Μητσοτάκης από Νταβός: Ανησυχούμε για την κλιμάκωση της κρίσης στη Μέση Ανατολή και όσα συμβαίνουν στην Ερυθρά Θάλασσα
«Τώρα, που προσπαθούμε να μειώσουμε τον πληθωρισμό, κάθε διακοπή στις γραμμές τροφοδοσίας μπορεί μόνο να περιπλέξει την προσπάθεια που καταβάλλουν οι κεντρικές τράπεζες»
facebook sharing buttonwhatsapp sharing buttontwitter sharing buttonprint sharing buttonsharethis sharing button
mitsotakis
πριν 41 λεπτά
2 ΣΧΟΛΙΑ
Συζήτηση με τον Ravi Agrawal, αρχισυντάκτη του περιοδικού «Foreign Policy», στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός είχε ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης.
Για τη Μέση Ανατολή, δήλωσε πως «είμαστε όλοι αρκετά ανήσυχοι για κλιμάκωση. Όχι μόνο για την ελληνική ναυτιλία αλλα συνολικά για το παγκόσμιο εμπόριο. Πήραμε ως Ελλάδα μια μετρημένη θεση σε ό,τι αφορά στο θέμα της Μέσης Ανατολής. Όλοι έπρεπε να ανησυχούν από το γεγονός ότι έχουν πεθάνει 10 χιλιάδες παιδιά ως αποτέλεσμα αυτής της σύγκρουσης. Δεν νομίζω ότι είναι στρατηγικό ενδιαφέρον του Ισραήλ να δημιουργήσει μια νέα γενιά ορφανών ή γονιών που έχουν χάσει τα παιδιά τους… Έχω εκφράσει την ανησυχία μου γιατί ως ΕΕ συλλογικά δεν εχουμε καταλήξει σε μια μετρημένη υποστήριξη για το Ισραήλ για το πώς θα έπρεπε να είναι προσεκτικό στην αντίδραση του απέναντι σε αυτήν την φρικτή επίθεση», συμπληρώνοντας ότι «στο παρελθόν υπήρξαμε στην πλευρά που δέχτηκε μια επιθετική συμπεριφορά».
Δείτε βίντεο:
Συζήτηση Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ravi Agrawal, αρχισυντάκτη του περιοδικού «Foreign Policy»
Αναφορικά με το τι συμβαίνει στην Ερυθρά Θάλασσα αλλά και στην κατάληψη ελληνόκτητου πλοίου από τους Χούτι, τόνισε: «Σε ό,τι αφορά στα ελληνικά πλοία ήμασταν συγκεκριμένοι με τους Έλληνες πλοιοκτήτες για την πιστή εφαρμογή του πλαισίου των κυρώσεων. Και νομίζω ότι το έκαναν».
Στη συνέχεια, μιλώντας για την Τουρκία, σχολίασε πως «πρέπει να ξεπεράσουμε το θέμα της Σουηδίας. Θα ήλπιζα ότι θα καταβληθεί η προσπάθεια που πρέπει. Μετά τους σεισμούς ήμασταν οι πρώτοι που πετάξαμε στις περιοχές που χτυπήθηκαν, σχεδιάσαμε έναν οδικό χάρτη. Πρέπει να χαμηλώσουμε τη ”θερμοκρασία” και την ένταση» ενώ για τα ελληνοτουρκικά τόνισε πως «πρέπει να συνεργαστούμε με την Τουρκία γιατι πρέπει να σταματήσουμε τις βάρκες στις ακτές. Δεν είμαι όμως, αφελής. Έχουμε δει δραματικές αλλαγές στην τουρκική πολιτική τα τελευταία χρονια. Αλλά θέλω να είμαι αισιόδοξος και να χτίζω πάνω στα θετικά βήματα που έκαναν οι χώρες μας».
Τέλος, συμπλήρωσε πως «έχουμε τέσσερα χρονια μπροστά μας, μια ισχυρή εντολή να υλοποιήσουμε τις μεταρρυθμίσεις. Να κάνουμε την Ελλάδα μια πραγματικά ευρωπαϊκή χώρα. Υλοποιήσαμε τις δεσμεύσεις. Εστιάσαμε στην οικονομία και η Ελλάδα το 2023 ήταν σε καλύτερη θεση από το 2019. Οι πολίτες είναι λογικοί, κοιτάνε ποιο είναι το συμφέρον τους. Είμαστε φιλελευθέροι στην οικονομία μειώνοντας τους φόροους. Ήμασταν παρόντες όποτε χρειάστηκε όπως στην πανδημία. Είμαστε υπεύθυνοι πατριώτες όπως όταν η Τουρκια προσπάθησε να εργαλειοποιήσει το μεταναστευτικό. Ταυτοχρονως είμαστε φιλελεύθεροι και προοδευτικοί σε ό,τι αφορά στην κοινωνική πολιτική» ενώ για τον γάμο ομόφυλων ζευγαριών, εξήγησε πως φέρνουμε στο προσκήνιο πολιτικές που δεν ήταν πάντα συνδεδεμένες με ένα κεντροδεξιό κόμμα. Για παράδειγμα, τώρα στην Ελλάδα συζητάμε για την ισότητα στο γάμο. Δεν θα περιμένατε απαραίτητα από ένα κεντροδεξιό κόμμα να υπερασπιστεί αυτή τη μεταρρύθμιση».
Υπενθυμίζεται ότι σε συζήτηση για την πράσινη μετάβαση με τίτλο «European Green Deal, Anyone?» συμμετείχε το πρωί της Παρασκευής ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο πλαίσιο των εργασιών, στο Νταβός, του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ με τον Έλληνα πρωθυπουργό να περιγράφει τους ενεργειακούς στόχους της χώρας ανάμεσα στους οποίους η μετατροπή της σε εξαγωγέα «πράσινης» ενέργειας αξιοποιώντας τις δυνατότητες της αιολικής ενέργειας.
Όπως είπε ο πρωθυπουργός, στόχος της Ελλάδας είναι να παίξει ηγετικό ρόλο στην ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης και ειδικότερα των Βαλκανίων. Ο Έλληνας πρωθυπουργός σημείωσε ότι η Ελλάδα είναι εισαγωγέας ενέργειας καταγράφοντας ότι «όταν η Ελλάδα αποφάσισε να αφήσει πίσω της τον άνθρακα, τότε εστράφη στο φυσικό αέριο. Το 2023 δώσαμε 7 δισ. ευρώ για να εισάγουμε φυσικό αέριο, ενώ κανονικά καταβάλαμε 1 δισ. ευρώ».