Η υπόθεση του κ. Πνευματικού εξελίχθηκε όπως ακριβώς έπρεπε σε μια χώρα σαν τη δική μας. Μετά τον τεράστιο θόρυβο που προκάλεσε η επιστημονικά πιθανόν συζητήσιμη, αλλά κοινωνικά και πολιτικά απαράδεκτη δήλωσή του ήρθε η καταλυτική απάντηση του κ. Μητσοτάκη να επαναφέρει την κανονικότητα και να υπενθυμίσει σε όλους με εμφατικό τρόπο «ποιος κάνει κουμάντο και ποιες ευαισθησίες είναι εκτός δημόσιας κουβέντας και πολιτικής».
ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΥΦΑΝΤΗ
Αναμένουμε, επί του πεδίου πλέον, την ανάλογη «απάντηση» του κ. Τσίπρα στις υποθέσεις του κ. Φερχκάτ στην Κομοτηνή, του κ. Ζεϊμπεκ στην Ξάνθη και, βεβαίως, του κ. Νίκου Φίλη για την ζοφερή εθνικά υπόθεση της ευθείας ανάμιξης του τουρκικού προξενείου στις εκλογές, μέσω της οργανωμένα κατευθυνόμενης ψήφου όσων το προξενείο επηρεάζει υπέρ προσώπων που δημοσίως, με πράξεις και δηλώσεις, υπερασπίζονται την τουρκική πλευρά στις διεκδικήσεις της στην Θράκη και γενικότερα απέναντι στην Ελλάδα.
Εννοείται, πως η υπεράσπιση της άποψης περί «τουρκικής μειονότητας» και όχζι μουσουλμανικής (αυτή αναγνωρίζεται διεθνώς με βάση τις συνθήκες) επηρεάζει ευθέως τις ισορροπίες στην ΝΑ Μεσόγειο και στο Αιγαίο, καθώς ενισχύει σημαντικά την διακηρυγμένη τουρκική άποψη για την αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάννης με όσα μια τέτοια εξέλιξη υπονοεί για όλη την περιοχή και τα νησιά. Μια «τουρκική μειονότητα» στη Θράκη εύκολα συνοδεύεται από μια αντίστοιχη «μειονότητα» στα Δωδεκάνησα κ.λ.π., στην ουσία μιλάμε για την ολοκληρωτική ανατροπή των ισορροπιών της περιοχής και την δικαίωση της καινοφανούς τουρκικής άποψης.
Κι αν οι κ.κ. Φεργκάτ και Ζεϊμπεκ «τέτοιοι είναι, αυτά λένε και κάνουν», για τον κ. Φίλη, εκ των παλιών ηγετικών (τρομάρα του!) στελεχών «του χώρου», τίθενται σοβαρότερα ζητήματα, καθώς η άποψη του δείχνει να είναι κυρίαρχη στην «Ομπρέλα», ενισχύθηκε από την παρουσία του κ. Βούτση στην περιοχή, δεν αποκρούστηκε από «την τάση» και παραμένει σε ισχύ, χωρίς κανένα εσωκομματικό αντίλογο.
Στην ουσία μιλάμε για την επίσημη θέση του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ, για ένα από τα απομεινάρια της διάσημης τριτοδιεθνιστικής αντίληψης για την γεωπολιτική και τις διεθνείς ισορροπίες, το οποίο εξακολουθεί να έλκει εκτός από το σύνολο των νεόγερων παλαιοκομμουνιστών της Κουμουνδούρου και τις νεότερες γενιές αυτής της πολιτικής ανορθογραφίας.
Ο κ. Τσίπρας σιωπά για το θέμα, επειδή, πολύ απλά, δεν μπορεί να κάνει αλλιώς, καθώς πλέον δεν ελέγχει κανένα στον ΣΥΡΙΖΑ και κανείς δεν δίνει σημασία στην ύπαρξη του. Ο προεδρεύων (και όχι πρόεδρος πλέον) της Κουμουνδούρου έως την 26η Ιουνίου ειδοποιήθηκε «αρμοδίως» να αφήσει την υπόθεση Φίλη «να την πάρει το ποτάμι», επειδή η άποψη του τέως Υπουργού Παιδείας (χωρίς πτυχίο) είναι συμβατή με την «ψυχή» της αριστεράς κι επειδή κάθε απόπειρα να λάβει έστω κι ένα μέτρο εναντίον του θα προκαλούσε αλυσιδωτές αντιδράσεις από την αριστερή συνιστώσα, τη μόνη που απόμεινε σε αυτό το συνοθύλευμα να διακονεί τις ξεφτισμένες και παλιοκαιρισμένες αριστερές ψυχώσεις, που κάποτε καθαγιάστηκαν από τον διεθνή σταλινισμό.
Καθόλου τυχαίο δεν είναι πως στον κ. Τσίπρα φρόντισε «να τα κάνει πενηνταράκια» ο κ. Βούτσης, που ξεκίνησε, ταλαιπωρημένος από τα αλλεπάλληλα χωρίς αντίκρισμα ραντεβού με την ιστορία άνθρωπος, να βρεθεί στον τόπο της αντιπαράθεσης, στη Θράκη για να καταστήσει σαφές πως όσα ο κ. Φίλης είπε ή άφησε να εννοηθούν είναι η ιστορική παράδοση του ΣΥΡΙΖΑ με την οποία κανείς δεν παίζει, ούτε καν οι διάφοροι «Παππάδες».
Ο «άχαστος ηγέτης» θα πιει μέχρι τέλους το πικρό ποτήρι της αποδόμησης του μύθου του από τους ίδιους κομματικούς δεινόσαυρους που τον επέλεξαν κάποτε και στην πορεία είδαν έντρομοι το πουλέν τους να αποστασιοποιείται και να αυτονομείται, μη υπολογίζοντας τους παλιούς φίλους και τους ιστορικούς συντρόφους, τώρα ήρθε η ώρα να πάρουν εκδίκηση.
Ο κ. Φίλης αυτή την εργολαβία έχει αναλάβει και την φέρνει με επιτυχία σε πέρας. Η «Ομπρέλα» σιγοντάρει και την ίδια ώρα απέχει εμφανώς από την εκλογική διαδικασία, όσοι την ακολουθούν ή εμπνέονται από αυτή «διακοπάρουν» ήδη εν αναμονή της νέας τραγικής δημόσιας εικόνας του ΣΥΡΙΖΑ και της νέας συντριβής που έρχεται.
Την κατάσταση δεν μπορεί να σώσει ούτε η κυρία Αχτσιόγλου!