Με ενίσχυση των κυρώσεων κατά της Βόρειας Κορέας απείλησε το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ μετά την ανακοίνωση της επιτυχούς δοκιμής της πρώτης βόμβας υδρογόνου, προκαλώντας κύμα διεθνούς καταδίκης.
Οι 15 χώρες μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, περιλαμβανομένης της Κίνας, μοναδικής και σημαντικής συμμάχου της Πιονγκγιάνγκ, ανακοίνωσαν ότι θα εργασθούν επί δέσμης «ισχυρών συμπληρωματικών μέτρων», οι οποίες θα περιληφθούν σε νέα απόφαση του ΟΗΕ. Οι διαπραγματεύσεις για τη νέα δέσμη κυρώσεων αναμένεται να διαρκέσουν αρκετές ημέρες.
Η ανακοίνωση του Συμβουλίου Ασφαλείας δεν προσδιορίζει τα υπό συζήτηση μέτρα, όμως διπλωματικές πηγές του ΟΗΕ δήλωσαν ότι στόχος είναι η ενίσχυση των ισχυουσών κυρώσεων με την επέκταση της λίστας των προσώπων και των επιχειρήσεων που πλήττονται εξαιτίας της σχέσης τους με τον βορειοκορεατικό πυρηνικό πρόγραμμα.
Το Συμβούλιο Ασφαλείας επανέλαβε ότι η δοκιμή αποτελεί «κατάφωρη παραβίαση» σειράς αποφάσεων του ΟΗΕ που απαγορεύουν κάθε πυρηνική ή βαλλιστική δραστηριότητα στην Πιονγκγιάνγκ. Η δοκιμή, που παρουσιάστηκε ως δοκιμή βόμβας υδρογόνου, έγινε δεκτή με σοβαρό σκεπτικισμό από την Ουάσινγκτον και τους ειδικούς που θεωρούν ότι η χαμηλή ισχύς της έκρηξης δεν συμβαδίζει με τον ισχυρισμό της Πιονγκγιάνγκ.
Η Νότια Κορέα και η Ιαπωνία κατήγγειλαν κατάφωρη παραβίαση των αποφάσεων του ΟΗΕ, για να ακολουθήσουν η Ευρωπαϊκή Ένωση, το Λονδίνο, το Παρίσι και η Μόσχα.
Ο νοτιοκορεάτης υπουργός Άμυνας Χαν Μιν-Κου προειδοποίησε ότι η Πιονγκγιάνγκ θα πληρώσει το τίμημα της νέας αυτής πρόκλησης. Σεούλ και Ουάσινγκτον συμφώνησαν να επεξεργασθούν ειδικές στρατηγικές πυρηνικής αποτροπής και να συνεχίσουν τις κοινές στρατιωτικές ασκήσεις, ανακοίνωσε ο Χαν έπειτα από τηλεφωνική συνομιλία με τον αμερικανό ομόλογό του Αστον Κάρτερ.
Η Κίνα, κύριος σύμμαχος της Βόρειας Κορέας ανακοίνωσε ότι είναι «κατηγορηματικά αντίθετη» με τη δοκιμή και ο Λευκός Οίκος δεσμεύθηκε για μία «προσήκουσα» αντίδραση στις προκλήσεις της Πιονγκγιάνγκ.
Το Δεκέμβριο ο ηγέτης της Βόρειας Κορέας Κιμ Γιονγκ-Ουν είχε αφήσει να εννοηθεί ότι η χώρα του έχει κατασκευάσει βόμβα υδρογόνου, γεγονός που τέθηκε υπό αμφισβήτηση από σειρά διεθνών εμπειρογνωμόνων.
«Τα σεισμολογικά δεδομένα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η έκρηξη είναι πολύ μικρότερης ισχύος από αυτό που περιμένει κανείς από τη δοκιμή μίας βόμβας υδρογόνου, δήλωσε ο αυστραλός ειδικός Κρίσπιν Ρόβερ. «Εκ πρώτης όψεως, φαίνεται ότι πραγματοποιήθηκαν μία επιτυχημένη πυρηνική δοκιμή, αλλά δεν κατόρθωσαν να ολοκληρώσουν τη δεύτερη φάση, της έκρηξης με υδρογόνο», είπε.
Σύμφωνα με τον αναλυτή της Rand Corporation Μπρους Μπένετ, «αυτό το όπλο είναι του μεγέθους της αμερικανικής βόμβας της Χιροσίμα, αλλά δεν πρόκειται για βόμβα υδρογόνου».
Σύμφωνα με τις αρχικές εκτιμήσεις του νοτιοκορεατικού υπουργείου Άμυνας, η βόμβα ήταν ισχύος 6-9 κιλοτόνων, ανάλογης με τη βόμβα της τελευταίας δοκιμής του 2013. Η πρώτη αμερικανική δοκιμή βόμβας υδρογόνου το 1952 απελευθέρωση ενέργεια 10 κιλοτόνων.
Οι περισσότεροι ειδικοί θεωρούν ότι η Πιονγκγιάνγκ απέχει μερικά χρόνια από την ανάπτυξη βόμβας υδρογόνου, αλλά διαφωνούν ως προς τις ικανότητες της Βόρειας Κορέας στην σμίκρυνση της ατομικής βόμβας. Η σμίκρυνση επιτρέπει την τοποθέτηση πυρηνικού όπλου σε βλήματα πυραύλων.
Βόμβα υδρογόνου ή όχι, η τέταρτη αυτή πυρηνική δοκιμή της Βόρειας Κορέας συνιστά κατάφωρη πρόκληση προς τους εχθρούς αλλά και τους σπάνιους συμμάχους της Πιονγκγιάνγκ, οι οποίο προειδοποιούν ότι το τίμημα για την συνέχιση του πυρηνικού της προγράμματος θα είναι πολύ υψηλό.
Ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα χαρακτήρισε το 2014 στη Βόρεια Κορέα «χώρα παρία» και δεσμεύθηκε για την επιβολή βαρύτερων κυρώσεων σε περίπτωση νέας πυρηνικής δοκιμής.
Η στάση της Κίνας θα είναι αντικείμενο στενής παρακολούθησης. Το Πεκίνο, το οποίο κατά το παρελθόν έχει πιέσει για τον περιορισμό του εύρους των κυρώσεων κατά της Πιονγκγιάνγκ, καταβάλλει προσπάθειες για την επανέναρξη των εξαμερών συνομιλιών (Βόρεια Κορέα, Νότια Κορέα, ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, Ιαπωνία) για το βορειοκορεατική πυρηνικό πρόγραμμα, οι οποίες έχουν παγώσει από το 2008. Η τέταρτη αυτή δοκιμή είναι πιθανόν να δώσει το έναυσμα για την αναβίωση της διαπραγματευτικής διαδικασίας.