνο, αντίθετα από τον εξωπραγματικό Λευκό Οίκο, δείχνει να έχει μια συγκεκριμένη, ρεαλιστική στρατηγική για την περιοχή, κινείται στη βάση ενός Master Plan με κεντρικό στόχο την ασφάλεια της Ρωσίας την οποία κατά κάποιον τρόπο εξασφαλίζει ο πρόεδρος Ασαντ και το καθεστώς του. Η πτώση του, κατά τις εκτιμήσεις της Μόσχας, θα δημιουργήσει ένα νέο, «απέραντο κύμα μεταναστών και προσφύγων» και καταστάσεις όπως στη Λιβύη και στο Ιράκ, έγραψε η ιστοσελίδα της εφημερίδας «Πράβδα». Τις γενικές γραμμές της ρωσικής πολιτικής αναμένεται να παρουσιάσει ο πρόεδρος Πούτιν στην ομιλία του στον ΟΗΕ αύριο. Στην Ευρώπη, όπου οι εξελίξεις στη Συρία και η απειλή των τζιχαντιστών παρακολουθούνται πιο ψύχραιμα, αναγνωρίζεται ότι η Ρωσία άλλαξε ουσιαστικά τις ισορροπίες στην περιοχή και αποκαθιστά δυναμικά την παρουσία της στη Μέση Ανατολή – ρωσικό όνειρο από εποχής τσάρων. Σήμερα έχει τη δυνατότητα να το κάνει, εκμεταλλευόμενη την κατάσταση στη Συρία και την αδυναμία της Αμερικής και των συμμάχων της στην περιοχή να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τους τζιχαντιστές.
Η Μόσχα ακολουθεί δύο προσεγγίσεις για την κάλυψη του στόχου της: ανοίγει διάλογο με τη Δύση για μια πολιτική λύση στο ζήτημα της Συρίας αφήνοντας να γίνει γνωστό ότι είναι ευέλικτη στο ζήτημα της παραμονής του Ασαντ στην εξουσία – το Κρεμλίνο «δεν έχει παντρευτεί τον Ασαντ» είπε (ανώνυμος) ρώσος διπλωμάτης σε βρετανό συνάδελφό του – και παράλληλα ενισχύει ποσοτικά και ποιοτικά το πολεμικό δυναμικό του προέδρου της Συρίας.
Κοινά συμφέροντα ΗΠΑ – Ρωσίας
Ο πρόεδρος Ομπάμα βρέθηκε σε έναν ατέρμονα γεωπολιτικό κυκεώνα, συμφωνούν πολιτικοί αναλυτές και κυβερνητικοί αξιωματούχοι. Οι σύμβουλοί του παραδέχονται ότι ο σχεδιασμός για την αντιμετώπιση των τζιχαντιστών αποδεικνύεται λαθεμένος, χωρίς πολιτική προοπτική και ζητούν από τον πρόεδρο «να διακινδυνεύσει νέες κατευθύνσεις» για την αντιμετώπιση των τζιχαντιστών. Η συνάντηση του προέδρου Ομπάμα με τον ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν στη Νέα Υόρκη, την ερχόμενη εβδομάδα, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ – άλλη μια ανατροπή της στρατηγικής της Ουάσιγκτον για απομόνωση της Ρωσίας και «τιμωρία» του Πούτιν – ίσως ανοίξει τον δρόμο για κάποια πρόοδο στο ζήτημα Συρία/Ασαντ και καταστρώσει σχέδιο για την αντιμετώπιση των τζιχαντιστών. Η Ουάσιγκτον ανακάλυψε όψιμα ότι η Μόσχα δείχνει να αλλάζει τακτική στην περιοχή και ότι συμπίπτουν σε πολλά σημεία τα συμφέροντα της Αμερικής και της Ρωσίας στη Μέση Ανατολή (διασπορά πυρηνικών όπλων, σταθερότητα στο Ιράκ, τζιχαντιστές, κ.ά.).