Eξυπνός ο σχεδιασμός των Συριζαίων, με αφορμή την τροπολογία για το κόμμα Κασιδιάρη, το αποτέλεσμα, όμως, δεν βγήκε, επειδή στην Κουμουνδούρου είναι καταδικασμένοι να εναποθέτουν στις «ικανότητες» του κ. Τσίπρα να υπερασπίζεται δημοσίως (και επισήμως) τις πολιτικές τους αποφάσεις και να διαχειρίζεται την τακτική τους στη Βουλή.
ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΥΦΑΝΤΗ
Μ’ ένα σμπάρο τρία τρυγόνια επιχείρησε να πετύχει το επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ εκμεταλλευόμενο την κατάθεση της τροπολογίας, κανένα δεν πέτυχε κι ο λόγος είναι εξαιρετικά απλός (και γνωστός και στα πόμολα της Κουμουνδούρου):
Το άτομο που ανέλαβε να στηρίξει τον σχεδιασμό είναι μειωμένης αντίληψης, διαθέτει ελάχιστες έως μηδενικές ικανότητες κατανόησης, είναι εμπαθές και εμμονικό και πρακτικά ανίκανο να ελιχθεί σε πραγματικές συνθήκες και όχι σε αυτές που ιδανικά κατασκευάζει στο μυαλό του φαντασιωνόμενο τον αριστερό Βοναπάρτη!
Τι έψαχνε ο ΣΥΡΙΖΑ; Τρία «τρυγόνια». Να συσπειρώσει ουσιαστικά το ακροατήριο της «μπροοδευτικής διακυβέρνησης» με το δικό του σε ηγετικό ρόλο, να κλείσει το μάτι στους διάσπαρτους Κασιδιάρηδες αυτής της χώρας στη λογική «ό,τι μπορούσαμε κάναμε, δεν φταίμε εμείς για τον αποκλεισμό» και να προσφέρει στους διάφορους «Κουφοντιναίους» την προοπτική «να αποκτήσουν επίσημη πολιτική έκφραση, όταν ο ηγέτης αποφυλακιστεί».
Για να τα πετύχει πούλησε, για μια ακόμη φορά, αριστερό χύμα πολιτικαντισμό, κατέθεσε προς έγκριση μια «σεσημασμένη» πολιτική παραδοξότητα στη λογική «όλοι δικοί μας είμαστε», ιδεολογικοποίησε, μόνος αυτός, μια απλή νομική αναγκαιότητα και κατάντησε, δια ενός Θεόφιλου Ξανθόπουλου, να υποστηρίζει την υπέρτατη παλαβομάρα πως « οι της «17 Νοέμβρη» δεν είναι ναζιστές ή φασίστες, παραπλανημένοι είναι και έχουν καταλάβει ολίγον στραβά τα πράγματα».
Ευτυχώς, μόλις στην Κουμουνδούρου κατάλαβαν πως στο πρόσωπο του κ. Ξανθόπουλο δεν ψιχαλίζει, απλώς τους φτύνουν όλοι οι υπόλοιποι, ανέκρουσαν πρύμναν και το έριξαν και πάλι στο τσάμικο «δεν φταίμε εμείς που τα είπαμε, φταίτε εσείς που δεν καταλάβατε ότι δεν φταίμε…».
Σε απλά αριστερά, όταν δεν μπορείς να κατανοήσεις την ουσιαστική διαφορά μεταξύ μιας «καθαρής πολιτικής προσέγγισης» από μια στενή νομική διευθέτηση σε ένα κορυφαίο ζήτημα και μπερδεύεις τις φαντασιώσεις σου ή τις υπόγειες προσδοκίες σου με την αναγκαία νομική πρωτοβουλία, τότε είσαι απλώς ένας ακόμη Τσίπρας!
Άπατα πήγαν και τα τρία ζητούμενα, παρότι το έδαφος για να κερδηθούν κάποια από αυτά υπήρχε, ειδικά το πρώτο που είναι το σημαντικότερο: μια «μπροοδευτική κυβέρνηση» είναι για τους Τσιπραίους η λύση «δια πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν» κι όσο το έργο δεν προχωράει, ο χρόνος περνάει κι ο Ανδρουλάκης «αλλού τρώει και πίνει κι αλλού (φαίνεται ότι) πάει και το δίνει» προκοπή στην κυβερνώσα αριστερά δεν προβλέπεται.
Για αυτό τον λόγο την επομένη της συζήτησης στη Βουλή και της ψήφισης από Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ της τροπολογίας «Κασιδιάρη», μετά των μαθημάτων κοινοβουλευτικής πρακτικής που αφειδώς παρέδωσαν στον Σύριζα οι κυβερνώντες, οι πολιτικοί ινστρούχτορες της Κουμουνδούρου το γύρισαν και πάλι στις υποκλοπές και στις παρακολουθήσεις για να ισιώσει η κατάσταση.
Η κατάντια είναι πως, έως ότου ο Μητσοτάκης αποφασίσει να τελειώσει το μαρτύριο του αριστερού Ταντάλου στο οποίο, με περισσή ικανοποίηση, υποβάλλει τον κ. Τσίπρα και την παρέα του σχετικά με την προκήρυξη των εκλογών, στην Κουμουνδούρου θα ξεμένουν, κάθε μέρα που περνάει, από αφήγημα και θα φτάσουν να τρώγονται μεταξύ τους κι όλοι μαζί να κυνηγάνε «τον θείο Φλάμπυ» δια τα περαιτέρω…
Όπου «θείος Φλάμπυ» ο Αλέκος Φλαμπουράρης, ο μέντορας του Αλέξιου του Άχαστου Ηγέτη, από το έρκος των οδόντων του οποίου βγήκε, όπως λένε οι κακές γλώσσες στην πλατεία, η φαεινή ιδέα να απέχει ο ΣΥΡΙΖΑ από τις ψηφοφορίες στη Βουλή μέχρι «να συμμορφωθεί ο Μητσοτάκης», την είπε στον επικεφαλής αγράμματο κι αυτός ασμένως την αποδέχθηκε καθιστώντας την αξιωματική αντιπολίτευση ένα κόμμα αιχμάλωτο της προσωπικής του ανικανότητας και της ιδεολογικής του παλαβομάρας.
Στο πρόσωπο του Φλαμπουράρη όσοι λογικοί έχουν απομείνει στην Κουμουνδούρου βλέπουν «όλες τις αμαρτίες» της ψεκασμένης και της αφ’ εαυτής παραμυθιασμένης αριστεράς, εκείνης που μεγαλούργησε «στα μπαρ και στα ξενύχτια» ( και στην πόκα) και η οποία ξεκίνησε ήδη τη διαδρομή της προς την απόλυτη απαξία, στην οποία την οδηγεί « ο κυρ Αλέκος με τον πολιτικό βαφτισιμιό του».
Ήδη στον Σύριζα εντείνονται οι φωνές που ζητάνε να επιστρέψει το κόμμα στα κανονικά του καθήκοντα «πάση θυσία». Είναι όσοι κατανοούν πως η απόφαση για αποχή από τις ψηφοφορίες είναι βούτυρο στο ψωμί του Κυριάκου, του επιτρέπει να παίζει όπως θέλει χωρίς αντίπαλο (και να πολιορκεί ασφυκτικά τον Ανδρουλάκη επενδύοντας στην παρανοϊκή αφερεγγυότητα του Τσίπρα), να διαμορφώνει αποκλειστικά αυτός την ατζέντα ( έχοντας απέναντι του τον μπάρμπα-Μήτσο τον Κουτσούμπα, το φαλακρό παγώνι και έναν αποδέκτη επιστολών του Ιησού, που πουλάει φάρμακο για την φαλάκρα όταν ο ίδιος φαλακρός) και να εισπρεάττει καθημερινά από την κοινοβουλευτική του δραστηριότητα, την ώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ αυτοχειριασμένος έχει καταστεί συνώνυμο της πολιτικής αυτοκτονίας.
Στο τέλος, με όσα έχουν οι ίδιοι επιδαψιλεύσει στο κόμμα τους και στους εαυτούς τους, ο Μητσοτάκης θα κάνει εκλογές «καλό Αύγουστο», οι Συριζαίοι θα έχουν μπει μέχρι τότε μόνοι τους «τιμωρία στο ένα πόδι να κοιτάνε τον τοίχο», το κόλπο (αυτό ετοιμάζεται τώρα) «κυβέρνηση συνεργασίας ΝΔ-ΠΑΣΟΚ από την πρώτη Κυριακή με 170+ βουλευτές» θα έχει ολοκληρωθεί κι οι Κουμουνδουραίοι θα κοιτάνε ακόμη το δάχτυλο που δείχνει το φεγγάρι.