Σε λιγότερο από δύο εβδομάδες θα προσέλθουμε για να εκλέξουμε τους αντιπροσώπους μας στο Ευρωκοινοβούλιο, χωρίς να έχουμε καταλάβει τίποτα! Αυτές οι Ευρωεκλογές είναι οι πλέον αδιάφορες καθώς δεν υπάρχει αφήγημα και δεν προκύπτει η… αποστολή μηνύματος προς τον Μητσοτάκη για να… εγκαταλείψει την εξουσία με τη διενέργεια εκλογών. Άλλωστε, κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε ακυβερνησία ή σε συγκρότηση κυβέρνησης με τουλάχιστον 2 κόμματα προκαλώντας μη αναστρέψιμες βλάβες στο ελληνικό success story.
Του Λουκά Γεωργιάδη
Εναλλακτική για τη διακυβέρνηση της χώρας δεν υπάρχει και κατά βάθος η συντριπτική πλειονότητα του εκλογικού σώματος δεν θέλει… περιπέτειες. Μπορεί να υπάρχει απογοήτευση γενικά λόγω και της ακρίβειας και πολλά ακόμη, αλλά όποιος δεν βλέπει ότι μετά τον Μητσοτάκη υπάρχει μόνο το χάος, τότε είναι εκτός τόπου και χρόνου!
Οι θετικές γνώμες για τον πρωθυπουργό αλλά και η καταλληλότητα του για την πρωθυπουργία, δείχνουν ότι περίπου το μισό εκλογικό σώμα, επί της ουσίας δεν θέλει αλλαγή στο πολιτική σκηνικό και ως εκ τούτου, δεν ψάχνει αφορμή για να… ξυστεί στην γκλίτσα του τσοπάνη! Ωστόσο, η γενικότερη πίεση των πολιτών, η καλοκαιρινή διάθεση, η αδιαφορία, αλλά και η κόπωση μετά από τις περυσινές εκλογικές αναμετρήσεις του Μαΐου, του Ιουνίου και του Οκτωβρίου, αποτελούν παράγοντες που θα εκτοξεύσουν την αποχή.
Οι φετινές Ευρωεκλογές για πρώτη φορά από το 2009 θα είναι… μοναχικές, καθώς τόσο το 2019, όσο και το 2014 είχαμε ταυτόχρονα Περιφερειακές και Δημοτικές. Άρα, οι χιλιάδες υποψήφιοι “τράβηξαν” περισσότερο κόσμο για να ψηφίσει, οπότε η συμμετοχή ήταν σε ικανοποιητικά επίπεδο, όπως δείχνουν τα σχετικά ευρήματα. Για παράδειγμα το 2019 η συμμετοχή στις Ευρωεκλογές και Περιφερειακές-Δημοτικές Εκλογές είχε φτάσει στο α΄ γύρο στο 58,69%, καθώς το εκλογικό σώμα ήθελε να στείλει μήνυμα στον Τσίπρα να φύγει το συντομότερο δυνατό. Ως γνωστόν στη συνέχεια ο τότε πρωθυπουργός και αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ αναγκάστηκε να προσφύγει σε εθνικές εκλογές, δύο μήνες πριν το τέλος της συμβατικής προθεσμίας, οι οποίες έφεραν στην εξουσία τη Νέα Δημοκρατία.
Το 2014 στις Ευρωεκλογές που διεξήχθησαν ταυτόχρονα με τις Περιφερειακές και Δημοτικές, η συμμετοχή έφτασε στο 59,33%, καθώς οι πολίτες ήθελαν να στείλουν στη συγκυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας-ΠΑΣΟΚ ή Σαμαρά-Βενιζέλου, λόγω των δύσκολων και σκληρών μνημονιακών μέτρων που είχε λάβει. Ήταν η εκλογική αναμέτρηση που έφερε μπροστά τον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς ο κόσμος… γαργαλιόταν για να δοκιμάσει το “μαγικό” πρόγραμμα του “ηγέτη που βγαίνει μια φορά στα 100 χρόνια”! Οι εθνικές εκλογές έγιναν τον Ιανουάριο του 2015 και η συνέχεια είναι γνωστή. Οι μοναδικές Ευρωεκλογές που διεξήχθησαν ως μοναδικές ήταν τον Ιούνιο του 2009, όπου η συμμετοχή ήταν στο 52,54%.
Από την εξέταση των προηγούμενων αναμετρήσεων προκύπτει ότι όταν ήθελε το εκλογικό σώμα να ολοκληρώσει το μήνυμα προς αυτόν που έπρεπε να φύγει, συμμετείχε με αυξημένο ποσοστό στις εκλογές. Στις εθνικές εκλογές του 2019, όπου νικήτρια βγήκε η Νέα Δημοκρατία, το ποσοστό συμμετοχής ήταν 57,78%, ενώ το δίλημμα της αυτοδυναμίας που έθεσε ο Μητσοτάκης στις εκλογές του Μαΐου του 2023 είχε ως αποτέλεσμα η συμμετοχή να φτάσει το 61,76% και το ποσοστό του κόμματος στο 40,79%, με τον ΣΥΡΙΖΑ να πέφτει στο 20,07%. Η αυξημένη συμμετοχή στις περυσινές εκλογικές αναμετρήσεις είχαν το στοιχείο της επιβεβαίωσης της εμπιστοσύνης στο πρόσωπο του Μητσοτάκη, αλλά και της οριστικής… εκπαραθύρωσης του Τσίπρα. Η σίγουρη εκλογή Μητσοτάκη “έδιωξε” πολύ κόσμο στις εκλογές του Ιουνίου, όπου η συμμετοχή μειώθηκε θεαματικά στο 53,74%.
Στις περυσινές Περιφερειακές και Δημοτικές Εκλογές, το ποσοστό συμμετοχής την πρώτη Κυριακή έφτασε το 52,5%, ενώ τη δεύτερη, κατέρρευσε στο 40,71%. Νικήτρια την πρώτη Κυριακή ήταν η Νέα Δημοκρατία, αλλά μία εβδομάδα μετά, η αποχή μεγάλου αριθμού Νεοδημοκρατών είχε ως αποτέλεσμα στον Δήμο της Αθήνας και την Περιφέρεια Θεσσαλίας, να χάσουν την ξεκάθαρη πρωτιά της πρώτης Κυριακής, οι Κώστας Μπακογιάννης και Κώστας Αγοραστός. Ανάλογες εκπλήξεις σημειώθηκαν και σε Περιφέρειες και Δήμους, όπου επικράτησαν όσοι ήταν απέναντι στη Νέα Δημοκρατία. Ήταν η πρώτη σοβαρή ρωγμή για το κυβερνών κόμμα και τον Κυριάκο Μητσοτάκη, αλλά ταυτόχρονα, ανέδειξε και την κακή επιλογή πολλών Νεοδημοκρατών να μην πάνε να ψηφίσουν, θεωρώντας ότι όλα είχαν τελειώσει από την πρώτη Κυριακή. Όμως, τα πράγματα δεν είναι έτσι…
Οι Ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου είναι μια άλλη εκλογική διαδικασία, με εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά. Σύμφωνα με αναλυτές που διαβάζουν τους αριθμούς και… οσμίζονται το κλίμα, δεν θα είναι έκπληξη, αν η συμμετοχή κινηθεί ακόμη και στο 30%! Αν αυτό επιβεβαιωθεί στην κάλπη, τότε είναι δεδομένο ότι θα δούμε πολλές ανατροπές με βάση όσα γνωρίζουμε σήμερα από τις δημοσκοπήσεις. Η αδιαφορία και ο καλός καιρός, μπορεί να μετατρέψουν τις Ευρωεκλογές σε μια διαδικασία για την οποία θα συζητούμε επί εβδομάδες… Αυτά βλέπει ο Μητσοτάκης και έχει πάρει προσωπικά την υπόθεση για να ανεβάσει τον βαθμό συσπείρωσης της Νέας Δημοκρατίας “οργώνοντας” τη χώρα. Η αποχή θα είναι αναλογική και ισομετρική, ωστόσο, αν είναι πολύ μεγάλη, τότε αυτό σημαίνει ότι θα είναι εκατοντάδες χιλιάδες οι Νεοδημοκράτες που δεν θα πάνε να ψηφίσουν. Θέμα πρωτιάς δεν τίθεται, ωστόσο, τα τελικά ποσοστά μπορεί να εκπλήξουν τους πάντες…
Τι μπορεί να φέρει η επόμενη μέρα για ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ
Οι ενδείξεις για την επόμενη μέρα των εκλογών είναι ξεκάθαρες ως προς τη Νέα Δημοκρατία, η οποία, θα έχει μπροστά της τρία χρόνια διακυβέρνησης, εκτός και αν έρθει… δεύτερο κόμμα!!!
Με δεδομένο ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο συγκεντρώνει σχεδόν μηδενικές πιθανότητες, το μεγάλο ενδιαφέρον σε επίπεδο αριθμών, ουσίας και εντυπώσεων θα επικεντρωθεί αναμφίβολα στον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ. Είναι δεδομένο ότι εδώ και αρκετούς μήνες τα στελέχη της εσωκομματικής αντιπολίτευσης και στα δύο κόμματα έχουν βάλει “τα όπλα στα θηκάρια” περιμένοντας στη… γωνία!
Ας πάρουμε λοιπόν τα πράγματα με τη σειρά:
Αν ο Κασσελάκης επαναφέρει τον ΣΥΡΙΖΑ πάνω από το 20%, τότε θα είναι πιο ισχυρός από ποτέ και θα βάλει οριστικά ταφόπλακα στα σχέδια ή τα… όνειρα κάποιων για να συνταχθούν με τον Τσίπρα, ο οποίος έχει επιδοθεί σε μια προσπάθεια αναδόμησης του προφίλ του. Όμως, σε μια τέτοια περίπτωση θα αισθανθεί απειλή και ο Μητσοτάκης, οπότε θα πρέπει να προσαρμόσει αναλόγως τη στρατηγική του για τη συνέχεια, προχωρώντας σε γενναίες αλλαγές σε πάρα πολλά επίπεδα.
Από την άλλη, αν ο Κασσελάκης λάβει το ίδιο ποσοστό που έλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ στις εθνικές εκλογές του Ιουνίου 2023, δηλαδή 17,83%, τότε θα έχει πετύχει επίσης μια πολύ σημαντική νίκη με εσωκομματικούς όρους και στη συνέχεια θα μπορεί να αισθάνεται πιο ισχυρός για να προχωρήσει σε αλλαγές. Ωστόσο, με ένα τέτοιο ποσοστό μπορεί να αντιμετωπίσει πρόβλημα σε σχέση με τον εξοστρακισμό των Πολάκηδων και την είσοδο… Αντωναροσπηλιωτοπουλαίων!
Αν ο ΣΥΡΙΖΑ λάβει ποσοστό κάτω από αυτό των περυσινών εθνικών εκλογών, τότε θα έχει να αντιμετωπίσει όσους έχουν απομείνει μέσα στο κόμμα και του ασκούν αντιπολίτευση. Θα τους “καθαρίσει” έναν έναν, θα πάει σε καταστατικό συνέδριο, θα αλλάξει τη… μαρκίζα με το όνομα του κόμματος και θα ανοίξει τις πόρτες σε περισσότερους… Άρηδες και ό,τι ήθελε προκύψει. Όμως και σε αυτήν την περίπτωση, θα έχει αφήσει επί της ουσίας ακάλυπτους τους αριστερούς που θα τον έχουν εμπιστευτεί, οι οποίοι θα αναζητήσουν αλλού στέγη. Γιατί και Αντώναροι και Σπηλιωτόπουλοι και βίλες και καράβια και “φουσκωμένη” τσέπη για έναν που θέλει να λέγεται “αρχηγός αριστερού κόμματος” είναι σαν να προσπαθεί κάποιος να χωρέσει σε μια μασχάλη πέντε καρπούζια! Άρα, σε κάθε περίπτωση, ο Κασσελάκης, θα έχει μεγάλο πονοκέφαλο για τη συνέχεια του ΣΥΡΙΖΑ εφόσον λάβει ένα ποσοστό πάνω από το αντίστοιχο των περυσινών εθνικών εκλογών του Ιουνίου, ή, στη χειρότερη περίπτωση, αν κινηθεί κάτω από αυτό.
Στο ΠΑΣΟΚ οι ενδείξεις βάσει δημοσκοπήσεων δεν είναι ενθαρρυντικές, αν και υπάρχει η ελπίδα ότι το παλαιό Πασοκικό… φιλότιμο θα φέρει περισσότερους στις κάλπες.
Κάποιοι εντός του ΠΑΣΟΚ πιστεύουν ότι θα είναι δεύτερο κόμμα, αλλά αυτό δεν προκύπτει από πουθενά μέχρι στιγμής, ενώ είναι δεδομένο ότι οι “Δημοκράτες” του Ανδρέα Λοβέρδου ακόμη και μιε 2%, θα έχουν απορροφήσει ένα κρίσιμο ποσοστό από το ΠΑΣΟΚ, κάνοντας δύσκολη την επόμενη μέρα για τον Ανδρουλάκη. Αν είναι δεύτερο κόμμα το ΠΑΣΟΚ με ποσοστό 16%, τότε δεν υπάρχει καμία τροχιά εξουσίας για τον Νίκο Ανδρουλάκη, αλλά θα έχει καταφέρει να αποδείξει ότι αυτός είναι η “άτυπη” αξιωματική αντιπολίτευση στη Βουλή, δημιουργώντας πρόβλημα στον Κασσελάκη. Αν χάσει με μικρή διαφορά από τον Κασσελάκη, τότε το πολύ πολύ να πάει σε ένα συνέδριο για πολιτική… αναβάπτιση, το οποίο ωστόσο, δεν θα είναι… αναίμακτο! Αν η διαφορά του ΣΥΡΙΖΑ από το ΠΑΣΟΚ είναι στις 4-5 μονάδες, τότε είναι σίγουρο ότι θα αρχίσουν οι… γκρίνιες και ο Ανδρουλάκης θα βρεθεί υπό μεγάλη πίεση για να παραιτηθεί. Αν προσφύγει σε συνέδριο, τότε θα γίνει του… Κουτρούλη ο γάμος!
Με τον ΣΥΡΙΖΑ δεύτερο και το ΠΑΣΟΚ τρίτο σε απόσταση, είναι δεδομένο ότι θα ενταθούν οι διεργασίες στην Κεντροαριστερά και μπορεί να δούμε κάποιους “παίκτες” να βγαίνουν στο προσκήνιο, διεκδικώντας ή κάνοντας πιο εμφατικό τον πιθανό ρόλο που θα μπορούσαν να έχουν ως μελλοντικοί ηγέτες της Κεντροαριστεράς. Στο ΠΑΣΟΚ, ένα τέτοιο πρόσωπο φαίνεται ότι είναι ο Μανώλης Χριστοδουλάκης, αλλά όλα παίζονται! Πάντως, με Κασσελάκη στη δεύτερη θέση και με δεδομένο τον… πονηρό χαρακτήρα του, δεν θα υπάρχει θέμα σύγκλισης με το ΠΑΣΟΚ. Ο αρχηγός Στέφανος απλά θα μείνει με την ελπίδα ότι μπορεί να… κλέψει κόσμο από το ΠΑΣΟΚ, κάτι που μπορεί να συνδυαστεί με μεγαλύτερη στροφή προς την Κεντροαριστερά και τις παρυφές της Κεντροδεξιάς. Όμως, πρέπει να λάβουμε υπόψιν ότι στελέχη του ΠΑΣΟΚ μπορεί να φύγουν για έναν ΣΥΡΙΖΑ χωρίς Πολάκη, αλλά μάλλον θα είναι αδύνατο να αποδεχθούν… Άρηδες και Αντώναρους! Μύλος!
Γιατί ο Μητσοτάκης βλέπει τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ ως… εγγυητές της πολιτικής και οικονομικής σταθερότητας!
Οι εξελίξεις της επόμενης μέρας των Ευρωεκλογών σε ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, κατά πάσα πιθανότητα θα προσθέσουν νέες παραμέτρους στο πολιτικό παιχνίδι.
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης ασχολούνται με περσινά… ξινά σταφύλια και ακολουθούν την ίδια τακτική με το 2023, η οποία οδήγησε στα γνωστά αποτελέσματα, τόσο για τη Νέα Δημοκρατία, όσο και για τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η Νέα Δημοκρατία μπορεί να επιτύχει “διπλό σκορ” έναντι του ΣΥΡΙΖΑ και το άθροισμα της εκλογικής του δύναμης με την αντίστοιχη του ΠΑΣΟΚ, θα υπολείπεται. Στα αριστερά της Νέας Δημοκρατίας, σε επίπεδο δημοσκοπήσεων έχουμε τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ, την Πλεύση Ελευθερίας, τη Νέα Αριστερά και το ΜεΡΑ 25, να συγκεντρώνουν ποσοστά 44%-48% με αναγωγή.
Από την άλλη πλευρά, τα κόμματα που βρίσκονται δεξιά της Νέας Δημοκρατίας, δηλαδή Ελληνική Λύση, Νίκη, Φωνή Λογικής και λοιπά ακροδεξιά κομματίδια συγκεντρώνουν ποσοστά 16-19%. Λαμβάνοντας τα άνω ακρότατα ποσοστά, τα κόμματα εκτός ΝΔ συγκεντρώνουν 67%, οπότε χονδρικά το 32%-33% είναι το ποσοστό που της… ανήκει. Άρα, τα 2/3 του εκλογικού σώματος βρίσκονται απέναντι στην κυβέρνηση και τον Μητσοτάκη, αλλά ο πρωθυπουργός δεν έχει αντίπαλο! Η εξήγηση είναι πολύ απλή και έχει να κάνει με τον κατακερματισμό του πολιτικού συστήματος με μοναδική σταθερή συνιστώσα τη συμπαγή βάση της Νέας Δημοκρατίας, έστω και αν καταγράφονται μετακινήσεις πιο δεξιά, λόγω φυσιολογικής φθοράς.
Ο ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη με οροφή στο 16%-17% δεν μπορεί να έχει προοπτική εξουσίας το 2027, καθώς το πάνω χέρι είναι δεδομένο ότι θα το έχει ο Μητσοτάκης, για πολλούς και διάφορους λόγους που θα αναλύσουμε άλλη φορά. Από την άλλη πλευρά, ο Ανδρουλάκης, εφόσον το ΠΑΣΟΚ πιάσει ποσοστά ανάλογα των περυσινών εθνικών εκλογών, θα προσπαθήσει να πείσει το εκλογικό κοινό ότι το κόμμα βρέθηκε παραπάνω από το αντίστοιχο ποσοστό των Ευρωεκλογών του 2019, ωστόσο, θα είναι δύσκολο να πείσει για το… τις πταίει και το ΠΑΣΟΚ ξέμεινε από “καύσιμα”. Η τρίτη θέση για το ΠΑΣΟΚ θα αποτελέσει μεγάλο πλήγμα, καθώς θα ακυρώνει επί της ουσίας την οποιαδήποτε πιθανότητα να φανεί αυτό ως κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Επιπλέον, αν η διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι αξιοσημείωτη, τότε η κριτική θα είναι πιο αυστηρή, καθώς οι σύντροφοι μέσα στο ΠΑΣΟΚ θα του ζητήσουν τα ρέστα, καταλογίζοντας ευθύνες από τη στιγμή που ο Κασσελάκης δεν είναι στη Βουλή και δεν προβλέπεται να μπει σε αυτήν πριν τις εθνικές εκλογές του 2027.
Ένας ΣΥΡΙΖΑ με ποσοστό Ευρωεκλογών κάτω από το αντίστοιχο των εθνικών εκλογών και ένα ΠΑΣΟΚ που δεν μπορεί να πάρει μπρος, συνθέτουν το “ιδανικό σενάριο” για τον Μητσοτάκη. Μάλιστα, με δεδομένη την ανθρωπογεωγραφία στην Κεντρο-Αριστερά και πολύ πιο..,. αριστερά, δεν υπάρχει κανένα σημείο σύγκλισης για τη συγκρότηση αντιμητσοτακικού μετώπου, το οποίο θα μπορούσε να αποφέρει θετικά αποτελέσματα σε επίπεδο συσχετισμών. Ο Κασσελάκης με τους… Άρηδες δεν θα μπορεί να μιλήσει με την Κωνσταντοπούλου και φυσικά δεν πρέπει να γίνεται λόγος ούτε για το ενδεχόμενο να υπάρξει συνεννόηση με τη Νέα Αριστερά και τον Βαρουφάκη. Από κει και πέρα, ένας ηττημένος Ανδρουλάκης, στο μόνο που θα μπορούσε να ελπίζει είναι μια συνεργασία με τους ΤζανακοπουλοΧαρίτσηδες, αλλά σε μια τέτοια περίπτωση το ισοζύγιο εισροών-εκροών θα είναι αρνητικό. Με Κωνσταντοπούλου και Βαρουφάκη, επίσης δεν το συζητάμε ούτε ως ανέκδοτο!
Με βάση τα παραπάνω και με δεδομένη την ανθρωπογεωγραφία και τους συσχετισμούς δυνάμεων στον άξονα ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ-Νέα Αριστερά-Πλεύση Ελευθερίας-ΜεΡΑ 25, η Νέα Δημοκρατία κάνει… πάρτι, θέτοντας ως στόχο τον σταδιακό επαναπατρισμό των ψηφοφόρων της που έφυγαν και πήγαν προς τους Βελόπουλους, τους Νατσιούς και τα λοιπά κομματίδια. Πρέπει δε να λάβουμε υπόψιν ότι σε συνθήκες πόλωσης και σε περιβάλλον εθνικών εκλογών, ένα κόμμα εξουσίας σαν τη Νέα Δημοκρατία θα μπορούσε να απορροφήσει εκ νέου σημαντικό αριθμό ψηφοφόρων.
Ο Μητσοτάκης μπορεί να έχει απέναντι του μια κατακερματισμένη αντιπολίτευση, όπου τα κόμματα προς τα αριστερά της θα προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τα υπαρξιακά τους προβλήματα, ωστόσο, το μήνυμα των Ευρωεκλογών θα είναι τέτοιο, που ενδεχομένως να θέσει σε κίνδυνο την πολιτική σταθερότητα από το 2027 και μετά! Η αυτοδυναμία σε αυτές τις εκλογές θα είναι δύσκολη έως αδύνατη για τη Νέα Δημοκρατία, καθώς θα διεκδικήσουν την είσοδο τους στη Βουλή περισσότερα κόμματα. Με μια εννιακομματική ή και δεκαομματική Βουλή και με ποσοστό 35%-36%, η Νέα Δημοκρατία θα πρέπει να συμπράξει με άλλο κόμμα και κάτι τέτοιο είναι πιθανό να συμβεί μόνο με το ΠΑΣΟΚ. Εκτός και αν ο Μητσοτάκης, μέσα σε ένα κατακερματισμένο τοπίο επιχειρήσει να αλλάξει τον εκλογικό νόμο, αυξάνοντας το μπόνους των εδρών και ανεβάζοντας το όριο εισόδου στη Βουλή. Σε μια τέτοια περίπτωση, οι πιθανότητες της αυτοδυναμίας απογειώνονται, ενώ λιγότερα κόμματα στη Βουλή ισοδυναμούν με μεγαλύτερη δύναμη βουλευτών για τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ και την Ελληνική Λύση. Άρα, θα ωφεληθούν και αυτά πόα μια τέτοια κίνηση!
Σε κάθε περίπτωση, η πολιτική σταθερότητα με “εγγυητές” τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, πρέπει να θεωρείται σχεδόν σίγουρη έως το 2027. Όμως από κει και πέρα θα πρέπει να κάνουμε άλλους λογαριασμούς, καθώς η περίοδος 2027-2031 θα είναι καθοριστική, ώστε η χώρα να έχει το 2032 μια ισχυρή κυβέρνηση, η οποία θα εμπνέει σταθερότητα στις αγορές. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι από το 2032, θα αρχίσουμε να επιστρέφουμε τα δάνεια στον Μόνιμο Μηχανισμό Στήριξης. Πρόκειται για 227 δισ. ευρώ και… βάλε, για τα οποία θα επιβαρυνθούμε με σημαντικά ποσά για τους τόκους και τα χρεολύσια. Άρα, διακυβεύονται υψίστης σημασίας ζητήματα για τη χώρα. Σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ αποτελούν χορηγούς του Μητσοτάκη, αλλά πρέπει να τους έχει… πελάτες τόσο το 2027, όσο και το 2031!!!