Γράφει ο Ανδρέας Γ.Μπανούτσος, Ιδρυτής και Πρόεδρος Δ.Σ. Κέντρου Διεθνών Στρατηγικών Αναλύσεων (ΚΕΔΙΣΑ)
Τις τελευταίες ημέρες στον απόηχο της εκλογής του Ντόναλντ Τραμπ στην Προεδρία των ΗΠΑ παρατηρούμε να δέχεται μία χυδαία επίθεση από τα συστημικά ΜΜΕ εντός και εκτός Ελλάδος, τα οποία διαπλέκονται με το σύστημα εξουσίας Κλίντον-Σόρος.
Σαν να μην έχουν καταλάβει τι έχει συμβεί την περασμένη Τρίτη 8 Νοεμβρίου, τα συστημικά ΜΜΕ εξακολουθούν και υβρίζουν τον Τραμπ χρησιμοποιώντας πλήθος κοσμητικών επιθέτων όπως ρατσιστής, σεξιστής, ξενόφοβος, λαϊκιστής και άλλα παρόμοια. Ο Ντόναλντ Τραμπ ενδεχομένως να είναι όλα αυτά μαζί. Αυτό έχει όμως μικρή σημασία. Εκείνα που έχουν σημασία είναι δύο πράγματα: α) αποτελεί στοιχειώδες στοιχείο της δημοσιογραφικής δεοντολογίας και της δημοκρατίας ο σεβασμός της ετυμηγορίας του Αμερικανικού λαού, β) αυτό που αφορά εμάς ως Έλληνες και Ευρωπαίους πολίτες δεν είναι αν ο Τραμπ σηκώσει τείχος για τους παράνομους Μεξικανούς μετανάστες στις ΗΠΑ ή οτιδήποτε άλλο σχετίζεται με την εσωτερική πολιτική της χώρας του, αλλά τι θα πράξει ο Τραμπ ως νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής.
Κάποιοι ημιμαθείς έσπευσαν να ισχυριστούν ότι επειδή η Χίλαρι Κλίντον επικράτησε σε απόλυτους αριθμούς του αντιπάλου της Ντόναλντ Τραμπ με ποσοστό 47.8% έναντι 47.3% η νίκη του τελευταίου ήταν αντιδημοκρατική. Ο Τραμπ εξασφάλισε την πλειοψηφία των εκλεκτόρων και αυτό τον κατέστησε νικητή των Αμερικανικών Προεδρικών εκλογών. Το σύστημα των εκλεκτόρων αποτελεί κεντρικό στοιχείο του εκλογικού συστήματος των ΗΠΑ εδώ και 200 χρόνια, όταν πολύ σοφά οι ιδρυτές της Αμερικανικής Δημοκρατίας στο άρθρο 2 του Συντάγματος προέβλεψαν να υπάρχει ισότιμη αντιπροσώπευση των Πολιτειών εκείνων που έχουν μικρότερο πληθυσμό κατά την διαδικασία εκλογής Προέδρου. Δυστυχώς τα συστημικά ΜΜΕ κάνουν πως το αγνοούν αυτό ενώ το σύστημα Κλίντον-Σόρος υποδαυλίζει τις διαμαρτυρίες σε πολλές Αμερικανικές Πολιτείες κατά της εκλογής Τραμπ στην Προεδρία των ΗΠΑ αμφισβητώντας επί της ουσίας το εκλογικό αποτέλεσμα και το Αμερικανικό Σύνταγμα.
Τι σηματοδοτεί όμως η εκλογή Τραμπ στην Προεδρία των ΗΠΑ για την παγκόσμια σταθερότητα και ασφάλεια; Ας ξεκινήσουμε λίγο ανάποδα και να εξετάσουμε τι θα σήμαινε για την ανθρωπότητα η εκλογή Κλίντον στην Προεδρία των ΗΠΑ. Η υποψηφιότητα Κλίντον στηρίχθηκε από το στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα, το State Department (Αμερικανικό Υπουργείο Εξωτερικών), τη CIA και τα συστημικά ΜΜΕ, το κομμάτι εκείνο του Αμερικανικού κατεστημένου που επιθυμούσε διακαώς την σύγκρουση με τους γεωπολιτικούς αντιπάλους των ΗΠΑ, τη Ρωσία και την Κίνα. Η Χίλαρι Κλίντον δεν έκρυψε ποτέ τις προθέσεις της και αν η ανθρωπότητα είχε την ατυχία να αναλάβει την διακυβέρνηση των ΗΠΑ τότε θα είχαμε ως αποτέλεσμα την αύξηση της έντασης στις σχέσεις Ανατολής-Δύσης σε τέτοιο σημείο που πιθανότατα θα οδηγούμασταν στον Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο με πιθανή χρήση πυρηνικών όπλων πράγμα που θα σήμαινε και το τέλος της ανθρωπότητας. Αυτό το πολύ απλό δεν θέλουν να το καταλάβουν τα συστημικά ΜΜΕ ή μάλλον το κατανοούν αλλά ενσυνείδητα επιλέγουν να το αγνοήσουν δαιμονοποιώντας τόσο τον Τράμπ όσο και τη Ρωσία του Πούτιν και τη Κίνα.
[irp posts=”79539″ name=”Δείτε τον Έλληνα που επέλεξε ο Τραμπ για προσωπάρχη στον Λευκό Οίκο”]
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Χίλαρι Κλίντον ως επικεφαλής του State Department την περίοδο 2009-2012 ήταν εκείνη που ενορχήστρωσε σε αγαστή συνεργασία με τη CIA τη στρατιωτική εκπαίδευση (και την παροχή οπλισμού) των Τζιχαντιστών στη Συρία με σκοπό την ανατροπή του Προέδρου Άσαντ και την ανάληψη της εξουσίας από Σουνίτες εξτρεμιστές-τρομοκράτες που στηρίζονταν ιδεολογικά και οικονομικά από τη Σαουδική Αραβία και το Κατάρ, κράτη που κατά σύμπτωση ήταν χορηγοί του ιδρύματος Κλίντον. Αυτό που επιδίωξε η Χίλαρι Κλίντον με την «Αραβική Άνοιξη» δεν ήταν η ανατροπή των κοσμικών αυταρχικών καθεστώτων της Μέσης Ανατολής και η αντικατάστασή τους από κοσμικές δημοκρατικές κυβερνήσεις Δυτικού τύπου αλλά η επιβολή Ισλαμιστικών καθεστώτων στα οποία πρωταρχικό ρόλο θα έπαιζε η Μουσουλμανική Αδελφότητα, οργάνωση που έχει χαρακτηριστεί ως τρομοκρατική από τη Ρωσία, την Κίνα και το Ισραήλ.
Σε αντίθεση με αυτό το σκοτεινό σύστημα εξουσίας που στήριξε την Κλίντον, τον Τραμπ επέλεξε να στηρίξει το συνετό εκείνο τμήμα του Αμερικανικού κατεστημένου που αντιλαμβάνεται ότι οι ΗΠΑ δεν είναι πλέον η μοναδική υπερδύναμη στον κόσμο αλλά μια μεγάλη δύναμη μαζί με τη Ρωσία και την Κίνα. Επομένως θα χρειαστεί να υπάρξει συνεννόηση και συνεργασία με τους άλλους μεγάλους παίκτες του διεθνούς συστήματος προκειμένου να υπάρξει μια νέα «Γιάλτα» που θα επιφέρει την κατανομή της παγκόσμιας ισχύος προς όφελος όλων χωρίς να χρειαστεί η ανθρωπότητα να οδηγηθεί πρώτα τον Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Επιπλέον ο στενός σύμβουλος επί θεμάτων εξωτερικής πολιτικής του νέου Αμερικανού Προέδρου, ο Έλληνας ομογενής Τζορτζ Παπαδόπουλος σε συνέντευξή του στο Ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων Ιντερφάξ είχε δηλώσει ότι οι ΗΠΑ πρέπει να συνεργαστούν με τη Ρωσία στη Συρία προκειμένου να εξαλειφθεί η μάστιγα του Ισλαμικού Κράτους και των λοιπών τρομοκρατικών Τζιχαντιστικών οργανώσεων ενώ στηλίτευσε την πολιτική των οικονομικών κυρώσεων έναντι της Ρωσίας αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι η πολιτική αυτή έσπρωξε τη Ρωσία στην αγκαλιά της Κίνας και πως δεν είναι προς το συμφέρον της Δύσης «να ενώνει σε μια γεωπολιτική συμμαχία την Κίνα με τη Ρωσία». Συμπλήρωσε επίσης ότι από κοινού οι ΗΠΑ με τη Ρωσία «πρέπει να θεωρούν την Κίνα ως αναδυόμενη υπερδύναμη απειλή, που θα πρέπει να αντιμετωπίσουν τα επόμενα 50 χρόνια». Ένας άλλος σύμβουλος του νέου Αμερικανού Πρόεδρου ο Μάικλ Φλιν απόστρατος στρατηγός και πρώην Δ/ντης της στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών (DIA) που είναι πολύ πιθανό να αναλάβει επικεφαλής του πανίσχυρου Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, αμέσως κατηγορήθηκε ως φιλο-Τούρκος από τα συστημικά Ελληνικά ΜΜΕ επειδή δήλωσε το αυτονόητο ότι η Τουρκία είναι πολύ σημαντική για τα γεωστρατηγικά συμφέροντα των ΗΠΑ. Αυτό που παρέλειψαν να αναφέρουν τα συστημικά Ελληνικά ΜΜΕ είναι ότι ο στρατηγός Φλιν παραιτήθηκε από επικεφαλής της DIA τον Αύγουστο του 2014 διαφωνώντας με τον Πρόεδρο Ομπάμα για τη στήριξη που παρείχε η κυβέρνησή του στους Τζιχαντιστές στη Συρία με στόχο την ανατροπή του Προέδρου Άσαντ και την αλλαγή καθεστώτος (regime change).
Σε κάθε περίπτωση για τον νηφάλιο και αντικειμενικό αναλυτή η σχεδιαζόμενη εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ επί Προεδρίας Τραμπ αν τελικά του επιτραπεί να την εφαρμόσει από το Αμερικανικό βαθύ κράτος είναι προς το συμφέρον της ανθρωπότητας και το καλώς εννοούμενο συμφέρον των ΗΠΑ. Δυστυχώς η Αμερικάνικη Ιστορία έχει αποδείξει ότι οι Πρόεδροι εκείνοι που αντιτάχθηκαν στα σκοτεινά συμφέροντα του στρατιωτικό-βιομηχανικού κατεστημένου δεν είχαν καλό τέλος. Ας ελπίσουμε πως αυτή τη φορά τα πράγματα δεν θα εξελιχθούν έτσι προς το συμφέρον της ανθρωπότητας και την αποτροπή ενός Γ’ Παγκοσμίου Πολέμου που αυτή τη φορά θα είναι μάλλον και ο τελευταίος.